theodore-ότι-μουσική-κι-αν-κάνω-πάντα-καταλή-1392436

Μουσική

Theodore: «Ό,τι μουσική κι αν κάνω, πάντα καταλήγω να ανοίγω την ψυχούλα μου»

Ο ανατρεπτικός καλλιτέχνης που «ντύνει» τη ροκ με ατμοσφαιρικότητα και πειραματισμό μιλά στην Parallaxi, λίγο πριν εμφανιστεί στο Eightball

Κωστής Κοτσώνης
Κωστής Κοτσώνης

Ένας μουσικός που πάντα στοχεύει προς τα αστέρια, και που όμως δεν χορταίνει να βρίσκεται εδώ αναμεσά μας και να μοιράζεται τις μελωδίες του μαζί μας.

Ο Theodore (κατά κόσμον Θοδωρής Πολυχρονόπουλος) μετρά ήδη πάνω από μία δεκαετία σταθερής καλλιτεχνικής παραγωγής. Μεγαλωμένος σε ένα σπίτι γεμάτο μουσική, κατέληξε στο Λονδίνο για τις ανάλογες σπουδές και εκεί διαμορφώθηκε καλλιτεχνικά. Τα τελευταία (αρκετά) χρόνια ζει πια στην Αθήνα. Στιλιστικά κινείται σε ήχους ατμοσφαιρικούς, με έντονη την επιρροή από είδη όπως η post-rock, η indie, η jazz και η ambient ηλεκτρονική μουσική. Εκτός από αυτά, είναι δημιουργός και της ανεξάρτητης δισκογραφικής United We Fly, με σκοπό την προώθηση, δισκογραφικά και συναυλιακά, ανερχόμενων νέων καλλιτεχνών από ένα ευρύ φάσμα.

Τελευταία του κυκλοφορία το άλμπουμ “FIRE“, ένα άλμπουμ πιο ορμητικό και ευθύβολο στον ήχο του, αλλά σε κάθε περίπτωση καλοδουλεμένο. Απόψε το βράδυ θα το παρουσιάσει, μαζί με κομμάτια από όλη του τη δισκογραφία, στο Eightball Live Stage, σε μία συναυλία γεμάτη συναίσθημα… και light show —σήμα κατατεθέν στις εμφανίσεις του.

Με αφορμή όλα τα παραπάνω, μας χάρισε μία συζήτηση.

Θες να μας κάνεις μία σύνοψη του πώς ήταν αυτός ο ένας χρόνος προετοιμασίας και ηχογράφησης του “FIRE”;

Ήταν γρήγορος και έντονος! Τα τραγούδια του δίσκου ξεκίνησα να τα γράφω το καλοκαίρι του 2024. Τον Οκτώβρη μπήκαμε στο στούντιο και ξεκινήσαμε την παραγωγή, η οποία ολοκληρώθηκε πριν τα περασμένα Χριστούγεννα. Όλη η διαδικασία ήταν πολύ πυκνή, κάτι που είχα να ζήσω πολλα χρόνια —ίσως από την περίοδο του “Inner Dynamics”. Αλλά για πρώτη φορά γνώρισα, μουσικά μιλώντας, σχεδόν όλη την μπάντα στο πρώτο session, και ηχογραφήσαμε το δίσκο σχεδόν σαν να παίζουμε live. Όλα κύλησαν με φοβερή ορμή, κάτι που μου έκανε καλό στην δημιουργική κατάσταση που βρισκόμουν. Μου αρέσει να σκέφτομαι ότι ένας δίσκος αποτυπώνει ακριβώς την περίοδο κατά την οποία τον γράφω και το “FIRE” είναι το καλύτερο παράδειγμα.

Τι σε οδήγησε στη στροφή σου σε μια πιο «προσιτή» indie προσέγγιση στο στυλ του “FIRE” σε σχέση με προηγούμενες δουλειές σου, που είχαν πιο ορχηστρικό και post-rock χαρακτήρα;

Μάλλον ο τρόπος που επέλεξα να γίνει η παραγωγή. Επέβαλα αρκετούς περιορισμούς, κυρίως ως προς το χρόνο, με αποτέλεσμα η πρώτη σκέψη να γίνεται δεσμευτική απόφαση. Αυτό έκανε τον ήχο μου πιο απλό και ταυτόχρονα πιο προσιτό. Ήμουν επίσης τυχερός που συνεργάστηκα με τον Κώστα Ζάμπο και τον Σέργιο Βούδρη στην παραγωγή· η δημιουργικότητα και η σχολαστικότητά τους έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στον χαρακτήρα του δίσκου.

Υπάρχει κάποιο κομμάτι στο άλμπουμ που ήταν ιδιαίτερα δύσκολο να ολοκληρωθεί —μουσικά ή στιχουργικά;

Το “The Sea” ήταν από τα πρώτα τραγούδια που έγραψα και το μοναδικό «πισωγύρισμα» που κάναμε κατά την παραγωγή. Ενώ αρχικά είχαμε χτίσει μια μεγάλη, αρκετά φορτωμένη ενορχήστρωση, στο τέλος το απογυμνώσαμε εντελώς και το ηχογράφησα live μόνος μου, παίζοντας ένα synth και τραγουδώντας ταυτόχρονα. Νομίζω ότι τελικά έχει την ίδια ένταση, αλλά με πολύ λιγότερη προσπάθεια. Πολλούς από τους στίχους τους ολοκλήρωσα περπατώντας στην Αθήνα, νωρίς το πρωί, πριν ξεκινήσουν τα sessions.

Αν έπρεπε να διαλέξεις ένα αδιόρατο νήμα, ένα κοινό χαρακτηριστικό που να συνδέει όλους τους δίσκους σου μεταξύ τους, ποιο θα ήταν αυτό;

Στους δίσκους μου περιγράφεται η μέχρι τώρα ζωή μου. Οι σκέψεις, οι αγωνίες, τα όνειρα και η φαντασία μου. Νομίζω πως σε όλους τους δίσκους μου, ανεξάρτητα από το θέμα, τον ήχο ή τη φόρμα, καταλήγω να ανοίγω την ψυχούλα μου.

Τελευταία, έχω αρχίσει, τόσο στις πρόβες όσο και στο γράψιμο, να μιλάω με παραβολές. Μετά το συνειδητοποιώ και κάποιες φορές γελάω μόνος μου, αλλά τελικά αυτός ο τρόπος συντομεύει πολύ την προσπάθειά μου να περιγράψω ήχους, χρώματα και δυναμικές. Είναι κάτι που σκέφτομαι να το εξελίξω!

Έχεις σπουδάσει και ζήσει χρόνια στο Λονδίνο, έχεις εμφανιστεί σε διεθνή φεστιβάλ και έχεις συνεργαστεί με σημαντικούς διεθνείς μουσικούς παραγωγούς κατά τη δημιουργία των άλμπουμ σου. Σε τι βοηθάει, πιστεύεις, έναν Έλληνα καλλιτέχνη η «θήτευση» στο εξωτερικό, είτε καλλιτεχνικά είτε πρακτικά;

Είναι σαν να βγαίνεις στο διάστημα και να κοιτάς τη Γη από μακριά· νιώθεις ξαφνικά πολύ μικρός. Όμως, ταυτόχρονα ανοίγει το μυαλό σου —και ίσως και η όρεξη να κατακτήσεις το σύμπαν ολόκληρο!

Οι εμπειρίες αυτές, που για άλλους μπορεί να φαίνονται απλές αλλά για μένα δεν ήταν ποτέ τόσο αυτονόητες, μου έχουν κάνει πολύ καλό. Επίσης, το να βγαίνω από τον μουσικό μικρόκοσμό μου με βοηθά να καταλάβω περισσότερες πτυχές του δημιουργικού μου εαυτού.

Έχεις εμφανιστεί από το θρυλικό Tiny Desk του National Public Radio στις ΗΠΑ μέχρι σε ανοιχτά θέατρα. Όντας ένας καλλιτέχνης που δίνει έμφαση στην ατμοσφαιρικότητα και την αρτιότητα των συναυλιών του, πόσο εύκολο είναι να προσαρμόζεσαι στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά κάθε χώρου; Επίσης, υπάρχει κάποιο συγκεκριμένο στυλ χώρου που να προτιμάς;

Μου αρέσει πολύ να παίζω σε μη συμβατικούς χώρους. Κάποιες από τις αγαπημένες μου συναυλιακές εμπειρίες ήταν εκτός club ή θεάτρων, όπως στα σκαλιά του Δημαρχείου της Ερμούπολης ή στους Στύλους του Ολυμπίου Διός. Αυτές οι παραστάσεις είναι πραγματικά μοναδικές, γιατί δεν επαναλαμβάνονται εύκολα, και αυτό με φορτίζει πολύ. Δεν υπάρχει συγκεκριμένο στυλ χώρου που να προτιμώ· κάθε χώρος έχει τη δική του χάρη και τις ιδιαιτερότητές του. Επίσης, έχει μεγάλη σημασία αν ο κόσμος κάθεται ή στέκεται —αλλάζει εντελώς την ενέργεια και τον τρόπο που βιώνεται η παράσταση.

Φέτος συμπληρώνονται 10 χρόνια από τη δημιουργία του United We Fly, της ανεξάρτητης δισκογραφικής που δημιούργησες. Ποιες είναι οι κύριες αλλαγές στη μουσική βιομηχανία που έζησες αυτά τα 10 χρόνια, όντας στο τιμόνι του label, παράλληλα με την καλλιτεχνική σου ιδιότητα;

Δεν είχα καν συνειδητοποιήσει ότι πέρασε δεκαετία, τελευταία είχα σταματήσει να μετράω τον χρόνο!

Από τότε που ξεκίνησα, έχει γίνει μια μεγάλη στροφή στην indie μουσική της χώρας. Οι αγγλικοί στίχοι έχουν σχεδόν εξαφανιστεί και πλέον κυριαρχεί η ελληνική γλώσσα. Αυτή την τάση την παρατήρησα πολύ έντονα μετά τον Covid, αν και είχε αρχίσει νωρίτερα. Δημιούργησε πολλές επιτυχίες και μια εντυπωσιακή, σχεδόν πρωτόγνωρη, σύνδεση με το κοινό! Πολύ σπουδαίο αυτό!

Ταυτοχρόνως, έχουν ελαχιστοποιηθεί οι καλλιτέχνες που ονειρεύονται να βγουν από τη χώρα και να κατακτήσουν τον κόσμο ολόκληρο, κάτι που όταν πρωτοξεκινούσα έλεγε ο ένας στους δύο καλλιτέχνες που γνώριζα. 

Θυμάμαι σε μία ραδιοφωνική σου συνέντευξη σχολίασες ότι η Θεσσαλονίκη είναι πάντα μία έκπληξη συναυλιακά, καθώς η προσέλευση και η «θέρμη» του κοινού στις συναυλίες είναι πράγματα που δεν πρέπει να θεωρεί κάποιος καλλιτέχνης δεδομένα. Πριν σε υποδεχτούμε ξανά στη Θεσσαλονίκη και στο Eightball, σε μία —όσο μπορούμε να υποσχεθούμε από μεριάς μας!— θερμή υποδοχή, θα ήθελες να μας περιγράψεις τη σχέση σου με αυτό το τόσο ιδιαίτερο κοινό αυτής της πόλης και τι σε κάνει να επιστρέφεις σε αυτό, παρόλο που είναι κάπως «ασταθές»;

Το αντίθετο, θεωρώ το κοινό της Θεσσαλονίκης πολύ σταθερό. Είναι άνθρωποι που, όταν επιλέξουν να βγουν και να έρθουν σε μια συναυλία, τη ζουν όσο πιο έντονα μπορούν. Έχω να θυμάμαι μερικές από τις πιο δυνατές και συγκινητικές στιγμές μου πάνω στη σκηνή από συναυλίες στη Θεσσαλονίκη, και αυτό οφείλεται αποκλειστικά στον κόσμο της πόλης.

Υπάρχει κάποιο μελλοντικό πλάνο που θα ήθελες να μοιραστείς μαζί μας;

Μπροστά μου έχω τις συναυλίες για το “FIRE”, αλλά όταν ολοκληρωθούν, νομίζω πως έχω ήδη μπει σε μια δημιουργική δίνη από την οποία δεν θα ήθελα να βγω!

Ο Theodore θα εμφανιστεί μαζί με τους Elephant την Παρασκευή 24 Οκτωβρίου στο Eightball Live Stage. Περισσότερες πληροφορίες και εισιτήρια εδώ.

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα