Ο Βασίλης Χαραλαμπόπουλος έχει την «Κατάρα της Ίρμα Βεπ»

Ο αγαπημένος πρωταγωνιστής μιλά στην Parallaxi για το «τρελό» έργο, το θέατρο και την ιδιαίτερη σχέση του με το κοινό. 

Εύα Τσουκαλά
ο-βασίλης-χαραλαμπόπουλος-έχει-την-κ-310076
Εύα Τσουκαλά

Δύο από τους πιο καταξιωμένους και αγαπητούς στο κοινό Έλληνες ηθοποιούς, ο Βασίλης Χαραλαμπόπουλος και ο Φάνης Μουρατίδης, έρχονται στη Θεσσαλονίκη από την Παρασκευή 20 Απριλίου με την «Κατάρα της Ιρμα Βεπ» του Charles Ludlam στη Μονή Λαζαριστών. Πρόκειται για μια απρόβλεπτη κωμωδία σε σκηνοθεσία Γιάννη Κακλέα, στην οποία οι δυο τους ερμηνεύουν όλους τους ρόλους.

Ο Βασίλης Χαραλαμπόπουλος, ο οποίος υποδύεται τους μισούς από αυτούς, μίλησε στην Parallaxi για την παράσταση, για τη συνεργασία του με τον Γιάννη Κακλέα, καθώς και για την ιδιαίτερη σχέση του με το κοινό. «Είναι κάτι σαν ένα μικρό διάλειμμα αυτή η παράσταση, χρειαζόμασταν να επανέλθουμε στην ανέμελη ζωή και την ελευθερία ενός νέου ηθοποιού χωρίς όρια», λέει μεταξύ άλλων.

-Έρχεστε στη Θεσσαλονίκη με την «Κατάρα της Ιρμα Βεπ». Θα θέλατε να μας πείτε μερικά λόγια για την παράσταση;

«Η κατάρα της Ιρμα Βεπ» είναι ένα έργο γραμμένο από τον Charles Ludlam, ο οποίος είχε ιδρύσει το Ridiculous Theater Company στη Νέα Υόρκη, τη δεκαετία του 1980. Ουσιαστικά, είναι μια παρωδία χιτσκοκικών θρίλερ, όπως το «Ρεβέκκκα», πάνω στο οποίο βασίζεται και το έργο. Έχει, ακόμη, κομμάτια λογοτεχνικά από Τζέιν Έιρ, έχει σαιξπηρικά κείμενα, και είναι ουσιαστικά μια τρελή τρελή κωμωδία δύο ηθοποιών, εμού και του Φάνη του Μουρατίδη, στην οποία κάνουμε όλους τους ρόλους. Αυτό γίνεται κατά κανόνα από τον συγγραφέα· δύο άντρες σε όλη την παράσταση πρέπει να υποδυθούν όλους τους ρόλους. Πώς γίνεται αυτό; Με γρήγορες αλλαγές κοστουμιών. Είναι, νομίζω, μια διασκεδαστική παράσταση και για τον κόσμο, επειδή βλέπει πράγματα που μπορούν να συμβούν στους ηθοποιούς πάνω σ’ αυτή τη διαδικασία. Είναι κάτι το οποίο μας κάνει να νιώθουμε κι εμείς, ως ηθοποιοί χρόνων σ’ αυτή τη δουλειά, λίγο πιο παιδιά, λίγο πιο φοιτητές της σχολής.

-Η επιλογή του διασκεδαστικού αυτού έργου, λοιπόν, ήταν συνειδητή, επειδή θέλατε να προσφέρετε γέλιο στους θεατές;

Ήταν συνειδητή επιλογή, ναι. Τόσο για να προσφέρουμε γέλιο στον κόσμο, αλλά και για να επιστρέψουμε εμείς στην πιο ανέμελη ζωή ενός ηθοποιού στα πρώτα φοιτητικά χρόνια στη δραματική σχολή, τότε που είχαμε το δικαίωμα να κάνουμε όλους τους ρόλους, με όποιον τρόπο θέλαμε, βασισμένοι φυσικά σε κάποια όρια· τα όρια αυτά στην προκειμένη δεν τα καθορίζει ο συγγραφέας του έργου, βέβαια, αφού κι ο ίδιος λέει «φτάστε το στα άκρα, κάντε ό, τι σας έρθει στο κεφάλι, η ουσία είναι να νιώσετε ελεύθεροι». Οπότε, αυτό ήταν κάτι το οποίο το είχαμε και ανάγκη μετά από τόσα χρόνια παρουσίας στο χώρο· είναι κάτι σαν ένα μικρό διάλειμμα να σας πω την αλήθεια, χρειαζόμασταν να επανέλθουμε στην ανέμελη ζωή και την ελευθερία ενός νέου ηθοποιού χωρίς όρια. Οι χαρακτήρες μας δεν μοιάζουν με χαρακτήρες κλασικούς, σαιξπηρικούς, που έτσι κι αλλιώς οριοθετούνται από το κείμενο, από τον συγγραφέα και τον σκηνοθέτη, κι έχουν συγκεκριμένα στοιχεία από τα οποία δεν πρέπει να ξεφύγει κανείς. Εδώ γίνεται το αντίθετο· σου λέει ο συγγραφέας «αυτοί είναι οι χαρακτήρες, ξεφύγετε όσο μπορείτε».

-Ο κόσμος πώς το λαμβάνει αυτό; Ποια είναι τα καλύτερα -ή τα χειρότερα- σχόλια που έχετε δεχτεί από το κοινό;

Το χειρότερο σχόλιο θα μπορούσε να είναι να το δουν οι θεατές πολύ σοβαρά, να πουν «βλέπουμε μια παράσταση που έχει ένα ουσιαστικό νόημα, μια κεντρική ιδέα» · δεν υπάρχει κάτι τέτοιο σ’ αυτό το έργο. Το κεντρικό νόημα είναι ν’ αφεθούν, να δουν δύο ηθοποιούς, εμένα και τον Φάνη, να παλεύουμε να βγάλουμε μια παράσταση οκτώ χαρακτήρων, με όλες τις αλλαγές των ρούχων και τις αλλαγές των σκηνικών -το οποίο σκηνικό είναι υπερπαραγωγή, φτιαγμένο από τον Μανόλη τον Παντελιδάκη και οι φωτισμοί είναι του Σάκη του Μπιρμπίλη· είναι δηλαδή όλο το έργο «Χολιγουντιανών προδιαγραφών», που λέμε. Φανταστείτε δύο ηθοποιούς που τους πετάξανε στη μέση της σκηνής, σαν να αρρωστήσανε οι υπόλοιποι, και πρέπει να κάνουν όλους τους ρόλους.

-Μιλήσατε για την ακριβή παραγωγή της παράστασης. Πιστεύετε ότι γίνονται σήμερα εκπτώσεις στο θέατρο;

Ε, σίγουρα θα γίνονται εκπτώσεις. Όταν λέμε εκπτώσεις, πιστεύω ότι γίνονται κάποιες εκπτώσεις οικονομικές, σε σχέση με το κόστος μιας παραγωγής, αλλά οι εκπτώσεις αυτές αφορούν την ιδέα μιας παραγωγής προτού γίνει. Δηλαδή, υπάρχει στο μυαλό ενός επιχειρηματία και σίγουρα ενός θιασάρχη, των ηθοποιών, των πρωταγωνιστών, ένα έργο που να είναι όσο το δυνατόν οικονομικότερο, με την έννοια ότι είμαστε αναγκασμένοι λόγω της κρίσης να κάνουμε έργα, στο ιδιωτικό θέατρο τουλάχιστον, με λίγους χαρακτήρες, αφού δεν υπάρχει η δυνατότητα να πληρωθεί το κόστος.

Μιλάμε για υπερβολικά κόστη και, όταν ξέρετε, ανεβαίνει η παραγωγή, δεν μπορείς να έχεις πολύ χαμηλό εισιτήριο, το ένα δεν συνάδει με το άλλο, καθώς πρέπει να βγει το κόστος της παραγωγής. Οπότε αναγκαστικά υπάρχει πολύ συχνά τα τελευταία χρόνια, μια ανάγκη όχι για έκπτωση στην ποιότητα, αλλά για οικονομικότερο μπάτζετ, που αφορά λιγότερους ηθοποιούς· και αυτό είναι κακό για τους νεότερους ηθοποιούς, όπως καταλαβαίνετε, γιατί συνήθως οι λίγοι που επιλέγονται είναι ονόματα, ώστε να φέρουν και κόσμο.

Αυτό είναι λοιπόν μια δραματική συνθήκη την οποία ζούμε, και στην οποία προσπαθούμε ν’ αντισταθούμε κιόλας οι περισσότεροι, κάνοντας όσα περνάνε από το χέρι μας ώστε να μπορούμε να έχουμε και νεότερους ηθοποιούς στην παράσταση. Εντάξει, σ’ αυτό είμαι εγώ με τον Φάνη, αλλά, τον επόμενο χειμώνα που θα κάνω τον ερωτευμένο Σαίξπηρ και, χάρη στους παραγωγούς που δεχτήκανε να κάνουμε αυτή τη δουλειά, θα είναι 23 άτομα, με νέους ηθοποιούς ανάμεσά τους. Παλεύουμε όσο μπορούμε να φέρουμε νέο αίμα και να μπορεί να δουλέψει κάνοντας αυτό που αγαπάει, όπως κι εμείς άλλωστε.

-Με προλάβατε, θα σας ρωτούσα για τα μελλοντικά σας σχέδια, και ειδικά για τη διαχρονική σας πια συνεργασία με τον Γιάννη Κακλέα…

Ε, κοιτάξτε, είναι μια συνεργασία που ξεκίνησε πιο ουσιαστικά το 2010, ενώ είχαμε συνεργαστεί για πρώτη φορά και για κάποια χρόνια ήδη από το 2001, από το «Μαγειρεύοντας με τον Έλβις» στο Θέατρο Διάνα, που το έχει η Ελένη η Ράντου. Αλλά, από το 2010 στο Εθνικό Θέατρο κάνοντας τη Λυσιστράτη, εκεί πέρα ήταν σαν να συναποφασίσαμε ότι, επειδή ταιριάζουν τα καλλιτεχνικά μας χνώτα, καλό θα ήταν να συνεχίσουμε να δουλεύουμε μαζί για όσο νιώθουμε καλά με τη συνεργασία μας. Αυτό δε σημαίνει ότι κανένας μας δεν μπορεί να κάνει κάτι άλλο. Εγώ, για παράδειγμα, θα είμαι αυτό το καλοκαίρι στο Εθνικό Θέατρο, σε σκηνοθεσία Νικήτα Μιλιβόγιεβιτς, στον Πλούτο του Αριστοφάνη. Όλα αυτά τα χρόνια με τον Γιάννη τον Κακλέα υπάρχει ένας αλληλοσεβασμός, ένας αλληλοθαυμασμός. Τίποτα δεν είναι τυχαίο, γιατί η συνεργασία μας έχει φέρει πολύ ωραίες δουλειές μέχρι τώρα, για τις οποίες είμαστε πολύ περήφανοι και οι δύο, κι ευτυχισμένοι επειδή έχουμε κάνει την ψυχούλα του κόσμου να αναθαρρήσει, νιώθω, και καλοκαίρια και χειμώνες. Είμαστε πολύ περήφανοι για αυτά που έχουμε καταφέρει ως τώρα, κι έπεται συνέχεια· έτσι κι αλλιώς, ποτέ δε λέμε ποτέ.

-Δεδομένου του ότι το έργο έχει ξαναπαιχτεί στην Ελλάδα αρκετές φορές, και μάλιστα το ελληνικό κοινό το έχει αγκαλιάσει, εσείς τυχαίνει να μπαίνετε ποτέ στη διαδικασία της σύγκρισης και ν’ αναρωτιέστε ποιος έπαιξε τελικά καλύτερα έναν ρόλο, ή ποια παράσταση ήταν πιο πετυχημένη;

Όχι, όχι, αν ήταν να μπαίναμε σε διαδικασία σύγκρισης… Ένα έργο και οι χαρακτήρες του είναι τυπωμένοι σ’ ένα χαρτί. Έρχεται ένας νέος ηθοποιός, ένας καινούργιος άνθρωπος, μια καινούργια ιδιοσυγκρασία, τα παίρνει αυτά και τα φοράει σαν κοστούμι, πάνω στον δικό του ψυχισμό, στην δικιά του οντότητα. Αν αγωνιούσαμε για τη σύγκριση, δεν θα παίζαμε τόσες φορές Αριστοφάνη, που είναι ανά τα χρόνια άλλοι ηθοποιοί που παίζουν τους ίδιους ρόλους. Αυτό όμως κρατάει, επειδή βλέπεις κάτι που είναι ζωντανός οργανισμός· κάθε φορά είναι κάτι άλλο, δεν είναι ποτέ κάτι ίδιο, αφού εμείς είμαστε άλλοι που παίζουμε τους ρόλους. Οπότε, δεν τίθεται θέμα σύγκρισης, αλλά τίθεται θέμα αγάπης ενός συγκεκριμένου έργου. Αλλιώς, κάθε κλασικό έργο, όση επιτυχία κι αν είχε ως παράσταση, θα έπρεπε να μπαίνει στο ντουλάπι της ιστορίας και να μην ξαναπαίζεται από κανέναν ηθοποιό. Κάτι τέτοιο θα ήταν τραγικό λάθος. Εξάλλου, έρχονται καινούργιες γενιές που βλέπουν θέατρο, και θα πρέπει να δουν για πρώτη φορά μια παράσταση, παρόλο που έχει παιχτεί για χρόνια με επιτυχία.

-Έχετε υποδυθεί αμέτρητους ρόλους στα 25 χρόνια καριέρας σας. Εμένα 25 χρόνια δεν είναι καλά καλά η ζωή μου…

Ναι, ναι, αυτό που μου λέτε τώρα, ότι δεν είναι 25 χρόνια η ζωή σας αλλά είναι η καριέρα μου, είναι πράγματι απίστευτο (γέλια). Αλλά, τρέχει η ζωή μας. Δεν ξέρω αν είναι αμέτρητοι οι ρόλοι, νομίζω μετρημένοι είναι σε σχέση με άλλων μεγάλων πρωταγωνιστών. Αυτό που μπορώ να σας πω είναι ότι νιώθω πολύ ευγνώμων και γεμάτος για τους ρόλους που έχω υποδυθεί ως τώρα, για τις στιγμές που έχω ζήσει ως τώρα, και ακόμα θεωρώ ότι είναι και πολύ νωρίς. Δε νιώθω ότι έχω φτάσει κάπου, συνέχεια μαθαίνω και συνεχίζω να προχωράω με γνώμονα το να γίνομαι καλύτερος, όσο μπορώ, τόσο ως καλλιτέχνης αλλά και ως άνθρωπος.

-Υπάρχει κάποιος ρόλος που έχει επηρεάσει ουσιαστικά τον χαρακτήρα σας;

Τον χαρακτήρα μου δεν ξέρω αν τον έχει επηρεάσει, επειδή δεν ήρθε αρκετά νωρίς στη ζωή μου ώστε να πάθω καμιά τρέλα, σίγουρα ο πρώτος ρόλος που μου έρχεται στο μυαλό είναι ο Σιρανό ντε Μπερζεράκ που έκανα, ο οποίος είναι πραγματικά ένας πολύ γεμάτος χαρακτήρας για έναν ηθοποιό. Είναι ένα χαρτί καλλιτεχνικό το οποίο είναι μεγάλο στοίχημα, και με γέμισε πραγματικά. Ως ηθοποιός, ένιωσα ολοκληρωτικά δοσμένος σε αυτόν το ρόλο, και ένιωσα και πολύ ευτυχισμένος που τον έκανα. Αυτό μου έρχεται πρώτο στο μυαλό · φυσικά έπονται και άλλοι πολλοί, τους οποίους, όμως, θα πρέπει να καθίσω να σκεφτώ για να σας πω, ενώ αυτός μου ήρθε με την πρώτη.

-Διάβασα κάπου ότι ήταν και τ’ όνειρό σας να κάνετε τον Σιρανό ντε Μπερζεράκ.

Ήταν φοιτητικό μου όνειρο, ναι· από τότε που πήγα στη σχολή ήταν το όνειρο ενός υπέροχου ρόλου. Δεν ήταν ο αυτοσκοπός μου φυσικά, διότι δεν ήξερα αν θα άξιζα να κάνω έναν τέτοιο μεγάλο ρόλο, αλλά από ‘κει και πέρα ήτανε κάτι το οποίο έφερε η μοίρα στη ζωή μου.

-Οι άνθρωποι που δεν βλέπουν θέατρο, σας έχουν γνωρίσει από τις φοβερά δημοφιλείς τηλεοπτικές σειρές στις οποίες έχετε συμμετάσχει. Αν σας έβαζα το δίλημμα θέατρο ή τηλεόραση, τι θα μου απαντούσατε;

Για έναν ηθοποιό δεν υπάρχει δίλημμα, είναι το θέατρο πάνω απ’ όλα. Και αυτό δε συμβαίνει επειδή υπάρχει μια πετριά στο μυαλό των ηθοποιών · απλώς, ένας ηθοποιός ο οποίος έχει ζήσει στο θέατρο και έχει ζήσει και στην τηλεόραση και τον κινηματογράφο, συνειδητοποιεί ότι, σε σχέση με τα άλλα μέσα, υπάρχει μια άλλου είδους μαγεία στο θέατρο, πιο ουσιαστική, επειδή το κοινό είναι ζωντανό μπροστά σου, κι εσύ, μέσα από το ρόλο σου, «μεταχειρίζεσαι» τα συναισθήματά του. Το κοινό είναι ο ενδέκατος παίκτης στην ομάδα. Έχουμε ανάγκη τη μαγεία που χτίζεται ανάμεσα στο κοινό κι εμάς όταν κάνουμε θέατρο. Στον κινηματογράφο δημιουργείς κάτι που κι εσύ έπειτα θα το δεις ως θεατής. Δεν μπορείς ν’ αλλάξεις κάτι, δεν πρόκειται για ζωντανή σύνδεση με το κοινό, αλλά για μαγνητοσκοπημένη.

*Η Κατάρα της Ίρμας Βεπ σε σκηνοθεσία Γιάννη Κακλέα με τους Βασίλη Χαραλαμπόπουλο και Φάνη Μουρατίδη ανεβαίνει από 20 Απριλίου στη Μονή Λαζαριστών (Σκηνή Σωκράτης Καραντινός) | ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ Σκηνοθεσία: Γιάννης Κακλέας, Μετάφραση: Λάκης Λαζόπουλος, Κωνσταντίνος Αρβανιτάκης, Άκης Σακελλαρίου, Μαριλένα Παναγιωτοπούλου, Σκηνικά: Μανόλης Παντελιδάκης, Κοστούμια: Ηλένια Δουλαδίρη, Φωτισμοί: Σάκης Μπιρμπίλης, Κινησιολογία: Αγγελική Τρομπούκη, Μουσική επιμέλεια: Γιώργος Μιχαλόπουλος, Βίντεο-Προβολές: Κάρολος Πορφύρης, Βοηθός σκηνοθέτη: Νουρμάλα Ήστυ, Βοηθός σκηνογράφου: Ελίνα Δράκου, Βοηθοί ενδυματολόγου: Μαίρη Μαρμαρινού, Χάρης Σταματόπουλος, Θεατρικές επιχειρήσεις: Κάρολος Παυλάκης | ΔΙΑΝΟΜΗ: Βασίλης Χαραλαμπόπουλος, Φάνης Μουρατίδης | ΗΜΕΡΕΣ ΚΑΙ ΩΡΕΣ ΠΑΡΑΣΤΑΣΕΩΝ: Τετάρτη και Κυριακή: 20:00, Πέμπτη- Παρασκευή: 21:00, Σάββατο: 18:00 & 21.15. | ΤΙΜΕΣ ΕΙΣΙΤΗΡΙΩΝ: 20 € & ,15 € φοιτητικό, κάθε Τετάρτη και Πέμπτη: 15 € για άνω των 65 ετών και κάτω των 26 ετών και για κατόχους κάρτας ανεργίας. Κάθε Σάββατο βραδινή 20 € γενική είσοδος. | ΠΡΟΠΩΛΗΣΗ: Με χρήση πιστωτικής/ χρεωστικής κάρτας: www.tickethour.com Τηλεφωνικό Κέντρο: 210 8938111, Με μετρητά: Εκδοτήρια του ΒΑΣΙΛΙΚΟΥ Θεάτρου, τηλ. 2315 200 200, Εκδοτήρια ΚΘΒΕ Πλ. Αριστοτέλους & Εκδοτήρια Μονής Λαζαριστών, Με χρήση πιστωτικής/ χρεωστικής κάρτας (VISA ή MASTERCARD) καθώς και μετρητά: Καταστήματα ΓΕΡΜΑΝΟΣ, Καταστήματα COSMΟΤΕ

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα