μπήκαμε-στις-πρόβες-της-νέας-παράστασ-1143049

Θέατρο

Μπήκαμε στις πρόβες της νέας παράστασης του Δημήτρη Καραντζά για το Κρατικό Θέατρο

Η μεταμόρφωση του καλού σε έναν κόσμο κακών - Όσα είδαμε, συζητήσαμε και φωτογραφίσαμε λίγο πριν την πρεμιέρα στη Θεσσαλονίκη

Γιώργος Σταυρακίδης
Γιώργος Σταυρακίδης

Τρεις θεοί κατεβαίνουν στη γη για να βρουν καλούς ανθρώπους και να δικαιολογήσουν τη θεϊκή ύπαρξή τους. Φτάνοντας στο Σετσουάν, στην Κίνα, ανακαλύπτουν τον μοναδικό καλό άνθρωπο του κόσμου, τη Σεν Τε, μία πόρνη που είναι η μόνη που ανοίγει το φτωχικό της για να τους φιλοξενήσει. Οι θεοί την ανταμείβουν πλουσιοπάροχα, ώστε ν’ αφήσει την πορνεία, κι εκείνη πράγματι αλλάζει ζωή και ανοίγει ένα καπνοπωλείο. Γύρω της όμως μαζεύονται άνθρωποι που την εκμεταλλεύονται και, προκειμένου να τους αντιμετωπίσει, η Σεν Τε εφευρίσκει τον δήθεν ξάδελφό της Σουί Τα, παίρνοντας τη μορφή του όποτε οι περιστάσεις το απαιτούν…

Αυτή είναι η υπόθεση του συγκλονιστικού και απόλυτα επίκαιρου έργου του Μπέρτολτ Μπρεχτ “Ο καλός άνθρωπος του Σεντσουάν” που γράφτηκε την περίοδο 1926-1941 και που επέλεξε να καταπιαστεί ο σκηνοθέτης Δημήτρης Καραντζάς στην πρώτη του συνεργασία με το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος, κάνοντας μία σπουδαία παράσταση στο Βασιλικό Θέατρο με μία ομάδα ικανών ηθοποιών του αξιόλογου δυναμικού του ΚΘΒΕ και την ξεχωριστή Ιωάννα Δεμερτζίδου στον απαιτητικό, πρωταγωνιστικό ρόλο της Σεν Τε που «μεταμορφώνεται» σε Σουί Τα.


Φωτογραφίες για την Parallaxi : Ευθύμης Βλάχος


Ο Μπρεχτ γράφει ενώ ο Β΄ Παγκόσμιος πόλεμος είναι σε εξέλιξη και ο ίδιος εξόριστος, εκτός Γερμανίας. Μέσα από την παραβολή, την αλληγορία, την ιστορία της κεντρικής ηρωίδας, της καλοκάγαθης πόρνης Σεν Τε από το Σετσουάν, καταδεικνύει την ανθρώπινη φύση που πάλλεται ανάμεσα στο καλό και το κακό, τη λογική και το συναίσθημα, την εσωτερική παρόρμηση και τις κοινωνικές επιταγές.

Για την ιστορία να πούμε πως την Σεν Τε, όπως και τους περισσότερους γυναικείους ρόλους στα έργα του ο Μπρεχτ, τους έγραψε για να ερμηνευθούν από την τρίτη σύζυγό του, την ηθοποιό Helene Weigel, «μούσα», συνεργάτιδα και σύντροφό του μέχρι το τέλος της ζωής του.

Στον “Καλό άνθρωπο του Σετσουάν”, ο συγγραφέας αντιμετωπίζει το πρόβλημα του καλού και του κακού. Κι αναρωτιέται: Μπορεί ένας καλός άνθρωπος να ζήσει με καλοσύνη και να μείνει καλός στον κόσμο ετούτον, που ‘ναι γεμάτος κακία κι όπου βασιλεύει το αξίωμα «homo homini lupus»;… Το ερώτημα μένει, για τον συγγραφέα και την ηρωίδα του (τον μόνο καλόν άνθρωπο σ’ όλο το Σετσουάν και σε όλη τη γη), που η καλοσύνη της την οδηγεί στη συμφορά, η αγάπη στη δυστυχία, ο έρωτας στην απελπισία…

Λίγες ώρες πριν την μεγάλη πρεμιέρα του έργου στο κοινό της Θεσσαλονίκης, μπήκαμε για την Parallaxi σε μία από τις τελευταίες πρόβες και αφεθήκαμε στην αισθητική και το όραμα ενός σκηνοθέτη που διαχρονικά έχει παρουσιάσει δουλειές που αντισταθμίζονται με τα δικά του πιστεύω, ειδικά αν έχει τύχει να μιλήσεις μαζί του ή να διαβάσεις συνεντεύξεις του.

Ο Δημήτρης Καραντζάς έχει μια πολύ ξεκάθαρη εικόνα και άποψη για την πραγματικότητα που ζούμε, και κάθε φορά που του δίνεται η επιλογή, τα περνάει στα δημιουργήματα του με στόχο και σκοπό να “συνομιλήσει” με το κοινό του με αυτόν τον τρόπο. Φτιάχνει μια παράσταση εμπνευσμένη από το ιδεώδες του Μπρεχτ, γεμάτη εντάσεις και μηνύματα που κάθε άλλο παρά σε κάνουν να βαρεθείς στη διάρκεια της. Σίγουρα σε αυτό μετρά και η ενέργεια των 21 ηθοποιών του, η ζωντανή μουσική επί σκηνής και η υψηλή γνώση του Δημήτρη Καμαρωτού στη δημιουργία μουσικής για το θέατρο που για ακόμα μία φορά σε παράσταση του Καραντζά μεγαλουργεί.

Για την παράσταση και τη συνεργασία τους, μιλούν στην Parallaxi τόσο ο Δημήτρης Καραντζάς, όσο και η πρωταγωνίστρια του Ιωάννα Δεμερτζίδου.

Ιωάννα Δεμερτζίδου: “Θέλω να πιστεύω πως το θέατρο είναι ικανό να ταρακουνήσει τους ανθρώπους”

Ο ρόλος μου είχε πολλές απαιτήσεις. Είναι και η έκταση του πολύ μεγάλη και είναι και τα πράγματα που διακυβεύονται πολύ βαθιά και πολύ προσωπικά με τεράστιες ρωγμές. Μιλάμε για επίκαιρα νοήματα ειδικά όσο αφορά το ζήτημα της ηθικής και ζητήματα υπαρξιακά και φιλοσοφικά. Είναι πολύ σοβαρό το αν μπορώ να παραμείνω ηθικός σε έναν κόσμο ο οποίος τρέχει να σε κατασπαράξει και να πάρει ό, τι μπορεί από σένα. Πόσο καλός μπορεί να είσαι με τους άλλους, με τον εαυτό σου σε έναν κόσμο που γύρω μας τρέχει μία ακατάπαυστη βία και μία κακία που μας ξεπερνά. Με απασχολεί πολύ όλο αυτό, δε μπορεί να συλλάβει το κεφάλι μου το μέγεθος της βίας που υφιστάμεθα σαν άνθρωποι από όλες τις πλευρές, από συνανθρώπους, από την κατάσταση στη χώρα, από τον εαυτό μας πολλές φορές. Θέλω να πιστεύω πως δεν την συνηθίζουμε αυτή τη βία, αλλά δυστυχώς εξοικειωνόμαστε και πολλές φορές δεν αντιδρούμε όσο θα έπρεπε.

Θέλω μετά την παράσταση οι θεατές να συνειδητοποιήσουν σε τι κόσμο ζούμε πραγματικά και τι κάνει ο καθένας μας γι’ αυτό. Γιατί δεν αλλάζει ο κόσμος από τη μια στιγμή στην άλλη, πρέπει να κάνει ο καθένας κάτι προσωπικό. Θέλω να πιστεύω πως το θέατρο είναι ικανό να ταρακουνήσει τους ανθρώπους. Όταν έχεις κάτι ουσιαστικό να πεις και το καταθέτεις με την καρδιά σου και τη ψυχή σου και ξέρεις ότι αφορά αυτό, πρέπει να ακουμπήσει. Γιατί το μισό είναι αυτό που καταθέτεις εσύ και το άλλο μισό είναι τι αυτιά έχουν καλλιεργηθεί για να ακούσουν αυτά που λέμε. Όλοι μας και οι 21 άνθρωποι που είμαστε πάνω στη σκηνή δίνουμε κάτι. Είναι μία τεράστια ευθύνη αυτό και ένα τεράστιο μοίρασμα. Είναι σημαντικό να θυμάσαι την ομαδικότητα και είμαστε εδώ ο ένας για τον άλλον, δεν είμαστε μόνοι μας.

Ο Δημήτρης είναι απαιτητικός, χωρίς να χρησιμοποιώ τη λέξη με αρνητική χροιά. Ήταν πραγματικά σαν να έκανα ξανά σπουδές, σαν να έκανα ξανά μαθήματα. Πρόκειται για μία πολύ ωραία συγκυρία και χαίρομαι πραγματικά πάρα πολύ για αυτή τη συνάντηση.

Δημήτρης Καραντζάς: “Eπειδή έχουμε γίνει πολύ σκληροί, κυνικοί και ματαιωμένοι, έχουμε φύγει λίγο από την καλοσύνη”

Μια συζήτηση με τον Δημήτρη Καραντζά έχει πάντα ενδιαφέρον και πολλές αναφορές στην κοινωνία και στα κακώς κείμενα της. Μεταξύ της τέχνης και της ευαισθησίας του ως σκηνοθέτη αλλά και ως άνθρωπο, μιλάει στην Parallaxi για την επιλογή του να ανεβάσει Μπρεχτ και όλα όσα πρέπει να ξέρουμε για τη νέα θεατρική του πρόταση σε συνεργασία με το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος

Πώς σε βρίσκω καλλιτεχνικά;

Νομίζω ότι συμβαίνει κάτι παράδοξο. Τα τελευταία χρόνια έχω αποχωρήσει κάπως από προηγούμενες εμμονές και αγωνίες, κάτι που πολλές φορές με κάνει να αναρωτιέμαι που έχουν πάει αυτά που είχα τότε. Όμως καταλαβαίνω ότι μαλακώνοντας πράγματα, κάπως έχουνε εμβαθύνει κάποιες σκέψεις για το θέατρο. Δηλαδή μπορεί κάποια εργαλεία να είναι κοινά, αλλά ο τρόπος προσέγγισης είναι λίγο πιο ελεύθερος. Νιώθω κάπως πιο ελεύθερος αλλά επειδή κάθε χρόνο δουλεύω πολύ, αυτό μου δημιουργεί μια απενοχοποίηση στο να ξεκολλήσω λίγο από πράγματα που άλλες φορές με έχουν εγκλωβίσει. Σίγουρα δεν μετανιώνω για κάτι. Πολλές φορές είναι απαραίτητος και ο εγκλωβισμός για να καταλάβεις τελικά τι σε ενδιαφέρει και τι όχι. Βρίσκεις τρόπους να αφυπνίζεσαι και να ξυπνάς τον εαυτό σου για να μη βαριέται. Και εγώ δεν μπορώ να δεχτώ να βαριέμαι το θέατρο πού είναι τόσο ζωτικό για μένα.

Είναι δική σου επιλογή το έργο αυτό;

Είναι δική μου επιλογή. Αναζητούσαμε τότε επί προγραμματισμού ένα έργο για μεγάλη σκηνή με πολλούς ηθοποιούς. Οπότε αυτό έπαιξε ένα ρόλο. Θα μπορούσα όμως να κάνω Σαίξπηρ, Τσέχωφ ή κάτι άλλο, υπάρχουν άλλωστε πολλά έργα. Επέλεξα όμως Μπρεχτ από απλή περιέργεια. Ήθελα κάτι έξω από τα νερά μου, έξω από όσα γνωρίζω. Και σε συνδυασμό με το επίπεδο πνεύματος και λόγω πολιτικής θέσης, είμαι πολύ κοντά. Υφολογικά δεν ήξερα όμως αν τον καταλαβαίνω ακριβώς, αν με πορώνει ακριβώς. Τελικά όχι μόνο με πορώνει, έχω μεγάλο ενθουσιασμό. Γιατί κατάλαβα ότι έχει κάποια σκηνικά εργαλεία τα οποία είναι χρήσιμα σκηνοθετικά. Έχει ένα τέτοιο άναρχο ύφος που μπορεί να είναι ψυχολογικό, μη ψυχολογικό, διδακτικό, υπονομευτικό του διδακτικού, να έχει χιούμορ -που δεν το περίμενα – και να είναι τόσο απόλυτα βαθύ.

Υποθέτω ότι παίζει ρόλο και η κοινωνική πραγματικότητα στην επιλογή ενός τέτοιου έργου.

Φυσικά. Σίγουρα έχει να κάνει με το κομμάτι του τι θέλω να επικοινωνήσω κάθε φορά και ειδικά τελευταία, και με τους «Πέρσες» και με το «Σπίτι» που κάναμε στην Στέγη αλλά και με αυτό το έργο νομίζω ότι ελευθερώνομαι κάπως από το κακώς εννοούμενο στρατευμένο, ότι κάπως έχει σημασία οι καλλιτέχνες να μπορούν να αρθρώνουν ένα επιχείρημα εφόσον έρχονται σε επαφή με το κοινό. Νομίζω ότι το θέατρο της ψυχαγωγίας μόνο, τις διασκέδασης μόνο, του λαοφιλούς προσώπου που πας να δεις από κοντά χωρίς να περιμένεις τίποτα άλλο, μου φαίνεται πια επικίνδυνο. Όχι ότι κάνει κακό σε αυτούς που το κάνουν, αλλά είναι κρίμα όταν υπάρχουν τόσα επιχειρήματα και τόσες ιδέες και έργα που σε περιμένουν κάθε στιγμή να αφυπνίσεις και να συνομιλήσεις τόσο ευθέως, να το παρακάμπτεις. Νομίζω ότι είναι πολύ κρίσιμη η στιγμή. Είναι ακραία τα πράγματα. Έχουμε συνηθίσει να ζούμε στον φασισμό διεθνώς και πια έχουν χάσει και οι λέξεις το νόημα τους. Δηλαδή ακούμε με τα αυτιά μας τα ίδια πράγματα, τις ίδιες λέξεις που όμως τις εννοούν τελείως αλλιώς. Και αυτό είναι πολύ επικίνδυνο. Νομίζεις ότι λες το ίδιο και δεν το λες το ίδιο. Η μεγαλύτερη έλλειψη είναι η παντελής απουσία της κριτικής σκέψης. Νιώθω πως βλέπω ένα κοπάδι που προχωράει και αυτό το κοπάδι βλέπει κάθε μέρα γυναικοκτονίες, βλέπει ακραίες επιθέσεις όπως αυτή που έγινε πριν λίγες μέρες στην Αριστοτέλους. Μου έκανε τότε τρομερή εντύπωση ότι το θέμα στις αρχές το σήκωσε στην πλάτη της μόνο η ΛΟΑΤΚΙ κοινότητα σαν να μην είναι εξίσου σημαντικό σαν όλα που σκεφτόμαστε και αγωνιούμε. Τον ίδιο τρόπο που αγωνιούμε προφανώς για το δίκαιο των μεταναστών, το δίκιο των γυναικών, το δίκαιο όλων των ανθρώπων που αυτό πρέπει να διεκδικούμε σε αυτόν τον τόπο.

Σε έναν τέτοιο κόσμο λοιπόν ένας καλός άνθρωπος μπορεί να επιβιώσει;

Με βάση το έργο όχι. Χωρίς να το λέει, αλλά αν το παρακολουθήσει κανείς στην πορεία του το καταλαβαίνει. Νομίζω ότι ο μοναδικός τρόπος για να μπορέσει να αντέξει η καλοσύνη, είναι να κρατήσεις ενεργή μέσα σου μία αίσθηση δικαίου, μια ενσυναίσθηση και αν μπορέσεις να τα κρατήσεις αυτά, είσαι οχυρωμένος. Για να αντέξεις αυτή τη ζωή και οικονομικά και κοινωνικά θα πρέπει να είσαι διαρκώς σε κάποια άμυνα γιατί δεν ξέρεις από πού θα σου έρθει, οπότε μοιραία στεγνώνεις. Αν σε αυτό το στέγνωμα που έχουμε υποστεί σαν ανθρωπότητα κρατήσουμε ενεργό λίγο το αίσθημα δικαίου και την ενσυναίσθηση υπάρχει μία υπόνοια καλοσύνης. Υπό αυτή την έννοια πιστεύω ότι έτσι κι αλλιώς επειδή έχουμε γίνει όλοι πολύ σκληροί, κυνικοί και ματαιωμένοι, έχουμε φύγει λίγο από την καλοσύνη.

Έχουμε φύγει από την καλοσύνη γή την έχουμε κάπως μεταμφιέσει όπως η ηρωίδα του έργου;

Εγώ θεωρώ ότι έχουμε φύγει. Νομίζω ότι έχει γίνει μία μετατόπιση του ανθρώπινου οργανισμού και του ανθρωπισμού πολύ σοβαρή. Νομίζω ότι είμαστε μηχανές παραγωγής που υπακούν στο πώς θα πρέπει να δουλεύουν για να αντέξουν να πληρώσουν αυτά που τους ζητάνε. Μέχρι εκεί πιστεύω ότι φτάνει αυτή τη στιγμή η ανθρώπινη απόλαυση. Στο ότι μπορώ να πληρώσω το νοίκι μου και τα έξοδά μου.

Τι ήθελες να δώσεις σκηνοθετικά σε αυτή τη δουλειά;

Με ενδιέφερε πολύ να φανεί αυτό το αθώο παιχνίδι ότι δεν είναι τελικά και τόσο αθώο. Δηλαδή, το ότι εμφανίζονται τρεις θεοί οι οποίοι για εμένα είναι διαχειριστές από πάνω. Για μένα έχει να κάνει με το πώς μία ανώτερη δύναμη πετάει σε έναν άνθρωπο το βάρος της ανθρωπότητας για να σώσει το δικό του τομάρι. Οπότε είναι σαν να πετάνε στην Σεν Τε το βάρος μιας δικής τους διαχείρισης στον κόσμο, και πάνω σε αυτό την αφήνουν εντελώς μόνη να την κατασπαράξει ένα πλήθος πεινασμένων ανθρώπων. Γιατί όταν υπάρχει πείνα, και δυστυχώς το ζούμε, μιλάμε για αύξηση του φασισμού και για κακούς εαυτούς. Ένα από τα κυριότερα πράγματα που τα φέρνει αυτά είναι η φτώχεια. Η οποία λειτουργεί και σε επίπεδο αμάθειας και πολλές φορές και σε επίπεδο μη πολιτισμού. Ακριβώς γιατί παλεύεις για την επιβίωσή σου. Αν λοιπόν βάλεις έναν άνθρωπο ως επί γης θεό βλέπεις ένα κοινωνικό πείραμα που αντιλαμβάνεσαι ότι δεν μπορεί να αντέξει γιατί αυτό θα οδηγήσει σε έναν αλληλοσπαραγμό και στο πώς θα την καταβροχθίσουν. Αυτό ήθελα να φωτιστεί στην παράσταση. Την αποποίηση ευθύνης και την επιβολή κάποιου να αναλάβει την ευθύνη και ακόμα κι αν βλέπουμε ότι αυτός ο άνθρωπος κατασπαράζεται, ακόμα και στο τέλος όταν ομολογεί τι έχει πάθει και λέει ότι δεν αντέχει και δεν μπορεί άλλο να μείνει  οι θεοί της απαντούν «θα μπορέσεις, γιατί απλά έχουμε ανάγκη να αποδεικνύουμε ότι υπάρχει καλοσύνη» . Αυτό μπορώ να κάνω αναγωγές με άπειρα πολιτικά πράγματα των ημερών μας. Σκηνοθετικά εκτός αυτής της κατεύθυνσης υπάρχει η επικοινωνία που ξεκινάει από αυτόν το κλειστό θάλαμο αναμονής ας πούμε που δεν έχει καμία ελπίδα και εμφανίζονται οι θεοί ως μία τρομερή ελπίδα και δημιουργούν έναν τόπο, μια πλατφόρμα ζωής στην οποία προσπαθούνε όλοι να δουν πως μπορούν να συνυπάρξουν. Πρόκειται για ένα παιχνίδι αυτό που παίζουν και εκεί μπαίνει το θέμα του Μπρεχτ, του πόσο από εκεί που είναι βαθύς γίνεται παιγνιώδης και μετά κριτικός και επιπόλαιος και μετά ακόμα πιο βαθύς. Αυτόν τον μηχανισμό προσπαθώ να τον αναδείξω.

Πες μου για τους ηθοποιούς σου.

Είμαι πανευτυχής με τους ηθοποιούς. Αρχικά είναι όλοι επιλογή από την ακρόαση του κρατικού. Σκέφτηκα ότι αφού θα έρθω που θα έρθω σε μια άλλη πόλη, ας είναι και όλοι οι ηθοποιοί άλλοι. Και είναι ηθοποιοί που πέρα από μία δύο περιπτώσεις που είχε τύχει να δω στην Αθήνα δεν τους γνώριζα. Είναι λοιπόν μία ομάδα που έπρεπε εγώ να τη φτιάξω και αυτό είχε μεγάλο ρίσκο και πολλή χαρά όμως. Κάτι τέτοια είναι που σε ενεργοποιούν πάλι. Αναρωτιέσαι πώς από την αρχή θα πρέπει να φτιάξεις κοινό λεξιλόγιο, να φτάσεις να λες το ίδιο με τους υπόλοιπους. Χάρηκα πολύ γιατί ήταν μία πολύ διαθέσιμη ομάδα τελικά. Τόσο που σκέφτομαι, επειδή δυστυχώς η Θεσσαλονίκη έχει περιορισμένες επιλογές για τους ηθοποιούς, όταν λοιπόν ακούω από ανθρώπους που εκτιμώ ότι σκέφτονται να κατέβουν στην Αθήνα, καταλαβαίνω απόλυτα γιατί θέλουν να έρθουν στην Αθήνα. Με την έννοια ότι το κρατικό έχει επιλογές για δουλειά αλλά είναι ένα μονοπώλιο το οποίο οι άνθρωποι δεν ξέρω πόσο μπορούν να ελπίζουν και μπορούν να κρατηθούν μόνο σε αυτό. Το λέω αυτό γιατί πιστεύω ότι εδώ οι περισσότεροι από τις ηθοποιούς που γνώρισα θα μπορούσαν να είναι ένα unsample ας πούμε για χρόνια, πού μπορεί να δοκιμάζεται και να αλλάζει. Είμαι σίγουρος ότι ο κάθε άνθρωπος που έχω επιλέξει είναι στη σωστή θέση. Επίσης είμαι πολύ ευχαριστημένος και χαρούμενος με την επιλογή της Ιωάννας που έχει όλο το έργο πάνω της. Από όλα τα έργα που έχω κάνει είναι στο μόνο που έχω πει ότι δεν γίνεται περισσότερο ηθοποιός να έχει τόσο πολύ το έργο πάνω του όπως αυτό. Οπότε ήμασταν σε απευθείας σύνδεση με την Ιωάννα. Τόσο στην πρόβα αλλά και όταν αρχίσαμε να κάνουμε και παρέα με μία υπόγεια νομίζω κατεύθυνση για το πώς θα πάει το πράγμα, αλλά κρατάω το ότι τελικός θα μου μείνει και μία φίλη. Αλλά ασχέτως αυτού νομίζω ότι είναι η ιδανικότερη επιλογή που θα μπορούσα να κάνω για αυτόν το ρόλο.

Στη μουσική της παράστασης έχεις και πάλι έναν πολύ δικό σου άνθρωπο, τον Δημήτρη Καμαρωτό

Ο Δημήτρης που έχω χάσει το μέτρημα στο πόσες φορές έχουμε συνεργαστεί, νομίζω είναι διψήφιος ο αριθμός πια,. Έχω συνεργαστεί με πάρα πολλούς μουσικούς και τον Δημήτρη νομίζω ότι ποτέ δεν τον παίρνω στα εύκολα. Όταν ξέρω ότι έχω να αντιμετωπίσω κάτι πολύ δύσκολο, θα πάρω εκείνον. Αρχικά έχουμε τη χαρά εδώ να έχουμε ζωντανή μουσική, από ένα πάρα πολύ ωραίο τρίο μουσικών. Ο ίδιος υφολογικά ακολουθεί πάρα πολύ τις μεταπτώσεις. Πάει τόσο πολύ με τον ηθοποιό που μοιάζει σαν να είναι η 22η φωνή. Αυτό νομίζω ότι ενεργοποιεί και τους ηθοποιούς αλλά και τους θεατές που τους βάζει σε μία άλλη περιοχή. Νομίζω ότι είναι ο ιδανικός άνθρωπος που αντιλαμβάνεται τη θεατρική λειτουργία. Ο τρόπος που γράφει είναι σχεδόν σκηνοθετικός.

Τι θέλεις να πάρει φεύγοντας ο θεατής σου;

Θα ευχόμουν πραγματικά με βάση και όσα είπαμε πριν, να μπορέσει να ενεργοποιηθεί λίγο η ευαισθησία και το μυαλό στο να μπορεί να αντισταθεί λίγο. Γιατί οι αντίσταση στο να τα αποδεχόμαστε όλα μπορεί να οδηγήσει κάποια στιγμή σε κάτι καλύτερο. Γιατί τα τελευταία 10 χρόνια βλέπουμε μία κατηφόρα με απότομους γκρεμούς… θέλω θεατής να πει πώς ζουν έτσι αυτή η άνθρωποι και να καταλάβει ότι εννοεί και τη δική του ζωή. Γιατί δεν είμαστε σε μία μη εξαθλιωμένη στιγμή και όλη την ώρα αυτό το έργο λέει για την εξαθλίωση.

Έχουμε κάνει έναν κόσμο κακό;

Όντως έχουμε κάνει έναν κόσμο κακό κι αυτό είναι τρομερό και υπάρχει και μία φράση στο έργο που λέει «και πουθενά ένας άνθρωπος κακός που να γλιτώνει»

 Νιώθω να είσαι πολύ χαρούμενος που αυτή τη στιγμή κάνεις αυτό το έργο.

Νομίζω ναι, νιώθω μία ενεργοποίηση και με αυτούς τους ανθρώπους που δούλεψα δεν θα μπορούσαν να μην είμαι. Είναι ένα έργο που έγινε με όρους συνεργασίας καταπληκτικούς.

Λίγα λόγια για το έργο Στην πόλη Σε Τσουάν της Κίνας, τρεις θεοί αναζητούν κατάλυμα για μια νύχτα. Η πόρνη Σεν Τε είναι η μόνη που δέχεται να τους φιλοξενήσει. Οι θεοί την ανταμείβουν με ένα σημαντικό χρηματικό ποσό, αναγνωρίζοντας σε αυτήν έναν καλό άνθρωπο∙ τον καλό άνθρωπο που αναζητούσαν στη γη. Η Σεν Τε με το ποσό αυτό ανοίγει ένα καπνοπωλείο. Ωστόσο, η ανάγκη της να βοηθάει αλλά και η δυσκολία της να πει όχι στις απαιτήσεις των άλλων, σύντομα την οδηγούν σε αδιέξοδο. Τότε εμφανίζεται ο Σουί Τα, ο μακρινός ξάδελφος που θα βάλει σε τάξη τα πράγματα, μακριά από συναισθηματισμούς και από φιλανθρωπίες.

Ο Μπέρτολτ Μπρεχτ εκκινώντας από την πεποίθηση ότι ο άνθρωπος είναι προϊόν του κοινωνικού του περιβάλλοντος, είναι εύπλαστος και μεταβαλλόμενος, δημιουργεί ένα σκηνικό πείραμα, θέτοντας ένα κεντρικό ερώτημα ηθικής: μπορεί ένας καλός άνθρωπος να επιβιώσει παραμένοντας καλός σε μια κοινωνία εκμετάλλευσης και αδικίας; Παρουσιάζοντας ως δεδομένη την καλοσυνάτη φύση της Σεν Τε, επιχειρεί να διαπιστώσει ποια είναι τα όρια της ανοχής και της καλοσύνης.

Ο Καλός άνθρωπος του Σε Τσουάν ανέβηκε για πρώτη φορά το 1943 στη Ζυρίχη. Η ιδέα γύρω από το έργο αυτό φαίνεται να απασχολούσε τον συγγραφέα για αρκετά χρόνια ενώ την τελική μορφή τη δούλευε ήδη από το 1938. Το έργο επίκαιρο όσο ποτέ φέρνει στο προσκήνιο το ερώτημα: Πόσο εφικτό είναι να παραμείνει κανείς ηθικός στις δεδομένες κοινωνικές συνθήκες;

ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ: Μετάφραση: Άννυ Κολτσιδοπούλου | Σκηνοθεσία: Δημήτρης Καραντζάς | Σκηνικά: Κωνσταντίνος Σκουρλέτης | Κοστούμια: Ιωάννα Τσάμη | Μουσική: Δημήτρης Καμαρωτός | Επιμέλεια κίνησης: Αλέξης Τσιάμογλου | Φωτισμοί: Δημήτρης Κασιμάτης | Δραματουργός – Βοηθός σκηνοθέτις: Κορίνα Βασιλειάδου | Βοηθός σκηνογράφου: Μανώλης Ψωματάκης | Βοηθός ενδυματολόγου: Σόνια Καϊτατζή | Οργάνωση παραγωγής: Μαρίνα Χατζηιωάννου | Οδηγός σκηνής: Marleen Verschuuren | Φωτογραφίες: Mike Rafail (That Long Black Cloud) | * βοηθός σκηνοθέτη, στο πλαίσιο πρακτικής άσκησης: Ελίνα Τσιορμπατζή

Παίζουν οι ηθοποιοί (με αλφαβητική σειρά): Μελίνα Αποστολίδου (Κυρία Μι Τσου) | Τζωρτζίνα Δαλιάνη (Κυρία Σιν) | Ιωάννα Δεμερτζίδου (Σεν Τε) | Ελένη Θυμιοπούλου (Οικογένεια: Γυναίκα) | Στέλιος Καλαϊτζής (Οικογένεια: Άντρας) | Γιάννης Καραμφίλης (Τρίτος θεός) | Άγγελος Καρανικόλας (Άνεργος) | Νίκος Κουσούλης (Οικογένεια: Ανιψιός, Παιδί & Ιερέας, Επιστάτης) | Νίκος Μήλιας (Σουν) | Χρυσή Μπαχτσεβάνη (Οικογένεια: Ανιψιά) | Βασίλης Μπεσίρης (Αστυνομικός) | Δημήτρης Ναζίρης (Οικογένεια: Παππούς) | Μπέττυ Νικολέση (Κυρία Γιανγκ) | Ιωάννα Παγιατάκη (Γριά έμπορος χαλιών) | Ορέστης Παλιαδέλης (Βανγκ) | Γιώργος Παπαδάκος (Οικογένεια: Ανιψιός, παιδί) | Βασίλης Παπαδόπουλος (Σου Φου) | Ιωάννα Πιατά (Οικογένεια: Κουνιάδα) | Χρίστος Στυλιανού (Μαραγκός) | Στέργιος Τζαφέρης (Δεύτερος θεός) | Μαρία Χατζηιωαννίδου (Πρώτος θεός) | *Εκτακτη αντικατάσταση: Λουκία Βασιλείου, Χρήστος Τσάβος, Γιάννης Τσεμπερλίδης

Μουσικοί επί σκηνής: Δάνης Κουμαρτζής (κιθάρα), Αμαλία Σάνη (τσέλο), Κατερίνα Ταβλαδωράκη (κλαρινέτο)

Πρεμιέρα: Σάββατο 06 Απριλίου 2024 στις 20.30 στο Βασιλικό Θέατρο

ΤΙΜΕΣ ΕΙΣΙΤΗΡΙΩΝ Τετάρτη στις 19.00 Γενική είσοδος: 13€ Εκπτωτικό Εισιτήριο:11€ (πολύτεκνοι, Άνω των 65, Εκπαιδευτικών) Φοιτητικό – Μαθητικό: 9€

Πέμπτη (λαϊκή) για όλα τα θέατρα στις 21:00 Γενική είσοδος: 11€ Εκπτωτικό Εισιτήριο: 9€ (Φοιτητικό – Μαθητικό, Πολύτεκνοι, Άνω των 65, Εκπαιδευτικών)

Παρασκευή & Σάββατο στις 21:00  και  Κυριακή στις 19:00 Ζώνες Θεάτρου με διαβάθμιση στις τιμές των εισιτηρίων 21€, 18€, 15€, 13€ και περιορισμένος αριθμός θέσεων 7€ Εκπτωτικό Εισιτήριο: 12€ (Φοιτητικό – Μαθητικό, Πολύτεκνοι, Άνω των 65, Εκπαιδευτικών)

Σάββατο στις 18:00 Γενική είσοδος: 13€ Εκπτωτικό Εισιτήριο: 11€ (πολύτεκνοι, Άνω των 65, Εκπαιδευτικών) Φοιτητικό- Μαθητικό: 9€

Ειδικές τιμές Απαιτείται η αγορά των εισιτηρίων από τα ταμεία του ΚΘΒΕ και όχι ηλεκτρονικά. Κατά τις ημέρες Παρασκευή στις 21:00, Σάββατο στις 21:00 και Κυριακή στις 19:00 στις μεγάλες σκηνές οι ειδικές τιμές ισχύουν για τις επιλεγμένες θέσεις των 13€

ΑΜΕΑ: Δωρεάν Μέλη του Συλ. Υπαλ. Υπουργείου Πολιτισμού Β. Ελλάδος: 5€

Ατέλειες: Δωρεάν 10 θέσεις ανά ημέρα παράστασης στις μεγάλες σκηνές (Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών, Βασιλικό & Θέατρο Μονής Λαζαριστών – Σκηνή Σωκράτης Καραντινός) & 5 θέσεις ανά ημέρα παράστασης στις μικρές σκηνές (Φουαγιέ Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών, Φουαγιέ Βασιλικού Θεάτρου & Μικρό Θέατρο Μονής Λαζαριστών.

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα