Είδαμε πρώτοι Μαρκουλάκη στη νέα παράσταση του Guy Cassiers για τη Θεσσαλονίκη
Μία ιστορία βαθιά συγκινητική χωρίς περιττά τεχνάσματα που ξεκινάει από απόψε για το κοινό της πόλης
Αν κάτι μπορούσε να ταράξει τα νερά στην θεατρική πραγματικότητα της Θεσσαλονίκης αυτή τη χρονιά, σίγουρα θα μπορούσαμε να πούμε πως αυτό είναι η είδηση πως ο Guy Cassiers, πρώην Καλλιτεχνικός Διευθυντής του Toneelhuis, έρχεται στην πόλη για να σκηνοθετήσει παράσταση για το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος, με πρωταγωνιστή του τον ικανό Κωνσταντίνο Μαρκουλάκη.
Όταν μάλιστα μάθαμε πως πρόκειται και για ένα βραβευμένο έργο, βαθιά συναισθηματικό, του γάλλου Φιλίπ Κλοντέλ και με τον Μαρκουλάκη να παίρνει στις πλάτες του ολόκληρο το έργο, ως ο μοναδικός ηθοποιός επί σκηνής, το πράγμα έγινε ακόμα πιο ενδιαφέρον και με αρκετή περιέργεια όλων μας για το αποτέλεσμα που θα μπορέσει να επιτευχθεί στη σκηνή του Θεάτρου της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών.
«Το ΚΘΒΕ σε συμπαραγωγή με τον πολιτιστικό οργανισμό «ΛΥΚΟΦΩΣ» παρουσιάζει στο Θέατρο Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών την παράσταση «Η Αγαπημένη του κυρίου Λιν» του Philippe Claudel σε σκηνοθεσία του Guy Cassiers, ενός από τους σημαντικότερους σύγχρονους σκηνοθέτες και πρώην Καλλιτεχνικό Διευθυντή στο θέατρο Toneelhuis της Αμβέρσας. Είναι η πρώτη συνεργασία του σπουδαίου Βέλγου σκηνοθέτη με το ΚΘΒΕ, ενώ τον απαιτητικό ρόλο έχει αναλάβει να ερμηνεύσει ένας από τους κορυφαίους Έλληνες ηθοποιούς, ο Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης υπογράφοντας και την απόδοση του έργου στα ελληνικά…» αναφέρει το δελτίο τύπου για την «Αγαπημένη του κυρίου Λιν» που κάνει πρεμιέρα στην πόλη την Παρασκευή 22 Μαρτίου.
Σε μία κάπως πριβέ γενική πρόβα, μία μέρα πριν την πρεμιέρα για το κοινό, δημοσιογράφοι και συνεργάτες της παραγωγής είχαν την τύχη να παρακολουθήσουν το αποτέλεσμα αυτής της εντυπωσιακής συνεργασίας, που θα έπρεπε κάπου εδώ να πω και χωρίς καμία διάθεση να κάνω κριτική, αλλά κυρίως να γράψω τις εντυπώσεις μου σαν θεατής μίας θεατρικής δουλειάς – κάτι που θα ήθελα να διατηρήσω για όλο το παρακάτω κείμενο που θα διαβάσετε – πως αν κάτι είναι που έχει ως σκοπό να εντυπωσιάσει, μάλλον η συνεργασία του Cassiers με τον Μαρκουλάκη είναι το μόνο κι αυτό, όχι γιατί δεν υπάρχουν εξαιρετικά σημεία στη δουλειά τους που θα αναλύσουμε κάπως περισσότερο παρακάτω, όσο γιατί νιώθω πως και οι δύο – και θα το καταλάβουν έντονα όσοι είδαν μαζί μου την παράσταση, αλλά και όσοι τη δείτε τις επόμενες μέρες – δεν αποσκοπούν στον εντυπωσιασμό του θεατή αλλά αυτό που επιδιώκουν είναι η επιστροφή στο απλό. Η επιστροφή στο συναίσθημα ως πρωταρχική προτεραιότητα του θεάτρου και, αν θέλετε, και αρχική του ρίζα.
Πριν την παράσταση, τόσο ο Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης πρώτος, όσο αργότερα και ο σκηνοθέτης του, ο Guy Cassiers απευθύνθηκαν στους δημοσιογράφους της αίθουσας μιλώντας για αυτά τα συναισθήματα που εύχονται να νιώσουν οι θεατές τους και προέτρεψαν το κοινό να δει την ιστορία τους με ανοιχτά μάτια και καρδιές, όχι ως άλλοθι της προετοιμασίας τους, όσο ως πάρε δώσε με την απλότητα της τέχνης.
Ο Βέλγος Guy Cassiers είναι ένας από τους πιο αναγνωρισμένους θεατροποιούς στην Ευρώπη. Έχει αναπτύξει μια πολύ προσωπική θεατρική γλώσσα στην οποία παντρεύει με επιτυχία δύο από τα πάθη του: την εικαστική τεχνολογία και την λογοτεχνία. Στοιχεία που πρωταγωνιστούν (και) σε αυτή του την παράσταση, με τον Κωνσταντίνο Μαρκουλάκη να υπηρετεί αξιοθαύστα πιστά την ροή μερικών τεχνολογικών τεχνασμάτων που ενώ θα φανταζόταν κάποιος πως προσθέτουν μία τεχνολογική πολυπλοκότητα στο αποτέλεσμα, είναι σπουδαίο πως όχι μόνο δεν συμβαίνει αυτό, αλλά μοιάζουν να ακολουθούν αυτά τον ερμηνευτή στη σκηνή και μάλιστα, να τονίζουν ακόμα πιο πολύ την «γύμνια» του Μαρκουλάκη ερμηνευτικά, επιστρέφοντας το κοινό σε ένα θέατρο που κάπως τείνουμε να ξεχάσουμε τα τελευταία χρόνια, με τα τεχνάσματα να λειτουργούν ως κράχτες για να προσελκύσουν θεατές.
Κι ενώ στην αρχή τα πράγματα δείχνουν να αποζητούν χρόνο και νόημα ώστε να καταλάβεις ως θεατής τι συμβαίνει ακριβώς, κι ενώ λίγο αργότερα βρίσκονται και τα δύο και κάθεσαι πιο άνετα στη θέση σου απολαμβάνοντας τη ροή του λόγου του Μαρκουλάκη που αφηγείται μία περίοδο της ζωής του κυρίου Λιν, όλα μέχρι το τέλος των 80 λεπτών, μπορούν να ανατραπούν και να σου φέρουν αβίαστα τα δάκρυα στα μάτια. Μπορούν να αποκαλύψουν και να αποκαλυφθούν μπροστά σου, χωρίς φωνές. Χωρίς εντάσεις και κάτω από τα λίγα, απαλά φώτα της σκηνής. Ξέρετε, τα πιο δυνατά νοήματα, τα έχω ανακαλύψει τις περισσότερες φορές στα πιο χαμηλόφωνα λόγια. Οι εντάσεις, οι φωνές, οι περίσσιες κινήσεις έχουν άλλους σκοπούς. Κι εδώ, στην «Αγαπημένη του κυρίου Λιν» δεν υπάρχουν και δεν χρειάζονται. Υπάρχει ένα πολύ συναισθηματικό κείμενο, υπάρχει ένας θαυματουργός σκηνοθέτης που πήρε αυτή την ιστορία και την μετέτρεψε σε έναν μαγικό μονόλογο, υπάρχει ένας σπάνιος θεατρικός ερμηνευτής που του πάει απίστευτα αυτή η απλότητα ως πρόταση και ως ουσία, αλλά είναι επιπλέον εξαιρετικός αν αναλογιστούμε πόση πειθαρχία και πόσος συγχρονισμός χρειάζεται σε αυτή τη δουλειά και τέλος, υπάρχει και ένα σκηνικό που συνδυάζει αυτή την τεχνολογία με τον άνθρωπο που «ντύνει» τη σκηνή εξαιρετικά συμπληρώνοντας τελικά το ένα το άλλο και υπηρετώντας τελικά την ιστορία.
Αν θα έπρεπε να έχω μία ένσταση – κι αυτό απλά ως αίσθηση – είναι πως ίσως να της πήγαινε της παράστασης μία μικρότερη σκηνή για να δείξει ακόμα πιο μεγάλη. Αλλά, είπαμε, νιώθω πως δεν ήθελαν ούτε να αποδείξουν, ούτε να είναι. Ήθελαν μόνο να νιώσουν και σε συνέχεια, να νιώσουμε κι εμείς. Κι αν ως κατακλείδα, πρέπει να γράψω κάτι, θα έλεγα πως το έχουν πετύχει να βγούμε όλοι μέσα από την αίθουσα συγκινημένοι και λίγο πιο… κοντά στον άνθρωπο. Κι αυτό είναι μια άλλη συζήτηση που κάποτε θα πρέπει να κάνουμε. Το πόσο σπουδαίο είναι να πρέπει να επιστρέφουμε πάντα στον άνθρωπο, αλλά να πρέπει πάντα κάποιος – κάπου – κάποτε να μας το υπενθυμίζει ή να το φωτίζει μπροστά μας για να το καταλάβουμε…
Λίγα λόγια για το έργο:
Ο κύριος Λιν κρατώντας στην αγκαλιά του τη Σανγκ ντιού, τη μικρή εγγονή του και τη μόνη επιζήσασα της οικογένειάς του, εγκαταλείπει το κατεστραμμένο από τον πόλεμο χωριό του και φτάνει στην Ευρώπη πρόσφυγας. Εκεί, χωρίς να γνωρίζει τίποτα για τη νέα χώρα και χωρίς να αντιλαμβάνεται τη γλώσσα των ξένων, αφήνει τη μοίρα του στα χέρια των αρμόδιων αρχών που τον περιθάλπουν. Μέχρι που γνωρίζει τον κ. Μπαρκ. Ο κ. Μπαρκ μιλάει συνέχεια στη γλώσσα του και ο κ. Λιν σιωπηλός απολαμβάνει την παρέα του. Μια δυνατή φιλία καλλιεργείται ανάμεσα στους δύο άντρες, με εξομολογήσεις, με σεβασμό απέναντι στον εκφρασμένο ή στον σιωπηλό πόνο, με συμπόνοια και φροντίδα.
Η νουβέλα La petite fille de monsieur Linh του Φιλίπ Κλοντέλ δημοσιεύτηκε το 2005 στη Γαλλία. Μέσα από την ιστορία του κ. Λιν, ο συγγραφέας μιλάει για τον ξεριζωμό, το τραύμα, τη συμφιλίωση, τη συντροφικότητα, την αγάπη αλλά και για τη ζωτική ανάγκη των ανθρώπων για σύνδεση και επικοινωνία.
*Πρεμιέρα στη Θεσσαλονίκη, την Παρασκευή 22 Μαρτίου, στο Θέατρο Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών και συνέχεια παραστάσεων τον Μάιο στην Αθήνα.
Συντελεστές: Σκηνοθεσία: Guy Cassiers | Μετάφραση: Ασπασία Σιγάλα | Απόδοση: Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης | Ερμηνεύει ο Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης | Ηχητικός Σχεδιασμός: Diederik De Cock – Ηλίας Φλάμμος | Σχεδιασμός Video: Bram Delafonteyne – Sibilylle Meder | Βοηθός Σκηνοθέτη: Σίλια Κόη | Ενδυματολόγος: Χάρης Σουλιώτης | Δ/νση Παραγωγής Λυκόφως: Κωνσταντίνα Αγγελέτου | Production Manager Toneelhuis.: Tanja Vranchen | Τεχνική Διεύθυνση Λυκόφως: Βίκτωρ Berkan | Technical Director Toneelhuis: Diederik Hoppenbrouwers | Video Art: Klaas Verpoest | Βοηθοί Παραγωγής: Ξένια Καλαντζή – Πανούτσι Μαργέλος | Φωτογραφίες: Ελίνα Γιουνανλή | Graphic Design: Mike Rafail | Παραγωγή: ΚΘΒΕ – Λυκόφως (Γ. Λυκιαρδόπουλος)