Θέατρο

Μπήκαμε στις πρόβες της “Λυσσασμένης γάτας” του Κρατικού Θεάτρου

Όλα όσα πρέπει να μάθετε για τη νέα θεατρική παράσταση στο Βασιλικό Θέατρο - Τι λένε σκηνοθέτης και ηθοποιοί

Γιώργος Σταυρακίδης
μπήκαμε-στις-πρόβες-της-λυσσασμένης-1089082
Γιώργος Σταυρακίδης

Εικόνες: Ευθύμης Βλάχος

Λίγες ώρες πριν την πρεμιέρα της νέας παραγωγής του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος στο Βασιλικό Θέατρο με την «Λυσσασμένη Γάτα» του Τενεσί Ουίλιαμς, ο σκηνοθέτης Σύλλας Τζουμέρκας αλλά και ηθοποιοί της παράστασης μιλούν στην Parallaxi για όσα θα δούμε και θα νιώσουμε σε μία εξαιρετική μεταφορά του έργου, που δε θυμίζει σε τίποτα την γνωστή ταινία του 1958.

Βρεθήκαμε σε μία από τις τελευταίες πρόβες και πήραμε μία γεύση από την αισθητική και τα νοήματα που θα διαπραγματευτούν οι ήρωες πάνω στη σκηνή, προκαλώντας αρκετές εκπλήξεις σε όσους ανυποψίαστους θεατές βρεθούν στην παράσταση που αποτελεί τη πρώτη νέα παραγωγή της σεζόν για το Κρατικό.

Ένα παθιασμένο έργο τρυφερό όσο και σκληρό, ποιητικό όσο και ρεαλιστικό, ένα παιχνίδι του έρωτα με τον θάνατο, γεμάτο οικογενειακές συγκρούσεις, ανομολόγητα πάθη, απληστία και μανία για εξουσία. Μέσα σε μία ατμόσφαιρα, απ’όπου αναδύονται αλκοόλ και αποξένωση, η «Λυσσασμένη γάτα» κάνει βαθιά τομή στις διαπροσωπικές σχέσεις των ζευγαριών ή στο πώς μπορεί να διασωθεί ένας έρωτας – εάν μπορεί.

Ένα από τα πιο γνωστά έργα του μεγάλου Αμερικανού δραματουργού Τενεσί Ουίλιαμς, η βραβευμένη με Πούλιτζερ «Λυσσασμένη Γάτα» ανεβαίνει για πρώτη φορά στο ΚΘΒΕ, σε μετάφραση – σκηνοθεσία Σύλλα Τζουμέρκα. Η νέα παραγωγή του ΚΘΒΕ έρχεται στο Βασιλικό Θέατρο την Παρασκευή 1η Δεκεμβρίου.

Σύλλας Τζουμέρκας: Τα όνειρα πολλές φορές είναι σκληρά

Για μένα η παράσταση αυτού του έργου είναι ένα όνειρο που γίνεται πραγματικότητα. Ήθελα χρόνια να το κάνω παράσταση. Οπότε είναι μία πολύ μεγάλη χαρά. Επίσης μου αρέσει πάρα πολύ ότι δουλέψαμε αυτή την ομάδα. Πρόκειται λοιπόν για ένα έργο που αγαπάω δεκαετίες. Είναι ένα έργο που μου έμαθε να γράφω. Πάτησα σε αυτό για να γράψω το σενάριο της πρώτης μου ταινίας, της «Χώρας Προέλευσης».

Γιατί είχατε τόση επιρροή από αυτό το έργο;

Γιατί μου ταιριάζει το ύφος του. Ο συνδυασμός που έχει στο οικογενειακό δράμα με ένα είδος πάρα πολύ χαμηλού ξεκατινιάσματος, λαϊκότητας και χιούμορ, και με έναν τρόπο και Ελληνικό. Ένα πράγμα γεμάτο με πολύ ζωή και άγριο, μαζί με ξαφνικά αιφνίδια τρομακτικό ύψος στην διεισδυτικότητα στην ψυχή. Σαιξπηρικό για την ακρίβεια. Αυτός ο συνδυασμός για μένα είναι κάτι που έψαχνα. Έψαχνα τεχνικές για αυτό. Βρήκα πάρα πολλές στη «Λυσσασμένη γάτα» όταν ήμουν μικρότερος λοιπόν.

Πόσο καιρό το δουλεύατε;

Την παράσταση τη δούλευα το τελευταίο πεντάμηνο. Συγκεντρώθηκα σε αυτό δουλεύοντας τη μετάφραση όλο το καλοκαίρι. Εκ των πραγμάτων ταυτόχρονα δούλευα και τη σκηνοθεσία και όλα τα υπόλοιπα. Βρεθήκαμε το Σεπτέμβριο με αυτή την υπέροχη ομάδα και μετά αρχίσαμε την πράξη.

Γιατί επιλέξατε την αρχική βερσιόν του έργου;

Για το έργο υπάρχουν στην πραγματικότητα δυόμισι βερσιόν του Tennessee Williams και μία που ξέρουμε από την ταινία. Ανάμεσα σε αυτές του θεάτρου και αυτή της ταινίας υπάρχει τεράστια απόσταση. Στην ταινία αποκρύπτεται στην ουσία το ερωτικό τρίγωνο μεταξύ Σκιπερ, Μάγκι και Μπρικ. Στην ταινία βλέπουμε απλά ότι το θέμα είναι ότι είναι αλκοολικός μόνο ο ήρωας. Ενώ υπάρχουν και άλλα πολλά προβλήματα. Επίσης αποκρύπτεται η αμφισεξουαλικότητα του πατέρα. Στην ταινία βλέπουμε ένα ξεκάθαρο happy end. Ενώ στις γραφές τις θεατρικές υπάρχει μία μεγαλύτερη κόψη, ένα μεγαλύτερο μυστήριο. Η πρώτη βερσιόν του Tennessee Williams, αυτή που παίζουμε είναι σκληρότερη, είναι αγριότερη, δεν έχει κανένα νέρωμα στο κρασί που χρειάστηκε να κάνει μετά για την πρώτη Broadway version και είναι αυτοί που παρουσιάζεται συνήθως στην Ελλάδα. Επίσης σε αυτήν τη βερσιόν φαίνονται πιο καθαρά τα αρχέτυπα, το τέλος είναι για μένα απλά συγκλονιστικό, πολύ πιο βαθύ.

Μιλήστε μου για τους ηθοποιούς σας σε αυτή την παράσταση;

Αρχικά είναι από τις ωραιότερες ομάδες που έχω δουλέψει στη ζωή μου στο θέατρο αλλά και στο σινεμά. Υπήρχε από την αρχή η ιδέα ότι κάποιους ρόλους θα τους έπαιζαν ταυτόχρονα στη σκηνή άνθρωποι διαφορετικών ηλικιών, διαφορετικών υποκριτικών παραδόσεων και διαφορετικού ψυχικού μετάλλου. Είναι πολυπρισματικά ορισμένα πρόσωπα και με ενδιέφερε πάρα πολύ να υπάρχουν ταυτόχρονα πάνω στη σκηνή από διαφορετικές ηλικίες διαφορετικά ψυχικά κέντρα, να μη γίνεται αυτό του ρεαλιστικού θεάτρου, αλλά το κάθε πρόσωπο να ενσωματώνει πλήρως ψυχικά, πλευρές των προσώπων αυτών. Ταυτόχρονα βοηθούσε στην κατασκευή του ονειροχώρου. Πώς είναι όταν κάποιος βλέπει τον εαυτό του πολύ μεγάλο, αυτό λοιπόν συμβαίνει πολλές φορές στη δική μας παράσταση. Υπάρχουν τέτοια καθρεφτίσματα. Το όνειρο ήταν ένα ζητούμενο του Tennessee Williams σε αυτό το έργο. Άρα, εγώ κατασκευάζω έναν ονειροχωρο με τα σκηνικά μου αλλά και με τεχνικούς τρόπους, αλλά και με την τριπλή ή τετραπλή παρουσίαση των χαρακτήρων πάνω στη σκηνή. Με αυτόν τον τρόπο έχω και την ευκαιρία να δουλέψω με πάρα πολλούς υπέροχους ηθοποιούς. Είμαι πολύ χαρούμενος που τους γνώρισα και που μπήκαμε όλοι μαζί σε αυτή τη διαδικασία.

Ονειρoχωρος βέβαια, αλλά και σε ένα σκληρό έργο.

Βέβαια. Τα όνειρα πολλές φορές είναι σκληρά. Ίσως και πάρα πολύ σκληρά. Στο έργο νομίζω ότι είναι τόσο μεγάλα τα ερωτήματα που ανοίγει και τόσο υψηλή η άρθρωση των ψυχικών μας καταστάσεων πού από αυτό το έργο φεύγει κάποιος σίγουρα πλουσιότερος. Και μόνο σε επαφή με αυτούς τους χαρακτήρες, είμαι σίγουρος ότι κάποιος θα φύγει πιο πλούσιος από την παράσταση. Θα ξέρει περισσότερα πράγματα από αυτά που ήξερε προηγουμένως. Τουλάχιστον σε μένα αυτό συνέβη. Και μου συμβαίνει και κάθε μέρα στην πρόβα. Είναι τόσο μεγάλο το έργο.

Υπάρχει διαφορά για εσάς όταν κάνετε θέατρο από όταν κάνετε σινεμά;

Όχι. Απλά αλλάζω κώδικες. Αλλά η καλλιτεχνική λειτουργία είναι μία πηγή για μένα. Είναι καθαρά μία συνέχεια.

Λίγα λόγια για το έργο

Την ημέρα των γενεθλίων του πατέρα, οι δύο γιοί του βρίσκονται στο σπίτι με τις οικογένειές τους για να γιορτάσουν. Ο Γκούπερ, ο μεγαλύτερος γιος και η γυναίκα του η Μέη, γνωρίζοντας ότι ο πατέρας είναι βαριά άρρωστος, προσπαθούν να αναλάβουν την τεράστια περιουσία του, την οποία δικαιωματικά θεωρούν πως τους ανήκει, έχοντας μια υποδειγματική οικογενειακή ζωή με πέντε παιδιά. Από την άλλη ο μικρότερος αδελφός και αγαπημένος γιος, ο Μπρικ, βυθισμένος στο πένθος, έχει αποσυρθεί από τη ζωή και έχει προσκολληθεί στο αλκοόλ, ενώ η γυναίκα του η Μάργκαρετ προσπαθεί απεγνωσμένα να ξανακερδίσει τον έρωτά του και να αναλάβει την περιουσία του πατέρα.

Η απόκρυψη της αλήθειας, η υποκρισία, η απληστία, η πατριαρχία, η ανάγκη για έλεγχο και εξουσία, η ομοφοβία είναι ορισμένα από τα θέματα που θίγονται μέσα στο κείμενο του Τενεσί Ουίλιαμς. Στο έργο συναντούμε τα πρόσωπα εκείνα που επιθυμούν, που διεκδικούν, που κυριαρχούν αλλά και εκείνα που αφήνονται έρμαια στη ζωή να τα παρασύρει.

Η «Λυσσασμένη Γάτα» ανέβηκε για πρώτη φορά στις 24 Μαρτίου του 1955 στο Morosco Theatre της Νέας Υόρκης, σε σκηνοθεσία Ελία Καζάν. Ο Τενεσί Ουίλιαμς έλαβε για το έργο αυτό βραβείο Πούλιτζερ και το 1957 έγινε μεγάλη κινηματογραφική επιτυχία με την Ελίζαμπεθ Τέιλορ και τον Πολ Νιούμαν. Η ιδέα βασίστηκε σε ένα προγενέστερο διήγημα του συγγραφέα με τίτλο «Three Players of a Summer Game».

Στην έκδοση του έργου ο Ουίλιαμς δημοσίευσε δύο εκδοχές της τρίτης πράξης. Η πρώτη γράφτηκε από τον ίδιο ενώ η δεύτερη προέκυψε με τις κατευθύνσεις του Ελία Καζάν. Πάνω στην πρώτη εκδοχή, την πιο αγαπημένη και πιο αντιπροσωπευτική για τον συγγραφέα, κινήθηκε η μετάφραση του Σύλλα Τζουμέρκα.

Τον ενθουσιασμό τους για την παράσταση, μου μετέφεραν πολλοί από τους ηθοποιούς της παράστασης που κάνει πρεμιέρα το βράδυ της Παρασκευής.

Λουκία Βασιλείου: “Όλοι βιώνουν μοναξιά”

Ο Σύλλας ήθελε την Μάγκι πιο πολύπλευρη και χωρίς χρονικό τέλμα γι’ αυτό και μοιραζόμαστε τον ρόλο τέσσερις ηθοποιοί. Αυτό που εγώ κρατάω περισσότερο από αυτή την ηρωίδα είναι η μοναξιά που έχει. Βέβαια μιλάμε και για ένα έργο που όλοι βιώνουν αυτή τη μοναξιά. Μιλάμε για παρατημένους ανθρώπους όχι από τον ίδιο τους τον εαυτό, όσο από τους τριγύρω. Για μένα, η Μάγκι είναι πιο εγκαταλελειμμένη που δεν γίνεται. Είναι μία εντελώς μόνη γυναίκα.

Πολλές φορές σκέφτομαι ότι είναι ένας κόντρα ρόλος για μένα. Δηλαδή, αν εγώ έβλεπα τόσο τοίχο απέναντι μου θα έφευγα. Αυτή όμως, δε φεύγει. Είναι μέσα στο παιχνίδι λέει. Αυτό δείχνει βέβαια πως είναι μαχήτρια, αλλά όλο αυτό με ένα κόστος ψυχικό. Η αντιμετώπιση του Σύλλα με βοήθησε πάρα πολύ. Είναι ένας σκηνοθέτης που βασίζεται πάνω σε αυτό που θα του δώσεις. Δε θα σου φέρει κάτι άσχετο να στο φορέσει. Κάνεις εσύ κάτι κι αυτός απλά στο εξελίσσει.

Λίλιαν Παλάντζα: “Ζούμε τη ζωή που θέλουν οι άλλοι”

Εγώ είμαι η πιο ώριμη Μάγκι. Ήταν μία ιδέα του Σύλλα πολύ ενδιαφέρουσα. Μαζί με τον Δημήτρη Κολοβό κάνουμε εκείνο το πιο ώριμο ζευγάρι. Πρόκειται για μία πολύ σύγχρονη εκδοχή του έργου, πολύ μοντέρνα, πολύ ψυχαναλυτική, πολύ ονειρική. Προσπάθησαν να συνδεθώ με τον ρόλο, ο οποίος είναι μοιρασμένος. Αυτή ήταν μία δυσκολία. Δεν είχα δηλαδή τον απόλυτο έλεγχο του ρόλου, αλλά ήταν αποσπάσματα του. Έπρεπε όμως ψυχικά να συνδεθώ με τις υπόλοιπες, να είμαστε ένα πρόσωπο, πολύ διαφορετικές μεταξύ μας αλλά ψυχικά το ίδιο. Έπρεπε να μπαίνει η μία μέσα στην άλλη. Η Μάγκι είναι μία γυναίκα που πέρασε πολύ δύσκολα στη ζωή της. Ό, τι απέκτησε το απέκτησε με πάρα πολύ κόπο. Είναι πολύ ερωτευμένη με τον Μπρικ αλλά εκείνος βαδίζει στην αυτοκαταστροφή. Προσπαθεί να τον σώσει και να σώσει και τον εαυτό της, παλεύει με νύχια και με δόντια σαν τη λυσσασμένη γάτα αλλά από αυτή τη μάχη βγαίνει πληγωμένη.

Στο έργο θίγονται πολλά θέματα, οπότε σίγουρα το κοινό θα συνδεθεί με κάποιους χαρακτήρες και με κάποια προβλήματα τους. Είναι άλλωστε ζητήματα που πάντα θα απασχολούν τους ανθρώπους. Δεν τα λύσαμε και δεν θα τα λύσουμε γιατί κανείς δε ζει τελικά τη ζωή που θέλει. Ζούμε τη ζωή που θέλουν οι άλλοι. Και φεύγουμε από τη ζωή με απωθημένα. Κι αυτό το περνάμε στα παιδιά μας και έτσι υπάρχει μία διαδοχή.

Λίλα Βλαχοπούλου: “Η παράσταση έχει δουλευτεί λιθαράκι λιθαράκι από όλους μας”

Εγώ κάνω τη μία Μάγκι και στο δεύτερο μέρος κρατάω και τη Μέι. Ενώ στη σκηνή νιώθω το σώμα μου να καταπονείται από κάτι που κάνω και χρειάζεται πάρα πολύ πνευματική και σωματική δύναμη, χαίρομαι πολύ που είμαι σε αυτή τη δουλειά κι οπότε δε γράφει άσχημα πάνω μου μετά. Έχει τρομερά μεγάλο ξόδεμα όλο αυτό, αλλά επειδή ο Σύλλας στον τρόπο που δουλεύει δεν ξοδεύεται πολύ στα λόγια, όλα ήρθαν αβίαστα και τα συναντάμε κάθε φορά πάνω στη σκηνή σαν ένα δώρο που δε σταματάει ποτέ να δίνει. Στη μετάφραση που έχει κάνει ο Σύλλας “μιλιέται” το έργο. Είναι τόσο σπαρακτική αυτή η μετάφραση με τις λέξεις που χρησιμοποίησε.

Η παράσταση είναι πολύ έντιμη, έχει δουλευτεί λιθαράκι λιθαράκι από όλους μας. Θεωρώ πως μία μεγάλη μερίδα του κοινού της Θεσσαλονίκης, ίσως και να μην είναι έτοιμο για τα νοήματα αυτού του έργου και ίσως κάπως και να «τσιμπηθεί», αλλά για αυτό γράφτηκε πιστεύω και το έργο αυτό. Το θέατρο όμως, έχει τη δύναμη τη μία στιγμή να σε πονέσει και κάποια άλλη να σου εξηγηθεί τι σου έχει συμβεί. Τότε είναι, ετεροχρονισμένα, που θα σε πάει και λίγο πιο μπροστά.

Γιώργος Παπαδάκος: “Πρόκειται για ένα έργο πολύ μπροστά από την εποχή του”

Κάνω τον Μπρικ, τον μικρό γιο της οικογένειας που είναι αλκοολικός, κουτσός και μάλλον αμφιφυλόφιλος. Το πιο δύσκολο για μένα είναι ότι σε όλη την παράσταση παίζω με το ένα πόδι. Για να κάνω δικό μου τον ρόλο, η αλήθεια είναι ότι είδα αρκετές ταινίες για να εμπνευστώ επειδή δεν έχω κάνει κάτι αντίστοιχο ξανά. Είχα πολύ βοήθεια από την Σοφία Παπανικάνδρου που έχει την επιμέλεια κίνησης και είναι βοηθός σκηνοθέτη που με κατεύθυνε πώς να κινούμαι στη σκηνή πάνω.

Πρόκειται για ένα έργο που γράφτηκε το 1953 και είναι πάρα πολύ μπροστά από την εποχή του γιατί μιλάει για θέματα που ακόμα και σήμερα δε μιλάμε τόσο εύκολα. Αυτό που εμένα με αγγίξει περισσότερο είναι η ελευθερία να είμαι αυτό που θέλω να είμαι. Το δε με νοιάζει τι θα πει ο κόσμος, που είναι πολύ κεντρικό θέμα της παράστασης. Είναι μία μαύρη κωμωδία θα μπορούσα να πω και βαριά λόγω των θεμάτων που θίγει με έναν βίαιο τρόπο.

Βασίλης Σπυρόπουλος: “Όλα είναι σε στιγμές κορύφωσης”

Είμαι ένας από τους πατέρες της παράστασης. Είναι μία παράσταση που μπήκαμε όλοι πολύ ζεστά από την αρχή και κύρια υπεύθυνος γι’ αυτό είναι ο Σύλλας, ο άνθρωπος που την στήνει. Είναι εξαιρετική η χημεία μεταξύ μας και διαπραγματευόμαστε ένα κείμενο που είναι επίκαιρο μέχρι και σήμερα.

Η πρόθεση της παράστασης είναι όλη σε πυρακτωμένες συνθήκες. Αυτό είναι που ορίζει ο κεντρικός άξονας. Όλα είναι σε στιγμές κορύφωσης. Υπάρχει μία τεράστια αγωνία για την ανταπόκριση που θα έχει η παράσταση μας διότι μιλάμε για μία δουλειά φοβερά ανατρεπτική, χωρίς καθωσπρεπισμούς. Η λύσσα και το πάθος είναι οι λέξεις που χαρακτηρίζουν την παράσταση. Ξέρετε, η σκηνική μας αλήθεια, είναι τόσο ισχυρή που υπερβαίνει τα πάντα.

Ορέστης Παλιαδέλης: “Το έργο έχει απόλυτη σχέση με το πώς ο καθένας επιλέγει να πορευτεί στη ζωή”

Εγώ έχω τον ρόλο του Κούπερ, ο οποίος είναι ο μεγάλος αδερφός της οικογένειας. Ενώ κάποια στιγμή ήταν μοναχογιός, μπήκε σε δεύτερο πλάνο, επειδή ήρθε στην οικογένεια ένα άλλο πιο συμπαθητικό και γλυκό παιδάκι. Αυτό βέβαια χαράσσεται μέσα του. Και όσο πιο έντονο και αιχμηρό είναι το οικογενειακό περιβάλλον, τόσο πιο αιχμηρά είναι και τα συναισθήματα που αναγκάζεται να καταχωνιάζει κάθε φορά. Κατά τα άλλα είναι ένας καλός άνθρωπος, προσπαθεί να κάνει το καλύτερο για την οικογένειά του. Είναι παντρεμένος, έχει πέντε παιδιά, εργάζεται σαν δικηγόρος, άρα θεωρητικά είναι τακτοποιημένος. Βέβαια η περιουσία του πατέρα μάλλον δεν τον αφήνει να ησυχάσει, και το ενδεχόμενο να πεθάνει ο πατέρας και αυτός να γίνει ξαφνικά ο κάτοχος μιας τεράστιας περιουσίας τον αναγκάζει να διαμορφώσει μία οδό στην οποία μπορεί πλέον να εκφράζει αυτό που νιώθει τόσο καιρό.

Το έργο από μόνο του το θεωρώ ένα εξαιρετικό κείμενο. Κάθε ρόλος έχει μεγάλη σημασία, έχει επίπεδα, αναφέρονται πράγματα και καταστάσεις για την κοινωνική μας τοποθέτηση τα οποία από τότε μέχρι τώρα δεν έχουν αλλάξει και πάρα πολύ, αντίθετα εντείνονται.

Το έργο έχει απόλυτη σχέση με το πως ο καθένας επιλέγει να πορευτεί στη ζωή. Από τον άνθρωπο που θα επιλέξουμε να παντρευτούμε, τον άνθρωπο που θα επιλέξουμε για να συνεργαστούμε. Το μόνο βέβαια που δεν επιλέγουμε είναι η οικογένεια. Αυτό μας τυχαίνει. Και στην περίπτωση της παράστασης μία κατά τα άλλα επιτυχημένη οικογένεια, με πλούτο και κοινωνική υπόσταση, δεν είναι δυνατά δεμένοι, αντίθετα με την πρώτη αφορμή, αποδεικνύεται πόσο σαθρό είναι αυτό το οικοδόμημα.

Ο Kούπερ ειδικά στην tρίτη πράξη που παρουσιάζεται πιο καθαρά, έχει κάτι στο μυαλό του, θέλει να πετύχει ένα σχέδιο. Για αυτό θα χρησιμοποιήσει και βία και θα φωνάξει. Αυτά είναι στοιχεία που εγώ δεν τα έχω. Δηλαδή θα φιλτράρω πολύ την επιθετικότητα μου. Αυτό ακόμα λίγο με δυσκολεύει, αλλά κατανοώ την διαδρομή του.

Βάσια Μπακάκου: “Είναι μία πολύ ευτυχισμένη στιγμή η συνάντηση όλων μας”

Εγώ στην παράσταση είμαι η μία από τις δύο Μέι, η οποία είναι μία γυναίκα πολύ δυναμική σε σχέση με την οικογένεια της. Θέλει να επικρατήσει όλη αυτή η δύναμη που νιώθει μέσα της. Κι αυτό επειδή δε μπορεί να το πετύχει στην κοινωνία λόγω εποχής, το επιδιώκει μέσα στην οικογένεια της. Το έργο μιλάει για την απόγνωση της ζωής. Ο μεγάλος πόθος για να ζήσουμε και η απόγνωση που φέρνει. Είναι μία πολύ ευτυχισμένη στιγμή η συνάντηση όλων μας σε αυτό το έργο.

Με τον Σύλλα εγώ είχα ξαναδουλέψει σε ταινίες του και υπήρχε ένας κώδικας επικοινωνίας. Δεν είναι διαφορετικός εδώ επειδή ήταν θέατρο, είναι ίδιος.  Είναι ένας πολύ υποστηρικτικός σκηνοθέτης που όλοι τον νιώσαμε πολύ δίπλα μας.

Συντελεστές
Μετάφραση – Σκηνοθεσία: Σύλλας Τζουμέρκας, Σκηνικά: Πηνελόπη Βαλτή, Κοστούμια: Μάρλι Αλειφέρη, Φωτισμοί: Ελίζα Αλεξανδροπούλου, Δήμητρα Αλουτζανίδου, Επιμέλεια κίνησης & Βοηθός σκηνοθέτη: Σοφία Παπανικάνδρου, Μουσική διδασκαλία: Χρύσα Τουμανίδου, Διεύθυνση φωτογραφίας βίντεο: Αλεξάνδρα Ρίμπα, Μοντάζ βίντεο: Γιώργος Ζαφείρης, Βοηθός σκηνογράφου: Νιόβη Μπολιάκη, Βοηθός ενδυματολόγου: Δανάη Πανά, Οργάνωση παραγωγής: Αθανασία Ανδρώνη
* Βοηθοί σκηνογράφου και ενδυματολόγου, στο πλαίσιο πρακτικής άσκησης, Ασημίνα Πλουμή και Μελίνα Καμάρα. Διανομή: Μελίνα Αποστολίδου: Μητέρα | Λουκία Βασιλείου: Μάγκι 2 | Λίλα Βλαχοπούλου: Μάγκι 3 / Μέι 2 | Γιάννης Καραμφίλης: Αιδεσιμότατος Τούκερ 1 / Πατέρας 2 | Δημήτρης Κολοβός: Μπρικ 2 / Γέρος εργάτης | Άννα Κόπακα: Μάγκι 1 | Βάσια Μπακάκου: Μέι 1 / Σούζι ΜακΦίτερς | Βασίλης Μπεσίρης: Pool boy / Σκίπερ / Γιατρός Μπο / Αιδεσιμότατος Τούκερ 2 / Πατέρας 3 | Λίλιαν Παλάντζα: Μάγκι 4 / Σούκι | Ορέστης Παλιαδέλης: Γκούπερ | Γιώργος Παπαδάκος: Μπρικ 1 | Βασίλης Σπυρόπουλος: Πατέρας 1 | Παιδιά: Γαλάτεια Αγγέλη, Δημήτρης Καυκάς, Γιώργος Κωνσταντινίδης, Στέλλα Παπανικολάου
Πληροφορίες: Βασιλικό Θέατρο (Πλατεία Λευκού Πύργου) | Πρεμιέρα: Παρασκευή 01/12/2023, στις 21.00 | Προπώλησηntng.gr | more.com | 2117700000 | Πληροφορίες- κρατήσεις στο Τ. 2315 200 200 και στα εκδοτήρια του ΚΘΒΕ
Ώρες παραστάσεων: Τετάρτη: 19.00 – Πέμπτη – Παρασκευή: 20.30 – Σάββατο: 17.30 & 20.30 – Κυριακή: 19.00
Η παράσταση είναι κατάλληλη για άτομα άνω των 16 ετών.
#TAGS
Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα