Όσκαρ 2024: Τι πιθανότητες δίνουν τα προγνωστικά στο «Poor Things»

Έντονο το ελληνικό στοιχείο φέτος - Η βραδιά της μεγάλης Απονομής είναι στις 10 Μαρτίου.

Parallaxi
όσκαρ-2024-τι-πιθανότητες-δίνουν-τα-προγν-747817
Parallaxi

Όπως ήταν αναμενόμενο, μετά από τις Χρυσές Σφαίρες, τα BAFTA και τις υποψηφιότητες των βασικών σωματείων (σκηνοθέτες, παραγωγοί, φωτογράφοι), το «Poor things» του Γιώργου Λάνθιμου βρέθηκε και στη λίστα των Όσκαρ και μάλιστα με 11 υποψηφιότητες.

Πέρα από την αναμφίβολη επιτυχία της ταινίας, αυτός ο αριθμός είναι και μια προσωπική νίκη για τον Έλληνα δημιουργό, που με μια αντισυμβατική για τα δεδομένα τουλάχιστον της Ακαδημίας ταινία, πλέον μετράει την έκτη του υποψηφιότητά του (δυο καλύτερης ταινίας, δυο σκηνοθεσίας, μια σεναρίου και μια διεθνούς ταινίας). Μαζί του και ο σπουδαίος μοντέρ Γιώργος Μαυροψαρίδης κέρδισε τη δική του δεύτερη υποψηφιότητα, μετά από την «Ευνοούμενη».

Επίσης, ο ελληνικής καταγωγής Αλεξάντερ Πέιν με τα «Παιδιά του χειμώνα» μετράει πέντε υποψηφιότητες, οπότε μπορούμε να μιλάμε για μία χρονιά με ελληνικό χρώμα, αφού κάτι τέτοιο δεν έχει ξανασυμβεί ποτέ στην ιστορία του θεσμού.

Τι πιθανότητες δίνουν τα προγνωστικά στο «Poor Things»

Φέτος όμως η αναμέτρηση προμηνύεται δύσκολη, καθώς έχουμε πολλές καλές υποψήφιες ταινίες και δυνατούς αντιπάλους, ενώ δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι τα Όσκαρ δεν αφορούν μόνο στην καλλιτεχνική αξία ενός έργου, αλλά ακολουθούν πάντα την κοινωνική πραγματικότητα και τις τάσεις της εποχής, οπότε δεν αποκλείονται οι εκπλήξεις.

Στις μεγάλες κατηγορίες- και δη σε αυτή της καλύτερης ταινίας και σκηνοθεσίας- αδιαφιλονίκητο φαβόρι είναι το «Οπενχάιμερ» του Κρίστοφερ Νόλαν, με 13 υποψηφιότητες, πράγμα που ελάχιστες ταινίες έχουν καταφέρει. Ο ίδιος δε δύσκολα θα χάσει το βραβείο σκηνοθεσίας. Άλλωστε, ο διακεκριμένος σκηνοθέτης μέχρι σήμερα δεν έχει κρατήσει τα χέρια του το χρυσό αγαλματίδιο, αν και δυο φορές υποψήφιος, και η Ακαδημία φαίνεται πως του το χρωστάει.

Ισχυρός αντίπαλός του είναι ο 81χρόνος Μάρτιν Σκορσέζε, ο μεγαλύτερος σε ηλικία υποψήφιος στην ιστορία του θεσμού και ο μόνος εν ζωής σκηνοθέτης, που έχει στο ενεργητικό του τόσες υποψηφιότητες. Πάντως, αν χάσει και φέτος, θα καταρρίψει ακόμη ένα ρεκόρ: του δημιουργού με τις περισσότερες οσκαρικές ήττες.

Οι κατηγορίες που το «Poor things» φαίνεται να έχει περισσότερες πιθανότητες να διακριθεί είναι καταρχάς για το Όσκαρ πρώτου γυναικείου ρόλου. Η Έμμα Στόουν, η αγαπημένη του Χόλιγουντ και βραβευμένη ήδη μια φορά για το «La lala land», έχει κερδίσει τις εντυπώσεις με την εκρηκτική ερμηνεία της ως Μπέλα Μπάξτον. Από την άλλη, η Λίλι Γκλάντστοουν των «Δολοφόνων του Ανθισμένου Φεγγαριού», δύσκολα μπορεί να νικηθεί, όχι μόνο γιατί ξεχώρισε με τη δυναμική της, αλλά και γιατί είναι η πρώτη υποψήφια Ινδιάνα, πράγμα που αποτελεί μια καλή ευκαιρία για την Ακαδημία να ξεπλύνει «παλιές αμαρτίες».

Η Στόουν όμως είναι υποψήφια και ως παραγωγός, πράγμα που έχει καταφέρει μόνο μία ακόμη γυναίκα η Φράνσις ΜακΝτόρμαντ, κι αυτό αποδεικνύει ότι η 35χρονη σταρ έχει όλα τα φόντα στο μέλλον να ανέβει πολλές φορές στο βάθρο.

Στις κατηγορίες κουστουμιών και σκηνικών, η ταινία του Λάνθιμου κανονικά θα έπρεπε να θεωρείται η πλέον ισχυρή, καθώς το εικαστικό κομμάτι του «Ρoοr things» με την υψηλή αισθητική του και πρωτοτυπία του δεν άφησε ασυγκίνητους τους ακόμη και τους επικριτές του όλου εγχειρήματος. Στις εν λόγω κατηγορίες όμως δυνατές είναι και υποψηφιότητες της «Barbie», που εκτίναξε το box office, οπότε δεν μπορεί να φύγει παραπονεμένη.

Το «Ρoοr things» τελικά φαίνεται επικρατέστερο στην κατηγορία του μακιγιάζ, όπου θα πρέπει να δώσει μάχη με τον «Μαέστρο» του Μπράντλεϊ Κούπερ, ο οποίος όμως επικρίθηκε από την εβραϊκή κοινότητα για το μέγεθος της μύτης, που επέλεξε για τον Μπερνστάιν, γεγονός που σίγουρα αποτελεί πρόβλημα.

Όσο αφορά στο Όσκαρ δεύτερου ανδρικού ρόλου, ο Μαρκ Ράφαλο μπορεί να κάνει την ανατροπή και να επικρατήσει του Ρόμπερτ Ντάουνι Τζούνιορ, που θεωρείται μέχριτώρα φαβορί. Και αυτό γιατί ο Ράφαλο, πέρα από πολύ καλός ηθοποιός,έχει ήδη συγκινήσει με την προσωπική του ιστορία και τα θέματα υγείας, που με θάρρος αντιμετώπισε. Το μειονέκτημά του είναι πως αγνοήθηκε από τα SAG και τα BAFTA. Να θυμήσουμε ότι μόνο δύο ηθοποιοί στο παρελθόν, που είχαν ανάλογη τύχη με εκείνον, κατάφεραν τελικά να επικρατήσουν στα Όσκαρ: η Μάρσια Γκέι Χάρντεν για το «Pollock» το 2000 και η Ρετζίνα Κινγκ για το «Αν η οδός Beale μπορούσε να μιλήσει» το 2018.

Από την άλλη, ο Αλεξάντερ Πέιν είναι σίγουρο μάλλον ότι θα χειροκροτήσει ην Ντα ‘Βιν Τζόι Ράντολφ, που έχοντας σαρώσει κυριολεκτικά στην κατηγορία δεύτερο γυναικείου ρόλου σε όλες τις βραβεύσεις, μοιάζει ανίκητη. Πέρα από το ταλέντο της, το γεγονός ότι είναι και έγχρωμη θα παίξει σημαντικό ρόλο, αν η Ακαδημία δεν θέλει να επικριθεί για μία ακόμη φορά για «λευκά Όσκαρ».

Πολύ πιθανό επίσης είναι να σηκώσει το χρυσό αγαλματίδιο και ο Πολ Τζιαμάτι για τη μοναδική του ερμηνεία στον ρόλο του αυστηρού κυνικού καθηγητή, που πολεμάει με τους δαίμονές του. Ισχυρός του αντίπαλος εδώ είναι ο ο Κίλιαν Μέρφι από το «Οπενχάιμερ».

Βέβαια, όλα αυτά μέχρι τη βραδιά της μεγάλης Απονομής στις 10 Μαρτίου μπορεί να αλλάξουν, καθώς αναμένονται τα βραβεία των διαφόρων σωματείων, τα οποία επίσης σημαίνουν πολλά για τις αποφάσεις της Ακαδημίας.

Πηγή: bovary.gr

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα