Υπερρεαλισμός: 100 χρόνια από το ταξίδι στο όνειρο και το υποσυνείδητο
Με τη φαντασία τους οι σουρεαλιστές καλλιτέχνες αντιμάχονται τη βαρβαρότητα και τις συμβάσεις.
Το ερημωμένο τοπίο φαίνεται απόκοσμο. Ένα γυμνό δέντρο ξεπροβάλλει μέσα από ένα μυστηριώδες κιβώτιο, στο έδαφος μία σωριασμένη φιγούρα θυμίζει ετοιμοθάνατο άλογο, αλλά το βλέμμα αιχμαλωτίζουν τρία λιωμένα ρολόγια, παρατημένα στο χώμα σαν υγρά χαρτομάντηλα. Όλα αυτά στην ελαιογραφία «Η Εμμονή της Μνήμης» (1931), με την οποία ο Σαλβαντόρ Νταλί δημιούργησε ένα ονειρικό τοπίο, πλούσιο σε συμβολισμούς. Είναι το πιο διάσημο έργο του Ισπανού ζωγράφου και θεωρείται, μέχρι σήμερα, εμβληματικό έργο του Υπερρεαλισμού.
Ενάντια στους «μπουρζουά»
Το κίνημα έχει τις ρίζες του στο Παρίσι και στη «χρυσή δεκαετία του ’20» («Les Années Folles»). Η φρίκη του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου έχει παρέλθει, ο κόσμος διψάει για διασκέδαση, αισιόδοξος και αεικίνητος. Ορόσημο αναγέννησης αποτελούν και οι Ολυμπιακοί Αγώνες του 1924. Μαζί με τους αθλητές συρρέουν στη γαλλική πρωτεύουσα καλλιτέχνες, διανοούμενοι, μουσικοί. Το Παρίσι γίνεται ο πολιτιστικός φάρος της Ευρώπης. Κάποιοι όμως δεν μπορούν να συμβιβαστούν με την κοινωνία που γέννησε από τα σπλάχνα της έναν βάρβαρο πόλεμο.
Ζητούν μία ριζοσπαστική αλλαγή, έναν νέο τρόπο σκέψης και θεώρησης του κόσμου. Πρόκειται για μία αντισυμβατική καλλιτεχνική έκφραση με πολιτικά συμφραζόμενα και υποδηλούμενα νοήματα. Ζωγράφοι, λογοτέχνες, μουσικοί και σκηνοθέτες συμπορεύονται στο νέο κίνημα του Υπερρεαλισμού και αντιμάχονται τη συντήρηση των «μπουρζουά».
Μεταξύ ονείρου και πραγματικότητας
Πέρα από τον ορθολογισμό, οι σουρεαλιστές αναζητούν μία νέα, υπέρτατη πραγματικότητα, τον Υπερρεαλισμό. Υποσυνείδητες σκέψεις, ονειρικές καταστάσεις, στιγμές έκστασης, καταπιεσμένοι πόθοι, οράματα, τρελές ιδέες, όλα αυτά είναι απαραίτητα, λένε οι σουρεαλιστές, για να απελευθερωθεί η κοινωνία από τα ηθικά δεσμά της. Αντλούν δύναμη από την «Ερμηνεία των Ονείρων» του Ζίγκμουντ Φρόιντ και αναζητούν έμπνευση πίσω από το «βαρύ πέπλο του υποσυνείδητου».
Ένας από τους πρωτεργάτες του κινήματος είναι ο Γάλλος συγγραφέας και κριτικός Αντρέ Μπρετόν. Τον Οκτώβριο του 1924 δημοσιεύει το πρώτο «Σουρεαλιστικό Μανιφέστο», στο οποίο υποστηρίζει ότι δεν υπάρχει παρά μόνο «φαινομενική αντίθεση» ανάμεσα στο όνειρο και την πραγματικότητα. Και τα δύο στοιχεία καλούνται να συνθέσουν «τον Υπερρεαλισμό, ένα είδος απόλυτης πραγματικότητας».
Την υπέρβαση εξηγεί με τον δικό του τρόπο ο Βέλγος Ρενέ Μαγκρίτ με την «Προδοσία των Εικόνων». Στον καμβά απεικονίζεται μία πίπα και από κάτω αναφέρεται ότι «Ceci n’ est pas une pipe» («Αυτή δεν είναι μία πίπα»). Φαίνεται ότι ο Μαγκρίτ μας μπερδεύει, αλλά μάλλον εξηγεί το αυτονόητο, γιατί πράγματι δεν βλέπουμε το αντικείμενο, παρά μόνο την απεικόνισή του.
Υπερρεαλισμός και στην οθόνη
Το 1929 ο Ισπανός σκηνοθέτης Λουίς Μπουνιουέλ, μαζί με τον φίλο του Σαλβαντόρ Νταλί, μεταφέρει τον υπερρεαλισμό για πρώτη φορά στη μεγάλη οθόνη, με την ασπρόμαυρη ταινία «Ο Ανδαλουσιανός Σκύλος». Η πλοκή αποτελεί μία συρραφή από όνειρα και δυστοπίες. Ένας άνδρας τροχίζει ένα μαχαίρι, ένα σύννεφο διαπερνά την πανσέληνο, ένα ξυράφι σχίζει έναν βολβό ματιού. Τίποτα δεν ερμηνεύεται ορθολογικά, ακόμη και ο τίτλος της ταινίας δεν παραπέμπει στο περιεχόμενο.
Στη Γερμανία κορυφαία μορφή του Υπερρεαλισμού είναι ο ζωγράφος Μαξ Ερνστ (1891-1976). Απαθανατίζει φαντασιακά τοπία και αλλόκοτες μορφές. Αναπτύσσει νέες τεχνικές όπως το φροτάζ, στην οποία ένα ανάγλυφο αντικείμενο παίρνει μορφή στο χαρτί με μολύβι ή ξυλομπογιά. Από τον Ερνστ θα εμπνευστεί αργότερα την τεχνική του drip painting ο Τζάκσον Πόλοκ, πρωτοπόρος του αμερικανικού εξπρεσιονισμού.
«Ποίηση με χρώμα» και «αυτόματη γραφή»
Επιφανείς εκπρόσωποι του κινήματος είναι και ο Καταλανός «ποιητής των χρωμάτων» Ζοάν Μιρό, ο Γάλλος δημιουργός αινιγματικών τοπίων Υβ Τανγκύ, ο Γαλλογερμανός Χανς Αρπ. Στον χώρο της φωτογραφίας και του κινηματογράφου διαπρέπει ο Αμερικανός Μαν Ρέι. Η ασπρόμαυρη φωτογραφία του «Le Violon d’ Ingres» που τραβήχτηκε το 1924 στο Παρίσι και απεικονίζει ένα γυμνό γυναικείο σώμα σε σχήμα βιολιού, πουλήθηκε το 2022 από τον οίκο Christie’s σε δημοπρασία έναντι 12,4 εκατομμυρίων δολαρίων. Ήταν «η πιο ακριβή φωτογραφία όλων των εποχών».
Όσο για τον Αντρέ Μπρετόν, επικεντρώνεται σε αυτό που αποκαλεί «αυτόματη γραφή» (écriture automatique). Με απλά λόγια, μεταφέρει αυθόρμητα στο χαρτί κείμενα, εικόνες και συναισθήματα, χωρίς να παρεμβάλλεται ένα λογικό φίλτρο. Για τον Μπρετόν ο ελεύθερος συνειρμός προσφέρει μία νέα μορφή ποίησης και πειραματικής λογοτεχνίας.
Την αρχή του τέλους για τον Υπερρεαλισμό σηματοδοτούν οι νέες καλλιτεχνικές τάσεις που εμφανίστηκαν μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, όπως ο Αφηρημένος Εξπρεσιονισμός στις ΗΠΑ. Σήμερα, όποιος θέλει να αναστοχαστεί για το έργο των υπερρεαλιστών καλλιτεχνών, μπορεί να επισκεφθεί σημαντικές εκθέσεις στις πόλεις όπου οι ίδιοι διέπρεψαν.
Στο Παρίσι το περίφημο «Κέντρο Πομπιντού» εγκαινίασε μία μεγάλη έκθεση για τον Υπερρεαλισμό, που θα διαρκέσει ως τον Ιανουάριο του 2025, για να μεταφερθεί στη συνέχεια σε άλλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες. Στη Γερμανία σημαντικές εκθέσεις φιλοξενούν η Κουνστχάλε του Αμβούργου και το Μουσείο Λενμπαχάους στο Μόναχο.
Πηγή: DW