Θέατρο

Μπήκαμε στις πρόβες της ομάδας Θέατρο Πρόταση

Με πνοή επιτόπιας δημιουργίας: Εκεί όπου το αθέατο γίνεται ορατό

Ανδρέας Νεοκλέους
μπήκαμε-στις-πρόβες-της-ομάδας-θέατρο-1217705
Ανδρέας Νεοκλέους

Το κείμενο γεννήθηκε από αυτήν την εμπειρία, από την προσωπική μου παρατήρηση της θεατρικής διαδικασίας, των προβών της ομάδας «Πρόταση».

Είναι μια απόπειρα να αποδώσω τις σκέψεις, τις εσωτερικές συγκρούσεις και την καλλιτεχνική αναζήτηση που είδα να παίρνουν μορφή μπροστά μου.

Το θέατρο, η τέχνη του θανάτου, ανασαίνει μέσα από κάθε στιγμή που ζει – επί τόπου και έπειτα χάνεται για πάντα. Στον θεατρικό χώρο In Situ, αυτός ο κύκλος ζωής και θανάτου, βρίσκει το φυσικό του καταφύγιο. Εδώ, κάθε στιγμή είναι ένα ανεπανάληπτο γεγονός, μια δημιουργική σύμπραξη που είναι άκρως αποκαλυπτική.

Περπατάμε αμέριμνοι καθημερινά στο σκηνικό του αστικού τοπίου, πολλές φορές χωρίς να αναγνωρίζουμε τα όσα το βλέμμα μας κοιτάει, προχωρώντας από το σημείο Α στο σημείο Β χωρίς κανένα μεσοδιάστημα να μεσολαβεί. Κι όμως, αυτό το κρίσιμο διάστημα είναι που χρειάζεται φως παντού μέσα στη ζωή – εκεί, όπου το αθέατο γίνεται ορατό. Οι πρόβες είναι αυτό το μεσοδιάστημα.

Υπό την καθοδήγηση του σκηνοθέτη Στέλιου Βραχνή, η Ομάδα Πρόταση, αποτελούμενη από 8 μοναδικές οντότητες, αγκαλιάζει αυτή τη φιλοσοφία. Σε έναν αδιάκοπο κύκλο δημιουργίας, κορύφωσης και φθοράς, η τέχνη τους αναγεννάται διαρκώς, αποκαλύπτοντας την ουσία του θεάτρου ως μια ζωντανή και αέναη διαδικασία.

Ο Στέλιος στις πρόβες του επιδιώκει να οδηγήσει τους ηθοποιούς του σε μια κατάσταση τρωτότητας και ευαλωτότητας. Επομένως, η υπερπροσπάθεια είναι ένα τεράστιο εμπόδιο που πρέπει να υπερβεί ο ηθοποιός που βρίσκεται επί σκηνής.

Ο ρεαλισμός που προτείνει και με τον τρόπο που τον προσεγγίζει είναι ένα είδος ηχητικής παρτιτούρας που μεταφράζει τις λέξεις σε ηχεία συναισθημάτων και αντιδράσεων. Στόχος να ξεπεραστεί η επιφανειακή επίδοση και να φτάσουν οι ηθοποιοί σε μια πιο εσωτερική διάσταση, την πιο προσωπική. Η προσέγγιση αυτή επιτρέπει στους ηθοποιούς να ξεπεράσουν το “αυτονόητο” και να ανακαλύψουν τη βαθύτερη τραγικότητα του έργου. Τίποτα δεν είναι δεδομένο, και μέσα από αυτήν την αμφισβήτηση του καθημερινού, η γλώσσα του έργου αποκτά μια άλλη διάσταση, ξεφεύγοντας από την επιφανειακή lingua franca της καθημερινότητας.

«Κι εκεί που νομίζω πως η καθημερινότητα μ’ έχει καταπιεί και μια άρνηση με εμποδίζει να πάω στη συνάντηση μας.. συμβαίνει κάτι μαγικό. Μπαίνουμε όλοι μαζί σε μια διαδικασία όπου όλοι γίνονται ένας και κανένας δεν μπορεί χωρίς να είναι όλοι» λέει η ηθοποιός Κατερίνα Φωτιάδου.

Η πρόκληση είναι η αποδοχή της πτώσης τους, να αναγνωρίσουν την αδυναμία και την ευπάθεια τους. Μόνο μέσα από την αποδοχή μπορούν να απεγκλωβιστούν από την επιφανειακή εικόνα τους και να εξερευνήσουν τα εσωτερικά τους ντοκουμέντα. Η βύθιση απαιτεί έναν ειδικό κώδικα – μια εσωτερική γραφή που συνδυάζει την προσέγγιση της λέξης με υπερευαισθησία, ένα ηχηρό «Πόσο χαμηλά είμαι διατεθειμένος να πέσω;»  και το «δεν θέλω να σκέφτεστε το πώς είστε».

Εικόνες: Απόστολος Λινάρδος – Λήψεις απο το πρώτο τραπέζι
Εδώ μόνο το σώμα ξέρει

Πρόκειται για έναν άλλο κόσμο, πιο σωματικό. Εδώ ακούει κανείς την εκπνοή ως κίνηση – Ο Στέλιος σέβεται βαθύτατα, την ιερότητα του σώματος, αυτόν τον ενδογενή διάλογο και ενισχύει τη διαδικασία με μια προσέγγιση που επιτρέπει στο σώμα να εννοηθεί και να εκφράσει με αυθεντικότητα την πραγματικότητα της στιγμής.

Εμφανώς, πρόκειται για μια κατάσταση όπου ο ηθοποιός παίρνει τη μορφή του σχοινοβάτη. Η ισορροπία είναι εξαιρετικά λεπτή. Αναφέρει χαρακτηριστικά η ηθοποιός Κατερίνα Κασελίμη «Χθες κάποια στιγμή από την προσπάθεια μου να μην σκέφτομαι τίποτα σκεφτόμουν τα πάντα χωρίς τίποτα το συγκεκριμένο και εκεί που άκουγα τη φωνή του Στέλιου να μας καθοδηγεί ένιωσα μια ερημιά ,μια ερήμωση , λες και ήμουν όχι μόνο στην αίθουσα της πρόβας μόνη αλλά σε ολόκληρο το σύμπαν».

Αυτό το πύκνωμα, είναι η οδός του αδειάσματος – Χρειάζεται το κενό για να υπάρξει αυτή η επιδίωξη, η δράση που χαρακτηρίζεται από την απέλπιδα προσπάθεια κάλυψης αυτού του κενού. Εδώ μόνο το σώμα ξέρει.

Μετά από 8 χρόνια συνεχούς παρουσίας στα πολιτιστικά δρώμενα της Θεσσαλονίκης, η Πρόταση έχει χτίσει μια ισχυρή και ουσιαστική σχέση μεταξύ των ηθοποιών της και του σκηνοθέτη. Στο πλαίσιο αυτής της πορείας, έχουν παρουσιάσει σημαντικές παραγωγές, όπως το «Γράμμα στον Πατέρα» του Franz Kafka, τον «Ευαγγελισμό της Κασσάνδρας», το  «Πεθαίνω σαν χώρα» του  Δημήτρη Δημητριάδη και το «Noigandres» του Κωνσταντίνου Αβράμη.

Αυτό το αξιομνημόνευτο επίτευγμα δεν είναι απλώς μια καταγραφή της χρονικής διάρκειας, αλλά μια αναγνώριση της αφοσίωσης και της σκληρής δουλειάς που έχει επενδυθεί σε κάθε παράσταση.

Ένα δυναμικό τρίπτυχο: Σκηνοθέτης, ηθοποιός, θεατής

Ο Στέλιος, σε μια συνέντευξή του στο Goethe-Institut Thessaloniki για την παράσταση «Γράμμα στον Πατέρα» του Franz Kafka, μίλησε για την δυναμική σχέση που αναπτύσσεται όταν βρίσκονται 3 ηθοποιοί επι σκηνής την ώρα της παράστασης.

«Θεωρώ ότι όλα γεωμετρούνται στο θέατρο. Και το πάθος, και το πένθος και η ησυχία. Πίσω από μια γεωμετρία πυκνώνεται ένα αίσθημα, πολλές φορές όταν θέλουμε να δημιουργήσουμε ένα καθολικό αίσθημα στον άλλον, αυτό βρίσκεται πίσω από την γεωμέτρηση και όχι πίσω από την διάθεση των ηθοποιών ή του σκηνοθέτη. Το σχήμα πυκνώνει τη βαθύτερη ανθρώπινη συμπεριφορά και ψυχολογία.»

«Το θέμα δεν είναι ότι δεν υπάρχει τέλος, αλλά όχι ρήξη»

«Μέσα από τις ομοιότητες και τα ισοζύγια, τα πράγματα παραμένουν ασφαλή και αμετάβλητα». Όμως, η επιλογή του Στέλιου να ανεβάζει έργα που έρχονται σε σύγκρουση με τον εσωτερικό του κόσμο, οδηγεί και τους ηθοποιούς σε προσωπικές ρήξεις με ό,τι ψηλαφούν στη σκηνή.

Από την προσωπική μου σκοπιά της θέασης προβών της Πρόταση – τολμώ, λοιπόν, να διευρύνω αυτή τη σκηνική γεωμετρία ανάμεσα σε σκηνοθέτη, ηθοποιό και θεατή. Τρία σώματα, δεν είναι απλώς στατικά στοιχεία. Μα είναι πολυδιάστατα και συνεχώς, διαρκώς αλληλοεπιδρώντα.

Εξάλλου έχουμε όλοι ανάγκη να παιδευτούμε από κάτι, να βουτήξουμε στην εσωτερική μας ενδοσκόπηση. Ως θεατής, οφείλω να μπω και εγώ σε αυτή τη διαδικασία, να ανακαλύψω τα εσωτερικά μου ντοκουμέντα.

Αναπόφευκτο, αλλά τόσο αναγκαίο.

Το έργο

Το έργο που πρόκειται να ανεβάσει η Πρόταση – Το «Μαιευτήριο» του Θ. Τριαρίδη –  αποτυπώνει μια σκληρή πραγματικότητα, στημένη σε ένα φουτουριστικό και δυστοπικό σκηνικό που εστιάζει στο αιώνιο ερώτημα της ελεύθερης βούλησης και της προδιαγεγραμμένης μοίρας. Στο θάλαμο αναμονής μιας Μαιευτικής Κλινικής, τέσσερα ζευγάρια περιμένουν με αγωνία τη γέννηση των παιδιών τους. Ωστόσο, το μέλλον τους είναι ανομολόγητο και σκοτεινό, καθορισμένο από μια δύναμη που τα ζευγάρια δεν μπορούν να αλλάξουν.

Ο Στέλιος Βραχνής, γνωστός για την εμμονή του στα σύγχρονα έργα, τοποθετεί τους ηθοποιούς του σε ένα βομβαρδισμένο τοπίο, στο οποίο οι άνθρωποι περιμένουν παγιδευμένοι να μάθουν αν τα παιδιά τους θα ζήσουν ή θα θυσιαστούν στον επόμενο μεγάλο πόλεμο. Αυτή η μεταφορά αναδεικνύει το θλιβερό ερώτημα της ανθρώπινης ελευθερίας σε έναν κόσμο όπου οι αποφάσεις φαίνονται να έχουν ήδη παρθεί και η επιβίωση μοιάζει να είναι μόνο μια αυταπάτη.

Ένας ολόκληρος κόσμος

Οι πρόβες, παρατηρώντας τες από κοντά, επιβεβαιώνουν ότι η θεατρική διαδικασία με τον Στέλιο είναι μια βαθιά μύηση σε έναν κώδικα που δεν αφορά μόνο τις γραμμές και τις κινήσεις των ηθοποιών, αλλά την εσωτερική τους σύνδεση με το υλικό που καλούνται να ζωντανέψουν.

Οι πρόβες δεν είναι απλώς το μέσο για την επίτευξη μιας παράστασης· είναι ένας ολόκληρος κόσμος αυτοαποκάλυψης, όπου το προσωπικό βυθίζεται μέσα στο συλλογικό. Μέσα από τη δουλειά του, ο Στέλιος καθοδηγεί τους ηθοποιούς να αναμετρηθούν με τις πιο βαθιές τους αμφιβολίες και αδυναμίες, να «σκάψουν» πέρα από την επιφάνεια και να φτάσουν σε μια εσωτερική διάσταση, όπου το σώμα και η ψυχή γίνονται ένα με την ίδια την τέχνη τους.

Σε ένα τέτοιο φουτουριστικό πλαίσιο, όπου όλα μοιάζουν προδιαγεγραμμένα και ψυχρά, τίθεται το ερώτημα: Πώς μπορεί ο άνθρωπος να ζήσει αληθινά όταν δεν έχει καμία επιλογή; Το σκηνικό, με την ψυχρή αποστείρωση και τη σιωπή, αναδεικνύει αυτή την ένταση ανάμεσα στην ψευδαίσθηση της ελευθερίας και την πραγματικότητα της προκαθορισμένης μοίρας. Το μέλλον μπορεί να φαίνεται ότι είναι ήδη γραμμένο, αλλά η ελπίδα ή η αυταπάτη παραμένει πάντα ζωντανή στους χαρακτήρες, καθώς παλεύουν με τα δικά τους ανομολόγητα όνειρα και φόβους.

Το κείμενο, φωτισμένο μέσα από την υποκριτική τέχνη των ηθοποιών της Πρότασης, προσκαλεί το κοινό να αναλογιστεί τα δικά του δεσμά και τις ψευδαισθήσεις που ο καθένας επιλέγει να υιοθετήσει για να αποφύγει τις πιο βαθιές αλήθειες της ζωής.

Στο τέλος, όμως, ίσως να μένει η αίσθηση πως το «τίποτα» που φοβούνται οι χαρακτήρες ήταν πάντα εδώ και όχι στο εξωτερικό περιβάλλον, αλλά μέσα τους…

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα