Θέατρο

Μπήκαμε στις πρόβες του μεταφυσικού «100» λίγο πριν παρουσιαστεί στο Θέατρο Άνετον

Το σπουδαίο έργο που έχει κατακτήσει Ευρώπη και Αμερική παρουσιάζεται πρώτη φορά στην Ελλάδα και μάλιστα στη Θεσσαλονίκη από τον σκηνοθέτη Χάρη Θώμο και την Εταιρεία Θεάτρου & Πολιτισμού DOT Ensemble ΑΜΚΕ

Γιώργος Σταυρακίδης
μπήκαμε-στις-πρόβες-του-μεταφυσικού-100-1151055
Γιώργος Σταυρακίδης

Πόσες αναμνήσεις κρατάμε για πάντα και ποια από όλες θα μπορούσαμε να ξεχωρίσουμε για να ζήσουμε ξανά; Θα μπορούσαμε άραγε να ξεχωρίσουμε μόνο μία κι αν όχι, είμαστε έτοιμοι για το τίμημα που μπορεί να έχει η επιλογή μας; Πόσο έτοιμοι είμαστε άραγε για τέτοια διλλήματα και πόσο τελικά, σκεφτόμαστε αυτά που ζούμε, αυτά που χάνουμε ή κερδίζουμε ζώντας τις ζωές μας;

Ο σημαντικός σκηνοθέτης της πόλης Χάρης Θώμος επιλέγει να παρουσιάσει στη σκηνή του Θεάτρου Άνετον για τρεις μόνο παραστάσεις το εντυπωσιακό σύγχρονο έργο των Christopher Heimann, Neil Monaghan, Diene Petterle «100» στις 26, 27 και 28 Απριλίου, μιλώντας για τη ζωή μέσα από τις ιστορίες ανθρώπων που μόλις έχουν… πεθάνει και θέτοντας τα παραπάνω ερωτήματα με τρόπους ευρηματικούς που τοποθετούν τον θεατή δίπλα στους ήρωες του έργου, παρά στις θέσεις τους, απέναντι δηλαδή, χωρίς μάλιστα να υπάρχει σωματική μετακίνηση, αλλά καταφέρνοντας να κάνει τους ανθρώπους να σκεφτούν, να μπουν στα ‘παπούτσια» των ηρώων και να δουν κομμάτια των δικών τους ζωών.

Μπήκαμε σε μία από τις τελευταίες πρόβες της παράστασης «100», λίγο πριν παρουσιαστεί στο κοινό της Θεσσαλονίκης και παρακολουθήσαμε όλα όσα ετοίμασε η Εταιρεία Θεάτρου & Πολιτισμού DOT Ensemble, σε μία θεατρική δουλειά που, στο λίγο παραπάνω από 60 λεπτά διάρκεια της, συνδυάζει την αφήγηση με το σωματικό θέατρο, γεμάτη ταλέντο και δημιουργία για ένα έργο γεμάτο νοήματα και λόγους να σκεφτούμε – άλλοτε σοβαρά και άλλοτε γλυκά – τις ζωές και τις αναμνήσεις μας, με πέντε εξαιρετικούς ηθοποιούς επί σκηνής, έναν μουσικό και ζωντανή μουσική, φώτα που δείχνουν να συμπρωταγωνιστούν και ένα κείμενο που μοιάζει να χτυπάει σαν μαχαίρι τον θεατή. Όχι για να τον πληγώσει, αλλά να τον κάνει να σκεφτεί τι κάνει και τι δεν κάνει στη ζωή του που τρέχει…


Φωτογραφίες για την Parallaxi : Ευθύμης Βλάχος


Το «100» παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στο Fringe Festival του Εδιμβούργου το 2002, όπου κέρδισε μάλιστα το Fringe First Award. Στη συνέχεια πήγε σε μια μεγάλη διεθνή περιοδεία, συμπεριλαμβανομένης μιας sold out παράστασης στο Soho Theatre του Λονδίνου. Στην Ελλάδα, έρχεται τώρα για πρώτη φορά με επαγγελματικό θίασο, σε πανελλήνια πρεμιέρα στην «Ανοιχτή Θεατρική Σκηνή της Πόλης – 2024» στη Θεσσαλονίκη, για τρεις μόνο παραστάσεις.

Πέντε άτομα συγκεντρώνονται σε έναν χώρο – κενό, περιμένοντας την τελική αποδοχή τους από τον θάνατο. Σύντομα αποκαλύπτεται ότι ένας από αυτούς, τον οποίο υποδύεται εξαιρετικά ο Αλέξανδρος Νικολαϊδης, είναι αυτός που πρέπει να οδηγήσει τους άλλους στην τελευταία τους θέση ανάπαυσης. Με μοναδική προϋπόθεση να επιλέξουν μία μόνο ανάμνηση τους που θα ζουν στην αιωνιότητα. Τα μόνα στηρίγματα για όλους, είναι μερικά μπαστούνια μπαμπού, ένα πορτοκάλι, τα σώματα και οι φωνές των ηθοποιών που μπλέκονται αριστοτεχνικά με τις μουσικές, τους ήχους και τα φώτα.

Επί σκηνής: Θάνος Πουμάκης | Γεωργία Ποντσουκτσή | Αλέξανδρος Μιχαηλίδης | Αλέξανδρος Νικολαΐδης | Κορνηλία Προκοπίου | Μουσικός : Μάριος Αποστολακούλης

«Στo “100” ακολουθούμε τέσσερις εντελώς διαφορετικούς ανθρώπους, που μόλις έκαναν το “Μεγάλο Ταξίδι”. Στον άλλο κόσμο, στο Κενό, συναντιούνται με ένα περίεργο ον, τον Οδηγό που τους ενημερώνει για το τι θα συμβεί. Έχουν λίγο χρόνο να βρουν μια ανάμνηση που θα ζουν ξανά και ξανά, για πάντα, στο επέκεινα. Οι ήρωες αναβιώνοντας μια σειρά από αναμνήσεις, θα προσπαθήσουν να θέσουν τα βιώματά τους σε προτεραιότητα, να καταλάβουν τι ήταν αυτό που τους καθόρισε στη ζωή τους και να καταλήξουν, τελικά, στο τι είναι πραγματικά σημαντικό στη σύντομη πορεία μας, από τη ζωή ως το θάνατο. Μια παράσταση που ακροβατεί ανάμεσα στην κωμωδία και το δράμα, συνδυάζοντας τον καθημερινό λόγο με έντονα στοιχεία σωματικού θεάτρου.» αναφέρει το δελτίο τύπου αφήνοντας τα υπόλοιπα να τα ανακαλύψει το κοινό της Θεσσαλονίκης, όπως έκαναν αντίστοιχα μεγάλα κοινά σε Ευρώπη και Αμερική που λάτρεψαν αυτό το έργο.

Μιλώντας στο τέλος με τον Χάρη Θώμο, τον σκηνοθέτη και άνθρωπο που είχε την ιδέα αυτής της παράστασης, εξηγεί στην Parallaxi όλα όσα θα θέλατε να γνωρίζετε πριν πάτε να δείτε το (σπουδαίο) «100».

Χάρης Θώμος: “Να πάρει ο θεατής μικρά σημεία από τη ζωές του κάθε ήρωα”

Ο σημαντικός σκηνοθέτης έχει δώσει πολλές σπουδαίες παραστάσεις τα προηγούμενα χρόνια στην Θεσσαλονίκη, βάζοντας πάντα ως κέντρο του τον άνθρωπο και τις συνήθειες του. Για τη νέα του δουλειά, το «100» αναφέρει:

Γιατί αυτό το έργο;

