Τζιμ Τζάρμους: Μοναχικός Σαμουράι
O μεγάλος του ανεξάρτητου αμερικάνικου σινεμά έκλεισε τα 70!
Πέρασε την εφηβεία διασχίζοντας αυτοκινητόδρομους με δανεικά αυτοκίνητα και δυνατή ροκ στη βιομηχανική πόλη Άκρον του Οχάιο, βασίλισσα των ελαστικών στην Αμερική. Εισβάλλοντας με κολλητούς στα δωμάτια των μεγάλων αδελφών, ανακαλύπτει τους Μπάροουζ, Γκινσμπεργκ, Ρεμπό, Κέρουακ κ.ά.
Τους συναντά στον απόηχο της δόξας του, όταν αυτοί ξεφούσκωναν ναρκισσευόμενοι “όμως η έλλειψη ερεθισμάτων σε κάνει να την ψάχνεις…”. Για κάποιον ανήσυχο νέο που θέλει να γίνει να γίνει συγγραφέας το μέλλον βρίσκεται πολύ μακριά από το Άκρον. Με μπίτνικ ιδεολογία στο σάκο και ελάχιστα χρήματα στην τσέπη βάζει πλώρη για τη μητρόπολη της τέχνης.
Τη Νέα Υόρκη φυσικά. Από σερβιτόρους ταξιτζήδες ή παιδιά για θελήματα δανείζεται το επάγγελμά τους. Γράφεται στο Κολούμπια, το ακριβότερο πανεπιστήμιο της πολιτείας, στο τμήμα λογοτεχνίας. Ακροβατώντας μεταξύ λογοτεχνίας και αβάν γκαρντ εμπνεύσεων παίζει μουσική με ένα underground γκρουπάκι. Στο Παρίσι όπου βρίσκεται αργότερα για σπουδές μπλέκεται με την Σινεματέκ. Με όχημα τη Νουβέλ βαγκ και τα περίφημα Καγιε ντε σινεμά ταξιδεύει στα σοκάκια της 7ης Τέχνης.
Χάρη στον Ριβέτ, τον Τριφό και τον Γκοντάρ γνωρίζει τους συμπατριώτες του κινηματογραφιστές. Αποφασίζει να αφήσει πίσω τις κιτρινισμένες σελίδες της βρετανικής λογοτεχνίας για τον κόσμο των κινούμενων εικόνων που τον μαγεύουν. Μετεγγράφεται στο κινηματογραφικό τμήμα του Κολούμπια με δασκάλους τον Μπένεντικτ του “Ατίθασου” και τον Νίκολας Ρέι. Μαθαίνει εύκολα και ο Ρέι τον ξεχωρίζει και τον κάνει βοηθό παραγωγής στο ντοκιμαντέρ “Αστραπή στο νερό” που γυρίζει με τον Βέντερς.
Διεισδύοντας στην απατηλή πραγματικότητα του σινεμά εξαργυρώνει την αφοσίωσή του στο έργο των δυο μεγάλων σκηνοθετών με όσο φιλμ περίσσεψε από την “Κατάσταση των Πραγμάτων” και γυρίζει μ΄αυτό το 1/3 του “Πέρα απ΄τον Παράδεισο”. Με δανεικά και χαρισμένο φιλμ κάνει μανιέρα την οικονομία σε χρήμα και αφήγηση.
Εργαλεία του το χιούμορ σε δραματικές καταστάσεις προσπαθώντας να μην γίνεται φανερή η ένδεια σκηνικών, κουστουμιών και εφέ. Καταφέρνει με ομόφωνη θετική υποδοχή της επιτροπής των Καννών το 1984, να κερδίσει την Χρυσή κάμερα με την πρώτη του ταινία μεγάλου μήκους. Στο “Πέρα απ΄τον Παράδεισο”, όσο και στην “Παγίδα του νόμου” και το “Mystery train” διηγείται ιστορίες για τους ανθρώπους του περιθωρίου. Έξω από τα αστικά πρότυπα που η Δύση προστάζει. Ανθρώπους που φωνάζουν στο σύστημα: I scream for an ice cream!
Ιστορίες ανθρώπων που δεν συναντιούνται πραγματικά. Μια λιγομίλητη Ουγγαρέζα, ξένη στον “Παράδεισο” της Νέας Υόρκης. Γιαπωνέζοι που επισκέπτονται με το “Μystery train” το Μέμφις του Έλβις, ένα αγοροκόριτσο που βρίζει και καπνίζει μανιωδώς οδηγώντας το ταξί της “Μια νύχτα στον κόσμο”, ένας ευτραφής ινδιάνος που μιλάει με γρίφους και ακούει στο όνομα “Κανένας” στον”Νεκρό” του 1995, ένας μαύρος πληρωμένος δολοφόνος που ζει στα πρότυπα των “Σαμουράι”…
Χαρακτήρες με διαφορετική εθνική συνείδηση και κουλτούρα αντιστέκονται στη δυτική ομογενοποίηση χρησιμοποιώντας τους δικούς τους κώδικες επικοινωνίας. Η ιστορία έρχεται σε δεύτερη μοίρα. Οι χαρακτήρες είναι πάντα πιο σημαντικοί από την πλοκή. “Δεν χρειάζομαι ισχυρή δομή όταν έχω δυνατούς χαρακτήρες”. Όταν γράφει ένα σενάριο στο μυαλό του έχει πάντα τους ηθοποιούς του. Όπως στην περίπτωση Μπενίνι που μετά τη συνάντησή τους έκατσε να γράψει μια ταινία που να τον περιέχει. Αν ο Σπάικ Λι θεωρείται ο γκουρού της μαύρης κινηματογραφίας, ο Τζάρμους είναι ο θιασώτης των απανταχού εθνικών μειονοτήτων. Καταρρίπτοντας την πλασματική εικόνα του αμερικάνικου ονείρου συστήνει την Αμερική σαν ένα χαρμάνι διαφορετικών πολιτισμικών επιρροών.
Κι εκεί βρίσκει τα υλικά του: στη χημεία των αλληλεπιδράσεων. “Ελπίζω οι ταινίες μου να είναι αντίδοτο στην αντίληψη ότι είμαστε το κέντρο του σύμπαντος”. Από τη Νέα Υόρκη ως το Ελσίνκι κι απ΄το Λος Άντζελες ως το Παρίσι και τη Ρώμη ταξιδεύει μέσα στη νύχτα ενώνοντας λεκτικές διαφορές σε κάθε τόπο, ξεσκεπάζοντας τις ανασφάλειες και τα όνειρα ανθρώπων διαφορετικών με τη φωνή του Τομ Γουέιτς να συνοδεύει τις μοναχικές τους διαδρομές. Μετά τα διαλείμματα του “Λίγος Καπνός ακόμα” των νεοϋορκέζων κολλητών του Πολ Όστερ και Γουέιν Γουανγκ, όπου κάνει μια cameo εμφάνιση καπνίζοντας το τελευταίο του Lucky strike πριν το κόψει και της “Χρονιάς του Αλόγου” στο παρασκήνιο της περιοδείας του φίλου του Νιλ Γιανγκ, το “Ghost Dog” ενθουσιάζει στις Κάννες το 1999 αλλά δεν του χαρίζει τον Χρυσό Φοίνικα, ο οποίος τελικά του απονέμεται στη στιγμή της κινηματογραφικής του ωριμότητας για την ταινία του “Broken Flowers” το 2005, σε ηλικία 52 χρονών.
Από τις κορυφαίες φυσιογνωμίες της ανεξάρτητης κινηματογραφικής σκηνής, με μαύρα ρούχα, άφιλτρο Lucky strike και κάτασπρα μαλλιά, ο Τζιμ Τζάρμους ταιριάζει στις ασπρόμαυρες εικόνες του που πλάσαρε νωρίς στα 80ς. Ίσως από τους τελευταίους ρομαντικούς του σινεμά, δεν χόρεψε ποτέ στο χορό των μεγάλων στούντιο, δεν τον ενδιαφέρει το χολιγουντιανό γκλάμουρ και το μεγάλο κοινό παρά συνεχίζει να φτιάχνει ταινίες με τη δική του hand made ετικέτα και copyright του δικού του στούντιο.