Γιώργος Νανούρης: «Θέλω τώρα να βγω ξανά στο φως»
Ο σκηνοθέτης μεγάλων επιτυχιών τα τελευταία χρόνια, μιλάει για τις παραστάσεις του που ήρθαν στη Θεσσαλονίκη και αποκαλύπτει τα σχέδια του
Αν σκεφτώ τα τελευταία χρόνια καλλιτέχνες που έχουν δείξει οι θεατές οτι αγαπούν σταθερά και σε κάθε δουλειά τους, σίγουρα τότε ο Γιώργος Νανούρης θα είναι μέσα σε αυτούς, για όλες εκείνες τις σχεδόν “χειροποίητες” παραστάσεις του που έχουν, πάντα, στόχο το συναίσθημα πάνω και κάτω από την θεατρική σκηνή.
Από την “Κατερίνα” του με την Λένα Παπαληγούρα που ήταν σαν να περνάει τις “εξετάσεις” του, μέχρι την τελευταία του παράσταση “Ψηλά απ’ τη γέφυρα” που αυτές τις μέρες βρίσκεται στη Θεσσαλονίκη, στο Αριστοτέλειον Θέατρο, με τον Πυγμαλίωνα Δαδακαρίδη και την Ιωάννα Παππά, το θέατρο του Νανούρη καταφέρνει πάντα να ισορροπεί ανάμεσα στην ασφάλεια ενός πολύ καλού κειμένου και τον πειραματισμό της δημιουργίας, κάνοντας τον έναν σκηνοθέτη που συνήθως, προτείνει ένα σύγχρονο θέατρο, μέσα από σπουδαία έργα.
Αυτές τις μέρες, στη Θεσσαλονίκη, εκτός από το έργο του Άρθουρ Μίλερ, πέρασαν για κάτι διήμερα άλλες δύο σημαντικές δουλειές του, η “Κατερίνα” που βασίζεται στο βιβλίο του Αύγουστου Κορτώ και ο “Αίας” του Σοφοκλή με ερμηνευτή τον Μιχάλη Σαράντη. Σε όλες τι περιπτώσεις, οι μεγάλες ουρές ανθρώπων έξω από το θέατρο, έδειξε την αγάπη της πόλης στις δουλειές του Γιώργου Νανούρη, αλλά και πόσο οι παραστάσεις του “χτυπάνε” φλέβα στο συναίσθημα των ανθρώπων.
Η Θεσσαλονίκη στο καλλιτεχνικό σύμπαν του Γιώργου Νανούρη με 3 παραστάσεις σταθμό. Είναι και για σένα έτσι;
Τα τελευταία 8 χρόνια που έρχομαι με όλες μου τις παραστάσεις, είναι πολύ συγκινητικό. Τις αγκαλιάζει πάντα το κοινό. Είναι ενθουσιώδες και δείχνει πολύ την αγάπη του που την έχω συνδυάσει με πολλές καλές στιγμές. Πραγματικά νιώθω πως είναι από τις πόλεις που με έχουν μάθει και αγαπάνε τη δουλειά μου. Φυσικά τις νιώθω σταθμό αυτές τις παραστάσεις και ειδικά την «Κατερίνα», τον μεγαλύτερο σταθμό μου, αλλά είναι παραστάσεις – οι δύο από αυτές – που έχουν ξανάρθει στη Θεσσαλονίκη και όχι μόνο μία φορά και πάντα υπάρχει η μεγάλη ανταπόκριση από τον κόσμο. Το «Ψηλά από τη γέφυρα» που είναι η καινούρια μου παράσταση, έχει πάλι μία τεράστια ανταπόκριση και είναι, πάντα, ένας συνδυασμός συγκίνησης και χαράς. Οπότε, όλο αυτό με έχει κάνει να έχω στο μυαλό μου τη Θεσσαλονίκη ως μία πολύ αγαπημένη πόλη και πολύ οικεία.
Πώς προέκυψε το «Ψηλά απ’ τη γέφυρα»;
Ήταν μία πρόταση που μου έκανε ο παραγωγός μου, ο Μάριος Τάγαρης επειδή είχαμε κάνει πριν τον «Γυάλινο κόσμο» του Τένεσι Ουίλιαμς και ήταν η πρώτη φορά που καταπιανόμουν με το αμερικάνικο θέατρο και θεώρησα ότι μου ταιριάζει. Έτσι ήρθε αυτή η πρόταση.
Ποια στοιχεία του σε δυσκόλεψαν;
Επειδή είναι ένα κείμενο που γράφτηκε πριν πολλά χρόνια, υπάρχει ο κίνδυνος μη βγει σαν μία ηθογραφία ή να φαίνεται ότι είναι παλιό ή ότι τα θέματα του δεν αφορούν πια. Οπότε, ήθελα αφενός να βρω έναν τρόπο να είναι πιο κοντά σε εμάς, χωρίς όμως να αλλοιωθεί ο χαρακτήρας του και η εποχή, αφετέρου εγώ ήμουν σε μία περίοδο της ζωής μου που ήθελα κάπως να αναμετρηθώ με τις δυνάμεις μου και έτσι αποφάσισα ότι οι όροι που ήθελα να κάνω αυτή την παράσταση να είναι οι όροι με τους οποίους ξεκίνησα να κάνω θέατρο. Δηλαδή, με πολύ λίγα μέσα, μόνος μου και έχοντας τα πράγματα που έχω στο μυαλό μου να τα κάνω. Γι’ αυτούς τους λόγους αποφάσισα να κάνω την παράσταση πολύ γυμνή από σκηνικά, λιτή, χωρίς πολλούς συνεργάτες, όπως πρωτοέκανα δηλαδή θέατρο. Μοιάζει τελικά πως όλο αυτό λειτούργησε πολύ γιατί επικεντρώσαμε στους χαρακτήρες και τους ηθοποιούς, οι οποίοι είναι πραγματικά εντός εισαγωγικών ξεγυμνωμένοι πάνω στη σκηνή και εκτεθειμένοι πολύ γιατί παίζουν ολομόναχοι. Βασιστήκαμε πολύ σε αυτό, δηλαδή στις ερμηνείες.
Ανήκεις σε μία γενιά ηθοποιών – σκηνοθετών που έχουν κάνει μία δική τους σχολή και νιώθω ότι αλλάζετε το θέατρο. Εσύ το νιώθεις αυτό;
Πραγματικά δε ξέρω πώς φαίνονται όλα αυτά από έξω με τα μάτια των τρίτων, γιατί εγώ είμαι τόσο συγκεντρωμένος μέσα σε όλο αυτό… Ξέρεις, είμαστε ατέλειωτες ώρες κλεισμένοι μέσα σε ένα θέατρο, ενώ ο κόσμος βλέπει μόνο τα αποτελέσματα της δουλειάς. Προηγούνται δηλαδή ατέλειωτοι μήνες αγωνίας, σκέψης, δουλειάς, ψαξίματος οπότε, το τι ακριβώς γίνεται είναι ερήμην μας και είναι το αποτέλεσμα όλων αυτών των χρόνων πια δουλειάς. Οπότε εγώ δε μπορώ να το δω από έξω πώς φαίνεται. Το μόνο που ελπίζω, είναι να καταφέρνω όσο μπορώ να δίνω στον κόσμο αυτά τα κείμενα με έναν τρόπο που να είναι κατανοητός, με πολύ σεβασμό και στους συγγραφείς και στο κοινό και όσο γίνεται και με πιο ποιητικό τρόπο. Γιατί μου αρέσει να υπάρχει ποίηση σε αυτά που παρουσιάζω.
Όλη αυτή η πίεση, μπορεί να μειώσει μέσα σου όλη αυτή την αγάπη που είχες ξεκινώντας το θέατρο;
Υπάρχουν φορές είναι η αλήθεια, που αισθάνομαι εξαντλημένος. Γιατί, όταν μιλάω για κούραση, δε μιλάω μόνο για τις ώρες γιατί έτσι κι αλλιώς, πολύς κόσμος δουλεύει πολλές ώρες. Μιλάω και για αυτή την εσωτερική αγωνία ότι κάθε χρόνο έχεις να αναμετρηθείς με ένα καινούριο έργο, να βρεθείς με καινούριους συνεργάτες και να έχεις και την «απαίτηση» να κάνεις πάλι κάτι καλό. Είναι σαν να δίνεις κάθε χρόνο εξετάσεις. Δεν είναι όπως μία συνταγή φαγητού που την κάνουμε και ξέρουμε πώς θα βγει. Σε εμάς, μηδενίζεις και πας από την αρχή. Όλο αυτό, ψυχικά, αρχίζει λοιπόν να σε βαραίνει.
Είσαι από τους καλλιτέχνες ωστόσο που δε βάζεις εύκολα τελεία στις δουλειές σου. Η «Κατερίνα» ή ο «Αίας», κρατάνε χρόνια. Επιστρέφεις συχνά σε αυτές.
Ξέρεις, αυτή είναι η μόνη ζωντανή τέχνη και η μόνη τέχνη που πεθαίνει. Δηλαδή, μια ταινία υπάρχει για πάντα και μπορείς να τη δεις όσες φορές θέλεις. Ένας πίνακας μένει ίδιος στον τοίχο σου για πάντα, ένα γλυπτό το ίδιο, ένα τραγούδι όσες φορές κι αν το ακούσεις θα είναι το ίδιο και πάντα εκεί. Το θέατρο είναι ζωντανή τέχνη. Πρέπει να είσαι εκεί για να το δεις όταν συμβαίνει. Οπότε, επειδή ακριβώς οι παραστάσεις είναι καταδικασμένες να πεθαίνουν και επειδή εγώ έχω μοχθήσει πάρα πολύ για να τις φτιάξω και τις θεωρώ πολύ προσωπικές δουλειές – ειδικά τις συγκεκριμένες – προσπαθώ να τις κρατάω ζωντανές όσο περισσότερο μπορώ πριν πεθάνουν για πάντα. Όσο λοιπόν κι ο κόσμος θα μου δείχνει πως θέλουν να μένουν ζωντανές, θα τις κρατάω ζωντανές. Άλλωστε ενδιάμεσα όλοι μας κάνουμε κι άλλα πράγματα και τις επαναφέρουμε μόνο όταν χρειάζεται.
Σε τρομάζει όλη αυτή η επιτυχία της «Κατερίνας», σκέφτηκες ποτέ πώς να την ξεπεράσεις;
Όχι πια γιατί είναι πολλά τα χρόνια και το έχουμε χορτάσει, το έχουμε ευχαριστηθεί. Όταν ξεκινάνε τα πράγματα κάπως και είναι καινούρια για σένα, δε ξέρεις ακριβώς πώς να συμπεριφερθείς ή δεν ξέρεις πώς θα είναι. Σκέφτεσαι διάφορα και μεταξύ αυτών και το ότι μπορεί να μη καταφέρω ξανά να κάνω κάτι άλλο τόσο δυνατό. Μετά, κάνεις ένα δεύτερο, βλέπεις πάλι μία ωραία ανταπόκριση. Έτσι σιγά σιγά συνειδητοποιείς πού κοντά είσαι, βρίσκεις έναν δρόμο και αρχίζεις να περπατάς σε αυτόν ελπίζοντας ότι πάντα θα πηγαίνουν όλα καλά, ξέροντας όμως στο πίσω μέρος του μυαλού σου πως δεν γίνεται πάντα να πηγαίνουν όλα καλά.
Πηγαίνοντας πίσω, θυμάσαι ποια ήταν η πρώτη φορά που κάτι σου δείχνει πως θα ασχοληθείς με το θέατρο;
Φυσικά, γιατί για κάποιον λόγο που δεν ξέρω, εγώ αγαπούσα το θέατρο από πάρα πολύ μικρός. Το έλεγα μάλιστα στην οικογένεια μου, βλέπω συμμαθητές μου στον δρόμο που μου λένε ότι τους το έλεγα από πολύ μικρός. Δεν είχα βρει τον τρόπο και δεν ήξερα πως θα σκηνοθετήσω, αλλά πάντα έλεγα πως αυτό θα κάνω εγώ. Ήξερα ότι θα ανήκω στο θέατρο.
Μου κάνει εντύπωση πάντως πως μιλώντας για θέατρο, αναφέρεις την σκηνοθεσία. Η ιδιότητα του ηθοποιού έχει μείνει πίσω τελευταία
Εγώ δεν σκηνοθέτησα για να παίζω. Όταν έφτιαχνα ή διασκεύαζα την «Κατερίνα», δεν βγήκε ρόλος για μένα γιατί προσπαθούσα να είμαι αντικειμενικός σε σχέση με την παράσταση που πάω να κάνω και μόνο αν προέκυπτε ρόλος θα το έκανα. Αλλιώς, αν το έκανα μόνο από ματαιοδοξία ή μόνο για να παίξω, πιστεύω ότι θα χαλούσα αυτό που είχα αρχικά στο μυαλό μου. Το βάρος των δουλειών αυτών με έκανε να μη θέλω να είμαι και ηθοποιός μέσα σε αυτό γιατί μετά η αγωνία μεγάλωνε, η δυσκολία μεγάλωνε και εγώ ήθελα να είμαι απέναντι από τις παραστάσεις και να τις ελέγχω απόλυτα χωρίς να έχω στο μυαλό μου και το πότε θα παίξω. Τώρα όμως, επειδή είμαι σε μία εποχή εξωστρέφειας, μετά από μία πολύ κλειστή περίοδο μου, αλλά και επειδή νιώθω ότι πατάω πια περισσότερο στα πόδια μου σε σχέση με την σκηνοθεσία κι έχω αρχίσει να καταλαβαίνω τους κώδικες της δουλειάς, αποφάσισα να παίξω! Θα σκηνοθετήσω δηλαδή κάτι του χρόνου που θα παίζω κι εγώ και μάλιστα θα είναι κωμωδία. Γιατί έχω ανάγκη από λίγη χαρά και εξωστρέφεια. Επειδή λοιπόν είναι μία πραγματική μου ανάγκη, θέλω να την ακούσω. Νομίζω πως αυτό είναι το σωστό, να κάνεις κάθε φορά αυτό που θέλεις και όχι να το κάνεις ή να μην το κάνεις για άλλους λόγους.
Βλέποντας χρόνια δικές σου παραστάσεις, εντοπίζω κοινά χαρακτηριστικά που «φωνάζουν» πως είναι Νανούρης. Εσύ αυτό το νιώθεις, το ξέρεις, το επιδιώκεις ή είναι κάτι που έρχεται μόνο του;
Δεν το επιδιώκω σίγουρα. Το βλέπω όμως καμιά φορά και προσπαθώ να μην το κάνω, όμως δεν παύει να είναι ο ίδιος άνθρωπος που κάνει τις παραστάσεις. Πρόκειται για την ίδια προσωπικότητα. Οπότε, μοιραία θα υπάρξουν και στιγμές που μπορεί κάτι να μοιάζει γιατί είμαι εγώ. Πώς είναι ένας τραγουδιστής που ερμηνεύει με την ίδια φωνή τα τραγούδια του. Παρόλα αυτά, μπορεί να υπάρχουν κάποια κοινά χαρακτηριστικά γνωρίσματα στις παραστάσεις μου, όμως αν τις παρατηρήσει κάποιος, είναι πολύ διαφορετικές η μία από την άλλη. Ας πούμε ο «Αίαντας» με την «Κατερίνα» δεν έχουν καμία σχέση μεταξύ τους και λέω αυτές γιατί ήρθαν πρόσφατα στη Θεσσαλονίκη. Ωστόσο, έχουν σχέση ως προς τον τρόπο, δηλαδή η ευαισθησία, η ποίηση, η ατμόσφαιρα ναι, είναι δικά μου κομμάτια και μοιραία βγαίνουν πάνω στη σκηνή.
Πολύ ωραία στιγμή σου ήταν και το «Χειρόγραφο» με την Χαρούλα Αλεξίου που, αν θυμάμαι καλά, ήταν μετά την «Κατερίνα» σου
Ήταν όντως μία ωραία στιγμή. Καταρχάς, ήταν η πρώτη φορά που η Χαρούλα έκανε κάτι στο θέατρο και εγώ είχα μεγάλη χαρά που ερχόταν να το κάνει μαζί μου και ναι, ήταν μία υπέροχη συνάντηση. Και τρομερά συγκινητική.
Γενικά, βλέπω πως επιστρέφεις και στους ηθοποιούς σου.
Είμαι πολύ σταθερός άνθρωπος σε όλα μου. Δεν το κάνω επίτηδες, έτσι είμαι. Επειδή κάνουμε μία δουλειά που από μόνη της είναι πολύ ανασφαλής, και αλλάζει κάθε σεζόν προσπαθώ να έχω κάποιες σταθερές που με κάνουν να νιώθω λίγο πιο ήσυχος και πιο ασφαλής. Όταν με έναν συνεργάτη τα έχουμε βρει και τα πάμε καλά, δεν έχω λόγο να αλλάζω συνέχεια παρά μόνο αν δεν ταιριάζει σε αυτό που ετοιμάζω. Δεν θα έκανα από την άλλη τίποτα με κάποιον άνθρωπο που δε θα ταίριαζε σε αυτό που ετοίμαζα, μόνο και μόνο επειδή τον συμπαθώ ή επειδή είμαστε φίλοι. Σε μία τέτοια περίπτωση, δεν θα ήταν αυτό καλό ούτε για μένα αλλά ούτε και για τη δουλειά.
Έχεις πάντως το προφίλ του αγαπημένου ανθρώπου τόσο από τον χώρο σου, όσο και από τα ΜΜΕ
Εγώ προσπαθώ πάντα, σε όλη μου τη ζωή, να φέρομαι στους άλλους όπως ακριβώς θα ήθελα να μου φέρονται. Να είμαι σωστός απέναντι τους. Δεν λέω ότι το καταφέρνω πάντα, αλλά σε ένα 90% νομίζω το καταφέρνω αυτό. Θέλω να κάνω ήσυχα τη δουλειά μου, χωρίς πολλά πολλά, χωρίς τυμπανοκρουσίες και να μιλάει η ίδια η δουλειά περισσότερο.
Ως άνθρωπος εσύ πώς είσαι; Είσαι της παρέας, της διασκέδασης ή είναι γενικά πιο μοναχικός;
Είμαι τρομερά μοναχικός, αλλά τώρα είμαι σε μία φάση που αλλάζω. Μου έχουν λείψει οι φίλοι μου, μου έλειψε η κοινωνικότητα. Είμαι ακριβώς σε μία φάση που επιθυμώ να γίνω πιο κοινωνικός, γι’ αυτό και αποφάσισα την επόμενη σεζόν να παίξω όπως σου είπα.
Επειδή είσαι άνθρωπος που αγαπάει το θέατρο, πιστεύεις ότι επηρεάστηκε από όλα αυτά που ακούστηκαν τα τελευταία χρόνια για συναδέλφους σου;
Νομίζω θα ήταν άδικο από δύο ή τρεις περιπτώσεις να επηρεάζεται ένας κλάδος που έχει χιλιάδες εργαζομένους σε μία τέχνη. Όπως επίσης, δε χρειάζεται να χαρακτηρίζονται όλοι από λίγες συμπεριφορές που είναι μετρημένες στα δάχτυλα του ενός χεριού.
Τι αγαπάς στη Θεσσαλονίκη;
Αγαπώ την πόλη. Την παραλία. Τα υπέροχα εστιατόρια. Τους ανθρώπους. Επειδή η Θεσσαλονίκη είναι και μία πόλη που μπορείς και να την περπατήσεις, την μαθαίνεις κι εύκολα.
Τι θα μπορούσες να ευχηθείς στον εαυτό σου;
Εύχομαι να καταφέρω να βρω λίγη χαρά και ανεμελιά παραπάνω γιατί μου έχει λείψει στην πραγματικότητα. Η τελευταία διετία ήταν πολύ δύσκολη, είχα πολλές απώλειες από την οικογένεια μου και θέλω τώρα να βγω ξανά στο φως. Εύχομαι να καταφέρω να αγαπήσω λίγο παραπάνω τον εαυτό μου, γιατί τελευταία δεν έχω ασχοληθεί μαζί του. Προσπαθούσα να εστιάζω στο να είμαι καλός με τους άλλους. Θέλω πια να φέρομαι καλά και σε εμένα λοιπόν, έτσι όπως με τόση ευκολία φέρομαι στους άλλους. Να είμαι πιο ευτυχισμένος. Να απολαύσω λίγο περισσότερο τα καλά πράγματα που μου έχουν συμβεί. Δεν τα έχω απολαύσει μέχρι τώρα. Είναι καιρός…
*Το καλοκαίρι, ο Γιώργος Νανούρης θα κάνει περιοδεία σε όλη την Ελλάδα με τον “Γυάλινο Κόσμο” του Τένεσι Ουίλιαμς, που είχε παρουσιάσει και τον προηγούμενο χρόνο.