Οι Voci Contra Tempo από τη Θεσσαλονίκη είναι λόγος να καμαρώνει η πόλη!
Το σπουδαίο γυναικείο φωνητικό σύνολο είναι ακόμα ένας λόγος, για να λέμε πως η πόλη ακόμα μπορεί και «βγάζει» μεγάλους καλλιτέχνες - Ας γνωρίσουμε όσα κάνουν
Αναζητώντας όσα δημιουργικά συμβαίνουν στη Θεσσαλονίκη, είναι σπουδαίο να πέφτεις πάνω σε ανθρώπους ή ομάδες που φτιάχνουν σπουδαία πράγματα. Κάπως έτσι, ο… «δρόμος» μου με έβγαλε σε ένα εξαιρετικό γυναικείο φωνητικό σύνολο με παραστάσεις και συμμετοχές εντός και εκτός της χώρας.
Οι Voci Contra Tempo είναι ακόμα ένας λόγος λοιπόν, για να λέμε πως η Θεσσαλονίκη ακόμα μπορεί και «βγάζει» σπουδαίους καλλιτέχνες όσο κι αν δεν υπάρχουν εκείνες οι υποδομές να τους αναδείξει και όσα καταφέρνουν, συνήθως, είναι βασισμένα στις δικές τους ικανότητες αποκλειστικά.
Μιλώντας με την Σοφία Γιολδάση, μαέστρο και δημιουργό των Voci Contra Tempo, αντιλαμβάνομαι το όραμα, την αγάπη και την αφοσίωση στο έργο της ομάδας, αλλά από την άλλη τον προβληματισμό για το πλαίσιο που υπάρχει γύρω από αυτές αλλά και γενικότερα γύρω από τον πολιστισμό της χώρας και, κυρίως, της Θεσσαλονίκης.
Οι Voci Contra Tempo δημιουργήθηκαν το 2017 με σκοπό την προώθηση της ήδη υπάρχουσας ελληνικής και ξένης πολυφωνικής μουσικής, τη συνεργασία με συνθέτες για τη δημιουργία νέων μουσικών έργων, και την παρουσίαση μουσικών εκδηλώσεων που συνδυάζουν τη χορωδιακή μουσική με τις υπόλοιπες τέχνες, όπως χαρακτηριστικά αναφέρουν στο βιογραφικό τους.
Η αλληλεπίδραση του συνόλου τόσο με την τοπική όσο και με τη διεθνή μουσική κοινότητα είναι σημαντικό μέρος της αποστολής του, γι’ αυτό και το σύνολο επιδιώκει να κάνει αισθητή την παρουσία του στις μεγάλες χορωδιακές Ευρωπαϊκές διοργανώσεις.
Πρόσφατα, το κοινό της Θεσσαλονίκης, τις θαύμασε επί σκηνής στο Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης, δίπλα στον Αλκίνοο Ιωαννίδη στην μουσική παράσταση «Με επίσημο ένδυμα» του Κέντρου Πολιτισμού της Περιφερειας Κεντρικής Μακεδονίας. Επίσης, η διασκευή τους στο μοιρολόι «Μάνα μου, μάνα» ακούστηκε στους τίτλους τέλους της κινηματογραφικής ταινίας «Φόνισσα»!
Πώς θα σύστηνες σε κάποιον την ομάδα, αν δεν σας γνώριζε καθόλου;
Είμαστε ένα ολιγομελές γυναικείο φωνητικό σύνολο που τα κορίτσια έχουν μεγάλη εμπειρία με την φωνή, είτε ως χορωδοί είτε ως σολίστες και τραγουδάμε τα πάντα. Όταν λέμε ολιγομελές γυναικείο σύνολο, εννοούμε πως έχει τύχει να εμφανιστούμε και έξι άτομα ή οκτώ, αλλά έχουμε εμφανιστεί και 45 σε κάποιες περιπτώσεις, που δεν το λες ολιγομελές, αλλά τα 16 άτομα είναι η βασική μας ομάδα.
Γιατί γυναικείο;
Προέκυψε. Η αλήθεια είναι ότι θα το θέλαμε πάρα πολύ να μπορούμε να έχουμε και Μικτό Φωνητικό Σύνολο, μάλιστα το έχουμε κάνει στο παρελθόν. Το 2017, είχαμε μία πρόταση από τον Γεράσιμο Χοϊδά να τραγουδήσουμε έργα μπαρόκ, στο Μέγαρο Μουσικής σε μία συναυλία που είχε οργανώσει εκείνος, έπρεπε όμως να ψάξω να βρω και ανδρικές φωνές. Έτσι βρήκα πολύ καλούς τραγουδιστές και κάναμε ένα μικτό σχήμα. Ήταν 8 γυναίκες και 8 άντρες. Ήταν υπέροχο το αποτέλεσμα. Θα ήθελα πάρα πολύ να το συνεχίσουμε. Δηλαδή εξ’ ανάγκης κάπως προέκυψε να είναι μόνο γυναίκες. Δεν σου κρύβω όμως ότι περιμένω μία πολύ ωραία πρόταση για να κάνω ένα project που θα έχει Μικτή Χορωδία
Ήταν δική σου ιδέα το σύνολο αυτό, πώς προέκυψε;
Γύρισα στην Ελλάδα το 2015 από το Άμστερνταμ που ήμουν. Εκεί ολοκλήρωσα έναν εξαετή κύκλο σπουδών στη Διεύθυνση Χορωδίας, αφού είχα πάρει τα πτυχία μουσικής στην Ελλάδα. Γυρνώντας, λοιπόν, ήθελα να κάνω κάτι διαφορετικό, κάτι που να μην υπάρχει και να το χρειάζεται η κοινωνία. Έτσι ζήτησα τη βοήθεια του Βλαδίμηρου Συμεωνίδη, του γνωστού μαέστρου που ζει στην πόλη μας, και τυγχάνει να είναι και φίλος μου. Κάπως έτσι λοιπόν κάναμε ακροάσεις.
Το φοβήθηκες όταν πήρες την απόφαση να επιστρέψεις στην Ελλάδα;
Δεν μπορώ να σου πω ότι δεν το σκέφτηκα. Στην Ολλανδία είχα μία πάρα πολύ καλή δουλειά. Είχα την ανώτερη θέση σε ένα χορωδιακό σχολείο, στη νέα παιδική χορωδία του Άμστερνταμ όπως λεγόταν. Ήταν μία περίοδος με συναυλίες διακρίσεις και βραβεία. Ήθελα όμως ό,τι έχω μάθει εκεί να το φέρω στην πατρίδα μου. Ήδη πριν πάω στην Ολλανδία ήξερα ότι εδώ θέλω να επιστρέψω. Μάλιστα είχα ήδη βρει τον άνθρωπό μου, ο οποίος τώρα είναι σύζυγός μου, και ζούσε στη Θεσσαλονίκη δουλεύοντας στην Κρατική Ορχήστρα της πόλης, οπότε είχαμε συζητήσει ότι θα πάω για σπουδές αλλά θα επιστρέψω. Ένα “αλλά” που δεν το μετάνιωσα ποτέ. Όσο δύσκολα εργασιακά κι αν είναι εδώ τα πράγματα, ήθελα να γυρίσω.
Και πώς έρχονται οι Voci contra Tempo ;
Έρχονται δύο χρόνια μετά αφού γύρισα στη Θεσσαλονίκη. Τον Μάρτιο του 2017, κάναμε την πρώτη μας συναυλία, μέσα από τις ακροάσεις που γίνανε με τη βοήθεια του Βλαδίμηρου και του Κρατικού Ωδείου Θεσσαλονίκης στο οποίο τότε δούλευα. Πρέπει να πω ότι το σχήμα τότε στήθηκε από το μηδέν. Δεν ξέραμε καν πού θα βρούμε χώρο για τις πρόβες, στην αρχή μας φιλοξένησε για κάποια χρόνια το Κρατικό Ωδείο, ενώ μετά μας φιλοξένησε (και μας φιλοξενεί μέχρι και σήμερα) το Τμήμα Μουσικών Σπουδών του Α.Π.Θ. Ξεκίνησαν κατευθείαν πολύ ωραίες παραγωγές. Στην αρχή ήμουν μόνη μου και σιγά-σιγά μαζεύτηκε κόσμος που δεν τον περίμενα. Όταν κάναμε τις πρώτες μας συναυλίες ήρθε κατευθείαν μία πρόταση από την Κρατική Ορχήστρα Θεσσαλονίκης για να τραγουδήσουμε στις “Σειρήνες”, το τρίτο μέρος από τα νυχτερινά του Debussy, ένα έργο για ορχήστρα που περιλαμβάνει και χορωδία. Τότε μάλιστα έκανα κάλεσμα για ακόμα μεγαλύτερη χορωδία και είχαμε μαζευτεί 45 άτομα! Θυμάμαι ότι τότε με τα χρήματα που πήραμε κάναμε την πρώτη μας φωτογράφηση. Η σύσταση της χορωδίας άλλαζε συνέχεια και αλλάζει μέχρι και σήμερα. Τα κορίτσια που έρχονται σε εμάς, είναι γυναίκες που έχουν ασχοληθεί με τη φωνή τους σοβαρά. Είτε αυτό έχει γίνει μέσα από έναν κύκλο σπουδών, που ολοκληρώθηκε ή είναι να ολοκληρωθεί, είτε είναι γυναίκες που είναι πολλά χρόνια σε χορωδίες με μεγάλη εμπειρία και έχουν την ευελιξία της φωνής για να κάνουν αυτά που ζητάω, τα οποία είναι απαιτητικά. Οπότε αυτές που φεύγουν είναι για να εξελίξουν αυτό που κάνουν, η χορωδία αυτή λειτουργεί ως ένα τραμπολίνο για να τις πάει παραπέρα. Έχουμε πολλά κορίτσια που έφυγαν από εμάς και πήγαν στο εξωτερικό για να συνεχίσουν σπουδές τραγουδιού. Είμαι πάρα πολύ περήφανη για όλες και θα αναφέρω ως παράδειγμα ένα από τα ιδρυτικά μας μέλη, την Αντιγόνη Χαλκιά, που τώρα δουλεύει στη χορωδία όπερας της Βιέννης ως μόνιμη και ακόμα μας στέλνει μηνύματα και μας αγαπάει.
Το Γυναικείο Φωνητικό Σύνολο Voci Contra Tempo έκανε την εμφάνισή του το 2017 και πολύ σύντομα αναδείχθηκε σε μία από τις κορυφαίες και πιο δραστήριες χορωδίες της Ελλάδας. Η συμμετοχή στο σύνολο προϋποθέτει είτε μακρόχρονη ενασχόληση με τη φωνή είτε πολυετή χορωδιακή εμπειρία. Ανάμεσα στους σκοπούς του συνόλου είναι η ανάδειξη της μουσικής δημιουργίας του 19ου, 20ου και 21ου αιώνα, καθώς και των πρώτων εκτελέσεων χορωδιακών έργων. Το ρεπερτόριό τους, επίσης, περιλαμβάνει και άλλα μουσικά είδη, όπως η jazz, τα spirituals, η έντεχνη ελληνική μουσική και το παραδοσιακό τραγούδι διαφόρων λαών.
