Μουσική

Το «Cyclops» ενώνει μουσικές όπως οι Κύκλωπες αναμείγνυαν τα υλικά τους

Ο Δημήτρης Τασούδης μιλάει στην parallaxi με αφορμή την κυκλοφορία του νέου του δίσκου σε συνεργασία με τον Ιταλό Fabio Turchetti.

Μαρίνα Τομπάζη
το-cyclops-ενώνει-μουσικές-όπως-οι-κύκλωπε-1087415
Μαρίνα Τομπάζη

Ο Δημήτρης Τασούδης παίζει από πάντα μουσική. Γεννημένος το 1980 σε ένα σπίτι που οι περισσότεροι έπαιζαν από ένα όργανο, στα πέντε του μπήκε και αυτός δειλά στο χορό. Δίνει πανελλήνιες και περνάει Γεωπονία, ενώ ταυτόχρονα γίνεται δεκτός στο Κρατικό Ωδείο. Και εκεί παίρνει τη μεγάλη απόφαση και γίνεται… φοιτητής στο Τμήμα Μουσικών Σπουδών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.

«Δεν είχα κάποιο όνειρο στα 17 μου να γίνω μουσικός, απλά ήταν μια φάση που ακόμη το μυαλό δεν ξέρει τι θέλει. Πήγαινα μουσική, έκανα αθλητισμό, ήμουν καλός και στα μαθηματικά. Κάπου εκεί στα 21 άρχισα να μελετάω και να ασχολούμαι σοβαρά. Μέχρι τότε ήταν μια ενασχόληση, έπαιζα με την παρέα», μου λέει. «Γνώρισα ωραίους ανθρώπους. Με αυτούς αποφασίσαμε ότι θα γίνουμε μουσικοί -όχι απλά καθηγητές- θα παίζουμε κιόλας. Στην αρχή ήταν “πάμε και όπου βγει”».

Πρόσφατα, ο ίδιος κυκλοφόρησε μαζί με τον Ιταλό ακορντεονίστα (bandoneon), Fabio Turchetti, το δίσκο “Cyclops”. World, τροπική μουσική, μεσογειακό tango συναντώνται επί σκηνής.

«Οι Κύκλωπες ήταν πολύ ταλαντούχοι τεχνίτες, οι οποίοι σμίλευαν διάφορα στοιχεία μεταξύ τους και έτσι δημιουργούσανε. Με αυτό το σκεπτικό και εμείς αναμείξαμε πολλά μουσικά στοιχεία. Από την μία έχουμε το τάνγκο, που συνδέεται άκριτα με το όργανο του Fabio και από την άλλη την ευρύτερη αυτοσχεδιαστική μουσική, η οποία απαντάται και στη χώρα μας, αλλά και στη Μεσόγειο». Αυτή λοιπόν, την ένωση μουσικών ειδών θέλησαν οι δύο καλλιτέχνες να αγκαλιάσουν, επιλέγοντας να την συνδέσουν με τα μυθικά όντα της ελληνικής μυθολογίας.

«Ο Fabio λέει μια ωραία ιστορία για το όργανό του. Λέει ουσιαστικά ότι είναι μια σύνθεση Γερμανών που το κατασκεύασαν και μετανάστευσαν στην Αργεντινή και Ιταλών που παίξανε πολύ καλά το όργανο και ήταν και αυτοί μετανάστες στην ίδια χώρα. Και αυτή η ιστορία έχει μέσα της αυτήν την ανάμειξη που λέμε: Ένα όργανο κατασκευασμένο από Γερμανούς, παιγμένο από Ιταλούς στην Αργεντινή. Το “κλειδί” της μουσικής μας –αλλά και γενικότερα- είναι η ανάμειξη» .

Η «Θεογονία» του δικού τους όμως άλμπουμ ξεκίνησε από την απρόσμενη γνωριμία τους. Ο Δημήτρης Τασούδης ήρθε σε επαφή με τον Fabio Turchetti από τον ραδιοφωνικό παραγωγό και μουσικό, Δημήτρη Μπασδάνη, ο οποίος πρότεινε στον πρώτο να συνεργαστεί με τον μουσικό από την Ιταλία.

«Όλα αυτά γίνανε μέσω του ίντερνετ. Όντως ήρθαμε σε επαφή με τον Fabio και κατευθείαν του είπα ότι ενδιαφέρομαι να συνεργαστούμε, γιατί είχα στο νου μου τον δίσκο “Senderos” του Dino Saluzzi και του Jon Christensen, από την ECM Records. Μου έστειλε τη μουσική του, του έστειλα και εγώ τη δικιά μου», μου εξιστορεί.

Ο Fabio Turchetti ήρθε στη Θεσσαλονίκη και οι δύο τους έκαναν μια πρόβα και στη συνέχεια μία συναυλία στο Στέκι «Εδέμ», ενώ την επόμενη ημέρα μπήκαν στο στούντιο Cue για να ηχογραφήσουν. Όλα γίνανε τόσο γρήγορα και συμπυκνωμένα.

Αυτή η ευκολία που πρωτύτερα δεν υπήρχε, προέκυψε μέσα στην πανδημία. Οι καλλιτέχνες πλέον μπορούσαν να στέλνουν ο ένας στον άλλον υλικό, χωρίς απαραίτητα να έχουν συναντηθεί. Ο καθένας ηχογραφούσε στο δικό του χώρο, με δικά του μέσα. «Όποιος θέλει μπορεί να ηχογραφήσει από πάνω όπως λέμε, σε στρώματα ήχου, πάνω στου άλλου τη μουσική δηλαδή. Έτσι κάναμε και εμείς».

«Από τα λίγα καλά που άφησε αυτή η ιστορία με τον κορονοϊό είναι το να κάνεις μουσική μόνος σου ή και με άλλους από απόσταση. Πολλοί καλλιτέχνες, που γλίτωσαν κάποια χρήματα από μετακινήσεις, επένδυσαν σε προσωπικό εξοπλισμό, προκειμένου να φτιάξουν ένα home studio, το οποίο τώρα πια είναι κάτι πολύ εφικτό για να κάνεις μία αξιοπρεπή δουλειά. Σε καμία περίπτωση βέβαια, δεν αποκαθιστά το studio, αλλά μπορείς και με ένα χαμηλό budget να κάνεις μουσική από το σπίτι σου, από μακριά. Εγώ δούλεψα με άτομα από την Αθήνα, τον Καναδά, ακόμα και μέσα από τη Θεσσαλονίκη, που δεν βρεθήκαμε όμως ποτέ μεταξύ μας. Έτσι έγινε και με τον Fabio που μένει στην Κρεμόνα της Ιταλίας», αναφέρει.

Το άλμπουμ περιέχει επτά πρωτότυπες συνθέσεις καθώς και μία διασκευή ενός παραδοσιακού τραγουδιού, του “Μαν’ αργυρό κλωντήρι”. «Αυτό το κομμάτι το έμαθα στο τμήμα των Μουσικών Σπουδών από το σύνολο του Γιάννη Καϊμάκη, το “Μουσικό Πολύτροπο”. Εγώ δεν ήμουν μέλος, αλλά όταν το άκουσα, παρόλο που εκείνα τα χρόνια -στα 18- δεν είχα πολλή επαφή με την παραδοσιακή μουσική, εκείνο το ξεχώρισα κατευθείαν». Το συγκεκριμένο τραγούδι επανερχόταν τακτικά στη ζωή του Δημήτρη Τασούδη. «Όταν έμενα στην Αγγλία θυμάμαι να το παίζω και να το τραγουδάω. Μετά από μια μικρή έρευνα ανακάλυψα πως η καταγωγή του κομματιού είναι από τον Τρίλοφο Θεσσαλονίκης. Από τον Τρίλοφο ήταν και ο μπαμπάς μας, ο οποίος μέσα στην πανδημία “έφυγε”. Κάπως έτσι συνδέθηκαν όλα. Αυτό και το “(Why) miss the past, away”, τα συμπεριέλαβα ως μια υπενθύμιση για τον μπαμπά μου και όχι μόνο… Είναι ένα κομμάτι με το οποίο εμπλέκονται κάπως πολλοί άνθρωποι», σημειώνει.

Ο Δημήτρης Τασούδης διδάσκει στο Μουσικό σχολείο στη Θεσσαλονίκη και στο Σύγχρονο Ωδείο. Υπήρξε επίσης καθηγητής και στο Μουσικό σχολείο της Κατερίνης και από τα θρανία του έχουν περάσει εκατοντάδες μαθητές.

«Τα παιδιά ξέρουν που βρίσκονται, δεν νομίζω πως οι νέοι σήμερα είναι σαν εμάς όταν ήμασταν δεκαοχτώ· Να πιστέψεις ότι παίζοντας μια μουσική που σου αρέσει πάρα πολύ θα μπορείς να βιοποριστείς. Ξέρουν πως είναι και η διδασκαλία στο παιχνίδι, το βλέπουν και σε εμάς. Το πρωί είμαστε καθηγητές και το βράδυ παίζουμε».

Ο ίδιος, σχετικά με τις ευκαιρίες που προσφέρονται στους μουσικούς από τη Θεσσαλονίκη υποστηρίζει: «Από θέμα συναυλιακών χώρων είμαστε πάρα πολύ πίσω και σε αριθμό και σε πλαίσιο. Υπάρχουν χώροι που παίζεις και δεν έχει καλό ήχο, οι αμοιβές είναι μέτριες. Έχουμε πολύ δρόμο, αλλά υπάρχουν ελπίδες. Ωστόσο, τα παιδιά σίγουρα δεν αποθαρρύνονται. Άλλωστε έχουν αφομοιωτική ικανότητα. Πλέον, σπουδάζουν κλασική μουσική στο Ωδείο, έχουμε σχολεία που είναι ανοιχτά σε πολλά στυλ, ακούν αριστερά και δεξιά τα πάντα και είναι σε θέση να προτείνουν ιδέες. Μπορούν να ηχογραφήσουν στο σπίτι τους, έχοντας έναν απλό εξοπλισμό και να ανεβάσουν τη δουλειά τους στο διαδίκτυο.

Η μάνα μου μάλιστα, έλεγε πάντα πως ο καλός θα τη βρει την άκρη του. Κάπως από εδώ και από εκεί, επιβιώνει το πράγμα. Με πολλή προσπάθεια, κουβάλημα, μέτριες συνθήκες, αλλά θα τη βρουν την άκρη τους. Βγαίνουν πια, πολλοί αξιόλογοι μουσικοί και καλύτεροι από αυτό που ήμασταν εμείς και αν κάποιος ξεχωρίσει τα όρια πλέον έχουν ανοίξει, παίρνει ένα αεροπλάνο και πηγαίνει να παίξει».

Μια από τις αγάπες του Δημήτρη Τασούδη είναι και η μουσική κινηματογράφου. Ξεκίνησε με τη μπάντα «Prefabricated Quartet» να γράφει μουσική για μικρού και μεγάλου μήκους ταινίες και συνέχισε μόνος του να παράγει έργο για τον κινηματογράφο και το θέατρο. Μάλιστα, ο ίδιος εκπονεί τη διδακτορική του διατριβή πάνω σε σχετική θεματική.

«Εγώ δεν κατάφερα να πω ότι θα γίνω συνθέτης μουσικής για τον κινηματογράφο, παίρνω τις ευκαιρίες όπως και όποτε έρχονται. Βέβαια πλέον μπορεί ο καθένα να βρει μια ταινία που φτιάχνεται στην Ιταλία παραδείγματος χάρη, να επικοινωνήσει, να στείλει ένα τελικό υλικό, χωρίς να συναντηθεί καθόλου με τον άλλον. Δεν πρέπει να ξεχνάμε πως στη Θεσσαλονίκη έχουμε και τη Σχολή Κινηματογράφου, όπου ένας μουσικός που ενδιαφέρεται μπορεί να εμπλακεί σε πολλά projects, χωρίς όμως να διασφαλίζει τα προς το ζην».

Ο Δημήτρης Τασούδης καταλήγει στη συζήτησή μας: «Θα έλεγα αυτό που είχε πει ένας μουσικός, ο Δημήτρης ο Αστραντίνης. Είχε πει ότι εμείς οι μουσικοί είναι σαν να καθόμαστε σε τετραγωνάκια. Παλιά ήμουν στο τετραγωνάκι του μουσικού, άλλος στου συνθέτη, άλλος στου παραγωγού, άλλος στου αυτοσχεδιαστή. Πλέον, είναι καλό να είμαστε σε πολλά τετραγωνάκια. Να μπορώ να κάνω μουσική, να συνθέσω μουσική, να μπορώ να την παράγω και να πλασάρω τον εαυτό μου. Θα έλεγα να έχουμε ανοιχτά αφτιά, να είμαστε ενήμεροι και να μπορούμε να πατάμε σε όλα τα τετραγωνάκια.

Πιστεύω ότι σε μεγάλο βαθμό βοηθούν οι διασυνδέσεις, είτε για το καλό είτε για το κακό, αλλά ένας μουσικός μπορεί πλέον να εργαστεί και σε πολλές διαφημίσεις, ακόμα και στα videogames. Υπάρχει όμως πολύς ανταγωνισμός. Παλιά μιλούσαμε για καμια δεκαριά συνθέτες, τώρα υπάρχουν πολλοί περισσότεροι που πατάνε σε αυτά τα τετραγωνάκια καλύτερα από ότι ενδεχομένως εμείς οι παλαιότεροι. Είναι άλλο να βλέπεις έναν εικοσάρι με την ταχύτητα που διαχειρίζεται όλη την τεχνολογία και άλλο έναν που την ανακάλυψε στα 35 του. Επίσης είναι πολλοί και αυτοί που δεν την ανακάλυψαν ποτέ. Ο ανταγωνισμός όμως θα υπάρχει παντού, για αυτό δεν πρέπει να βασίζεσαι μόνο στην τεχνολογία, μελέτα και κλασικό πιάνο, να μην είσαι μόνο της κλασικής, να ξέρεις και από τεχνολογία και κυρίως να μην είσαι κλεισμένος σπίτι σου, να μαθαίνεις τι γίνεται δεξιά και αριστερά στις μουσικές σκηνές».

*Μπορείτε να ακούσετε το άλμπουμ “Cyclops” του Δημήτρη Τασούδη και του Fabio Turchetti πατώντας εδώ.

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα