Τηλεόραση

Οι αληθινές ιστορίες πίσω από τα πιο σοκαριστικά επεισόδια της «10ης Εντολής»

Μια τηλεοπτική κατάβαση στις πιο μύχιες ανθρώπινες σκιές

Ραφαήλ Γκαϊδατζής
οι-αληθινές-ιστορίες-πίσω-από-τα-πιο-σο-1409225
Ραφαήλ Γκαϊδατζής

Η «10η Εντολή» αποτελεί μια από τις πιο τολμηρές και καλλιτεχνικά ολοκληρωμένες τηλεοπτικές παραγωγές που προβλήθηκαν ποτέ στην ελληνική τηλεόραση.

Δημιούργημα του Πάνου Κοκκινόπουλου, η σειρά έκανε πρεμιέρα το 2004 και επανήλθε σε επόμενους κύκλους με αυτοτελή επεισόδια βασισμένα σε αληθινές ιστορίες εγκλημάτων, ψυχολογικών εκρήξεων και σκοτεινών ανθρώπινων επιλογών.

Με την υπογραφή ενός σκηνοθέτη που τόλμησε να κινηθεί έξω από τα όρια των συνηθισμένων ελληνικών σειρών της εποχής, η «10η Εντολή» κατέκτησε το κοινό και αναγνωρίστηκε ως ένα τηλεοπτικό έργο με κινηματογραφική αισθητική και βαθιά κοινωνικά μηνύματα.

Κάθε επεισόδιο αφηγείται μια νέα, αυτόνομη ιστορία, με διαφορετικούς χαρακτήρες και πλοκή. Παρότι ο τίτλος παραπέμπει σε θρησκευτικό πλαίσιο, η σειρά δεν σχετίζεται με τον Δεκάλογο.

Αντίθετα, αναφέρεται στη «δέκατη εντολή» ως μεταφορική προειδοποίηση: την υπέρβαση ορίων, την επιθυμία που γίνεται πάθος, και τελικά οδηγεί τον άνθρωπο σε ηθική κατάρρευση.

Οι ιστορίες ασχολούνται με:

  • εγκλήματα πάθους,

  • οικογενειακά δράματα,

  • κοινωνικές παθογένειες,

  • ψυχολογική κακοποίηση,

  • εμμονές,

  • σκοτεινές ανθρώπινες επιλογές που συνήθως κρύβονται πίσω από την καθημερινότητα.

Η σκηνοθετική υπογραφή του Κοκκινόπουλου

Η ιδιαίτερη αισθητική της σειράς αποτέλεσε ίσως τον σημαντικότερο παράγοντα της επιτυχίας της. Με χαρακτηριστική κινηματογραφική φωτογραφία, σφιχτό μοντάζ, μοντέρνα αφήγηση και χρήση voice-over, ο Κοκκινόπουλος κατάφερε να δημιουργήσει μια ατμόσφαιρα σασπένς και ψυχολογικής έντασης που λίγες ελληνικές σειρές έχουν επιτύχει.

Η σειρά δεν φοβήθηκε ποτέ να δείξει το άσχημο, το δύσκολο, το τραυματικό: το έκανε με τρόπο καλλιτεχνικό αλλά και αφοπλιστικά αληθινό.

Οι ηθοποιοί και οι ερμηνείες

Ένα από τα πιο εντυπωσιακά στοιχεία της «10ης Εντολής» ήταν η συμμετοχή σχεδόν ολόκληρης της τότε «ελίτ» του ελληνικού θεάτρου και της τηλεόρασης. Σε κάθε επεισόδιο εμφανιζόταν νέο καστ, με πρωτοκλασάτους ηθοποιούς να παραδίδουν δυνατές, συχνά σοκαριστικές ερμηνείες.

Αυτό έδωσε στη σειρά ξεχωριστό κύρος και της επέτρεψε να παρουσιάσει ένα ευρύ φάσμα χαρακτήρων και κοινωνικών ιστοριών.

Η κοινωνική διάσταση της σειράς

Πέρα από το ψυχολογικό σασπένς, η «10η Εντολή» συχνά λειτουργούσε ως κοινωνικό σχόλιο. Τα επεισόδια ανέδειξαν ζητήματα όπως:

ενδοοικογενειακή βία,

κοινωνικές ανισότητες,

ψυχικές διαταραχές,

απώλεια ορίων στην ερωτική σχέση,

τοξικά περιβάλλοντα και εξαρτήσεις.

Η σειρά τόλμησε να θίξει κοινωνικές πληγές την εποχή που η ελληνική τηλεόραση προτιμούσε πιο «ασφαλές» περιεχόμενο.

Η διαχρονική της επίδραση

Παρά τα πολλά χρόνια που έχουν περάσει, η «10η Εντολή» παραμένει μία από τις πιο αγαπημένες και συζητημένες σειρές. Η αισθητική της επηρέασε μεταγενέστερες παραγωγές, ενώ η αφήγηση και η ατμόσφαιρά της εξακολουθούν να θεωρούνται πρωτοποριακές.

Ακόμη και σήμερα, τα επεισόδια παρακολουθούνται ξανά, συζητιούνται και αναλύονται, καθώς διατηρούν τη δύναμη και τη σκληρότητά τους.

Παρακάτω, συγκεντρώσαμε μια λίστα με επεισόδια της σειράς που πραγματεύονται γεγονότα που συνέβησαν όντως στη χώρα μας, πολλά εκ των οποίων προκάλεσαν σοκ στην ελληνική κοινωνία.

«Αγγελικά πρόσωπα»

Η Ζωή, μια νέα κοπέλα με όνειρα για σπουδές και πτυχία, γνωρίζει τον Σωκράτη και τον ερωτεύεται. Εκείνος με την έντονη προσωπικότητά του και τα διαστροφικά του ένστικτα, χρησιμοποιεί τον αποκρυφισμό και τις δυνάμεις του κακού, για να παρασύρει νέους ανθρώπους και να τους κάνει υποχείρια του. Η Ζωή βρίσκεται μπλεγμένη σε μια ιστορία που ξεπερνάει τους χειρότερους εφιάλτες της. Κι όταν θα προσπαθήσει να ξεφύγει, καταλαβαίνει ότι αυτό είναι αδύνατον.

Το cast και το στόρι παραπέμπει στην υπόθεση που σόκαρε την Ελλάδα με τους σατανιστές της Παλλήνης.

«Δεσμοί αίματος»

Ένας ιδιόρρυθμος φοιτητής της ιατρικής υποψιάζεται ότι οι γονείς του παροτρύνουν τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας να τον κλείσουν σε άσυλο. Η ιδέα του προκαλεί πανικό. Ακολουθώντας το ένστικτο αυτοσυντήρησης του αποφασίζει να απαλλαγεί για πάντα από αυτόν τον κίνδυνο. Για να το πετύχει όμως αυτό πρέπει να απαλλαγεί έγκαιρα και γρήγορα από τους γονείς του και τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας. Το κακό μόνο από τη ρίζα ξεριζώνεται…

H ιστορία του Θεόφιλου Σεχίδη, ο οποίος τον Αύγουστο του 1996 συνελήφθη για τις δολοφονίες και τον τεμαχισμό πέντε μελών της οικογένειάς του και μέχρι και σήμερα μνημονεύεται για την αγριότητα του περιστατικού. Οι φόνοι διεπράχθησαν στις 19 και 20 Μαΐου του 1996 στην Θάσο. Καταδικάστηκε σε πέντε φορές ισόβια και μεταφέρθηκε στο Ψυχιατρείο Κρατουμένων των Φυλακών Κορυδαλλού. Στις 19 Φεβρουαρίου κατέληξε από ανακοπή καρδιάς.

«Σε βαθιά νερά»

Ο Άρης ζει και εργάζεται στην επαρχία. Στην Αθήνα έρχεται για επαγγελματικούς λόγους. Γνωρίζει και ερωτεύεται τρελά την Ελένη, το ίδιο κι αυτή, που αποφασίζει να αφήσει τον άντρα της και το παιδί της. Παίρνει διαζύγιο και ζει με τον Άρη και την μητέρα του στην επαρχία. Κατεβαίνει όμως συχνά στην Αθήνα για να βλέπει το παιδί της. Σ’ ένα τέτοιο ταξίδι εξαφανίζεται. Ο Άρης την ψάχνει παντού, καταφεύγει στην αστυνομία και οι υποψίες πέφτουν στον πρώην σύζυγό της.

Οι έρευνες της αστυνομίας και οι ανακρίσεις δεν οδηγούν πουθενά. Οι μέρες περνούν χωρίς κανένα σημάδι ζωής από την Ελένη και ο Άρης απελπισμένος κάνει απόπειρα αυτοκτονίας. Την αλήθεια για την τύχη της Ελένης, θα αποκαλύψει η μητέρα του Άρη. Βρίσκει τυχαία το ημερολόγιο της και το παραδίδει στην αστυνομία. Η υπόθεση αρχίζει να ξεκαθαρίζει μέχρι που αποκαλύπτεται το τραγικό της φινάλε.

Το στόρι παραπέμπει σε μια από τις πιο ανατριχιαστικές γυναικοκτονίες που έχουν σημειωθεί στη χώρα μας, όταν ένας 23χρονος ναυτικός σκότωσε μια 30χρονη ελληνοαμερικανίδα. Την στραγγάλισε και στη συνέχεια έκοψε το κεφάλι της και το πέταξε σε μια λίμνη της Καβάλας, διότι δεν χωρούσε στη βαλίτσα που έβαλε το υπόλοιπο σώμα της. Για τουλάχιστον δύο εβδομάδας ο δράστης προσπαθούσε να κρύψει το έγκλημα και μάλιστα έβγαινε στα κανάλια παίζοντας «θέατρο» και εκλιπαρούσε να βρεθεί η σύντροφός του.

«Κληρονομιά»

Ο Λάμπρος μοιράζει τη ζωή του ανάμεσα στη δουλειά και στη φροντίδα της άρρωστης μητέρας του. Είναι ένας ευγενικός και λίγο μελαγχολικός νεαρός άνδρας που γίνεται εύκολα συμπαθής. Κανείς δεν μπορεί να υποψιαστεί τι κρύβεται στο μυαλό και στην ψυχή του. Οι εφιάλτες που τον βασανίζουν απ’ την παιδική του ηλικία ξυπνούν και τον μεταμορφώνουν σ’ έναν αδίστακτο δολοφόνο…

Πρόκειται για την ιστορία του Αντώνη Δαγκλή, που πέρασε στην εποχή ως «δολοφόνου των ιερόδουλων» ή «Αντεροβγάλτη των Αθηνών».  Επί τρία χρόνια, από το 1992 έως το 1995 σκότωσε τρεις ιερόδουλες και αποπειράθηκε να αφαιρέσει τη ζωή από άλλες έξι. Ο Αντώνης Δαγκλής αυτοκτόνησε στις 2 Αυγούστου του 1997, βρέθηκε απαγχωνισμένος στο κελί 33 του Ψυχιατρικού Καταστήματος των Δικαστικών Φυλακών Κορυδαλλού.

«Σε στενό οικογενειακό κύκλο»

Η Άννα είναι μια όμορφη σαραντάρα γυναίκα. Ζει με τα δυο της παιδιά που τα μεγάλωσε μόνη, μετά τον θάνατο του άντρα της. Στην ζωή της εισβάλει ξαφνικά ο Μάρκος. Δέκα χρόνια μικρότερος της. Ερωτεύονται ο ένας τον άλλον κι όλα κυλούν ήρεμα, μέχρι που ο Μάρκος έρχεται να ζήσει στο ίδιο σπίτι μαζί τους. Σταδιακά αρχίζουν τα προβλήματα και οι εντάσεις. Ο Μάρκος αρχίζει να παίζει το ρόλο του πατέρα, κάτι που ενοχλεί και τα παιδιά και την Άννα. Όταν η κατάσταση γίνει αφόρητη η Άννα του ζητάει να χωρίσουν. Ο Μάρκος δεν μπορεί να δεχτεί τον χωρισμό. Γίνεται πιεστικός, φορτικός. Φτάνει στο σημείο να απειλεί. Κανείς δεν φαντάζεται ότι θα πραγματοποιήσει τις απειλές του.

Πρόκειται για υπόθεση που είχε συγκλονίσει την Ελλάδα το 1997. Μια 44χρονη γυναίκα είχε σχέση με έναν άντρα κατά 14 χρόνια νεότερό της. Η σχέση τους κυλούσαν ομαλά μέχρι που ο 30χρονος άρχισε να εμφανίζει σημάδια ζήλειας. Η 44χρονη βάζει σε προτεραιότητα τα παιδιά της και του ζητάει να απομακρυνθεί, ενώ παράλληλα αρνείται να τον δει. Εκείνος εμφανίζεται σπίτι της με ένα όπλο προκειμένου να τη σκοτώσει και εν συνεχεία να αυτοκτονήσει. Η 44χρονη επέζησε, ο δράστης αυτοκτόνησε, αλλά προηγουμένως είχε σκοτώσει τα παιδιά της ερωμένης του.

«Κλειστά παράθυρα»

Ο Θεοδόσης, ένας μοναχικός 45χρονος άντρας, δουλεύει κηπουρός σε πολυκατοικία. Είναι κρυφά ερωτευμένος με τη Λένα, μια νεαρή καθηγήτρια, που μένει σε διαμέρισμα του πρώτου ορόφου μαζί με τον σύζυγο της Αντώνη. Ο Θεοδόσης συχνά γίνεται μάρτυρας περιστατικών της ζωής του ζευγαριού καθώς από το προαύλιο της πολυκατοικίας έχει οπτική επαφή με το μπαλκόνι του διαμερίσματος. Η Λένα τον συμπαθεί και του δανείζει βιβλία κι εκείνος δεν χάνει ευκαιρία να της προσφέρει λουλούδια από τον κήπο. Όταν ο Αντώνης αρρωσταίνει ξαφνικά και πεθαίνει, η Λένα κλείνεται στον εαυτό της και στο σπίτι. Αρνείται να δει οποιονδήποτε, φίλο ή συγγενή. Ο μόνος που την πείθει να ανοίξει την πόρτα είναι ο Θεοδόσης. Της συμπαραστέκεται σε βαθμό που της γίνεται αναγκαίος. Του εξομολογείται ότι δε μπορεί να συνεχίσει τη ζωή της χωρίς τον Αντώνη και του ζητάει να την απαλλάξει από το μαρτύριο. Εκείνος πανικοβάλλεται και προσπαθεί μ’ όποιον τρόπο μπορεί να τη μεταπείσει.

Η ιστορία διαδραματίζεται το 1994 και επικεντρώνεται στη Γιόλα Βαγενά, μια οδοντίατρο που καταρρέει ψυχολογικά όταν ανακαλύπτει την εξωσυζυγική σχέση του άντρα της. Ο χωρισμός την οδηγεί σε ψυχίατρο, όμως οι συνεδρίες δεν την ανακουφίζουν· αντίθετα, βυθίζεται σε απόγνωση και αναπτύσσει αυτοκτονικές τάσεις. Αισθανόμενη ανίκανη να βλάψει τον εαυτό της, ζητά από συγγενείς να τη σκοτώσουν, χωρίς κανείς να ανταποκριθεί. Τελικά στρέφεται στον υπάλληλο του κοντινού πάρκινγκ, τον Ματθαίο Μονσελά, αναζητώντας βοήθεια στο απελπισμένο της αίτημα.

Μετά την ψυχολογική της κατάρρευση, η Γιόλα Βαγενά ανέπτυξε μια παράξενη σχέση με τον υπάλληλο του κοντινού πάρκινγκ, Ματθαίο Μονσελά, τον οποίο πίεζε επίμονα να τη σκοτώσει έναντι χρηματικής αμοιβής. Παρότι εκείνος αρχικά αρνούνταν, τελικά υπέκυψε στις πιέσεις της. Στις 11 Ιανουαρίου 1994, σε μια απομονωμένη περιοχή στο Μαρκόπουλο, ο Μονσελάς τη δολοφόνησε με πυροβολισμό. Έπειτα περιπλανήθηκε στην Αττική, εγκατέλειψε το αυτοκίνητό της, επέστρεψε στη δουλειά του με οτοστόπ και ταξί, και δεν παραδέχθηκε αμέσως την πράξη του στις αρχές.

Στην τηλεοπτική αναπαράσταση, ο Μονσελάς παρουσιάζεται να πανικοβάλλεται αμέσως μετά τη δολοφονία, να επιστρέφει σπίτι του τρομοκρατημένος και να ομολογεί πλήρως την πράξη και τα κίνητρά της. Στην πραγματικότητα όμως, ο Μονσελάς δεν παραδέχτηκε αμέσως την ενοχή του, γεγονός που γεννά υποψίες για το κατά πόσο η ομολογία του ήταν ειλικρινής ή αν προσκόλλησε την ιστορία της Βαγενά πάνω του ως μέσο για να ελαφρύνει τη θέση του. Το επεισόδιο απλουστεύει τα γεγονότα, ενώ η πραγματική υπόθεση αφήνει ανοιχτό το ερώτημα για το αν υπάρχει μία μοναδική, αδιαμφισβήτητη αλήθεια.

«Ένας ήσυχος άνθρωπος»

Έχοντας πέσει θύμα κλοπής, ο Βασίλης αποφασίζει να αγοράσει ένα περίστροφο για ασφάλεια . Το όπλο δρα ευεργετικά και ο Βασίλης δεν αισθάνεται πλέον ανασφαλής ούτε όταν οδηγάει το ταξί του, ούτε μπροστά στη Γαλήνη, την κοπέλα που φροντίζει την άρρωστη μάνα του. Το περίστροφο του δίνει το θάρρος που του στερούσε το μικρό του ύψος κι ο Βασίλης ομολογεί στην κοπέλα τα συναισθήματά του. Εκείνη του ζητάει λίγο χρόνο. Είναι πρόθυμος να περιμένει όσο χρειαστεί αλλά δεν έχει προβλέψει τον ερχομό του Τάσου. Όταν η Γαλήνη φύγει όλα θα πάρουν άλλη τροπή.

Το επεισόδιο της 10ης Εντολής ταιριάζει περισσότερο με τις πραγματικές ομολογίες του Δημήτρη Βακρινού, του οδηγού ταξί που έγινε κατά συρροή δολοφόνος και σκότωσε πέντε άτομα για ασήμαντες αφορμές. Οι δολοφονίες που αποδίδονται στον χαρακτήρα που υποδύεται ο Οδυσσέας Παπασπηλιόπουλος βασίζονται σχεδόν αυτούσιες στις πράξεις του Βακρινού: τον φόνο του Π. Γαγλία το 1987 για μια κυνηγετική καραμπίνα, της Α. Σιμιτζή το 1993 όταν εκείνη αρνήθηκε να συνευρεθεί μαζί του, του συναδέλφου του Θ. Ανδρεάδη το 1994 μετά από παλιό καβγά, καθώς και των αδελφών Σπυρόπουλου το 1995 στο πλαίσιο κλοπής αυτοκινήτου.

Στο επεισόδιο, οι φόνοι παρουσιάζονται ως απόρροια της καταπίεσης και των συμπλεγμάτων που είχε λόγω της αδύναμης σωματικής του διάπλασης, ενώ ο Βακρινός άλλοτε εμφανίζεται ως θύμα και άλλοτε ως ψυχικά διαταραγμένος δράστης. Η μεγάλη απόκλιση από την πραγματικότητα είναι το τέλος: στη σειρά ζητά από τη γυναίκα που αγαπά να τον σκοτώσει, ενώ στην πραγματικότητα ο Βακρινός αυτοκτόνησε στη φυλακή, κρεμασμένος με τα κορδόνια των παπουτσιών του.

Υπάρχουν και άλλα επεισόδια της σειράς που το στόρι τους παραπέμπουν σε πραγματικά γεγονότα, ωστόσο ο τρόπος με τον οποίον παρουσιάζονται είναι αρκετά διαφοροποιημένα σε σχέση με τους αληθινούς πρωταγωνιστές τους και γι’ αυτό δε συμπεριλήφθηκαν στην παραπάνω λίστα.

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα