Μπήκαμε στις πρόβες της παράστασης «Πετριχώρα» – Η ιστορία της Λυγερής με μία άλλη ματιά
Βασισμένη στο θρυλικό δημοτικό τραγούδι «Το Γιοφύρι της Άρτας», έρχεται στο Θέατρο Τ - Τι λέει ο σκηνοθέτης Χάρης Θώμος
Λίγες μέρες πριν την πρεμιέρα της νέας παράστασης που ανεβάζει ο σημαντικός σκηνοθέτης της πόλης Χάρης Θώμος, βασισμένη στο θρυλικό δημοτικό τραγούδι «Το Γιοφύρι της Άρτας» και τις βαλκανικές εκδοχές του, μας υποδέχτηκε στις πρόβες, αποκαλύπτοντας μυστικά και σκέψεις σχετικά με την «Πετριχώρα» που θα δούμε από τις 23 Νοεμβρίου στο Θέατρο Τ.
Εννέα ηθοποιοί επί σκηνής, δημιουργούν μια πολυφωνική κοινότητα που μέσα από το παραδοσιακό τραγούδι, τα τελετουργικά σχήματα, και την μεστή ερμηνεία των ηθοποιών που αποτελούν υλικό της Θεσσαλονίκης που αξίζει να βλέπουμε συχνά, χτίζουν και γκρεμίζουν αδιάκοπα τον κόσμο της ιστορίας.
Σε ένα μυσταγωγικό σύμπαν, ο Θώμος φτιάχνει την ιστορία από την αρχή και δίνει φως και φωνή στην αδικία ενός θρύλου που έχει στο κέντρο της την Λυγερή, που θυσιάζεται. Βυθιζόμενοι σε μια άλλη πραγματικότητα, οι θεατές γίνονται κοινωνοί της ιστορίας της κοπέλας, από την πρώτη επαφή της με τη μοίρα, έως την τελική προδοσία από τον Πρωτομάστορα και τους υπόλοιπους συντοπίτες της, και τον τραγικό χαμό της στον υγρό τάφο του γεφυριού.
Εικόνες: Αστέρης Καρατζάς
Πίσω από ένα λευκό πανί που έχει πολλές χρήσεις, διακρίνονται λόγια χωρίς πρόσωπο, «Για μένα συμβολίζει τη μη ορατότητα. Γιατί δεν θέλω να το φέρω με το φως, ήθελα να δω πώς μπορούμε να μην βλέπουμε ενεργά κάτι και αυτό έψαξα να βρω. Ενεργά δεν βλέπουμε τη Λυγερή, γιατί ενεργά πέρασε η ιστορία του γεφυριού της Άρτας και ενεργά δεν τη βλέπουμε και επιλέγουμε να δούμε κάτι άλλο, οπότε έρχεται ένα εμπόδιο (το πανί) το οποίο τυλίγει τους ανθρώπους και κάνει διάφορα για να μην τους βλέπουμε και να βλέπουμε απλά το ανάγλυφο» αναφέρει στη συζήτηση μας ο σκηνοθέτης.
Μία δυνατή παράσταση, ένα δυνατό νόημα, μία δυνατή απόδοση που καταφέρνουν αριστοτεχνικά οι συντελεστές να ισορροπήσουν εικόνες και συναισθήματα, με έναν σκηνοθέτη που οραματίστηκε ένα δύσκολο έργο και έδωσε σάρκα και οστά μέσα από σπουδαίες και οριακά ανατριχιαστικές ερμηνείες νεότερων, νέων και έμπειρων και καλών ηθοποιών που συντελούν τον θίασο του «Πετριχώρα».
Η συγκλονιστική ιστορία της γυναίκας του Πρωτομάστορα που θυσιάζεται από τον άντρα της προκειμένου να στεριώσει επιτέλους το γεφύρι της Άρτας «που ολημερίς το χτίζανε, το βράδυ γκρεμιζόταν», είναι ο άνθρωπος που θυσιάζεται αλλά δεν ακούγεται. Είναι ο άνθρωπος που δε μένει στην ιστορία για όσα νιώθει, αλλά για τη θυσία του. Κι αυτό, η «Πετριχώρα» έρχεται να το αλλάξει και να δώσει φωνή στην Λυγερή και σε κάθε Λυγερή αυτού του κόσμου που θυσιάζει τη ζωή του και θυσιάζεται αθόρυβα για έναν σκοπό.
Στους ηθοποιούς, άλλοι περισσότερο και άλλοι λιγότερο, ξεχωρίζουν όλοι, συνθέτοντας ένα κολάζ παράδοσης και συναισθήματος, μέσα από τη δική τους φόρτιση που περνάει αβίαστα στον θεατή και μέσα από φώτα, ήχους και ανάσες διηγούνται της ιστορία της Λυγερής μέσα σε μία σχεδόν ώρα που διαρκεί η «Πετριχώρα». Άννα Μαρία Γάτου, Νεφέλη Γκίκογλου, Γιούλη Ευθυμίου, Αριάδνη Κώστα, Ευαγγελία Μπότση, Λένα Νεστορίδου, Γεωργία Ποντσουκτσή, Θάνος Πουμάκης και ο ιδιαίτερα σημαντικός Δημήτρης Κρίκος που έχει δώσει μέχρι τώρα μόνο σπουδαίες παραστάσεις στη Θεσσαλονίκη.
Στην δυσκολία της θεατρικής Θεσσαλονίκης, με νέες καλές παραγωγές που σπανίζουν, η «Πετριχώρα» είναι ένας καλός λόγος για να επιστρέψουμε στο αγαπημένο Θέατρο Τ και να απολαύσουμε μία από τις καλύτερες δουλειές της σεζόν.
Για την «Πετριχώρα», μιλήσαμε με τον σκηνοθέτη Χάρη Θώμο, ακριβώς μετά την πρόβα της ομάδας και εξηγεί τους λόγους που αποφάσισε να παρουσιάσει τη δική του εκδοχή της ιστορίας της Λυγερής.
Ανατρέχεις στην παράδοση σε αυτή την παράσταση. Για ποιο λόγο;
Αγαπούσα πάντα με την παράδοση και ασχολούμουνα και με τη λαογραφία πάρα πολύ. Συνειδητοποίησα λοιπόν ότι υπάρχει ένας θησαυρός, «σκάβοντας» το καλοκαίρι και αποφάσισα να τον ψάξω, αλλά πάντα με μπλόκαρε το γεγονός ότι είναι πολύ τολμηρό το εγχείρημα. Υπάρχουν άνθρωποι, οι οποίοι θέλουν την παράδοση καθαρή και δεν την πειράζουν και είναι άσπιλη γι’ αυτούς, και υπάρχουν και οι άνθρωποι οι οποίοι τη θεωρούν πάρα πολύ ξεπερασμένη και λένε «Τι θα ασχοληθούμε τώρα με την παράδοση;». Το στοίχημα που είχε η «Πετριχώρα» είναι αυτό, έπρεπε να καταφέρουμε και τους ανθρώπους οι οποίοι θέλουν το αυθεντικό της παράδοσης να τους συγκεράσουμε, να τους πείσουμε ότι φέρνουν αυθεντικά στοιχεία στο σήμερα και τους ανθρώπους που τη θεωρούν ξεπερασμένη, ότι φέρνουμε μια νέα ματιά χωρίς να την αλλοιώνουμε. Οπότε ενώ πάντα την αγαπούσα και πάντα έχω στο συρτάρι μου διάφορες ιστορίες της παράδοσης, δεν το άφηνα και είπα θα την κάνω, ειδικά αφού είχα κάνει την πρώτη μου έρευνα. Έτσι ξεκινήσαμε και μετά το «100» είπαμε να κάνουμε κάτι άλλο, τελείως διαφορετικό.
Σε ενδιαφέρουν οι αντιδράσεις του κόσμου;
Όχι οι αντιδράσεις. Αλλά αν για κάποιους κάτι είναι ιερό, όπως είναι η παράδοση, θέλει ένα σεβασμό. Να τη δω με μια ματιά, πώς αυτό το φανταζόμαστε στο σήμερα. Πολλές ιστορίες οι οποίες είναι ιστορίες πολύ μεγάλης βίας, περνάνε και μένουν για κάτι άλλο. Λέμε το γεφύρι της Άρτας έχει μείνει γιατί είναι ένα γεφύρι το οποίο ολημερίς το χτίζανε, το βράδυ γκρεμιζόταν. Έχει μείνει ως ένα φαραωνικό έργο που δεν χτίζεται. Το γεγονός όμως είναι ότι απαιτήθηκε η θυσία ενός ανθρώπου για να χτιστεί, εκεί είναι η αλληγορία. Και μετά και τι αντίδραση έχει ο άνθρωπος που χτίστηκε. Και αυτό είναι το πολύ σημαντικό που βλέπουμε εμείς, την αγάπη μέσα σε όλο αυτό. Και είναι και πολύ ενδιαφέρον αυτό, γιατί αυτός ο μύθος του γεφυριού της Άρτας, είναι και στης Τρίχας το γεφύρι, είναι και ποντιακό και στην Κρήτη και στη Χαλκιδική, είναι σε όλο τον ελλαδικό χώρο και μάλιστα είναι και σε όλα τα Βαλκάνια και από ό, τι έψαξα, μέχρι και στην Ινδία. Οπότε είναι μια θεματική όπου χτίζονται αδύναμοι, κυρίως γυναίκες ή παιδιά, για να προοδεύσει η κοινωνία. Και αυτό το βλέπουμε σε όλο τον κόσμο. Οπότε, όταν το συνειδητοποιείς, είναι ακόμα πιο έντονο το αίσθημα ότι πρέπει να βγούμε και να μιλήσουμε. Και να είναι κάτι έντονο αυτό για να καταλάβουμε τι έγκλημα έχει συντελεσθεί.
Τι αναφορές βρίσκεις στο σήμερα με αυτή την παράσταση;
Είναι πάρα πολύ επίκαιρο το θέμα της. Εξαρτάται βέβαια και από τις προσλαμβάνουσες του καθενός, αλλά μπορούμε να σκεφτούμε άπειρες φορές που έχει θυσιαστεί κάποιος, χωρίς να το θέλει, για να εξυπηρετηθούν άλλα συμφέροντα. Από τη δολοφονία της ΖΑΚ μέχρι τον Γρηγορόπουλο, υπάρχουν αναφορές. Απλά δεν ξέρουμε όλη την ιστορία. Το γεφύρι της Άρτας, έρχεται και μας την δίνει όλη. Πάντα κάποιοι εξυπηρετούνται από την θυσία ή τη δολοφονία του άλλου.
Είναι αδύναμοι αυτοί οι άνθρωποι;
Είναι αδικημένοι, δεν είναι αδύναμοι. Εγώ θα πω ότι άμα θεωρήσουμε την καλοσύνη αδυναμία, ας είμαι κι εγώ αδύναμος. Σε αυτή την περίπτωση, έχουμε χάσει και αυτό είναι που λέει και το έργο. Ότι δεν μπορούμε να θεωρούμε την Λυγερή αδύναμη. Αυτό είδαμε και μας προβλημάτισε πάρα πολύ γιατί στο τέλος η Λυγερή τραβάει την κατάρα πίσω. Αυτό που είδαμε εμείς, είναι ότι η Λυγερή δεν θέλει να συνεχίσει έναν κύκλο βίας και εκεί είναι η δύναμή της, ότι θα μπορούσε να το αφήσει να μη στεριώσει το γεφύρι, ενώ στο τέλος λέει, να στεριώσει γιατί εγώ δεν θέλω να βάψω τα χέρια μου με αίμα αδυνάμων πια. Δεν υπάρχει λόγος, ούτε αθώων, ούτε αδυνάμων. Και η λύση για την κοινωνία μας δεν είναι να χτίζουμε λυγερές και να σκοτώνουμε ανθρώπους, είναι το πώς θα σεβαστούμε και πώς θα αγαπήσουμε. Και γι’ αυτό και καταλήγει το έργο με τον «Ύμνο της Αγάπης» του Αποστόλου Παύλου. Οπότε αυτό είναι το βασικό που θέλουμε να πούμε. Η καλοσύνη, η πραότητα και η αυτοδιάθεση δεν είναι αδυναμία, είναι κάτι που συλλογικά μας δίνει δύναμη. Σαν άτομο δυστυχώς, αν είμαστε λύκοι και πρόβατα, οι λύκοι θα τα φάνε τα πρόβατα. Αλλά μετά θα μείνουν μόνοι τους οι λύκοι και δεν θα πάει καλά το πράγμα. Και είναι αυτό που μας λέει η Λυγερή.
Και είναι και μια εποχή που συζητάμε πάλι θέματα βίας, συζητάμε θέματα αδυναμίας ενδεχομένως που λέγαμε πριν.
Ναι, η βία δυστυχώς, είναι πάρα πολύ επίκαιρη. Από θέματα ενδοοικογενειακής βίας, βία στα γήπεδα, στα σχολεία, παντού υπάρχει βία. Και πάντα υπάρχει κάποιος αποδέκτης της βίας και υπάρχει μια πολύ ωραία ερώτηση που είχαμε μεταξύ μας οι συντελεστές, που αναρωτιόμαστε, ο δυνατός ποιος είναι, αυτός που τη δέχεται τη βία ή αυτός που την ασκεί τελικά και τι εστί δύναμη;
Θα τα απαντήσουν αυτά οι θεατές;
Ωραία θα ήταν. Μακάρι να μπορούσε μια θεατρική παράσταση να τους βάλει να τα απαντήσουν. Εγώ στοχεύω αν όχι να τα απαντήσουν να μπορούν να προβληματιστούν λίγο και να αρχίσουν να σκέφτονται με αυτό. Αυτό άλλωστε είναι το θέατρο.
Πες μου για τους ηθοποιούς σου σε αυτή την παράσταση;
Οι ηθοποιοί είναι ένα καστ στο οποίο έχω και ανθρώπους με τους οποίους έχω συνεργαστεί ξανά, όπως είναι εδώ και καιρό η Γεωργία Ποντσουκτσή, ο Θάνος Πουμάκης και ο Δημήτρης Κρίκος στο παρελθόν, και ανοίξαμε το σχήμα δοκιμάζοντας να πάρουμε και ηθοποιούς οι οποίοι δεν έχουν πάρα πολύ μεγάλη εμπειρία, αλλά αυτό που θέλαμε είναι οι ηθοποιοί, ανεξαρτήτως εμπειρίας και τεχνικών μέσων, να έχουν μια απλοχεριά, μια διαθεσιμότητα. Ευτυχώς τα βρήκαμε, οπότε έχουμε ανθρώπους, αποφοίτους θεατρικών σχολών της πόλης και της Σχολής Θεάτρου και έχουμε και δύο φοιτήτριες της Σχολής Θεάτρου οι οποίες έχουν δώσει φοβερή απλοχεριά. Είναι πολύ γενναιόδωροι όλοι τους και αυτό το έργο, απαιτεί πάρα πολύ μεγάλη γενναιοδωρία για να λειτουργήσει, γιατί έχει δυσκολίες. Έχουμε έναν χορό ο οποίος δεν είναι ο τραγωδιακός χορός, ωστόσο παραπέμπει, αλλά δεν θέλαμε να το δούμε ότι είναι έτσι και φαίνεται ακριβώς από το πώς μιλάνε αυτοί οι άνθρωποι, όποιος το δει θα καταλάβει. Ακόμα, έχουμε έναν ρόλο που είναι το πουλί, το οποίο είναι πάρα πολύ δύσκολο, γιατί το πουλί είναι ο αγγελιοφόρος μεταξύ γης και ουρανού. Είναι αυτός που στην παράδοση έρχεται και φέρνει τα θεϊκά μηνύματα, είναι απόηχος του Ερμή. Οπότε έχουμε ένα πουλί το οποίο δεν έπρεπε να είναι γραφικό, αλλά να ανθρωπομορφίζει και να μπορεί να μπαίνει στη δράση. Και έχουμε και τη Λυγερή και τον Πρωτομάστορα και τις αδερφές της. Τόσα άτομα και με λίγο χρόνο για πρόβες ακριβώς επειδή είμαστε στο ελεύθερο και είμαστε μία ομάδα στη Θεσσαλονίκη. Δεν είχαμε λοιπόν τον άπλετο χρόνο ή τους άπλετους πόρους. Όλα αυτά απαιτούν τη γενναιοδωρία και ευτυχώς την πετύχαμε. Όπου για τα παιδιά είναι πολύ κουραστικές οι πρόβες. Και όλο αυτό θέλει επιμέλεια από εμένα. Θέλει από τη Μαριάνθη την Ψωματάκη όλο το κομμάτι της κίνησης, το οποίο είναι μόνιμο, καθώς η κίνηση είναι υφασμένη μες στην παράσταση. Βοηθάει σε όλα αυτά και ο Θεοχάρης Μπαϊρακταρίδης που είναι ο βοηθός μου αλλά ολονών και έχει φοβερό μάτι. Έχουν την Αμαλία Κοντογιάννη που προσθέτει και αφαιρεί στο κείμενο. Και σε όλα αυτά έρχεται και δένει το ρυθμό ο Μάριος Αποστολακούλης που είναι μουσικός και έρχεται και ξανά δουλεύεται. Και μέσα σε όλα αυτά είχαμε και την Νατάσα Τσακηρίδου η οποία έκανε τη διδασκαλία παραδοσιακού τραγουδιού. Γιατί θέλουμε έναν άνθρωπο ο οποίος ξέρει από παραδοσιακό τραγούδι. Οπότε είναι μια ομάδα που έχουμε πέσει από πάνω ο καθένας και φυσικά υπάρχουν και η Νεφέλη Νικολαΐδη και η Κατερίνα Κουκότα που έρχονται και ντύνουν και το αισθητικό κομμάτι.
Θέλω να μου πεις σκηνοθετικά “τρικ” που έχεις βάλει μέσα και θέλεις να προσέξουμε.
Πρώτα πρώτα κάτι το οποίο εμένα με διακατέχει στη σκηνοθεσία μου είναι οι παράλληλες δράσεις. Πάντα εγώ δεν εστιάζω πουθενά, μου αρέσει να ανοίγω το «πλάνο» και να είναι λίγο κινηματογραφικό το στήσιμο και παίζουμε με πάρα πολλά light motif. Έχουμε το πουλί το οποίο είναι ο δρώντας που κινεί τα νήματα της ιστορίας, αλλά ταυτόχρονα τη σχολιάζει. Και έχουμε τα στοιχεία της τελετουργίας, τα οποία για μένα ήταν πάρα πολύ σημαντικά, τα οποία τα βλέπουμε και στη σκηνή του μοιρολογιού αλλά και στη σκηνή του χτισίματος. Ήθελα να φέρω τελετουργικά στοιχεία, τα οποία σε όλα αυτά έχει γίνει αναζήτηση και έρευνα και είναι από παραδόσεις της Ηπείρου ή και της Ελλάδας γενικότερα. Ακόμα και στο χτίσιμο του γεφυριού αυτό που γίνεται, είναι από συγκεκριμένη παράδοση που κάνουν για να χτίσουν κάτι. Οπότε έχουμε συγκεκριμένες αναφορές στην παράδοση και τις φέρνουμε με μια νέα ματιά εδώ. Το δε μοιρολόι και η σκηνή του μοιρολογιού είναι μια συγκεκριμένη τελετουργία η οποία συμβαίνει στο Πωγώνι της Ηπείρου και στη σκηνοθεσία ένα κομμάτι στη βάση μου ήταν τόσο η θεία κωμωδία του Δάντη, αλλά και αναφορές σε πάρα πολλά έργα της Αναγέννησης. Οπότε ακόμα και η σκηνή της σταυρωμένης είναι συγκεκριμένη.
Τα σκηνικά της παράστασης;
Τα σκηνικά είναι λιτότατα και αυτή είναι μία συγκεκριμένη επιλογή και να υπάρχουν κάποια χρηστικά αντικείμενα τα οποία μπαίνουν στη σκηνή. Αυτό που αποφασίσαμε είναι ότι έχουμε εννιά σώματα και είναι αρκετά. Για το εικαστικό αλλά και το πρακτικό του πράγματος έχουμε τρία πιθάρια, τα οποία είναι το ένα γεμάτο με νερό, το ένα με κρασί και το άλλο με χώμα. Είναι μια απευθείας αναφορά στις τρεις αδερφές που έχουν θυσιαστεί στο γεφύρι, και γι’ αυτό υπάρχουν και τα κεριά κάτω, που είναι ένας βωμός των τριών αδερφών. Και ταυτόχρονα ως πιθάρια, από την αρχαία Ελλάδα ακόμα, είναι συνδεδεμένα με τις χοές, είναι συνδεδεμένα με τα νεκρικά ήθη και έθιμα. Και ακόμα και στην Ήπειρο υπήρχαν πιθάρια τα οποία τα σπάγανε στην κηδεία. Άλλοι σπάγανε πιάτο, άλλοι σπάγανε πιθάρια. Οπότε το πιθάρι ήρθε πάρα πολύ οργανικά σαν επιλογή και από εκεί και πέρα ήρθε το αντικείμενο το οποίο είναι το παγούρι τσότρα, το οποίο είναι ένα κλασικό αντικείμενο χρηστικό. Έχουμε τα στέφανα του γάμου, πολύ απλά πράγματα δηλαδή και έχουμε και ένα πανί, το οποίο παίρνει πάρα πολλές χρήσεις. Το οποίο πανί αυτό, δεν θα το πω ότι είναι απλά ένα σκηνοθετικό τρίκ, αλλά είναι κάτι το οποίο για μένα συμβολίζει τη μη ορατότητα. Γιατί δεν θέλω να το φέρω με το φως, ήθελα να δω πώς μπορούμε να μην βλέπουμε ενεργά κάτι και αυτό έψαξα να βρω. Ενεργά δεν βλέπουμε τη Λυγερή, γιατί ενεργά πέρασε η ιστορία του γεφυριού της Άρτας και ενεργά δεν τη βλέπουμε και επιλέγουμε να δούμε κάτι άλλο, οπότε έρχεται ένα εμπόδιο (το πανί) το οποίο τυλίγει τους ανθρώπους και κάνει διάφορα για να μην τους βλέπουμε και να βλέπουμε απλά το ανάγλυφο
Νομίζω πως μέσα από τα έργα σου σε ενδιαφέρει πολύ ο άνθρωπος.
Νομίζω ότι μπορεί να φτάσω αργότερα να ψάξω και κάτι άλλο αλλά τώρα όσο σκαλίζω λίγο μέσα τον άνθρωπο, ταυτόχρονα ψάχνομαι και εγώ. Είναι και δική μου ανάγκη και είναι και ανάγκη και πολλών μελών του θιάσου και των συντελεστών. Αν ψάξεις λοιπόν λίγο και εσύ μέσα σου, μετά θα δεις τις έννοιες λίγο διαφορετικά, αν έχεις δουλέψει σε αυτό το κομμάτι, αλλιώς θα προσεγγίσεις την έννοια της ελευθερίας.
Πώς θέλεις να φύγει ο θεατής από την παράσταση σου;
Θα ήθελα να είναι συγκινημένος από το «συν» και το «κινούμαι». Θα ήθελα να συγκινηθεί τελειώνοντας και να σκεφτεί αυτό το πράγμα. Να μετακινηθεί και να κινηθεί ακριβώς όπως σε αυτό που βλέπουμε στην παράσταση. Να αναρωτηθεί «Τι σχέση έχω εγώ με τη βία, πώς δρω απέναντι της, πράττω βία εν αγνοία μου και έχει νόημα η βία ή μπορώ αυτό το πράγμα να το αλλάξω και να το απαιτήσω μάλιστα και από τους άλλους, να το απαιτήσω να μην υπάρχει βία». Όπως είναι η στημένη παράσταση, ο θεατής είναι μέλος του χορού, απλά δεν μιλάει. Βλέπει τι έχει συμβεί στη Λυγερή, συμμετέχει σε ό, τι έχει συμβεί στη Λυγερή, την χτίζει τη Λυγερή.
Μιλάμε για συνενοχή, έτσι.
Είναι μια συνενοχή. Είτε ενεργή, διότι έβρασα, είτε παθητική διότι δεν μίλησα. Και αυτού του είδους η βία είναι και η πιο ύπουλη. Γιατί έχω πιάσει και τον εαυτό μου, έχω βαρεθεί μπροστά σε καταστάσεις βίας όπου εγώ δεν μίλησα…
Μετά το 100 που παρουσιάστηκε την περασμένη χρονιά στο Φεστιβάλ του Δήμου Θεσσαλονίκης Ανοιχτή Θεατρική Σκηνή της Πόλης καθώς και στο Θέατρο Τ, η Εταιρεία Θεάτρου DOT Ensemble επιστρέφει στη σκηνή του Τ με το νέο της εγχείρημα: Πετριχώρα. Πρόκειται για μια ιδέα και έρευνα χρόνων του σκηνοθέτη Χάρη Θώμου, η οποία βασίζεται στο θρυλικό δημοτικό τραγούδι «Το Γιοφύρι της Άρτας» και τις βαλκανικές εκδοχές του. Μια παράδοση αιώνων, η θυσία μιας αθώας ψυχής για το συλλογικό καλό και το στέργιωμα ενός νέου κτίσματος.
Η Πετριχώρα – Ηπειρώτικη ντοπιολαλιά του «πετριχώρ»: η ιδιαίτερη μυρωδιά της γης μετά τη βροχή – είναι μια μυσταγωγική σκηνική εμπειρία που ζωντανεύει μια παράδοση αιώνων. Βασισμένη στο θρυλικό δημοτικό τραγούδι «Το Γιοφύρι της Άρτας» και τις βαλκανικές εκδοχές του, φέρνει στο προσκήνιο μια αρχέγονη ιστορία και εξερευνά τη λεπτή γραμμή που χωρίζει το ατομικό από το συλλογικό, ενώ μας καλεί να αναρωτηθούμε: «Τι κοινωνία είναι αυτή που χρειάζεται να χτίσει Λυγερές για να προοδεύσει;»
Πληροφορίες : Χώρος: Θέατρο Τ, Αλεξάνδρου Φλέμινγκ 16, Θεσσαλονίκη | Πρεμιέρα: Σάββατο 23 Νοεμβρίου 2024 στις 21:30 | Παραστάσεις: Κάθε Παρασκευή και Σάββατο στις 21:30, κάθε Κυριακή στις 20:00 | Τιμές εισιτηρίων: 15€ – κανονικό, 12€ – φοιτητών, ανέργων, ΑμεΑ, πολυτέκνων, άνω των 65, 8€ – θεατρικές ατέλειες (μόνο από το ταμείο του θεάτρου, εφόσον υπάρχουν διαθέσιμα εισιτήρια), 12€ – ομαδικό 8+ άτομα
Πληροφορίες / Κρατήσεις: Στο 2310 854 333 | Στα Social Media της DOT Ensemble (www.facebook.com/dotensemble, https://www.instagram.com/dot.theater.greece/)
Εισιτήρια στο: https://www.more.com/theater/petrixora/