Η μυθιστορηματική ζωή του Γιαννούλη Χαλεπά
Γνωστές και άγνωστες πτυχές της μυθιστορηματικής και πολυτάραχης ζωής και του έργου του.
Ο σημαντικός Έλληνας γλύπτης από την Τήνο, αποτελεί τον κυριότερο εκφραστή της νεοελληνικής γλυπτικής και μία κορυφαία μορφή στη νεότερη ελληνική τέχνη.
Η parallaxi συγκέντρωσε γνωστές και άγνωστες στιγμές από τη μυθιστορηματική, πολυτάραχη ζωή και το έργο του Γιαννούλη Χαλεπά, έναν πρωτοπόρο του ευρωπαϊκού μοντερνισμού.
Μεγαλωμένος στα εργαστήρια της Τήνου
Ο Γιαννούλης Χαλεπάς γεννήθηκε στις 24 Αυγούστου 1851 στον Πύργο Πανόρμου της Τήνου. Ο μεγαλύτερος από τα πέντε αδέλφια μιας οικογένειας φημισμένων μαρμαρογλυπτών του νησιού με παραρτήματα σε Πειραιά, Σμύρνη, Βουκουρέστι, Άγιο Όρος, Σύρο. Ένα παιδί ευαίσθητο, εκκεντρικό, εύθικτο. Ένα παιδί που μπήκε κρυφά στο εργαστήρι του πατέρα του για να τον παρακολουθήσει επί τω έργω, αλλά δέχτηκε την έντονη αντίδραση της μητέρας του που είχε άλλα όνειρα για τον πρωτότοκο γιο της, καθώς ήθελε να τον δει να γίνεται έμπορος και όχι να ασχολείται με τη γλυπτική.
Όπως γράφει ο Χρήστος Σαμουηλίδης σε μια συναρπαστική και άρτια βιογραφία με τίτλο «Γιαννούλης Χαλεπάς – Η τραγική ζωή του μεγάλου καλλιτέχνη» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις της Εστίας, «ένα ανοιξιάτικο σούρουπο ο εφτάχρονος Γιαννούλης δεν γύρισε σπίτι του. Μπήκε κρυφά στο εργαστήρι του πατέρα του και κάθισε σε μια γωνιά, αθέατος, για να τον παρακολουθεί στη δουλειά του (…). Ξαφνικά όμως φάνηκε μπροστά στην πόρτα η μητέρα του. Η κυρα-Ρήνη τον τράβηξε βίαια προς το σπίτι και κατόπιν άρχισε αμέσως να τον δέρνει αλύπητα (…) Ο Γιαννούλης έβαλε τα κλάματα από τον πόνο και προσπάθησε πάλι να της ξεφύγει, αλλά η μάνα του τον κρατούσε γερά από το χέρι και συνέχιζε να τον ξυλοκοπά».
Κατέπληξε τους πάντες με το ταλέντο του
Ο πατέρας του δεν μπορούσε να μην αντιληφθεί το ταλέντο του γιο του. Έτσι, η οικογένειά του κάνει πίσω και το 1869 πηγαίνουν στην Αθήνα ώστε ο Γιαννούλης να ακολουθήσει το όνειρο του και να γίνει γλύπτης. Για να γίνει αυτό θα έπρεπε να σπουδάσει στο Σχολείο των Τεχνών, την τότε Σχολή Καλών Τεχνών του Πολυτεχνείου.
Μέντορας του εκεί ο Λεωνίδας Δρόσης. Ο Γιαννούλης κατέπληξε τους πάντες με το ταλέντο του. Δεν είναι τυχαίο ότι μέσα σε έναν χρόνο περνάει δύο τάξεις. Το 1873 με υποτροφία του Πανελλήνιου Ιδρύματος Ευαγγελίστριας Τήνου πηγαίνει στην Ακαδημία Καλών Τεχνών του Μονάχου.
Τρία χρόνια αργότερα, παρά τις βραβεύσεις και τις επικλήσεις της Ακαδημίας Καλών Τεχνών προς το Ίδρυμα, η υποτροφία διακόπτεται.
Ο Χαλεπάς επιστρέφει στην Αθήνα και ανοίγει το δικό του εργαστήριο. Ο Σάτυρος και ο Έρωτας, η Μήδεια, η Κοιμωμένη, ξεχωρίζουν από τα έργα του την περίοδο εκείνη.
«Το 1878 ο Χαλεπάς θα δώσει για πρώτη φορά μορφή στην Μήδεια, την οποία ωστόσο καταστρέφει για να την ξαναδημιουργήσει ακόμα τρεις φορές. Πέρα όμως από την προφανή τελειομανία που εύκολα εξάγεται από την συμπεριφορά του γλύπτη, η επαναλαμβανόμενη επιλογή του μοτίβου μίας μητέρας που δολοφονεί τα παιδιά της είναι το ιδανικό εφαλτήριο για μια αναφορά στην σχέση του γλύπτη με την μητέρα του» αναφέρει η ιστοσελίδα culturenow.gr
Οι πρώτες κρίσεις, το κορυφαίο έργο του, το Φρενοκομείο της Κέρκυρας
Στις αρχές του 1873 τον επισκέπτεται στο εργαστήριο του στην Αθήνα η μητέρα της Σοφίας Αφεντάκη που έφυγε από τη ζωή της στα 18 της από φυματίωση και του ζήτησε ένα ταφικό μνημείο με το άγαλμα της κόρης της. Ένα έργο του που παραμένει αξεπέραστο έως και σήμερα στο Α’ Νεκροταφείο της Αθήνας.
«Στις αρχές του 1873 έρχεται στο ατελιέ του Γιαννούλη Χαλεπά, η κυρία Αφεντάκη για να του δώσει μια παραγγελία. Μαζί της έχει τη φωτογραφία μιας όμορφης κόρης… Μόλις έφυγε, αμέσως βάλθηκε να βασανίζει το μυαλό του, τι έργο να κάμει… Έτσι το τελείωσε, κατόπι το σκάλισε στο μάρμαρο και η “Κοιμωμένη”, το άγαλμα που του έδωσε τη φήμη, βρισκότανε στη γνωστή θέση του -μ’ αλίμονο δίχως την υπογραφή του- πάνω στον τάφο της Σοφίας Αφεντάκη». (Δούκας Σ. “Γιαννούλης Χαλεπάς” Κέδρος, Αθήνα 1978, σσ. 23-24)
Η κινηματογραφική ιστορία του γλυπτού της Κοιμωμένης και τα χρόνια εγκλεισμού που ακολούθησαν τροφοδότησαν την ιστορία με μυθοπλαστικά σενάρια που αντηχούν – αν και διαψευσμένα- έως και σήμερα. Υποστηρίχθηκε ότι ο Χαλεπάς γνώριζε την Σοφία Αφεντάκη και ήταν ερωτευμένος μαζί της ή ακόμα ότι την ερωτεύθηκε αφού την έπλασε και συνδέθηκε παθολογικά με το δημιούργημα του.
«Την Αφεντάκη ούτε τη γνώριζα, ούτε την είχα συναντήσει μικρός. Αυτή ήταν παντρεμένη. Ως μου είπε η αδελφή της πέθανε από κάποιο χτύπημα στο Παρίσι. Εδώ την έφεραν νεκρή. Πώς λοιπόν θέλετε να την αγαπούσα; Ήτο ποτέ δυνατόν;»
Το 1878 αρχίζουν να εκδηλώνονται οι πρώτες κρίσεις της αρρώστιας του. Έναν χρόνο πριν, ο Χαλεπάς ζήτησε σε γάμο την Μαριγώ Χριστοδούλου. Οι γονείς της του το αρνήθηκαν και αυτό τον κατέβαλε ψυχικά.
Αρχίζει να καταστρέφει τα έργα του, ενώ επιχείρησε πολλές φορές να βάλει τέλος στη ζωή του.
«Έκανα όλο Σατύρους. -καταγράφει τα λόγια του ο Στρατής Δούκας-. Τότε έκανα και το κεφάλι του Σατύρου που χάρισα στον ανιψιό μου. Κόντεψα όμως να τον χαλάσω κι αυτόν. Τι δεν του πέταξα για να τον σπάσω. Βλέπετε; Εδώ είναι πηλός που του πέταγα στα μούτρα κι εδώ μολυβιές και ξυσίματα με τα νύχια. Ήθελα να σταματήσω το σαρκαστικό του γέλιο, που με πείραζε. Πάνω στην τρέλα μου θαρρούσα πως με κορόιδευε» (Γιαννούλης Χαλεπάς, 1978, σ. 26)
Δέκα χρόνια μετά και έπειτα από ένα ταξίδι του στην Ιταλία, ο πατέρας του αποφασίζει να τον κλείσει στο Δημόσιο Ψυχιατρείο της Κέρκυρας. Η ζωή του διανύει μια «μαύρη» περίοδο. Ο μοναδικός που τον επισκέπτεται ο φίλος του Γιώργος Κωνσταντινίδης.
«Από τον γέλωτα άνευ λόγου, τους φόβους, την επιθετικότητα κατά του πατρός και των οικείων του, τις απόπειρες αυτοκτονίας… Έπασχεν από ονειρώξεις, συνεπεία των οποίων ήταν οι αυνανισμοί εξ αποτυχόντος έρωτος» ανέφεραν μεταξύ άλλων οι λόγοι εκγκλεισμού.
«Ορκιζόμεθα ότι ο Γιαννούλης Χαλεπάς έπαθεν τας φρένας, το πρώτον, κατά το 1879 έτος. Τα πρώτα της φρενοπαθείας συμπτώματα ήταν γέλως άνευ λόγου, φόβοι, ενίοτε περί της ζωής του, ενίοτε επετίθετο κατά του πατρός του και των οικείων του, έπασχεν ονειρώξεις συνεπεία αυνανισμού προελθόντος εξ αποτυχόντος έρωτος και λίαν πιθανώς τούτον είναι η κυρία του νοσήματος αιτία. Ακολούθως απεπειράθη πολλάκις ν’ αυτοχειριασθή. Εγένετο χρήσις της οικείας θεραπείας άνευ αποτελέσματος προϊόντος μάλιστα του χρόνου, έβαινε και βαίνει επί τα χείρω. Ώστε ήδη καθίσταται επικίνδυνος, διότι όχι μόνον κατά των γονέων κι οικείων επιτίθεται, αλλά και κατά του τυχόντος: ώστε ο πατήρ του είναι αναγκασμένος να τον έχει αδιαλείπτως υπό φρουράν. Αι ονειρώξεις κι αι προς τον αυνανισμόν τάσεις εξακολουθούσι. Λαβόντες υπ’ όψιν τα ανωτέρω βεβαιούμεν ότι είναι απόλυτος ανάγκη η εισαγωγή τούτου εν τίνι φρενοκομείω προς αποφυγήν απευκταίου».
Σάτυρος και Έρως
Ακόμα ένα έργο που ο Γιαννούλης Χαλεπάς δημιούργησε και προσπάθησε στην πορεία να καταστρέψει. Αυτή την φορά μέσω της ρίψης αντικειμένων. Ακόμα ένα έργο που προσφέρεται για συσχετίσεις με την ζωή του τηνιακού γλύπτη, όπως σημειώνει η ιστοσελίδα culturenow.gr. Η σαρκαστική και περιπαικτική διάθεση του σάτυρου απέναντι στο βρέφος που εκπροσωπεί τον έρωτα έχει υποστηριχθεί ότι απηχεί στην εικόνα που είχε ο γλύπτης για τον πατέρα του. Όπως ο Σάτυρος περιπαίζει με το σταφύλι το βρέφος, χωρίς όμως να του το προσφέρει, έτσι και ο πατέρας του κρατούσε τον καρπό της γλυπτικής τέχνης -χωρίς όμως διάθεση να του τον προσφέρει αληθινά.
Επιπλέον, η περίσσεια ερωτικής διάθεσης που διακρίνει τον Σάτυρο εύκολα συνδυάζεται με το ερωτικό τέλμα του Χαλεπά. Με ονειρώξεις και τάση για αυνανισμό, θα τον γνωματεύουν οι γιατροί αφού η ερωτική του ενέργεια δεν εκτονώθηκε ποτέ στο αντικείμενο του πόθου του. Οι γονείς της Μαριγώς Χριστοδούλου– της συγχωριανής με την οποία ήταν ερωτευμένος- τον απέρριψαν και εκείνος δεν είχε άλλη επιλογή παρά να μετουσιώσει τον ερωτικό του πόθο σε δημιουργία.
Ο Χαλεπάς, επιφυλάσσει ακόμα έναν ειρωνικό διάλογο με το έργο του. Η γνωμάτευση της ψυχικής του κατάστασης κάνει ακόμα λόγο για ξεσπάσματα σε άνευ αιτίας γέλια, ενώ ταυτόχρονα ο ίδιος επιτίθεται και προσπαθεί να καταστρέψει τον Σάτυρο επειδή νομίζει ότι τον εμπαίζει με το γέλιο του. Η τραγική ειρωνεία σχημάτισε ομόκεντρους κύκλους και ο Γιαννούλης Χαλεπάς ήταν στο κέντρο τους.
Μετά το θάνατο του πατέρα του, το 1902, η μητέρα του τον φέρνει πίσω στην Τήνο, μετά από πολλά χρόνια εγκλεισμού.
Εκείνη τη χρονιά, ο Γιαννούλης Χαλεπάς, συνοδευόμενος από τη μητέρα του και τον γλύπτη Θωμά Θωμόπουλο, πήγε στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο. Εκεί, στην είσοδο του μουσείου, είδε ένα γύψινο αντίγραφο του αγάλματος του Ερμή του Πραξιτέλη, στο οποίο ο σπουδαίος γλύπτης αναγνώρισε ότι δεν έχει τα δικά του πόδια.
«Πράγματι, ξέρουμε ότι το άγαλμα του Πραξιτέλη, που βρέθηκε στα τέλη του 19ου αιώνα, στην αρχή δεν είχε καθόλου πόδια. Στη συνέχεια όμως βρέθηκε το δεξί πέλμα κι έτσι ένας Γερμανός γλύπτης το συμπλήρωσε. Τώρα τι είδε ο Γιαννούλης Χαλεπάς και το θεώρησε κακοτεχνία, αυτό είναι ένα θέμα που θα μπορούσε να συζητηθεί με γλύπτες, ιστορικούς τέχνης, αρχαιολόγους και συντηρητές», λέει η κα Μωραΐτου, που συμπλήρωσε μια ακόμα ιδιαίτερη αναγνώριση από τον γλύπτη:
«Στην αίθουσα του Ποσειδώνα, ο Χαλεπάς αντίκρισε ένα άγαλμα του οποίου το χέρι ήταν λευκό, ενώ το υπόλοιπο άγαλμα είχε κάποιες επικαθήσεις από το χώμα μέσα στο οποίο είχε βρεθεί. Λέει ο Θωμόπουλος: «Το χέρι δεν είναι δικό του». Και απαντά ο Χαλεπάς: «Δικό του είναι, είναι έργο του 5ου αι. π.Χ.». Και πραγματικά ο Διαδούμενος, που εκτίθεται στην περιοδική έκθεση Οδύσσειες είναι νεότερο αντίγραφο του Πολύκλειτου, σε πρότυπο του 5ου αι. π.Χ.», πληροφόρησε.
Πίσω στην Τήνο, η τοπική κοινωνία τον βάζει στο περιθώριο. Ο ίδιος αφήνει τη γλυπτική και ασχολείται με τα ζώα και τις αγροτικές εργασίες. Ήταν σαν ζωντανός – νεκρός, όπως είχε γράψει και ο Κωστής Παλαμάς το 1915 στην εφημερίδα «Εμπρός».
Το 1916 η μητέρα του φεύγει από τη ζωή. Εξακολουθούσε να πιστεύει ότι η γλυπτική ήταν αυτή που έφερε τον γιο της σε αυτήν την κατάσταση. Ότι έργο και να έφτιαχνε ο Γιαννούλης, ακόμα και αν ήταν από κάρβουνο ή πηλό η ίδια το κατέστρεφε.
Λύτρωση, αναγέννηση, αναγνώριση
Ο θάνατος της μητέρας του φαίνεται να ήταν μια λύτρωση για τον ίδιο. Το 1818 σε ηλικία 67 ετών αρχίζει η καλλιτεχνική του αναγέννηση. Επί 20 συνεχόμενα χρόνια δημιουργεί έργα αδιάκοπα.
Το 1927 η αξία του αναγνωρίζεται, έστω και αργά. Βραβεύεται με το Αριστείο των Τεχνών, καθώς τα έργα του γίνονται γνωστά στην Αθήνα μέσω του Θωμά Θωμόπουλου, καθηγητή στο Εθνικό Μετσόβειο Πολυτεχνείο και μεγάλο θαυμαστή του Χαλεπά.
Το 1930 εγκαθίσταται και πάλι στην Αθήνα, στο σπίτι των ανιψιών του, Βασίλη και Ειρήνης Χαλεπά.
«Ήρθα στην πρωτεύουσα μόνο για να εργαστώ» λέει ο ίδιος. Θέλει να κάνει την Αφροδίτη πλαγιασμένη και να τη στήσει στον Εθνικό Κήπο. Να κάνει τον Οιδίποδα επί Κολωνώ, τη Μήδεια όπως τη φαντάζεται τώρα.
«Οιδίπους είμαι εγώ. Εσύ είσαι η Αντιγόνη που με έφερες από την Τήνο» λέει στην ανιψιά του.
Το καλοκαίρι του 30′ επισκέπτεται την «Κοιμωμένη» του. Το αδιαχώρητο στο Α’ Νεκροταφείο Αθηνών. Χρειάζεται έως και η επέμβαση της Αστυνομίας για να μεταβεί στο σημείο ο Χαλεπάς. Να έρθει πρόσωπο με πρόσωπο με το θρυλικό του έργο.
Το 1938 ο Γιαννούλης Χαλεπάς πεθαίνει στην Αθήνα σε ηλικία 87 ετών.
Αφού παρακολούθησε από τον εξώστη του σπιτιού της ανιψιάς του στην Αθήνα τη περιφορά του Επιταφίου, χτυπήθηκε από ημιπληγία. Την επόμενη μέρα ένιωσε πόνο στην αριστερή ωμοπλάτη κι οι δικοί του καλέσανε το γιατρό. Καθώς μετρούσε το σφυγμό του, του είπε ο γιατρός του:
-«Εσύ, μπαρμπα-Γιαννούλη, θα ζήσεις εκατόν πενήντα χρόνια».
–«Δεν το καταδέχομαι», απάντησε ο Χαλεπάς.
Μια ώρα αργότερα έπαθε νέα προσβολή κι έτρεξε κοντά η ανιψιά του. Κι όπως γράφει ο Σ. Δούκας:
«Κοίταξε επίμονα για τελευταία φορά, σαν όλα τα δημιουργήματά του να είχαν ζωντανέψει και τον περικύκλωσαν, φίλησε με περιπάθεια την αγαπημένη ανιψιά του, χαμογέλασε με απέραντη καλοσύνη κι έκλεισε τα μάτια για πάντα».
«Ο κύκλος των ημερών του είχε συμπληρωθεί. Η τελευταία στιγμή έφθασε, σβήνοντας απαλά, απ’ τα κουρασμένα μάτια του, το πρόσκαιρο τοπίο της ζωής. Ο Χαλεπάς απ’ αυτή τη στιγμή υπάρχει σαν θρύλος. Είναι ο καλλιτέχνης που έζησε τη ζωή του πλήρη, τρυγώντας ώς τον πάτο το ξέχειλο ποτήρι του πόνου και της δημιουργικής χαράς, που του πρόσφερε η αδυσώπητη μοίρα του. Ο μεγαλοφυής καλλιτέχνης με το καλλιτεχνικό δαιμόνιο, που δεν υποτάχτηκε στους συμβιβασμούς, δεν προσκύνησε τη δύναμη. Επαναστάτης στα καθιερωμένα, στερημένος από κάθε απόλαυση, ολιγαρκής και ασκητικός, ακούραστος μόνο στις ανώτερες προτροπές του πνεύματος, ήταν επόμενο να μαρτυρήσει. Έζησε κι απέθανε όπως οι όσιοι, ακτήμων, με μόνη του περιουσία τα πήλινά του προπλάσματα, συλλήψεις μες από τις αστραπές της φαντασίας του και τις φλόγες ενός έρωτα ανικανοποίητου”, έγραφε ο Στρατής Δούκας στο βιβλίο του «Ο Βίος Ενός Αγίου». «Ο Χαλεπάς είναι ο νεοέλληνας καλλιτέχνης που, μ’ όποιον όνομα και να τον καλέσουμε, θα ‘ταν κατώτερο από τη μεγαλοσύνη του».
Η ταινία της Αργυρώς Χιώτη
Το Ίδρυμα Ωνάση διαθέτει ένα μεγάλο σύνολο γλυπτών, σχεδίων, προπλασμάτων και εκμαγείων από έργα του Γιανούλη Χαλεπά. Για να τιμήσει το έργο του σπάνιου καλλιτέχνη επιχειρεί μια βουτιά στα άδυτα της καλλιτεχνικής ιδιοφυΐας του μέσα από την παράσταση Χαλεπάς (Κεντρική Σκηνή Στέγης, 10-27 Φεβρουαρίου 2022) σε λιμπέτο του The Boy και σκηνοθεσία της Αργυρώς Χιώτη, μια ομώνυμη μικρού μήκους ταινία από τους ίδιους δημιουργούς, την έκθεση «Γιανούλης Χαλεπάς: Δούναι και Λαβείν» στο Τελλόγλειο Ίδρυμα Τεχνών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (18 Φεβρουαρίου – 5 Ιουνίου 2022) και μία έκδοση.
Η ταινία μικρού μήκους «Χαλεπάς», σε σκηνοθεσία του The Boy και της Αργυρώς Χιώτη, έκανε πριν λίγες ημέρες την πρώτη διαδικτυακή προβολή της.
Η ταινία πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο υποτροφίας Καλλιτεχνικής Έρευνας και Ανάπτυξης από τη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση. Κατά τη διάρκεια της έρευνας η καλλιτεχνική ομάδα επισκέφτηκε αρχικά την Τήνο και πήρε συνεντεύξεις από κατοίκους του νησιού. Ταυτόχρονα αναπτύχθηκε μια πρώτη μορφή του λιμπρέτου από τον The Boy και της μουσικής από τον Jan Van Angelopoulos για την παράσταση, ενώ τα γυρίσματα της ταινίας ολοκληρώθηκαν στο Λαύριο Αττικής, με πρωταγωνιστές τους Σίμο Κακάλα, Μαρία Πανουργιά, Τζωρτζίνα Χρυσκιώτη.
Μέσα από την αποσπασματική και ελεύθερη αφήγηση του έργου επιχειρείται μια καταβύθιση στον ψυχισμό ενός ανθρώπου με πορεία δύσβατη˙ με τα βουνά, τη θάλασσα και τους ανέμους της Τήνου έντονα παρόντα, μια σκιά πάντα να ακολουθεί, μια ανάμνηση έρωτα να ξεπηδά, και τη μάχη με το σκίτσο και το γλυπτό να ζωντανεύει.
Η Αργυρώ Χιώτη σημειώνει στο ημερολόγιο της από τις ημέρες καλλιτεχνικής έρευνας:
«Ο Γιανούλης ανεβαίνει στο βουνό διαρκώς. Πήγαινε στους μύλους και καθόταν ψηλά, για έμπνευση, του άρεσε γιατί έβλεπε τον Πύργο από τη μία, τα Υστέρνια από την άλλη. Το λατομείο, η μεγάλη αποκάλυψη: απόκοσμο τοπίο, φουτουριστική κατακόμβη πέτρας, πράσινου μαρμάρου. Στον δρόμο πεταμένο ένα πτώμα γουρουνιού σε προχωρημένη σήψη. Στο λατομείο, το ανθρώπινο σώμα φαντάζει ελάχιστο. Οι όγκοι της πέτρας ορθώνονται πελώριοι και αδιαμφισβήτητοι. Ίσως επιστρέψουμε για γύρισμα με Σίμο, με το λαϊκό τραγούδι της μάνας, “τα χώματα, τα χώματα… δως μου φιλί, δως μου φιλί… εγώ σου ’δωσα το όνομά μου”. Πρώτες δοκιμές με το γυμνό σώμα της Τζω, ζεστασιά στον πάγο. Η αντήχηση της φωνής είναι ασύλληπτη. […] Στη σχολή μαρμαροτεχνίας μείναμε ώρα, μιλήσαμε με τον Λεωνίδα Χαλεπά και τον μαρμαρογλύπτη Γιώργο Σιλίκο. Το φως έρχεται από πάνω φυσικό, από φεγγίτη. Το σκάλισμα στη σχολή είναι μουσική. Τρανς. Γλυκός ήχος παρά το σκληρό του μαρμάρου. Θα επιστρέψουμε για ηχογράφηση. “Παραμύθι είμαι εγώ. Παραμύθι να σου πω;” είχε πει κάπου ο Γιανούλης.»
Η έκθεση «Γιανούλης Χαλεπάς: ΔΟΥΝΑΙ και ΛΑΒΕΙΝ» στο Τελλόγλειο
Αφετηρία της μεγάλης έκθεσης για τον Γιανούλη Χαλεπά είναι η πρόσφατη απόκτηση ενός μεγάλου συνόλου γλυπτών και σχεδίων από το Ίδρυμα Ωνάση. Πρόκειται για ένα μέρος της σπουδαίας συλλογής της Ειρήνης και Βασιλείου Χαλεπά, των ανιψιών του καλλιτέχνη, οι οποίοι τον Αύγουστο του 1930 τον έφεραν από την Τήνο στην Αθήνα, όπου δημιούργησε περισσότερα από 40 έργα και πάρα πολλά σχέδια στα τελευταία 8 χρόνια της ζωής του (πέθανε 15 Σεπτεμβρίου 1938). Επρόκειτο για τη σημαντικότερη συλλογή για το έργο και τη ζωή του Χαλεπά, μια και διέσωσε σημαντικά έργα της πρώτης, της δεύτερης και, κυρίως, της τρίτης περιόδου της καλλιτεχνικής του παραγωγής.
Στην έκθεση θα παρουσιαστούν περισσότερα από 150 έργα (γλυπτά, σχέδια, κατάστιχα). 80 από αυτά ανήκουν στη Συλλογή του Ιδρύματος Ωνάση ενώ τα υπόλοιπα είναι από τη Συλλογή Έργων Τέχνης του Τελλογλείου, την Εθνική Πινακοθήκη Μουσείο Αλεξάνδρου Σούτσου, το Ίδρυμα Τηνιακού Πολιτισμού (ΙΤΗΠ) Τήνου και το Μουσείο Γιανούλη Χαλεπά Πύργου Τήνου αλλά και από Ιδιωτικές Συλλογές.
Το έργο του Χαλεπά χωρίζεται σε τρεις περιόδους: Η πρώτη περίοδος, 1870-1878, καλύπτει τα νεανικά του χρόνια μέχρι την εμφάνιση της αρρώστιας του. Η δεύτερη περίοδος, 1902-1930, καλύπτει τα χρόνια που έζησε και εργάστηκε στην Τήνο μετά την επάνοδό του από το Ψυχιατρείο της Κέρκυρας. Η τρίτη περίοδος ταυτίζεται με την εποχή που έζησε και δημιούργησε στην Αθήνα, δηλαδή τα χρόνια 1930-1938.
Στην έκθεση δίνεται έμφαση σε θέματα που ο Γιανούλης επέλεξε να δουλέψει σε όλη του τη ζωή: παρουσιάζονται μαζί και οι Μήδειες (μία από κάθε περίοδο), δέκα από τους 12 Σάτυρους και Έρωτα, το Παραμύθι της Πεντάμορφης κ.ά. Εμβληματικό για την περίοδο της Αθήνας είναι το γλυπτό Οιδίπους και Αντιγόνη. Εξαιρετικά επιτύμβια, αμφίπλευρα έργα, έργα σε σχέση με την αρχαιότητα, πορτρέτα και θέματα με τύπους καθημερινής ζωής, ολοκληρώνουν μια ανανεωμένη διεισδυτική περιδιάβαση στο έργο του. Πρώιμα έργα του στο Βουκουρέστι, καθώς και η ζωή του καλλιτέχνη στην Τήνο και στην Αθήνα, ζωντανεύουν με σπάνιο αρχειακό φωτογραφικό υλικό.
Στην έκθεση αυτή για πρώτη φορά παρουσιάζονται στο κοινό όλα μαζί τα κατάστιχα που σώζονται, με αναφορές και συνδέσεις -όπου υπάρχουν- με έργα της έκθεσης και όχι μόνο. Αναφέρονται στο εργαστήριο του πατέρα του και τη συνεργασία του με άλλους γλύπτες (Δημήτριος Φιλιππότης-Θεριστής σε μάρμαρο, επίσης στη συλλογή του Ιδρύματος Ωνάση), σε επιτύμβια στο Βουκουρέστι της α’ περιόδου κ.ά. Από τις σελίδες τους προέρχεται ο τίτλος ΔΟΥΝΑΙ-ΛΑΒΕΙΝ, που ταιριάζει με την παραγωγική διαδικασία στη γλυπτική του Γιανούλη (πρότυπα, επιρροές, νέες δημιουργίες).
Το ΔΟΥΝΑΙ και ΛΑΒΕΙΝ στις σελίδες των κατάστιχων, εκφράζει απόλυτα το πάρε-δώσε μορφών, θεμάτων, παραγγελιών και τις συνέπειές τους μέσα στο έργο του Χαλεπά, αλλά και του εργαστηρίου του πατέρα του: ανταλλαγές (δάνεια, αναφορές) με γλύπτες, σύγχρονούς του ή παλιότερων εποχών, που επηρεάζουν τις επιλογές, το έργο του, την καλλιτεχνική του δημιουργία. «Όποιος παίρνει δίνει και όποιος δίνει παίρνει», διατυπώνει σοφά ο Δημήτρης Μαρωνίτης για «την παραγωγική αξία που έχει στον καλλιτεχνικό τομέα η μέθοδος της αμοιβαιότητας».
«Σε όλο το έργο του Γιανούλη, το «αμφίδρομο» δίνω-παίρνω, κατά το ΔΟΥΝΑΙ και ΛΑΒΕΙΝ στα κατάστιχα λογαριασμών της επιχείρησης του πατέρα του, μοιάζει μοιραία να καθορίζει τη διαδικασία της δημιουργικής του πορείας, αποδεικνύοντας τη δύναμη της αμοιβαιότητας στον καλλιτεχνικό τομέα. «Λαβείν», δηλαδή δάνεια, αναφορές, επιδράσεις από έργα του πατρικού εργαστηρίου ή άλλους συνεργαζόμενους καλλιτέχνες (π.χ. αναφορές στον Ξυλοθραύστη του Φιλιππότη ή στο ανάγλυφο Καλλιβούρσου), ή από έργα της αρχαιότητας (προτομή Δημητρίου Πολιορκητή, μικρό κεφάλι κόρης από αττικό επιτύμβιο, Αφροδίτη Άργους κ.ά.), στα οποία στηρίζει συχνά το δικό του, νέο δημιούργημα. Αλλά και «Δούναι», δηλαδή νέα δική του δημιουργία, παραγωγή, στο πατρικό εργαστήριο, όπως η Κοιμωμένη, ο Σάτυρος και ο Έρωτας, το Άγαλμα κόρης (Πύργος Τήνου), το επιτύμβιο της οικογένειας Β. Φωτίου και η σημασία τους για τον Άγγελο στο Βουκουρέστι, τον Άγγελο στο Λεωνίδιο κ.ά. Επίσης, αυτοαναφορές σε έργα της πρώτης περιόδου, αλλά και, αργότερα στην Αθήνα, επιστροφές σε θέματα της Τήνου αναδεικνύουν –παρ’ όλους τους περιορισμούς που επιβάλλουν οι εξωτερικές δύσκολες συνθήκες της ζωής του– μια έντονη δημιουργικότητα με πληθωρικούς ρυθμούς, ιδιαίτερα στα τελευταία χρόνια της ωριμότητας, χωρίς σκοπιμότητες, εξωτερικούς συμβιβασμούς σε μόδες, μοντερνισμούς ή τεχνοτροπίες. Στο έργο του μοιάζει τελικά να αποτυπώνονται συμπυκνωμένα οι εσωτερικές διεργασίες ελευθερίας επιλογών και έκφρασης που χαρακτηρίζουν τη γνήσια δημιουργία στην τέχνη» αναφέρει χαρακτηριστικά στο κείμενό της η Γενική Διευθύντρια του Τελλογλείου Αλεξάνδρα Γουλάκη-Βουτυρά.
«Με την έκθεση ‘Δούναι και λαβείν’ τονίζονται οι ανταλλαγές ανάμεσα σε μορφές και μοτίβα στο έργο του Χαλεπά. Τα δάνεια και οι αναφορές σε γλύπτες σύγχρονούς του ή παλιότερων εποχών. Αυτή την ανατρεπτική δύναμη της αμοιβαιότητας είναι που αγκαλιάζει το Ίδρυμα Ωνάση. Τη δημιουργία του κάθε ανθρώπου ξεχωριστά, ακόμη και όταν συγκρούεται με τους κανόνες που άλλοι έχουν θέσει. Μια περιγραφή για τον κόσμο, έξω από καλούπια, χωρίς βεβαιότητες, αλλά με πίστη στο προσωπικό πάθος. Ο Χαλεπάς μάς θυμίζει ότι πολλοί μπορούν να κατασκευάζουν, αλλά λίγοι δημιουργούν» αναφέρει στο κείμενο του καταλόγου ο Πρόεδρος του Ιδρύματος Ωνάση Αντώνης Σ. Παπαδημητρίου.
Η έκθεση πλαισιώνεται από δίγλωσση έκδοση που θα είναι διαθέσιμη στο Τελλόγλειο, στη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση και σε βιβλιοπωλεία, σε παραγωγή του τμήματος Εκδόσεων του Ιδρύματος Ωνάση και σχεδιασμό του Grid Office.
Στο πλαίσιο των παράλληλων εκδηλώσεων της έκθεσης θα πραγματοποιηθούν θεατρικά και μουσικά δρώμενα, διαλέξεις, ξεναγήσεις και εκπαιδευτικά προγράμματα, πάντα με την πιστή τήρηση των μέτρων που έχει θεσπίσει η πολιτεία για την αντιμετώπιση της πανδημίας.
Επιστημονική επιμέλεια έκθεσης και δίγλωσσης έκδοσης/καταλόγου: Αλεξάνδρα Γουλάκη-Βουτυρά, Γενική Διευθύντρια Τελλογλείου Ιδρύματος Τεχνών Α.Π.Θ., Ομότιμη Καθηγήτρια Σχολής Καλών Τεχνών Α.Π.Θ.
Σχεδιασμός έκθεσης: Παύλος Θανόπουλος, Σκηνογράφος.
Διάρκεια έκθεσης έως και την Κυριακή 5 Ιουνίου 2022.
Η έκθεση θα είναι επισκέψιμη για το κοινό από το Σάββατο 19 Φεβρουαρίου 2022, στις 10:00.
Την Κυριακή 20 Φεβρουαρίου στις 11:30 και στις 12:30 θα πραγματοποιηθούν οι πρώτες ξεναγήσεις κοινού στην έκθεση.
Ωράριο λειτουργίας εκθεσιακού: Τρίτη, Πέμπτη, Παρασκευή 9:00-14:00, Τετάρτη 9:00-14:00 & 17:00-21:00, Σάββατο και Κυριακή 10:00-18:00, Δευτέρα κλειστά.
Τηλ. Υποδοχής του Ιδρύματος: 2310247111
Για την είσοδό σας στον χώρο είναι απαραίτητη η επίδειξη πιστοποιητικού εμβολιασμού ή πιστοποιητικού νόσησης που εκδίδεται τριάντα (30) ημέρες μετά από τον πρώτο θετικό έλεγχο και η ισχύς του διαρκεί έως ενενήντα (90) ημέρες μετά από αυτόν, μαζί με αστυνομική ταυτότητα ή δίπλωμα οδήγησης ή διαβατήριο ή άλλο αποδεικτικό ταυτότητας προκειμένου να διενεργείται έλεγχος ταυτοπροσωπίας προς τα ανωτέρω. Η χρήση μάσκας είναι υποχρεωτική σε όλους τους χώρους του Ιδρύματος.
Οι ανήλικοι επισκέπτες από τεσσάρων (4) έως και δεκαεπτά (17) ετών δύνανται να προσκομίζουν, εναλλακτικά, δήλωση αρνητικού αυτοδιαγνωστικού ελέγχου (self-test), ο έλεγχος διενεργείται έως και είκοσι τέσσερις (24) ώρες πριν από την προσέλευση στον χώρο.
*πληροφορίες άρθρου: archaiologia.gr / ΕΡΤ, εκπομπή Παρασκήνιο / Μηχανή του Χρόνου / peri-grafis.net / culturenow.gr