Maestro: Πόσο μας άρεσε τελικά η τρίτη σεζόν;

Οι συντάκτες της Parallaxi σχολιάζουν τον τελευταίο (;) κύκλο της σειράς

Parallaxi
maestro-πόσο-μας-άρεσε-τελικά-η-τρίτη-σεζόν-1165288
Parallaxi

Η τρίτη και τελευταία (;) σεζόν του Maestro κυκλοφόρησε, με ποίκιλες αντιδράσεις, σχόλια και κριτικές από το ελληνικό – και ξένο – κοινό της.

Οι συντάκτες της Parallaxi σχολιάζουν τον 3ο κύκλο της σεζόν, που άλλοι είδαν στο Netflix μονομιάς, ενώ άλλοι ακολούθησαν τον παραδοσιακό τρόπο, περιμένοντας κάθε εβδομάδα το νέο επεισόδιο στην οθόνη του MEGA.

Προσοχή! Ακολουθούν spoilers!

Η τρίτη σεζόν του Maestro, κατ’ εμέ θα μπορούσε να μην υπάρχει ή αν υπάρχει θα μπορούσε να είναι δύο επεισόδια. Ενώ ο Χριστόφορος Παπακαλιάτης ανέβασε τον πήχη πραγματικά υψηλά με μία υπόθεση που συμπεριλαμβάνει πολύ δυνατά κοινωνικά θέματα τα οποία μας απασχολούν όλους, (βλ. ενδοοικογενειακή βία, αυτοάνοσα, μητρότητα) στον τρίτο κύκλο της σειράς ακολούθησε μία επανάληψη που μου έδωσε την εντύπωση πως ήταν μονάχα για να βγει. Παρακολουθούσαμε πλάνα από τις προηγούμενες σεζόν ξανά και ξανά, σε κάθε σχεδόν επεισόδιο. Βρήκα πολύ έξυπνη ωστόσο την ένταξη της influencer στην σειρά η οποία δείχνει στα social media πως έχει την ιδανική ζωή και έτσι απέκτησε κοινό, με τα χαζά φαινομενικά σχόλια και τις κακές προωθήσεις υλικών αγαθών, ενώ μέσα της βράζει και όταν πια μιλά ελεύθερα για όλα εκείνα που ουσιαστικά την απασχολούν οι θεατές της σταματούν να την παρακολουθούν.

Κάτι το οποίο συμβαίνει σήμερα. Εξαιρετικ@ ερμηνευτικά παραμένουν ο Αντίνοος Αλμπάνης, η Χάρις Αλεξίου και η Μαρία Καβογιάννη ενώ ξεχωρίζω και τον Κώστα Μπερικόπουλο τον οποίο σιχαίνεσαι σαν χαρακτήρα αλλά συμπονείς και γελάς μαζί του, καθώς φαίνεται ένας τρομερά δύστροπος και μονόχνοτος άνθρωπος ο οποίος ερωτεύεται στην τρίτη ηλικία, παρόμοια εξέλιξη ωστόσο με το επεισόδιο “δεύτερη ευκαιρία” είχε το αντίστοιχο κεφάλαιο στην ταινία του Παπακαλιάτη “Ένας άλλος κόσμος.”

Η σκηνή της απόπειρας βιασμού της Κλέλιας, στην οποία σάστισε το διαδίκτυο για εμένα ήταν χλιαρή όταν έχουμε παρακολουθήσει στις προηγούμενες σεζόν αντίστοιχες σκηνές με πραγματικά τρομερή ένταση. Κατά τα άλλα δεν μπορώ να δεχθώ όσο ρομαντισμός και να υπάρχει στην εποχή των social media πως η Κλέλια και ο Χριστόφορος επικοινωνούν μέσω γραμμάτων από άλλες χώρες σε μία σχέση εξ αποστάσεως. Αυτό που κρατώ είναι η τρομερή μουσική του Κώστα Χρηστίδη την οποία και έχω αποθηκεύσει στο spotify και η σκηνοθεσία του Χριστόφορου που διατηρεί αυτά τα retro στοιχεία, όμως ευχαριστούμε το Maestro που είδαμε την Χαρούλα στην μικρή οθόνη σε έναν ρόλο που την απογείωσε!

*Μυρτώ Τούλα

Ο ενθουσιασμός και οι προσδοκίες μου για την τρίτη σεζόν της σειράς εξανεμίστηκε γρήγορα, από το πρώτο κιόλας επεισόδιο.

Έπιασα τον εαυτό μου, ειδικά σε σύγκριση με προηγούμενες σεζόν, που το βλέμμα μου ήταν κολλημένο στην οθόνη, καθ’ όλη τη διάρκεια των επεισοδίων, να μην ενδιαφέρομαι αρκετά για τους χαρακτήρες, να μην με καλύπτει η εξέλιξη των ιστοριών τους, τα κενά και τα ερωτηματικά που είχα στο κεφάλι μου δεν λύνονταν και εγώ… βαριόμουν. Μάλιστα, υπήρχαν πολλά σημεία τα οποία σκίπαρα σκηνές γιατί θεωρούσα απίστευτα αδιάφορες, χωρίς να συμβάλλουν στην εξέλιξη της πλοκής, ή ακόμα χειρότερα, σκρόλλαρα στο Tik Tok και στο Instagram, με το Maestro να αποτελεί ήχο στο background. Να σημειωθεί ότι δεν έχω καμία διάσπαση προσοχής και ότι παρακολουθώ τις σειρές μου με πλήρη αφοσίωση, οπότε κάτι τέτοιο αποτελεί μεγάλο σημάδι μετριότητας στα δικά μου μάτια πάντα!

Η εξιστόρηση της σειράς ήταν μέτρια, με εξαίρεση τις απίστευτες ερμηνείες από Μαρία Καβογιάννη, Χάρις Αλεξίου, Αντίνοο Αλμπάνη και για μένα, τα δάκρυα της Κλέλιας Ανδριολάτου, που σε κάθε σκηνή μου προκαλούσαν σφίξιμο στην καρδιά, μιας και ως γυναίκα ένιωθα τα συναισθήματά της στον έρωτα και τη βία, αρκετά πιο έντονα.

Ωστόσο, χωρίς να θέλω να είμαι άδικη, ένα τεράστιο μπράβο αξίζουν η μουσική και η σκηνοθεσία της σειράς, με τον ήχο του πιάνου να σε μαγεύει από σκηνή σε σκηνή, μεταφέροντας ακριβώς τα συναισθήματα του κάθε χαρακτήρα, ενώ οι εικόνες της σειράς, από την πρώτη μέχρι την τελευταία σεζόν, δεν απογοήτευσαν στιγμή.

Το μελανό σημείο της 3ης σεζόν του Maestro, για μένα αποτέλεσε δυστυχώς, το σενάριο, το οποίο μου άφησε μία τελική γλυκόπικρη γεύση.

*Χρυσάνθη Αρχοντίδου 

«Θέλουμε κι άλλο κύκλο!»

Σε μία τηλεοπτική σεζόν που τίποτα δυνατό δεν έδωσε, η όαση που ονομάζεται “Maestro” ήρθε και μέσα σε τέσσερα μόλις επεισόδια σάρωσε τα πάντα, αποδεικνύοντας αυτό που λέμε και ξαναλέμε από την  αρχή της σειράς πως ο Χριστόφορος Παπακαλιάτης ξέρει να κάνει την καλύτερη κινηματογραφική τηλεόραση της εποχής μας.

Ως σύγχρονος παραμυθάς, ο δημιουργός του “Maestro” έφτιαξε ένα υπέροχο σύμπαν, με ανθρώπους γεμάτους πάθη, γεμάτους ψυχικά κενά και επιθυμία για επαφή, οριοθετώντας τους σε ένα νησί και βάζοντας τους, να κάνουν τις κινήσεις που εκείνος όρισε, παίζοντας μία αλλιώτικη παρτίδα σκάκι. Από την άλλη, με διάθεση να μην τους δικαιολογήσει, αλλά να τους ξεγυμνώσει και να γίνουν ένα με τον θεατή, οι χαρακτήρες του Παπακαλιάτη σκιαγράφησαν εξαιρετικά μία κοινωνία με τρόπο που σπάνια βλέπουμε στην ελληνική τηλεόραση. Στα πρότυπα των προηγούμενων κύκλων, ο τρίτος και (εύχομαι) όχι τελευταίος παρά τις δηλώσεις του δημιουργού, ακολουθεί τις ζωές των ηρώων με έναν τρόπο απόλυτα εσωτερικό, μπαίνοντας στον ψυχισμό τους.

Τα τέσσερα νέα επεισόδια, δεν είμαι πολύ σίγουρος αν έλυσαν τις απορίες που δημιούργησε ο προηγούμενος κύκλος. Ωστόσο, ακολουθώντας την τέχνη, πολλές φορές είναι προτιμότερο να τελειώσει κάτι με ερωτηματικά και με τον χώρο που χρειάζεται ο παρατηρητής για να δώσει τις δικές του εξηγήσεις, παρά να προσφερθεί στο πιάτο ένα φαγητό που γρήγορα θα κρυώσει. Κι αν αυτό που θέλει ένα δημιούργημα για να ολοκληρωθεί είναι τα καλά συστατικά, από αυτά ο Παπακαλιάτης έχει και περισσεύουν και αυτή τη φορά, προσφέροντας μουσικές που αγγίζουν, μία εξαιρετική φωτογραφία, μία σκηνοθετική οπτική που μαγνητίζει, σπουδαίες ερμηνείες από ηθοποιούς που δεν ‘έχουμε δει πολύ στην τηλεοπτική πιάτσα και μερικές ιστορίες που στο βάθος τους έχουν πολλά περισσότερα στοιχεία από αυτά που επιφανειακά φαίνονται.

Όλα δείχνουν πως αν υπάρξει η επιθυμία, μπορεί εύκολα να δούμε ακόμα έναν κύκλο “Maestro”. Κι αν με ρωτάς, αυτή τη συνύπαρξη Χαρούλας και Καβογιάννη δε γίνεται να μη την δούμε ξανά. Και όχι τίποτα άλλο, επιστρέφει στο νησί και ο (υπέροχος) Κουβάς. Γίνεται να χάσουμε αυτή τη συνέχεια Χριστόφορέ μου; (Δε γίνεται απαντώ μόνος μου…).

*Γιώργος Σταυρακίδης 

Maestro»: Η απόλυτη ανατροπή στο φινάλε – Τα σχόλια στο «Χ» | Speedynews.gr

Όποιος έχει αποχωριστεί έστω και μια φορά, ένιωσε 

Δεν γίναμε «σοφότεροι» σεναριακά από τον τρίτο κύκλο του Maestro και δεν είδαμε από πλευράς πλοκής κάτι που δεν περιμέναμε να δούμε. Ακόμη και την «ανατροπή» με τη Σοφία να… σκάβει επί της ουσίας το λάκκο του Φάνη δεν μπορούμε να την εκλάβουμε ως έκπληξη, γιατί ήταν βέβαιο πως θα έψαχνε έναν τρόπο να τον εκδικηθεί, έστω και με αυτόν τον τραγικό τρόπο.

Κάποια κλισέ δεν αποφεύχθηκαν ξανά.  Γενικά επιβεβαιώθηκε ο κανόνας ότι ο πρώτος κύκλος συνήθως είναι και ο πιο ενδιαφέρων.

Ωστόσο μου άρεσε πολύ το μήνυμα για την… λεπτή ισορροπία μεταξύ καλού και κακού, ως επιλογή του Χριστόφορου.

Υπήρξαν στοιχεία που με εντυπωσίασαν, όπως η σκηνοθεσία (εξαιρετική σκηνή αυτή με το άγγιγμα του Ορέστη και την Κλέλια στην παραλία, όπως και το άγγισμα στον αποχαιρετισμό, στο αεροδρόμιο, όποιος έχει αποχωριστεί μπορεί να το καταλάβει), η φωτογραφία, αλλά και οι περισσότερες ερμηνείες.

Ο Φάνης (Μουρατίδης) ταίριαξε απόλυτα με το ρόλο, χωρίς τις υπερβολές του «κακού», ούτε όμως την απόλυτη επιτηδευμένη πολλές φορές φυσικότητα. Ήταν ακριβώς όπως έπρεπε να είναι στο ρόλο. Το ίδιο ισορροπημένη στα μάτια μου και η ερμηνεία της Αλεξάνδρας (Στεφανία Γουλιώτη), σπουδαίες φιγούρες που ταίριαξαν απίστευτα Καβογιάννη και Αλεξίου, απόλυτα ταιριαστή και η επιλογή του Κώστα Μπερικόπουλου ως αστυνόμου Κουβά. Κορυφή βέβαια ο Γιάννης Τσορτέκης, αλλά αυτός αποχαιρέτησε νωρίς.

Και όσο κι αν ακούστηκε υπέρμετρα ρομαντικό, αυτό το «Αν ο έρωτας αξίζει, θα βρει τον τρόπο χρονικά και στο τέλος θα γυρίσει», στο τέλος, άγγιξε πολύ.

*Χάρης Δημαράς 

Ένα ακόμη χλιαρό φινάλε

Περιμένοντας με ενθουσιασμό την πρεμιέρα της τρίτης σεζόν, δεν μπορώ να πω πως το τέλος μού άφησε το ίδιο αίσθημα που με διακατείχε όταν πάτησα το «play». Ίσως φταίνε οι υψηλές προσδοκίες που έθεσε το φινάλε της δεύτερης σεζόν, πάντως τα τέσσερα επεισόδια που θεωρητικά «κλείνουν» μια -κατά τα άλλα- καλοδουλεμένη ελληνική σειρά, δεν θα τα χαρακτήριζα αντάξια με όλα όσα είχαμε δει μέχρι στιγμής.

Στο σεναριακό αυτό ναυάγιο, σωσίβια γίνονται οι απίστευτες ερμηνείες -για άλλη μια φορά- των Καβογιάννη, Αλεξίου, Αλμπάνη, ενώ σίγουρα οι ενσαρκώσεις των ρόλων του Φάνη και του Δημοσθένη, από τους Μουρατίδη και Μπερικόπουλο αντίστοιχα, καταφέρνουν να σε κερδίσουν… αντιπαθώντας τους. Η Μουσική και η Φωτογραφία βέβαια, είναι επίσης δύο σημαντικά στοιχεία που σε κρατούν, σε έναν (μάλλον) ανούσιο -ως επί το πλείστον- κύκλο.

Δεν έχω καταλήξει, αν το Maestro είναι ακόμη ένα θύμα της παγίδας που πέφτουν και πολλές άλλες καλές σειρές, «ξερνώντας» νέες σεζόν άχρωμες και μονότονες, μόνο λόγω της επιτυχίας και εμπορικότητάς τους. Ωστόσο, σε περίπτωση που δεν είδαμε στις οθόνες μας έως τώρα, έναν χλιαρό επίλογο μιας βαθιάς υποσχόμενης ιστορίας, ελπίζω η κοιλιά της τρίτης σεζόν να ξεπεραστεί, δικαιώνοντας τόσο τον Παπακαλιάτη, όσο και τη γενικότερη θετική εντύπωση των θεατών.

*Μαρίνα Τομπάζη

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα