Λιωμένο βούτυρο: Η γυναικοκτονία που συντάραξε τη Θεσσαλονίκη «ζωντανεύει» μπροστά στα μάτια μας
Η Λούλα δολοφονείται από τον σύζυγό της Τάσο σε ξενοδοχείο της Εγνατίας και ο συγγραφέας Σάκης Σερέφας μεταφέρει την ιστορία στη θεατρική σκηνή
Στα 1950: Η Λούλα εγκαταλείπει τον προσφάτως (έξι μήνες παντρεμένοι) σύζυγό της, Τάσο, από το χωριό των Σερρών, όπου ζουν μαζί, διότι δεν τηρεί αυτό που της είχε υποσχεθεί: Να πάνε στη μεγάλη πόλη, για να ακολουθήσει το όνειρό της να γίνει τραγουδίστρια.
Φτάνει στη Θεσσαλονίκη για να κυνηγήσει την μεγάλη της επιθυμία. Ο Tάσος δεν το αφήνει να περάσει έτσι. Αν και βρισκόταν στο χωριό λόγω δυσμενούς μετάθεσης, βλέπει την αγαπημένη του να φεύγει και αποφασίζει να την καταδιώξει.
Την βρίσκει στη Θεσσαλονίκη. Μένει στο ξενοδοχείο ‘Σέρραι’, επί της οδού Εγνατίας. Την πείθει να συναντηθούν και να περάσουν το βράδυ μαζί.
Θα φάνε και θα πιούν μαζί σε μια ταβέρνα, κοντά στο ξενοδοχείο. Θα γλεντήσουν. Τραγική ειρωνεία. Το εστιατόριο ονομάζεται «Κάτω κόσμος», προφανώς εξαιτίας των σκαλιών που πρέπει να κατέβεις. Τέσσερις ώρες μετά, η Λούλα θα βρίσκεται στον κάτω κόσμο των νεκρών από τα χέρια του «αγαπημένου» της.
Μία γυναικοκτονία στα χρόνια που ο όρος όχι απλά δεν καθιερωθεί, αλλά ούτε καν μπορεί να αποτυπωθεί ως ιδέα σε προοδευτικά μυαλά.
Η δολοφονία θα γίνει στο δωμάτιο 9 του ξενοδοχείου. Το ζευγάρι θα πάει εκεί μετά το φαγοπότι, θα κάνει έρωτα για τελευταία φορά, μα η Λούλα δεν θα πειστεί ποτέ να επιστρέψει στο χωριό, γιατί θέλει να συνεχίσει την καριέρα που μόλις είχε αρχίσει ως «ντιζέζ» (τραγουδίστρια λαϊκού ρεπερτορίου).
Το τυφλό ερωτικό πάθος και ο λαβωμένος εγωισμός του Τάσου, εξαιτίας των στερεοτύπων της εποχής, τον οδηγούν στο αποτρόπαιο έγκλημα. Βρίσκει ένα παρατημένο ρουλεμάν στο μπλακόνι, μπαίνει στο δωμάτιο και χτυπά τη Λούλα. Έπειτα την αποτελειώνει στραγγαλίζοντάς την. Ανάβει το ένα τσιγάρο μετά το άλλο πλάι στο νεκρό σώμα της. Μόλις ξημερώνει πηγαίνει στην αστυνομία και παραδίδεται. Το θέμα προκαλεί την κοινή γνώμη στις εφημερίδες της εποχής.
Λίγο μετά το 2000: Ο συγγραφέας ερευνητής σε μία από τις αγαπημένες του συνήθειες, ξεφυλλίζει εφημερίδες και ψάχνει το θέμα. Σκαλώνει το μάτι του στον τίτλο. Διαβάζει το ρεπορτάζ, διαπιστώνει την τραγική ειρωνεία. «Και να μη θέλεις να γίνεις συγγραφέας, με ένα τέτοιο θέμα γίνεσαι», σκέφτηκε γελώντας.
Γράφει. «Θα γίνω ντιζέζ», ο τίτλος του βιβλίου που κυκλοφορεί το 2006 από τις εκδόσεις Μεταίχμιο.
Λίγα χρόνια αργότερα, το μεταφέρει σε θεατρικό με τίτλο «Λιωμένο βούτυρο», το οποίο συμπεριλαμβάνεται στο βιβλίο του «Άπαντα τα Θεατρικά» (εκδ. Αιγόκερως).
Το στέλνει στο Γιάννη Χουβαρδά (καλλιτεχνικός διευθυντής του Εθνικού τότε). Το πίστεψε και σε λίγο καιρό το έργο παίζεται στην Πειραματική Σκηνή του Εθνικού Θεάτρου, έπειτα στο θέατρο Χώρα, σκηνοθετημένο από τον Σίμο Κακάλα, σε μια παράσταση που ανέδειξε τόσο την γελοία όσο και την τραγική διάσταση που έχουν οι ζωές μας και το πεπρωμένο μας.
Το έργο συνέχισε να ταξιδεύει ανά την Ελλάδα.
Το Λιωμένο Βούτυρο του Σάκη Σερέφα αναβιώνει σήμερα (14/5) και αύριο (15/5) στη Θεσσαλονίκη, στην Ανοιχτή Θεατρική Σκηνή (Δημοτικό Θέατρο Άνετον), υπό την αιγίδα του Δήμου Θεσσαλονίκης.
Μάης 2025: Ο συγγραφέας μιλά στην Parallaxi με αφορμή την παράσταση.
«Το έργο είναι βασισμένο σε έναν αληθινό φόνο, καταχωνιασμένο στις μέσα σελίδες των εφημερίδων. Οι γυναικοκτονίες ήταν ένα συχνό φαινόμενο για την εποχή, δεν έπαιρναν όμως μεγάλη δημοσιότητα. Συχνές ήταν και οι δολοφονίες ανδρών από τις γυναίκες τους, κάτι που δείχνει την καταπίεση που δέχονταν πολλές γυναίκες, όταν δεν μπορούσαν να ξεφύγουν από τον βασανιστή σύζυγο. Φυσικά υπήρχαν κι άλλες περιπτώσεις, γυναίκες που μπορεί να είχαν εραστή, όπως για παράδειγμα στην ιστορία που βασίστηκε η Αναπαράσταση του Αγγελόπουλου.
Ο κοινός παρονομαστής όλων αυτών λέγεται πάθος που τυφλώνει τον άνθρωπο. Φυσικά εδώ είναι και το στερεότυπο της εποχής ότι ένας άνδρας μπορεί να νιώθει μειονεκτικά, επειδή θα λένε όλοι ότι είναι ο κερατάς από την μπουζουκτσού γυναίκα του. Εκείνη την εποχή δεν μπορούσες να ξεφύγεις από το τρίτο μάτι, ακόμη και ένα διαζύγιο τότε ήταν ένα κοινωνικό στίγμα. Σκεφτείτε τους όρους ζωντοχήρος και ζωντοχήρα. Μπορεί να τις πεις τώρα σε νέα παιδιά και να σε κοιτούν περίεργα. Κι όμως. Είναι το βάρος που κουβαλούν οι λέξεις, μέσα σε ένα κοινωνικό πλαίσιο».
«Αυτή η υπόθεση μπουρδουκλώθηκε στα πόδια μου και αιχμαλώτισε το βλέμμα μου»
Γιατί όμως αυτή η υπόθεση και όχι κάποια άλλη; Τι είναι αυτό που την κάνει τόσο ζωντανή στα μάτια μας, σήμερα, 75 χρόνια μετά;
Ο Σάκης Σερέφας το περιγράφει γλαφυρά.
«Πολύ απλά γιατί καθημερινά περνούσα μπροστά από το μπαλκόνι του ξενοδοχείου και από το συγκεκριμένο δωμάτιο. Η υπόθεση μπουρδουκλώθηκε στα πόδια μου και αιχμαλώτισε το βλέμμα μου, γιατί ήταν μέσα στις καθημερινές μου διαδρομές. Ακολούθησε η έρευνα.
Έτσι προέκυψαν κι άλλα, όπως η ποιητική συλλογή ‘Γιάννης Μαρία Χένριξ’ (εκδ. Ίκαρος) που αναφέρεται σε βίαια περιστατικά ατυχημάτων ή εγκλημάτων, αλλά και το ‘Εδώ: Τόποι βίας στη Θεσσαλονίκη’ (εκδ. Άγρα), ένα οδοιπορικό βίας και θανάτου του αναγνώστη, μέσα στην ίδια του την πόλη.
Και το επόμενο επίσης, με τίτλο ‘Πέτα το στη θάλασσα’ που θα αναφέρεται σε μία βρεφοκτονία που συντάραξε τη Θεσσαλονίκη πριν από αρκετές δεκαετίες».
Ο συγγραφέας στο Λιωμένο Βούτυρο παραποίησε ορισμένα στοιχεία για λόγους προσωπικών δεδομένων.
Ζητούσαν το δωμάτιο 9!
Υπάρχουν όμως κάποια γεγονότα που ακόμη και μετά τη συγγραφή εντυπωσιάζουν. Και προκαλούν σκέψεις για τον άνθρωπο.
Το πιο τρανταχτό: Όταν το έργο παιζόταν στο Εθνικό Θέατρο, τηλεφωνούσαν από το ξενοδοχείο λέγοντας ότι αρκετοί ήταν αυτοί που πήγαιναν και ζητούσαν το δωμάτιο 9, όπου είχε γίνει το φρικτό έγκλημα. Έγινε και αξιοθέατο..
Όσο για το λόγο που το θεατρικό ονομάστηκε «Λιωμένο βούτυρο»;
Η απάντηση έρχεται μέσα από τα όσα είπε ο ιατροδικαστής Φιλίππου μετά το έγκλημα.
«Πρέπει να σας πω ότι κάθε τόπος όπου γίνεται ένα φονικό έχει τη δική του ξεχωριστή μυρωδιά στην ατμόσφαιρα. Άλλοι τόποι μυρίζουν μούχλα, σα να καθυστέρησε να γίνει ο φόνος, σα να έπρεπε να γίνει πολύ καιρό πριν από την ώρα που έγινε. Άλλες φορές ο αέρας γύρω από το θύμα μυρίζει σαν εξάτμιση από μοτοσακό, σημάδι πως όλα έγιναν με μεγάλη φούρια. Στην περίπτωση της Λούλας, ο αέρας γύρω της είχε μια οσμή γλυκερή, μα και τραχιά.
Σα λιωμένο βούτυρο που ξίνισε.
Αυτό σημαίνει πως μια μαλακιά ψυχή ακούμπησε πάνω σε κάτι καυτό που την έλιωσε.
Και βέβαια, αναφέρομαι στην ψυχή του δράστη.
Αυτός ήτανε το βούτυρο μέσα σ’ εκείνο το δωμάτιο.
Άμα βλέπατε κι εσείς αυτό που αντίκρισα κι εγώ, τότε, θα καταλαβαίνατε τι μανία την πιάνει την ψυχή την ώρα που λιώνει και χάνει το σχήμα της.
Μαντάρα τα κάνει όλα!».
To «Λιωμένο βούτυρο» παρουσιάζεται σήμερα Τετάρτη και αύριο Πέμπτη, 14 και 15 Μαΐου, στις 21:15, στο δημοτικό θέατρο Άνετον, στη Θεσσαλονίκη.
Σκηνοθετεί ο Γιώργος Μιχαλάκος, ενώ δύο ηθοποιοί καλούνται να πουν αυτή την ιστορία αρχικά ως αφηγητές, ενσαρκώνοντας παράλληλα όλους τους «δευτερεύοντες» ρόλους, αλλά και τους «τραγικούς» χαρακτήρες του Τάσου και της Λούλας. Ο κάθε ηθοποιός περνάει από τουλάχιστον έξι διαφορετικούς ρόλους. Η μουσική τις περισσότερες φορές εκτελείται ζωντανά από τους ηθοποιούς, χρησιμοποιώντας τη φωνή τους και ένα πιάνο.
Όπως τόνισε η ηθοποιός Ελίνα Αντωνίου, ηθοποιός, που υποδύεται τη Λούλα, πρόκειται για μία παράσταση με συνεχείς εναλλαγές, που προσπαθεί να αυτοπροσδιοριστεί ως κωμωδία, όμως, παράλληλα, θίγει ένα θέμα άκρως τραγικό και επίκαιρο, την γυναικοκτονία. Η Λούλα είναι νεκρή από την αρχή μέχρι το τέλος… αλλά μέσα από τα μάτια των άλλων.
«Το έργο, ανήκει στο είδος του «μετά-θεάτρου», δηλαδή θέατρο μέσα στο θέατρο. Σε κάθε σκηνή ο ένας ηθοποιός θα υποδύεται τον αφηγητή που κινεί τα νήματα της ιστορίας, και ο άλλος τον μάρτυρα. Αυτό στην επόμενη σκηνή θα αντιστραφεί. Παράλληλα, σε όλες τις σκηνές, θα πρέπει να υποδυθούμε και τους ρόλους του ζευγαριού», λέει ο ηθοποιός Μιχάλης Στεφανίδης.
ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ
Συγγραφέας: Σάκης Σερέφας Σκηνοθεσία: Γιώργος Μιχαλάκος Δραματουργία: Άρια Χατζόγλου Πρώτη εκδοχή παράστασης: Ελευθερία Βεργίδου Σκηνογραφία: Η Ομάδα Φωτισμοί: Αριστοτέλης Αρμάντο Μέμα Μουσική Επιμέλεια: Μιχάλης Στεφανίδης Φωτογραφίες: Αθηνά Χαϊκάλη, Αναστασία Λουλέ Οργάνωση παραγωγής: Γιώργος Μιχαλάκος Επικοινωνία: Μαρία Τότσκα
Παίζουν: Ελίνα Αντωνίου & Μιχάλης Στεφανίδης
Πληροφορίες παράστασης Τετάρτη 14 & Πέμπτη 15 Μαΐου 2025 Ώρα έναρξης 21.15 Δημοτικό Θέατρο Άνετον (Παρασκευοπούλου 42) Διάρκεια 70’ Εισιτήρια μέσω more.com https://www.more.com/gr-el/tickets/theater/festival/liomeno-boutyro-tou-saki-serefa/
Τιμές εισιτηρίων: € 14 Κανονικό εισιτήριο € 10 Μειωμένο εισιτήριο (Φοιτητικό, Θεατρικές ατέλειες, Ανέργων, Άνω των 65, ΑμεΑ)
*Τα αποκόμματα των εφημερίδων είναι από το προσωπικό αρχείο του Σάκη Σερέφα