Ο μαγικός τρόπος που ο Παύλος Παυλίδης τιμά το Μαρκόπουλο

Ο Παύλος πιάνει το νήμα του παλιού καυμού και το βάφει με τη φρεσκάδα μιας καρδιάς ανήσυχης.

Γιώργος Τούλας
ο-μαγικός-τρόπος-που-ο-παύλος-παυλίδης-964248
Γιώργος Τούλας

Εικόνες: ΠΗΝΕΛΟΠΗ ΓΕΡΑΣΙΜΟΥ

Ένας δίσκος κυκλοφόρησε αυτές τις μέρες. Περιέχει δώδεκα εμβληματικές συνθέσεις του Γιάννη Μαρκόπουλου όπως απέδωσε η δημιουργική ενασχόληση του  Παύλου Παυλίδη.

Η συνεργασία των δύο μουσικών γεννήθηκε το 2019. Όταν η κόρη του συνθέτη, Λένγκα Μαρκοπούλου, μεταφέρει στον Παύλο Παυλίδη την επιθυμία του πατέρα της να διασκευάσει εκείνος τραγούδια του. Τέσσερα χρόνια μετά, ο Παυλίδης συναντά τον Μαρκόπουλο, και ο Χρήστος Σαρρής δημιουργεί στην Κεντρική Σκηνή της Στέγης ένα αναπάντεχο οπτικό περιβάλλον που συνοδεύει την παράσταση: ένα μελλοντολογικό μετά-τοπίο, όπου οι άνθρωποι αναζητούν ξανά και ξανά ένα καλύτερο αύριο, πέρα από μια θάλασσα.

«Ένα τρίπτυχο για την ανθρώπινη βία που οδηγεί στη μετατόπιση, τη διαρκή ρευστότητα της ταυτότητας φύλου, μια εικόνα από το μέλλον της μετανάστευσης, και τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής. Κοινωνικά ζητήματα από το σήμερα, το χθες και το αύριο, συνοδεύουν την περφόρμανς που μας προτρέπει να βυθιστούμε σε ένα σύμπαν όπου ο χρόνος σταματά να κυλά. Τα απομεινάρια ενός πολιτισμού του μέλλοντος που δεν υπάρχει πια. Και ξαφνικά, με το βλέμμα πάντα στο μέλλον, για ακόμη μια φορά το έργο του συνθέτη παραμένει μπροστά για την εποχή του αλλά και την εποχή μας».

«Όταν στην εφηβεία μου άκουσα το “Παραπονεμένα λόγια” δεν χρειαζόμουν άλλες εξηγήσεις. Όντας έφηβος, άρχισα να ακούω πολλή ξένη μουσική. Η υψηλή ένταση και η ενέργεια που είχαν τα αγαπημένα μου συγκροτήματα άλλαξε την οπτική μου για το τι μπορεί να χωρέσει μέσα σε ένα τραγούδι, αλλά ακόμη και τώρα ακούγοντας τραγούδια όπως το “Κάτω στης μαργαρίτας τ’ αλωνάκι” με τη συγκλονιστική ποίηση του Ελύτη, συνειδητοποιώ ότι το έργο του Μαρκόπουλου περιείχε όλη αυτή την ένταση, μέσα, μάλιστα, από ενορχηστρώσεις σαφώς πρωτοποριακές για την εποχή αλλά και για πάντα. Δε μου έκανε και πολλή εντύπωση οταν είδα τον Παύλο Σιδηρόπουλο ανάμεσα στους ερμηνευτές του.

Εξερευνώντας, λοιπόν, εξ’ αρχής το έργο του, μετά από την ευκαιρία που μου δόθηκε, πέρασα και από τοπία που γνώριζα και δεν ήξερα καν ότι του ανήκουν, όπως το μαγικό “Πέρα από τη θάλασσα”, και πάγωσα όταν άκουσα τη φωνή της Μοσχολιού και του τεράστιου Νίκου Ξυλούρη σε άλλα, πασίγνωστα τραγούδια. Τρομάζεις και λες “τι δουλειά έχω εγώ εδώ…”. Πήρα τηλέφωνο τη Λένγκα και της είπα “Είστε σίγουροι; Δεν είμαι καν τραγουδιστής…”. Γέλασε και μου είπε ότι γι’ αυτό σε διάλεξε ο πατέρας μου, του αρέσει ο τρόπος σου και σε βλέπει σαν ερμηνευτή. Έτσι, λοιπόν, αφέθηκα και άρχισα να βρίσκω τον εαυτό μου μέσα στο έργο του μεγάλου αυτού συνθέτη. Δε θέλω να αναλύσω εδώ την μουσικολογική προσέγγιση που θα μπορούσε κάποιος να κάνει στον Μαρκόπουλο, αλλά δεν μπορώ να μην αναφερθώ στο σοκ που παθαίνει κανείς όταν επιχειρεί να εμπλακεί στη ρυθμολογία του. Μιλώντας και με φίλους, καταξιωμένους μουσικούς, πάντα συμφωνούσαμε ότι οι παρτιτούρες του, όσον αφορά στο ρυθμικό, κυρίως, κομμάτι, θα έπρεπε να φυλάσσονται σε κάποιο μουσείο παγκόσμιας μουσικής κληρονομιάς, όπως και ο τρόπος με τον οποίο μελοποιεί τον ελεύθερο στίχο.

Επιγραμματικά, μπορεί να πει κανείς ότι ο Μαρκόπουλος καταφέρνει και κάνει να ακούγεται το ασύλληπτο σαν φυσιολογικό, ενώνει την Ανατολή με τη Δύση και επαναπροσδιορίζει την ελληνικότητα ανοίγοντας ορίζοντες. Δεν ξέρω τι έχω καταφέρει, μαζί με τους συνεργάτες μου, αλλά σίγουρα αποπειράθηκα να φέρω τα τραγούδια του σ’ ένα σύγχρονο ηχητικό τοπίο προσπαθώντας, ταυτόχρονα να μη χάνω την ουσία των συνθέσεων. Προσπάθησα να αφαιρέσω κάποια “αγκάθια” όσον αφορά το ύφος, αλλά και ταυτόχρονα να μην τον “προδώσω”. Δεν πρέπει να ξεχνάμε, όπως μου είπε μια φίλη, ότι ο Μαρκόπουλος προέρχεται από την εποχή των Μύθων. Ο Μαρκόπουλος έχει ένα τεράστιο σε αξία αλλά και σε όγκο έργο. Ασχολήθηκα με τα τραγούδια. Η επιλογή των κομματιών έγινε, κυρίως, με κριτήριο το κατά πόσο έβρισκα μέσα σε αυτά τον εαυτό μου σαν ερμηνευτή. Μιλάμε για έναν συνθέτη, ο οποίος έχει μελοποιήσει σπουδαίους ποιητές και στιχουργούς. Χάριν του ύφους αφαίρεσα ελάχιστους στίχους σε κάποια τραγούδια. Γιατί οι αδικημένοι που υπερασπίζονταν οι στίχοι αυτοί πριν πενήντα χρόνια, δεν έπαψαν να υπάρχουν, δυστυχώς, αλλά άλλοι είναι πια στην εποχή μας οι μετανάστες και οι ξεριζωμένοι.

Πρόσθεσα, επίσης, σαν στιχουργός κι εγώ, κάποια λόγια, όπου αισθανόμουν ότι προσέθετα κάτι ουσιαστικό. Ανυπομονώ να μας δοθεί η ευκαιρία να συναντηθούμε και να μοιραστούμε αυτό το υλικό που είχαμε, εγώ και οι συνεργάτες μου, την τιμή να αγγίξουμε με τον τρόπο μας. Ανυπομονώ, έχοντας ακέραια την αγωνία του μαθητή, να εμφανιστούμε μπροστά σας και μπροστά στον μεγάλο, τον μυθικό μας δάσκαλο, Γιάννη Μαρκόπουλο, ελπίζοντας οτι φυσήξαμε λίγο απ’ τον αέρα της ψυχής μας στα πανιά των ωραίων του τραγουδιών, έτσι όπως ταξιδεύουν προς το μέλλον».

«Έδωσα στον Παύλο τη συναίνεσή μου να σχεδιάσει το ταξίδι του χωρίς να συμμετέχω ενεργά, παραμένοντας σταθερά σε απόσταση για όλο το διάστημα αυτής της εργασίας, για να μπορέσει να οραματιστεί και να χαράξει μια προσωπική πορεία μέσα σε αυτό, ώστε να προκύψει μια πραγματική συνάντηση. Το ταξίδι του Παύλου στα ίχνη της διαδρομής μου μετουσιώνεται στη δισκογραφική δουλειά πέρα από τη θάλασσα που θα κυκλοφορήσει σε λίγες ημέρες», σημείωσε ο συνθέτης στην παρουσίαση στη ΣΤΕΓΗ.

Γράφει ο Γιώργος Τούλας 

Ακούγοντας τα εμβληματικά τραγούδια του Μαρκόπουλου, τα τραγούδια που σημάδεψαν εποχές, ανθρώπους, Ιστορία, να αποδίδονται με έναν τόσο σημερινό τρόπο από τον Παύλο, έχει κανείς την αίσθηση πώς τα έργα τέχνης μπορούμε να τα πλησιάζουμε ξανά και ξανά με φρέσκες ματιές, να τα οικειοποιείται κάθε εποχή με τους δικούς της όρους, σεβόμενη το ειδικό τους βάρος και τη νοηματοδότηση τους. Να φωτίζονται με διαφορετικό τρόπο κοντά στο σήμερα και να λάμπουν ξανά υπό άλλο προβολέα.

Ο Παύλος σκύβει με προσήλωση πάνω από ένα υλικό ιερό και του εμφυσεί ζεστασιά, αφαιρώντας του το βάρος άλλων εποχών και ντύνοντας τα με το μανδύα της σύγχρονης προσέγγισης του τώρα, κάτι που είναι ολοφάνερο πως επιθυμούσε και ο Μαρκόπουλος όταν του τα εμπιστεύονταν.

Και όσο και αν ξενίζουν, όσους δεν αντέχουν τους νεωτερισμούς, αυτά τα ακούσματα, η στιγμή που ένα αέρινο τριπ χοπ ποτάμι ξεχυθεί από τα Χίλια Μύρια Κύματα, το Αϊβαλί του σήμερα γίνεται ο αιώνιος καημός του αναχωρητή που αφήνει μια πατρίδα για να βρεθεί από το Χαλέπι στις Βρυξέλλες και από την Καμπούλ στη Λέσβο το 2023.

Ο Παύλος πιάνει το νήμα του παλιού καυμού και το βάφει με τη φρεσκάδα μιας καρδιάς ανήσυχης, που ανακαλύπτει σε αυτό το τεράστιο υλικό μονοπάτια για να πορευτεί τα δικά του βήματα όσο ψάχνει. Και πειραματίζεται, και τολμά και βρίσκει δρόμους νέους για να ακουμπήσει την αιώνια συγκίνηση χωρίς να την προδώσει και να την κάνει τωρινή.

Για τις γενιές που δεν μεγάλωσαν με Μαρκόπουλο στα τραγούδια του ραδιοφώνου και τα φεστιβάλ των πολιτικών νεολαιών ένα πεδίο δόξης λαμπρό ανοίγεται να γνωρίσουν έναν τεράστιο συνθέτη με όρους του 2023. Αυτό κάνει ο Παύλος. Ένα ταξίδι πολύτιμων λίθων στο χωρόχρονο. Και η λάμψη τους στο τέλος της τηλεμεταφοράς παραμένει εκθαμβωτική. Με άλλο τρόπο.

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα