Κατερίνα Κλαυδιανού: Η πολυτάλαντη Θεσσαλονικιά που στην Αθήνα κυνηγά το όνειρό της
Θέατρο, χορός και τραγούδι είναι οι αγάπες της νεαρής Θεσσαλονικιάς που δε φοβάται κάθε πρόκληση που παρουσιάζεται μπροστά της
Δεν το βάζει κάτω με τίποτα. Έχει μέσα της… το ασταμάτητο και δεν το λέει απλά, αλλά το δείχνει κιόλας. Η Κατερίνα Κλαυδιανού ανήκει στη νέα γενιά των ηθοποιών της Θεσσαλονίκης που διαθέτει ευρύτητα ταλέντου, συνδυάζοντας την υποκριτική, το χορό και το τραγούδι, αλλά που αναγκάστηκε να μετακομίσει στην Αθήνα, αντιλαμβανόμενη πως στην πόλη της οι ευκαιρίες είναι ελάχιστες.
Κι επειδή, όπως μας λέει στη συνέντευξη στην Parallaxi, τις ευκαιρίες δεν πρέπει απλά να τις κυνηγάς, αλλά να τις δημιουργείς, αποφάσισε να πάει στην Αθήνα, έχοντας ήδη δημιουργήσει θεατρική ομάδα και ετοιμάζεται να φτιάξει και μπάντα.
Συμμετέχει στην παιδική παράσταση «Μαγικός Αυλός» ως πριγκίπισσα Παμίνα, ένας ρόλος απαιτητικός, διότι συνδυάζει υποκριτική, χορό και τραγούδι, ωστόσο αυτό δεν είναι κάτι που την πτοεί. Το αντίθετο. Είναι το κίνητρό της.
Έχει συμμετάσχει και σε άλλες παραστάσεις από το 2016, σε ταινία μικρού μήκους «Το Πάρτυ» από το τμήμα Κινηματογράφου του ΑΠΘ, αλλά και ως βοηθητική ηθοποιός στο ‘Κάνε ότι κοιμάσαι’.
Έχει όλο το μέλλον μπροστά της, το διεκδικεί και το μόνο που φοβάται είναι να μη χάσει τον εαυτό της. Είναι ο μόνος λόγος που θα την έκανε να σταματήσει αυτό που κάνει. Γιατί τίποτε άλλο, ως τώρα, δεν αποτέλεσε ικανό εμπόδιο να την σταματήσει από αυτό που από πολύ μικρή ονειρεύτηκε.
Πώς προέκυψε ο ρόλος της Παμίνα στον Μαγικό Αυλό;
«Ήταν κάτι απίστευτα τυχαίο. Πήγαινα σε ένα στούντιο για πρόβες και γνώρισα μια κοπέλα που έπαιζε στον Καρυοθραύστη και μου ανέφερε για την οντισιόν. Πήγαμε μαζί και έτσι προέκυψε η παράσταση και ο ρόλος στον Μαγικό Αυλό, που θα συνεχιστεί μέχρι τις 28 Απριλίου στο θέατρο Κάτια Δανδουλάκη σε σκηνοθεσία της Τούλας Ζαχαριουδάκη».
Θέατρο, τραγούδι ή χορός;
«Και τα τρία είναι μεγάλες αγάπες. Από μικρή μου άρεσε να μαζεύω τις φίλες μου και να ανεβάζουμε παραστάσεις! Ξεκίνησα να μπαίνω σε ομάδες και σε εργαστήρια, από το Δημοτικό ήμουν στη θεατρική ομάδα, στο Γυμνάσιο πήγαινα αντίστοιχα στην ομάδα του Δήμου Πυλαίας-Χορτιάτη. Μέχρι και να τελειώσω το Λύκειο αποφάσισα να μπω σε Δραματική σχολή, πέρασα παράλληλα και στην Αγγλική φιλολογία. Έδωσα λοιπόν εξετάσεις για την ιδιωτική σχολή Ανδρέας Βουτσινάς, πέρασα με υποτροφία, αλλά έπεσα στα χρόνια του covid, το δεύτερο έτος ήταν όλο μέσω ζουμ. Είμαι όμως πολύ ευχαριστημένη και ήταν τρομερή εμπειρία.
Τι σου έδωσε η Σχολή;
«Με έκανε να αγαπήσω ακόμη περισσότερο το αντικείμενό μου, μου έδωσε παραπάνω ώθηση και είπα να δω τι γίνεται με τα θεατρικά δρώμενα στη Θεσσαλονίκη και να το παλέψω. Πέρυσι ήμουν σε ένα πρόγραμμα χορού για ηθοποιούς και ήθελα να φτιάξω την κίνηση μου, το Redance με τον Κωνσταντίνο Γεράρδο, πήγαινα σε ακροάσεις και άρχισα να αναπτύσσω τη δική μου θεατρική ομάδα.
Κάνω από το 2019 φωνητική, έφτιαξα μια μπάντα και κάναμε ηχογραφήσεις και θέλαμε να το πάμε και στο Live, όμως έσπασε το σχήμα. Κατέβηκα στην Αθήνα να κάνω το σεμινάριο του Θόδωρου Τερζόπουλου που κράτησε ένα μήνα. Βρήκα σπίτι επίσημα και έτρεχα σε ό,τι casting και ακροάσεις υπάρχει. Ωστόσο, δεν έχω αφήσει το τραγούδι και προσπαθήσω να φτιάξω ένα σχήμα κι εδώ».
Γιατί ένα νέο κορίτσι σε αυτή την ηλικία αφήνει τη Θεσσαλονίκη για την Αθήνα;
«Πέρα από το προφανές, ότι στην Αθήνα υπάρχουν περισσότερες δυνατότητες, έδωσα ευκαιρία στη Θεσσαλονίκη και ήθελα να δω τι μπορεί να μου προσφέρει. Δυστυχώς δεν υπάρχει τίποτα στη Θεσσαλονίκη, πέρα από πολύ συγκεκριμένους ανθρώπους με παιδικό θέατρο. Δεν παράγει δικά της έργα, είναι ό,τι έρχεται από Αθήνα ή κάτι πιο μικρό δεν υπήρχε εξέλιξη, όλο το χρόνο πήγα σε 5 ακροάσεις, ενώ στην Αθήνα θα πάω σε 5 ακροάσεις το μήνα.
Είναι πολύ μικρός ο κύκλος, όλοι γνωρίζονται και υπάρχει ένα κύκλωμα, βλέπεις τα ίδια άτομα. Η Αθήνα είναι πιο μεγάλη και είναι πιο εύκολο να εξελιχθείς, είναι πιο κλειστά τα πράγματα στη Θεσσαλονίκη. Είναι πολύ δύσκολο να επιβιώσεις θεατρικά στη Θεσσαλονίκη. Ο μόνος τρόπος είναι να κάνεις ομάδα. Αυτό που πάει καλά στη Θεσσαλονίκη είναι ίσως μόνο το παιδικό θέατρο.
Παράλληλα τώρα έχω φτιάξει μια θεατρική ομάδα και έχουμε δηλώσει συμμετοχή στο φεστιβάλ επί Κολωνώ που γίνεται κάθε χρόνο και ανεβαίνει σε θέατρα της Αθήνας. Λέγεται Atropa Belladona, αποτελείται από 5 γυναίκες και είναι ένα πρωτότυπο έργο. Περιμένουμε να δούμε αν θα μας επιλέξουν για το φεστιβάλ.
Πάντως καταλαβαίνω ότι είσαι πολύ επίμονη και κυνηγάς με πάθος το στόχο σου…
«Έχω το ασταμάτητο μέσα μου, δεν έχει υπάρξει μέρα που να μην κυνηγήσω κάτι. Μου έχουν τύχει και άσχημες εμπειρίες με ακροάσεις περίεργες ή απορρίψεις. Όμως πιστεύω ότι όσο περισσότερο κυνηγάς κάτι, κάτι θα γίνει και θα σου έρθει. Δεν το παίρνω προσωπικά. Δεν έχει να κάνει με τις ικανότητές σου η απόρριψη και αυτή μου δίνει δύναμη να προσπαθήσω ακόμη περισσότερο. Τα όχι είναι περισσότερα από τα ναι, όμως ίσως πρέπει εσύ να δημιουργείς την ευκαιρία αντί για να την κυνηγάς. Είναι δύσκολο, αλλά όμορφο».
Η Αγγλική Φιλολογία πώς προέκυψε ως επιλογή;
«Είχε να κάνει με τη δική μου προσωπική ανασφάλεια. Ήθελα να έχω ένα plan B, να υπάρχει ένα επάγγελμα για να βιοπορίζομαι. Τα αγγλικά είναι μια γλώσσα που μου αρέσει».
Η οικογένειά σου σε στήριξε στην επιλογή του θεάτρου;
«Η οικογένειά μου δεν ήταν ποτέ θετική ώστε να ασχοληθώ επαγγελματικά με το θέατρο. Μου έλεγαν ότι για χόμπι είναι πολύ ωραίο. Όταν αποφάσισα να μπω στη Δραματική Σχολή μου είπαν πως παράλληλα θα πρέπει να τελειώσω την Αγγλική Φιλολογία, ήταν ενός είδους συμφωνία.
Για 3 χρόνια πιεζόμουν να είμαι καλή και στα δύο, αλλά με ενδιέφερε να είμαι μόνο στο ένα, είχα επηρεαστεί από τους δικούς μου και ήθελα να είναι περήφανοι. Δεν ήταν όνειρό μου να γίνω δασκάλα. Το δοκίμασα στην Αθήνα και δούλεψα σε φροντιστήριο για έναν μήνα. Συνειδητοποίησα ότι δεν μου άρεσε και είναι κάτι που μου τρώει χρόνο από τη μέρα μου. Δεν ήθελα να ζήσω μια ζωή που ήθελαν οι δικοί μου. Αποφάσισα να πεισμώσω και να κάνω αυτό που ακόμη κι αν δεν είναι περήφανοι που το κάνω, να καταλάβουν πόσο το αγαπώ».
Πώς είναι να παίζεις σε παιδικό θέατρο; Τα παιδιά είναι πιο αυστηροί κριτές;
«Το παιδί, σε αντίθεση με τον ενήλικα, δε θα δώσει έμφαση στο περιεχόμενο. Δεν έρχονται να δουν την πλοκή του Μαγικού Αυλού, αλλά περισσότερο τα χορευτικά, τα τραγούδια, τα κοστούμια, όλα πρέπει να είναι πιο έντονα για το εξωτερικό περίβλημα. Πρέπει να είσαι 100% ενεργητικός ό,τι κι αν κάνεις επί σκηνής. Υπάρχουν ρόλοι που είσαι συνεχώς επί σκηνής και είναι δύσκολο, γιατί πρέπει να ανταποκρίνονται σε αυτά που λες.
Τα παιδάκια γραπώνονται από αυτές τις εικόνες, ακούμε να λένε ‘ουάου’ και να μαγεύονται και μας ζητούν μετά για φωτογραφίες. Είναι τρελαμένα, σαν να βλέπουν ήρωες της Ντίσνεϊ. Κι εγώ όταν με πήγαιναν σε τέτοιες παραστάσεις οι γονείς μου να δω, έτσι αισθανόμουν».
Η πιο όμορφη στιγμή;
«Όταν ένα αγοράκι ήρθε να μου δώσει ένα λουλούδι. Ήταν πολύ γλυκούλι. Κρεμάστηκε από το φόρεμά μου και μου το έδωσε. Άξιζε και μόνο γι΄ αυτή τη στιγμή».
Διαπιστώνεις κι εσύ στις παραστάσεις αυτή την εξάρτηση των παιδιών από τις οθόνες των κινητών;
«Βλέπω ότι υπάρχει έντονα το στοιχείο του κινητού και μιλώ για παιδιά δημοτικού. Το θεωρώ πρόβλημα αλλά επειδή η εποχή πάντα αλλάζει, μπορεί όντως η τέχνη να βρει τρόπους να αλλάζει κι αυτή. Δε θα πεθάνει ποτέ. Μπορείς να εντάξεις το στοιχείο της τεχνολογίας στην τέχνη, βλέπουμε ότι και οι παραστάσεις πλέον παίζονται και online. Ωστόσο ειδικά στο θέατρο το να βιώνεις από κοντά είναι τελείως διαφορετικό. Συγχαίρω τους γονείς που συνεχίζουν και φέρνουν τα παιδιά στο θέατρο. Φοβόμουν ότι κάποια στιγμή θα πεθάνει αυτό, όμως αντίθετα βλέπω ότι έρχονται πολλά παιδιά και το χαίρονται κι αυτό μου δίνει ελπίδα».
Πώς αισθάνεσαι πάνω στη σκηνή; Τι είναι για σένα τέχνη;
«Οι πρώτες λέξεις που μου έρχονται είναι κατάθεση ψυχής. Κάθε φορά που κάνω τέχνη νιώθω ότι κάνω μια κατάθεση ψυχής. Μέσα από το έργο μου, επιδιώκω ο θεατής να νιώσει είτε λύτρωση είτε προβληματισμό. Η τέχνη αφυπνίζει, ευαισθητοποιεί, λέει πράγματα που δεν μπορούν να ειπωθούν με άλλον τρόπο.
Στην τέχνη δεν μπαίνουν όρια, δεν μπορεί κάποιος να πει ότι πρέπει να σταματήσει κάπου, ότι είναι μέχρι εδώ. Για μένα η τέχνη περιλαμβάνει πολλά πράγματα, δεν είναι μόνο το θέατρο ή ο κινηματογράφος. Ένας καλλιτέχνης μπορεί να δείξει την τέχνη του ακόμη και στο δρόμο, σε έναν τοίχο. Είναι προσωπική υπόθεση αυτό. Κάποιος απ΄έξω μπορεί να μην το θεωρεί τέχνη και να προσπαθεί να βάλει όρια. Για μένα δεν έχει όριο αυτό».
Ποιες ήταν οι επιρροές για να αγαπήσεις την υποκριτική;
«Η στιγμή που συγκλονίστηκα είναι όταν παρακολούθησα το πρώτο μου μιούζικαλ, όχι σε ταινία, αλλά σε θέατρο. Ήταν το Mamma Mia και συνειδητοποίησα πόσο με μάγευε ολο αυτό. Ο συνδυασμός αυτός με θέατρο και τραγούδι. Ξεκίνησε η περίοδος που έψαχνα την τέχνη του μιούζικαλ και είπα από μέσα μου μακάρι να φτάσω να παίζω στο Μπρόντγουεϊ! Αυτό που μου έδινε κίνητρο, όποιος έμπαινε στο εφηβικό μου δωμάτιο έβλεπε τέτοιες αφίσες. Τα όνειρα είναι καλά γιατί μας δείχνουν εκεί που θέλουμε να φτάσουμε.
Μπαίνοντας στη Σχολή επηρεάστηκα από το είδος του σωματικού θεάτρου και μου πρότειναν να παρακολουθήσω το σεμινάριο του κ. Τερζόπουλου. Μαγεύτηκα από αυτές τις γνώσεις και αποφάσισα ότι είναι ένα είδος που θέλω να κυνηγήσω. Οπότε αυτές ήταν οι δύο επιρροές μου».
Εχεις κάποιο πρότυπο;
«Αν κάτι υπάρχει ως πρότυπο είναι η μαμά μου. Θαυμάζω ότι είναι πολύ εργατική και παθιασμένη, προσηλωμένη σε αυτό που κάνει. Τη θαύμαζα πώς έκανε 500 πράγματα και ήταν πολύ καλή και έλεγα πως κι εγώ ό,τι επιλέξω να κάνω θέλω να το κάνω έτσι. Το πάθος είναι ωραίο να υπάρχει, είναι αυτό που σου δίνει δύναμη να συνεχίσεις ακόμη κι αν χάσεις λίγο τον εαυτό σου ή δεν ξέρεις τι να κάνεις. Σου δίνει κίνητρο για να προχωρήσεις».
Από σκηνοθέτες;
«Το καλοκαίρι παρακολούθησα την Αντιγόνη σε σκηνοθεσία του Σάββα Στρούμπου που είναι συνεργάτης του κ. Τερζόπουλου. Είναι η καλύτερη Αντιγόνη που έχω δει γιατί είναι επηρεασμένος από τη συγκεκριμένη μέθοδο της σωματικότητας. Δεν έχω προσηλωθεί περισσότερο σε αρχαίο κείμενο γιατί έβγαινε μέσα από τη σωματικότητα και ήμουν εκεί 100%.
Από ξένους σκηνοθέτες ο Ντάμιεν Σαζέλ, που έκανε το La La land και τη Βαβυλώνα. Με έχει επηρεάσει, χρησιμοποιεί την έννοια της μουσικότητας, την τζαζ, έχει ένα ρυθμό που εναλλάσσεται ανάλογα με τη μουσική. Είναι κάτι που με μαγεύει και είναι σαν να βλέπεις μουσική ταινία. Τον θαυμάζω. Το La La Land είναι μία από τις αγαπημένες μου ταινίες, γιατί μας υπενθυμίζει το πόσα πρέπει να θυσιάζεις για την τέχνη.
Φυσικά αγαπώ πολύ τον και Γιώργο Λάνθιμο για την δουλειά του, μαγεύτηκα από το Poor Things. Βλέπω πόσο πολύ έχει εξελιχθεί ποιοτικά από άποψη περιεχόμενου. Είναι αξιοθαύμαστη η πορεία του. Η Έμα Στόουν η μούσα του, είναι μια τις αγαπημένες μου ηθοποιούς».
Συμμετείχες και στην τηλεοπτική σειρά ‘Κάνε ότι κοιμάσαι’…
«Ναι ήμουν στους βοηθητικούς ηθοποιούς. Ήμουν για πρώτη φορά σε σετ και είδα πώς γίνονται τα γυρίσματα. Είναι σίγουρα κουραστικό γιατί είσαι πολλές ώρες αλλά είναι ωραία η διαδικασία. Κάλεσαν παιδιά σε ανοιχτή ακρόαση για να έρθει όποιος θέλει για τους βασικούς ρόλους. Δε με φοβίζει η τηλεόραση. Σκέφτομαι μήπως βγω πολύ θεατρική αλλά μου αρέσει σαν πρόκληση και θα ήθελα να κοιτάξω προς τηλεόραση και κινηματογράφο».
Παρακολουθείς σειρές στην τηλεόραση;
«Ο χρόνος είναι περιορισμένος, προσπαθώ να ενημερώνομαι, δεν έχω πολλές ώρες στη διάθεσή μου, αλλά είδα το Milky Way, το Maestro, το ‘Κάνε ότι κοιμάσαι’. Ποιοτικά ανεβαίνει η τηλεόραση, ο τρόπος που είναι γυρισμένες οι σειρές είναι πολύ καλός και δίνονται ευκαιρίες σε νέα παιδιά».
Ασχολείσαι με τα social media και πόσο σημαντικά τα θεωρείς στην ζωή μας;
«Ξέρω ότι είναι σημαντικό κομμάτι για τη δουλειά μου. Είναι ένα μέσο προβολής του εαυτού σο. Θα μπορούσα να ασχοληθώ περισσότερο με υλικό, να ανεβάζω πιο συχνά γιατί θα με βοηθήσει, όμως με κουράζει λίγο και δε με αφορά να δίνω λογαριασμό για όσα κάνω. Νιώθω μια υποχρέωση λόγω του επαγγέλματός μου και κάνω ένα update.
Τα social media γεννούν ανασφάλειες στη γενιά μας, το Tik tok το έχω ανοίξει και το έχω διαγράψει, είναι ένα τεράστιο χαζευτήρι, κάθεσαι για ώρες και βλέπεις χωρίς να το αντιληφθείς. Υπό άλλες συνθήκες δε θα ήθελα να υπάρχει.
Εχουμε μια τάση να ξεχνάμε την ουσία, όλα έχουν γίνει πιο επιφανειακά πλέον. Κοιτάμε μόνο τα αγαθά, τον καταναλωτισμό και αυτό ίσως δημιουργεί μια πιο καταθλιπτική γενιά.
Η φιλία και ο έρωτας έχουν χάσει το βάθος τους κι αυτό οφείλεται σε ένα βαθμό και στα social media. Μένουμε στην εικόνα, δεν προσπαθούμε να γνωρίσουμε πραγματικά ο ένας τον άλον, τα αφήνουμε όλα στην επιφάνεια. Έχω 1.000 φίλους όμως αυτό δεν ισχύει στην ουσία. Στέλνουμε μηνύματα ο ένας στον άλλον και κάποια στιγμή αυτό σταματάει για κάποιο λόγο.
Έχουν γίνει όλα ένας αχταρμάς. Η οικογένεια αποδομείται περισσότερο πλέον, οι οικογενειακές σχέσεις δοκιμάστηκαν στην καραντίνα, υπήρξαν εντάσεις».
Η σχέση με το χρήμα;
«Δεν μου αρέσει να νιώθω εξαρτημένη από αυτό. Ποτέ δεν μεγάλωσα και είπα ότι θέλω να μεγαλώσω για να αποκτήσω λεφτά. Η οικογένειά μου με μεγαλωσε με αυτή τη νοοτροπία. Ήμουν πάντα υπέρ του να είμαι ευτυχισμένη και όσα καταφέρω να βγάλω.
Η γιαγιά μου είπε ότι κι αν επιλέξεις να κάνεις, να το κάνεις μέχρι εκεί που πιστεύεις ότι δεν θα χάσεις τον εαυτό σου. Μου έχει μείνει αυτό. Δεν πρέπει να χανόμαστε μέσα σε αυτό που κάνουμε, ακόμη κι αν το αγαπάμε».
Τι θα συμβούλευες έναν νέο που ονειρεύεται να γίνει ηθοποιός;
«Μην φοβηθείς και μην ακούσεις ποτέ κανέναν. Κάνε όνειρα. Τα μεγάλα όνειρα είναι τρομακτικά και είναι πηγή δύναμης».