Νιώθεις λοιπόν ότι εκπαιδεύεις αυτές τις γυναίκες για κάτι ακόμα πιο μεγάλο;
Πιστεύω πως ναι. Εμείς κάνουμε μουσική με έναν άλλο τρόπο, είναι μουσική δωματίου αυτό που κάνουμε. Μαθαίνουμε να ακούμε ο ένας τον άλλον. Μαθαίνουμε να περιμένουμε ο ένας τον άλλον. Μαθαίνουμε να ανασαίνουμε μαζί. Αυτά θέλουν πειθαρχία και εκπαίδευση. Eίναι πράγματα που πρέπει να ξέρει κάθε τραγουδιστής για το επάγγελμά του. Και εμείς είμαστε μία επαγγελματική χορωδία. Δεν πέφτουμε κάτω από ένα στάνταρ. Λέμε παραδοσιακά τραγούδια, αλλά δεν είμαστε μία παραδοσιακή χορωδία, έχουμε άλλο ήχο, όμως αυτό που ρεπερτοριακά μας χαρακτηρίζει είναι σίγουρα ένα ρεπερτόριο που δεν το πιάνουν εύκολα τα χορωδιακά σύνολα. Δηλαδή απαιτητικά έργα, σύγχρονα έργα, από δημιουργούς που ζουν, με κλασικό υπόβαθρο. Πέρυσι δημιουργήσαμε ένα project το οποίο λεγόταν project πατρίδα, μέσα από το οποίο βοηθήσαμε 8 νέους Έλληνες συνθέτες να εκπαιδευτούν περαιτέρω πάνω στη χορωδιακή μουσική. Καλέσαμε έμπειρους συνθέτες από το εξωτερικό για να δώσουν τις γνώσεις τους σε αυτούς τους οκτώ αλλά και με ανοικτές διαλέξεις προς όλους. Μάλιστα, έγιναν και ιδιαίτερα μαθήματα, μέσα από τα οποία προέκυψαν οκτώ σύγχρονα χορωδιακά έργα που παρουσιάστηκαν πριν λίγες μέρες στο Θέατρο Άνετον.
Τι σας είπαν οι συνθέτες που είχαν την ευκαιρία αυτή;
Μπήκαν σε έναν νέο κόσμο. Ή σε ένα άλλο επίπεδο για εκείνους που ήξεραν ήδη αυτόν τον κόσμο. Εμείς, πήραμε τα έργα και αμέσως αρχίσαμε να κάνουμε πρόβες με τους δημιουργούς να είναι εκεί, μέσω zoom, και να μας ακούν. Όλοι μαζί προβληματιστήκαμε τότε για το τι δουλεύει και τι όχι. Αυτό δεν συνηθίζεται. Αν αυτό το είχαν οι συνθέτες συνέχεια, θα είχαμε αυτή τη στιγμή ένα άλλο επίπεδο παραγωγής νέων σύγχρονων χορωδιακών έργων. Αυτό άλλωστε έκανε και το project πιο ξεχωριστό και πήγε και πολύ καλά. Μάλιστα, τα έργα τα παρουσιάσαμε πέρυσι στη Φιλαρμονική του Βερολίνου, σε ένα φεστιβάλ που λεγόταν «Homeland», “Πατρίδα” δηλαδή, και αποτέλεσε έμπνευση αυτή η πρόσκληση να πάμε στο Βερολίνο να παρουσιάσουμε κάτι καινούριο.
Ο κόσμος τι σας λέει για όσα κάνετε;
Εισπράττουμε από τον κόσμο πως κάνουμε κάτι πολύ σημαντικό. Και είναι σημαντικό ότι έχουμε πολύ διαφορετικούς ανθρώπους που έρχονται να μας ακούσουν. Έχουμε δηλαδή τον άνθρωπο που μας ακολουθεί πάντα σε ό, τι κι αν κάνουμε. Θα έρθουν κι αυτοί που μας έχουν ακούσει αλλού και θα φύγουν γεμάτοι με μία καινούρια ομορφιά. Γιατί αυτό που δίνουμε στο κοινό έχει πολλές διαστάσεις. Κι όλοι μπορεί να φύγουν με τον δικό τους προβληματισμό, έχοντας ταξιδέψει με το μυαλό και τη ψυχή τους σε μονοπάτια που μέχρι τότε δεν είχαν περπατήσει.
Είναι πιο εκπαιδευμένο το κοινό στο εξωτερικό από αυτό που απευθύνεστε εδώ;
Διάβασα μία έρευνα που έλεγε πως αυτοί που δίνουν οικογενειακά το μεγαλύτερο μέρος του προϋπολογισμού τους σε σχέση με άλλα κράτη για την πολιτιστική τους ψυχαγωγία είναι οι Γερμανοί και οι Αυστριακοί. Δηλαδή αυτοί επενδύουν περισσότερο στο να πηγαίνουν σε συναυλίες, σε μουσεία και να γεμίζουν τη ψυχή τους με αυτόν τον τρόπο. Εδώ ξοδεύουμε τα λιγότερα για αυτά. Τρέχουμε στο τζάμπα με ευκολία και γι’ αυτό πάντα υπάρχει μία επιπλέον σκέψη αν πρέπει να βάζει κάποιος εισιτήριο για μία παραγωγή, αλλά βέβαια, δεν γίνεται και χωρίς αυτό. Έχεις μία έδρα, έναν λογιστή, έχεις φόρο επιτηδεύματος να πληρώσεις και όλα αυτά είναι μεγάλο άγχος. Γιατί αν δε μπορέσεις να τα καλύψεις, έσβησες.
Συνεργάζονται τακτικά με φορείς όπως το Μέγαρο Μουσικής Θεσ/νίκης, η Κρατική Ορχήστρα Θεσ/νίκης, το Διεθνές Χορωδιακό Φεστιβάλ Πρέβεζας, η Εθνική Λυρική Σκηνή, το Κέντρο Πολιτισμού Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας, κ.ά. Με την Κ.Ο.Θ. έχουν παρουσιάσει μερικά από τα πιο σπουδαία έργα ρεπερτορίου για γυναικεία χορωδία, όπως οι Πλανήτες του Gustav Holst και οι Σειρήνες από τα Νυχτερινά του Claude Debussy. Τον Αύγουστο του 2021 συμμετείχαν – έπειτα από πρόσκληση – σε δύο από τα μεγαλύτερα Διεθνή Χορωδιακά Φεστιβάλ: το “Guido d’Arezzo” και το “Incontro Internazionale Polifonico ‘Città di Fano’”, δίνοντας συναυλίες σε διάφορα μέρη της Ιταλίας και λαμβάνοντας διθυραμβικές κριτικές. Στην Ελλάδα έχουν επίσης εμφανιστεί σε Θεσσαλονίκη, Αθήνα, Ιωάννινα, Πρέβεζα, Σέρρες, Καβάλα, Λάρισα και Τρίκαλα, ενώ τον Απρίλη του 2022 έκαναν το ντεμπούτο τους με την Εναλλακτική Σκηνή της ΕΛΣ, τραγουδώντας στο “1ο Φεστιβάλ Λατρευτικής Μουσικής” στο Μουσείο της Ακρόπολης.
Νιώθεις ως καλλιτέχνης να σε έχουν παρατήσει στην τύχη σου;
Αν μιλάς για το Κράτος, ναι. Είναι έντονο όλο αυτό. Θες να σου πω τι είναι για μένα υποστήριξη; Να ρωτάει το κράτος έναν καλλιτέχνη ποιος είναι, τι έχει κάνει τα πέντε τελευταία χρόνια (παρουσιάζοντας αναλυτικά τις δράσεις του) και σύμφωνα με όσα θα παρουσιάσει ο καλλιτέχνης, το κράτος να υποστηρίξει ανάλογα. Όχι να δίνει μόνο λίγα χρήματα για συγκεκριμένα projects τα οποία να υπόκεινται και σε συγκεκριμένη θεματολογία, άλλη κάθε χρόνο και να πρέπει να είναι και πρωτότυπα (αν εγκριθούν)! Θα πρέπει ο καλλιτέχνης να βγάλει τη δημιουργικότητα από μέσα του χωρίς κάθε φορά να δίνει λόγο γι’ αυτό. Με αυτού του είδους την υποστήριξη θα καλύψει πρώτα ο καλλιτέχνης τις ανάγκες που τον αγχώνουν και μετά θα αφουγκραστεί τις ανάγκες της κοινωνίας για να κάνει όλα όσα πρέπει χωρίς όμως να μπαίνουν τα δυο του πόδια σε ένα παπούτσι.
Πρόσφατα είδαμε το χριστουγεννιάτικο event στην Πλατεία Αριστοτέλους και την πλήρη απουσία εναλλακτικών προτάσεων ή στήριξης καλλιτεχνών της πόλης.
Σκέφτομαι πως γιατί να προσφέρεις καλλιτεχνικά αυτό που έτσι κι αλλιώς οι πολίτες πηγαίνουν να ακούσουν; Άνοιξε τους ένα «παράθυρο». Υποστήριξε τους ανθρώπους που δεν παίρνουν 2 χιλιάρικα τη βραδιά. Και δε λέω πως κι αυτοί οι άνθρωποι δεν παιδεύονται στον χώρο τους, αλλά έχουν μία άλλη ζωή. Δε γίνεται όμως αυτά να γίνονται από έναν Δήμο.
Είμαστε ό, τι μας δίνουν;
Δεν θα είμαι απόλυτη σε αυτό, γιατί υπάρχουν πολλές ψυχές που ψάχνουν το διαφορετικό. Ωστόσο, είμαστε και στην εποχή του εύπεπτου. Ο κόσμος δεν χαίρεται με τον πολύ προβληματισμό, δε θέλει τα δύσκολα. Τα θέλει όλα γρήγορα, όπως το scroll down στο κινητό του. Επομένως, θεωρώ πως πρέπει να επιστρέψουμε σε μία ηρεμία άλλων εποχών και αυτό έχει ευθύνη, τόσο σε ατομικό επίπεδο, όσο και σε επίπεδο φορέων. Κι ας μη γεμίσει η πλατεία Αριστοτέλους με τόσο κόσμο την πρώτη χρονιά, θα τα καταφέρουν την επόμενη. Ας κάνουν στη τελική συνδυαστικά πράγματα.
Νιώθεις ότι η πόλη είναι μακριά από την καλή μουσική;
Υπάρχουν πολλοί καλλιτέχνες εδώ και ψάχνουν χώρους να παρουσιάσουν τη δουλειά τους. Έχουμε ορχήστρες, έχουμε χορωδίες, έχουμε έντεχνους, κλασσικούς, εναλλακτικούς καλλιτέχνες. Για τις ψυχές που ψάχνονται, πάντα θα υπάρχει καλή και ποιοτική μουσική. Επίσης, έχουμε υπέροχα μνημεία, υπέροχες εκκλησίες, υπάρχουν θέατρα κλειστά. Ευτυχώς υπάρχει το Άνετον που όποτε χρειάστηκε άνοιξε. Για να γίνεται όμως αυτό πιο συστηματικά, θα πρέπει ο δήμος να έχει το κατάλληλο προσωπικό που θα έρθει να ανοίξει τον χώρο και να φιλοξενήσει συχνά ομάδες της πόλης. Μετά, πρέπει να υπάρχει προϋπολογισμός. Είναι λοιπόν μία τεράστια αλυσίδα που ξεκινάει από πολύ ψηλά και αποτελεί επένδυση. Εμείς είμαστε οι τελευταίοι στη σειρά κι ας καλούμαστε να κάνουμε όλη τη δουλειά. Εγώ έχω φτιάξει μία υπέροχη ομάδα που υπάρχει υποστήριξη μεταξύ μας και δουλεύουμε όλοι για την ποιότητα. Πόσο θα κρατήσει όμως, δε ξέρω… Ποια μπορεί να είναι η αντοχή ενός ανθρώπου;
Αυτό που ονειρευόσουν πριν έξι χρόνια, όταν ξεκινούσες την ομάδα, που νιώθεις να το έχεις φτάσει σήμερα;
Δεν έχω φτάσει ακόμα εκεί που θέλω. Μπαίνοντας σε αυτό, έρχεσαι αντιμέτωπος με την πραγματικότητα. Όταν όμως κλείνουν οι πόρτες, εμείς είμαστε χαρούμενες με τη μουσική που κάνουμε και γελάμε πάρα πολύ. Υπάρχει μία πολύ ωραία ισορροπία στην ομάδα μας. Σίγουρα όμως, δεν έχουμε κάνει ακόμα όλα αυτά που ονειρευόμασταν. Ακριβώς επειδή δεν έχουμε την υποστήριξη ακόμα που θέλουμε.
Κάνετε πρόβες στο Τμήμα Μουσικών Σπουδών του ΑΠΘ. Θα ήθελες να έχετε έναν δικό σας χώρο;
Φυσικά! Τον οποίο θα μπορούσαμε να τον φτιάξουμε όπως θέλουμε. Να μη χρειάζεται να τον ζητάς κάθε τόσο και να τον έχεις όταν είναι διαθέσιμος… Να έχουμε το αρχείο μας, μία βιβλιοθήκη. Όμως βλέπω επίσης, πως όσοι έχουν τέτοιους χώρους αναγκάζονται να κάνουν πάρα πολλές άλλες δράσεις για να το συντηρήσουν γιατί αλλιώς δε βγαίνει. Κι αυτό σημαίνει έξτρα δουλειά και έναν μεγάλο μπελά στο κεφάλι σου για μία τέτοια επιχείρηση.
Ποια είναι τα όνειρα σου πια για τη Χορωδία. Που θέλεις να φτάσει;
Θέλω σίγουρα πολύ να πάμε σε έναν διαγωνισμό. Άσχετα αν θα κερδίσουμε κάποιο βραβείο ή όχι. Περισσότερο για να δούμε τις δυνατότητες μας σε σχέση με τον εαυτό μας και όχι τόσο σε σχέση με τους άλλους. Γιατί είναι πολύ τυχαίο ποιοι θα είναι οι άλλοι. Ένας διαγωνισμός θέλει πολλή δουλειά και προσήλωση. Θέλω όμως τα κορίτσια να έχουν μία τέτοια εμπειρία.
Να πούμε βέβαια πως έχετε βγει και στο εξωτερικό δύο φορές και τραγουδήσατε;
Το 2021 κάναμε μία τουρνέ στην Ιταλία, πήγαμε στο Αρέτσο και στο Φάνο, δύο πόλεις που είναι καθαρά χορωδιακές με παράδοση. Πρόκειται για φεστιβάλ που γίνεται εκεί και που προσκαλεί, όπως έγινε και με εμάς. Δεν πάει όποιος να ’ναι δηλαδή. Κάναμε εκεί εφτά συναυλίες σε δύο πολύ σημαντικά φεστιβάλ για εμάς. Η δεύτερη φορά που βγήκαμε στο εξωτερικό, ήταν πέρυσι τον Φεβρουάριο, στο Βερολίνο. Το να τραγουδάς στη Φιλαρμονική του Βερολίνου είναι μία άλλη εμπειρία… Η ακουστική είναι απίστευτη. Έχοντας κάνει πια αυτό το ταξίδι, μετά ρωτάς τον εαυτό σου αν τα κατάφερες όπως ήθελες…
Τέλος, θες να μου πεις πώς ήταν η εμπειρία να είστε επί σκηνής μαζί με τον Αλκίνοο Ιωαννίδη σε μία ιδιαίτερη συνθήκη όπως αυτή του «Με επίσημο ένδυμα»
Νιώσαμε πολλή μεγάλη χαρά και συγκίνηση. Διότι μιλάμε για έναν άρτιο καλλιτέχνη και έναν γλυκό και υποστηρικτικό άνθρωπο. Ήταν μία ουσιαστική συνεργασία και ουσιαστικά μοιραστήκαμε τη σκηνή μαζί του. Δεν συμμετείχαμε απλά. Η αίσθηση και η δική του και η δική μας ήταν ότι αυτή τη συναυλία την κάναμε μαζί. Είπαμε 12 τραγούδια. Είναι πολλά! Δεν το λες συμμετοχή… Είναι πάρα πολύ σπουδαίο να έχεις μία χορωδία που να μπορεί να σταθεί σε ένα τέτοιο επίπεδο και να μπορούν τα μέλη να εκτεθούν τόσο πολύ σε ένα Μέγαρο 1500 θέσεων με ένα άρτιο αποτέλεσμα. Η διοργάνωση της συναυλίας, ήταν από το Κέντρο Πολιτισμού Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας με το «Επίσημο ένδυμα» που κάνει τα τελευταία τέσσερα χρόνια. Ήταν μεγάλη χαρά και τιμή που μας ζήτησαν να συμμετάσχουμε. Το κάναμε με πολλή αγάπη και είμαστε ευγνώμονες για αυτή την υποστήριξη και αναμένουμε κι άλλες δημιουργικές προτάσεις σαν αυτή.