Το είχα δει και παλιότερα και μου άρεσε, αλλά νομίζω ότι τώρα είναι εξαιρετικά επίκαιρο. Έχουμε περάσει μία εποχή, αυτή του covid, όπου οι ρυθμοί γίνονται όσο πάει και πιο γρήγοροι. Είναι λες και θέλουμε να πιάσουμε το χαμένο έδαφος. Και βιαζόμαστε για το επόμενο που μπορεί να έρθει. Κάπως έτσι ξεχνάμε να ζήσουμε το εδώ και το τώρα. Και επειδή πέρασα και εγώ μία αντίστοιχη περίοδο, μου ήρθε ξανά μπροστά τυχαία το έργο στον υπολογιστή μου και είπα αυτό είναι! Ακριβώς διότι βλέπω γύρω μου αυτή τη βιασύνη. Και ότι ποτέ δεν σταματάμε για να νιώσουμε τις στιγμή, να ζήσουμε τη βροχή, το ηλιοβασίλεμα, τους φίλους μας, τους ανθρώπους μας. Το μόνο που κάνουμε είναι να τρέχουμε για κάτι που θα κάνουμε αύριο, κάτι που θα κάνουμε μεθαύριο, τον άλλον μήνα ή τον άλλον χρόνο. Πολλές φορές δουλεύουμε για κάτι, έρχεται και επειδή είμαστε σε μία φάση κοινωνικής ανηδονίας, δεν το εκτιμούμε αυτό που πετυχαίνουμε και σκεφτόμαστε πάντα κάτι άλλο. Δεν το απολαμβάνουμε, δεν δίνουμε συγχαρητήρια στον εαυτό μας, ούτε καν εκτιμούμε το αρνητικό που μπορεί να ζήσουμε. Γιατί και τα αρνητικά που έρχονται, μας διδάσκουν κάτι για το μέλλον. Προσπαθούμε να τα διώξουμε τα αρνητικά, τα θετικά τα υποδαυλίζουμε και πάμε στο επόμενο. Οπότε αυτός είναι ένας τρόπος που λέω μέσα από το έργο ότι ο χρόνος σε αυτόν τον πλανήτη είναι περιορισμένος, πρέπει να τον ζήσουμε και πρέπει να θυμόμαστε ότι θα πεθάνουμε. Είμαστε σε μία εποχή του fast food. Των fast σχέσεων. Των fast θεαμάτων, όλα τρέχουνε και ως αποτέλεσμα αυτό το fast είναι πρόχειρο και δεν το εκτιμούμε. Έτσι ήρθε το «100».

 Οι ήρωες του έργου βλέπουμε ότι έχουν και ένα πρόβλημα να αξιολογήσουν τις στιγμές τους.

Όπως κι εμείς. Δεν προλαβαίνουμε καν να τις κατανοήσουμε τις στιγμές μας. Δεν δίνουμε καν το χρόνο στο τέλος της μέρας να κλείσουμε τα μάτια και να σκεφτούμε τι συνέβη σήμερα. Τι πήγε καλά, τι πήγε άσχημα, ποιον άνθρωπο πληγώσαμε. Και αυτό έχει να κάνει με το ότι πάντα θεωρούμε ότι κάτι καλύτερο θα έρθει για εμάς, κάτι καλύτερο μας αξίζει χωρίς να μαχόμαστε για αυτό.

Γιατί κρινόμαστε τελικά λέει κάπου το έργο. Για όσα μάθουμε ή όσα πετύχουμε;

Νομίζω τίποτα από τα δύο. Θα πω καλύτερα για όσα βιώσουμε. Θα βάλω τη μάθηση στο βίωμα. Δεν χρειάζεται όμως καν να κριθούμε κι ας κρινόμαστε ως άνθρωποι. Κρινόμαστε σε ένα σύστημα αξιών του δυτικού πολιτισμού, όπου μας κρίνει για πολύ συγκεκριμένα πράγματα. Πόσα λεφτά βγάζουμε, τι συντρόφους έχουμε, τι σπίτι έχουμε, τι αμάξι οδηγούμε. Συνήθως για αυτά κρινόμαστε. Και μετά πόσο κομφορμίζεις τα κοινωνικά πρότυπα. Είσαι νοικοκυραίος, έχεις στην οικογένειά σου, έχεις τα παιδιά σου, δεν είσαι ομοφυλόφιλος, όλα αυτά τα πράγματα έρχονται και είναι συστήματα τα οποία μπαίνουν και κρίνουν τι; Την ύπαρξη μας; Ως τι; Σε ένα διάστημα που το μέγιστο είναι 100 χρόνια; Για αυτό και υπάρχουν άνθρωποι που είναι εκτός όλων αυτών και είναι πολύ πιο άνθρωποι από τους άλλους, που δεν κρίνουν έτσι.

Και βλέπουμε και ολόκληρες κοινωνίες που να προσπαθούν να αλλάξουν ανθρώπους

Η κοινωνία θέλει να σε βάλει μέσα σε έναν συγκεκριμένο μηχανισμό, για να εκτελέσεις τα κοινωνικά σου καθήκοντα. Η κοινωνία δεν σκοπεύει να εξυψώσει την ατομικότητα, θέλει να σε κάνει ένα πολύ ωραίο λειτουργικό κομμάτι συνόλου. Επειδή όμως ο τρόπος επικοινωνίας πλέον λόγω των κοινωνικών μέσων είναι πολύ έντονος, αυτοί ακριβώς οι μηχανισμοί, έρχονται και διαλύουν την ατομικότητα και σε βάζουν σε ένα συγκεκριμένο καλούπι που πρέπει να ακολουθήσεις, κι αν δεν το κάνεις κρίνεσαι. Και αν το ακολουθήσεις ενώ δεν το θέλεις, είσαι δυστυχισμένος. Κατάθλιψη. Αστική θλίψη. Και πάλι κρίνεσαι. Γιατί δεν δικαιολογείται κι αυτό.

Πες μου για τις σκηνοθεσία που ακολούθησες σε αυτό το έργο αλλά και όλα τα άλλα που έχεις κάνει;

Έχω κάνει την μετάφραση και την επιμέλεια με τη βοήθεια άλλων ανθρώπων, έχω κάνει τη σκηνοθεσία και τα εικαστικά – γραφιστικά. Η σκηνοθεσία έχει δύο σημεία. Το σημείο του κενού, που είναι ένας χώρος μη χώρος στον οποίο απλά αιωρούμαστε. Όλοι έχουμε έναν τέτοιο στο μυαλό μας. Όπου απλά αιωρούμαστε και ο χρόνος διαστέλλεται. Από εκεί και πέρα έχουμε και πάρα πολλές αναμνήσεις. Ο σκοπός που ήθελα να δείξω τις αναμνήσεις είναι γιατί πρόκειται για ένα έργο αποτύπωσης του εγκεφάλου για μένα. Είναι όλες οι αναμνήσεις μας και αυτά που μαθαίνουμε. Έχουμε μία θολή εικόνα και θυμόμαστε συνήθως πολύ συγκεκριμένες φόρμες των πραγμάτων. Ακόμα και για μία χθεσινή ανάμνηση. Υπάρχουν πάντα πολλά θολά σημεία που τα γεμίζουμε εμείς με το προσωπικό μας στοιχείο. Και αυτό το βασικό κομμάτι ήταν που ήθελα να δείξω εγώ στις αναμνήσεις. Οπότε έχω διαλέξει συγκεκριμένες φόρμες κινησιολογικές οι οποίες ταιριάζουν όλες μαζί, αλλά είναι και τελείως διαφορετικές γιατί κάθε ήρωας βλέπει πολύ διαφορετικά την ανάμνησή του. Οπότε έχω βάλει πολύ συγκεκριμένα κινησιολογικά μοτίβα και συγκεκριμένα ακουστικά μοτίβα. Τα οποία καθολικά δίνουν μία αίσθηση το πώς αποτυπώνει ο κάθε ήρωας την ανάμνησή του. Χωρίς να πάμε σε έναν άκρατο ρεαλισμό ή νατουραλισμό. Νομίζω ότι αυτό είναι και το πιο ενδιαφέρον γιατί όταν αφήσεις αυτό το μικρό θολό στοιχείο, τότε και ο θεατής μπορεί να πει εύκολα ότι αυτό ταιριάζει ανάλογα τη στιγμή και την ανάμνηση. Θέλω λοιπόν να είναι τόσο ασαφή, που να μπορείς να συνδεθείς ως θεατής και τόσο σαφή σε συγκεκριμένους, γιατί δεν είναι ο σκοπός μου η ταύτιση με έναν ήρωα. Αλλά να πάρει ο θεατής μικρά σημεία από τη ζωές του κάθε ήρωα.

Πες μου για τους ηθοποιούς σου;

Πρόκειται για μία πολύ καλά δομημένη ομάδα με πρώτο τον Αλέξανδρο Νικολαΐδη ο οποίος είναι γνωστός γενικότερα στη Θεσσαλονίκη και όχι μόνο, με έναν ρόλο αυτό του οδηγού που καλείται να αντιμετωπίσει πολύ κυνικά των θάνατο γιατί ζει μέσα σε αυτόν. Ταυτόχρονα μαθαίνουμε και τον μεγάλο του πόνο. Λειτουργεί πολύ ωραία το στοιχείο του Τζόκερ θα έλεγα στην περίπτωση του. Ένας ρόλος που στο μεγάλο του μέρος είναι κωμικός και αυτό ήταν και σκοπός μου καθώς ένα έργο που μιλάει κυρίως για τον θάνατο αν γινόταν μόνο δραματικό, το χάναμε. Συνεχίζω με τον Αλέξανδρο Μιχαηλίδη, που είναι ο Αλεξ, ένας σύγχρονος άνθρωπος που ζει στο Λονδίνο και έχει όλα τα σύγχρονα προβλήματα και είναι ζευγάρι με την Νία που υποδύεται η Κορνηλία Προκοπίου. Έίναι ένα ζευγάρι που επικοινωνεί και δεν επικοινωνεί. Μετά έχουμε τον Θάνο Πουμάκη, ο οποίος κάνει τον πιο εξωτικό ρόλο, αυτόν του Κετού, καλείται να λειτουργήσει πολύ πιο διαφορετικά από τους άλλους και έρχεται να μας δείξει ότι υπάρχουν και άνθρωποι που δεν είναι ίδιοι με εμάς αλλά έχουν ταυτόχρονη σχέση με τον θάνατο. Και στο τέλος, η Γεωργία Ποντσουκτσή που υποδύεται την Σόφη, μία σύγχρονη γυναίκα. Κάνουμε μάλιστα και ένα σχόλιο στο πώς φαντάζονταν οι συγγραφείς ότι οι γυναίκες για να ανέβουν στην ιεραρχία, το πετυχαίνουν μόνο σεξουαλικά και επίτηδες το σχολιάζουμε τόσο πολύ, γιατί το έργο είναι γραμμένο το 2002 και ήταν διαφορετικά τότε τα πράγματα. Οπότε είναι ωραίο να το βλέπουμε αυτό τώρα και να διαφωνούμε μάλιστα με αυτό. Η Σόφη βλέπουμε επίσης να εκπροσωπεί όλους τους εργασιομανείς καριερίστες, όπου συνειδητοποιούν ότι η ζωή τους τρέχει να φύγει μέσα από τα χέρια τους.

Πώς θα χαρακτήριζες εσύ αυτή την παράσταση;

Δραματολογικά πρόκειται για μία δραματική κωμωδία ή ίσως μία μαύρη κωμωδία. Έχει πολλά στοιχεία σωματικού θεάτρου και βασίζεται σε αυτή τη σωματική αποτύπωση των πραγμάτων. Θα μπορούσα να πω και αυτό που έχουν γράψει διάφοροι κριτικοί σε όλο τον κόσμο για αυτό το έργο, ότι πρόκειται για μία ελεγεία για τη ζωή και τον άνθρωπο. Με ο, τι έχει η ζωή και ό, τι συμπεριλαμβάνει τον άνθρωπο.

Θεωρώ πως η μουσική της παράστασης είναι ο έκτος πρωταγωνιστής. Ισχύει;

Ακριβώς έτσι είναι. Και έβδομος είναι το φως. Επειδή ακριβώς αποφασίσαμε να έχουμε ελάχιστα σκηνικά, έπρεπε να ενισχύσουμε την ψευδαίσθηση και την εμπειρία με άλλα αισθητηριακά μέσα. Οπότε ένα σημείο είναι η μουσική και μάλιστα, ήταν απαίτηση να είναι ζωντανή. Γιατί πρέπει να μπορεί να ψυχανεμίζεται ο μουσικός, ο Μάριος Αποστολακούλης, τη σύνδεση σκηνής και πλατείας και αντίστοιχα να τροποποιήσει αυτό που κάνει. Υπάρχουν μάλιστα και συγκεκριμένες οδηγίες για κάθε περίπτωση. Αντίστοιχα, θα έχουμε φωτιστικά εφέ από την Αθηνά Μπανάβα, με το φως να δημιουργεί και να ενισχύσει τις εικόνες. Οπότε έχουμε ηχοτοπία και εικόνες ακριβώς για να συνδεθεί ο θεατής. Μαζί και με την κίνηση της Μαριάνθης Ψωματάκη, έχουμε ένα πολύ καλό σύνολο νομίζω.

Τι θέλεις να πάρει ο θεατής τελειώνοντας η παράσταση;

Το ερώτημα να διαλέξει αυτός την ανάμνηση του που θα ζούσε. Νομίζω θα είναι μεγάλη επιτυχία να γίνει αυτό φεύγοντας, γιατί άλλωστε μία θεατρική παράσταση δεν επηρεάζει κάποιον για πολύ. Αλλά αν την επόμενη μέρα σκεφτεί τι είδε, ίσως να αρχίσει να κάνει ένα βήμα σε μια πιο συνειδητή ζωή.

Στην περίπτωση που αναζητάτε ακόμα καλές δουλειές, με ευφυΐα και καλλιτεχνική δημιουργία, το «100» είναι μία παράσταση που όχι μόνο, θα περάσετε πολύ καλά, αλλά θα συνομιλήσετε με τον εαυτό σας, θα «σκάψετε» στις ζωές σας και θα συζητήσετε μετά – σε εκείνες τις ωραίες συζητήσεις που γίνονται συχνά μετά το τέλος ενός θεατρικού, με τη συνοδεία ενός ποτηριού κρασιού και καλής παρέας. Και ποιος ξέρει, αυτή τη φορά ίσως εκτιμήσετε πιο πολύ τη στιγμή αυτή… Μη το χάσετε!

Συντελεστές: Πρωτότυπο κείμενο: Christopher Heimann, Neil Monaghan, Diene Petterle | Μετάφραση: Χάρης Θώμος | Σκηνοθεσία: Χάρης Θώμος | Β. Σκηνοθέτη: Μυρσίνη Καρματζόγλου | Επιμέλεια κίνησης: Μαριάνθη Ψωματάκη | Σκηνογραφία – Ενδυματολογία: Μαρία Καβαλιώτη | Φωτισμοί: Αθηνά Μπανάβα | Σύνθεση μουσικής: Μάριος Αποστολακούλης | Επικοινωνία: Μαρία Τότσκα | Γραφιστική επιμέλεια – Ψηφιακές συνθέσεις: Χάρης Θώμος | Παραγωγή: Εταιρεία Θεάτρου & Πολιτισμού DOT Ensemble ΑΜΚΕ

Επί σκηνής: Θάνος Πουμάκης | Γεωργία Ποντσουκτσή | Αλέξανδρος Μιχαηλίδης | Αλέξανδρος Νικολαΐδης | Κορνηλία Προκοπίου | Μουσικός : Μάριος Αποστολακούλης

Πληροφορίες παράστασης: «Δήμος Θεσσαλονίκης – Διεύθυνση Πολιτισμού & Τουρισμού – Ανοιχτή Θεατρική Σκηνή της Πόλης 2024» | Παρασκευή 26 Απριλίου στις 21:15 – Σάββατο 27 Απριλίου στις 21:15 – Κυριακή 28 Απριλίου στις 20:30Δημοτικό Θέατρο Άνετον, Παρασκευοπούλου 42 – Θεσσαλονίκη | Εισιτήρια: Γενική είσοδος: 14€, Φοιτητικό – Ανέργων- ΑμεΑ – Πολυτέκνων – Άνω των 65: 10€, Ομαδικό άνω των 8 ατόμων: 9€ | Προπώληση:https://www.more.com/theater/ekato(Early bird 10€ μέχρι 10/04) Διάρκεια: 65

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα