9+1 αρχιτεκτονικά ερωτήματα για την πόλη σήμερα
Ο Αλέξανδρος Κουλουκούρης της Kouloukouris+Associates και η Senior Partner της K-Architects, Αλίνα Πάνου δίνουν το στίγμα για μια καλύτερη -αισθητικά και λειτουργικά- Θεσσαλονίκη
Τα δημόσια κτίρια, οι ανύπαρκτοι open space χώροι, η έλλειψη πρασίνου, η ομοιογένεια στις σύγχρονες κατασκευές και το πρόβλημα της στέγασης στη Θεσσαλονίκη.
Εικόνες: Γιώργος Νιάκας, Ευθύμης Βλάχος
Ο Αλέξανδρος Κουλουκούρης της Kouloukouris+Associates και η Senior Partner της K-Architects, Αλίνα Πάνου, σχολιάζουν, με την εμπειρία και τη γνώση τους, δίνοντας το στίγμα των δυνατοτήτων για μια καλύτερη -αισθητικά και λειτουργικά- Θεσσαλονίκη.
1. Θεωρείτε ότι στη Θεσσαλονίκη, ακολουθείται -έστω και τυπικά- ένας αρχιτεκτονικός και πολεοδομικός σχεδιασμός ή ότι η πόλη αναπτύσσεται χωρίς καμία πρόβλεψη;
Α.Κ. Ο πολεοδομικός σχεδιασμός της Θεσσαλονίκης από την εποχή του Νομοθετικού Διατάγματος της 16.8.1923 «Περί Σχεδίων Πόλεων» και το πολεοδομικό σχέδιο του Εμπράρ έχει υλοποιηθεί υπό την καθοδήγηση του κράτους ως μια βιαστική και άναρχη διαδικασία, χωρίς μακρόπνοο σχεδιασμό, που ευνόησε περισσότερο μια κερδοσκοπική ανάπτυξη. Έτσι, εκτός από ορισμένα παραδείγματα (Διάταγμα Άνω Πόλης, Ουζιέλ, Φοίνικας, Πανεπιστήμιο, άξονας Αριστοτέλους κλ.π.), δε διακρίνεται μία αρχιτεκτονική και πολεοδομική συνέχεια. Το πολυαναμενόμενο Γενικό Πολεοδομικό Σχέδιο δεν έχει ολοκληρωθεί εδώ και 12 χρόνια! Εδώ, παίζει ρόλο και η κατάργηση του Οργανισμού Ρυθμιστικού. Η αναθεώρηση του Γενικού Πολεοδομικού Σχεδίου Θεσσαλονίκης, οι καλά μελετημένες επεκτάσεις στους περιφερειακούς Δήμους και οι επεκτάσεις του Μετρό, σε συνδυασμό με μεγάλα έργα, όπως η ανάπλαση της ΔΕΘ, οι αναπλάσεις πρώην στρατοπέδων, βιομηχανικών συγκροτημάτων (ΦΙΞ, Αλλατίνη) είναι ευκαιρίες που δεν πρέπει να χαθούν. Στο ίδιο πλαίσιο, θα πρέπει να γίνει διερεύνηση δυνατοτήτων, όπως π.χ. η εκμετάλλευση χώρων του Λιμανιού, η μετεγκατάσταση υποδομών σε λιγότερο κεντρικές περιοχές και η επέκταση της πρόσβασης και της ενοποίησης του θαλάσσιου αστικού μετώπου προς ανατολικά και δυτικά.
Α.Π. Στο ιστορικό κέντρο της πόλης, υπάρχει ένα στοιχειώδες Ιπποδάμειο συνεχές σύστημα, αποτέλεσμα εν πολλοίς του σχεδίου Εμπράρ, το οποίο προδόθηκε από την αύξηση των υψών. Βεβαίως και υπάρχει πολεοδομικός σχεδιασμός, χωρίς, όμως, να διέπεται από συνέχεια και συνέπεια, διαχρονικά.
2.Τι συμβαίνει σε σχέση με τα δημόσια κτίρια της πόλης; Εκτός από το Μέγαρο Μουσικής και το νέο Δημαρχείο, τις τελευταίες δεκαετίες δε σχεδιάζονται δημόσια κτίρια, που θα μπορούσαν να αποτελέσουν εμβληματικά τοπόσημα της πόλης. Πώς το σχολιάζετε;
Α.Κ. Όταν δεν έχουν δημιουργηθεί οι κατάλληλοι θύλακες υποδοχής, δεν μπορείς να περιμένεις αντίστοιχα κάτι νέο. Μην ξεχνάμε τον χρόνο που χρειάζεται να γίνει η ωρίμανση των έργων, που στην περίπτωση των δημόσιων είναι ακόμη μεγαλύτερος. Από την άλλη, σε μία πόλη με τόσο μεγάλο κτιριακό απόθεμα, η τάση οδηγεί στην επανάχρηση. Δε θα πρέπει να ξεχνάμε, επίσης, ότι εξίσου σημαντικές είναι και οι αστικές αναπλάσεις -Νέα Παραλία. Σε κάθε περίπτωση, χωρίς μακροπρόθεσμη προοπτική οικονομικής ανάπτυξης και χωρίς θεσμική ώθηση, οι δυνατότητες για μεγάλα αρχιτεκτονικά έργα θα παραμένουν περιορισμένες.
Α.Π. Υπάρχουν πολλά κι ενδιαφέροντα δημόσια κτίρια στον κεντρικό πολιτιστικό άξονα, από τον Λευκό Πύργο μέχρι και το Τελλόγλειο Ίδρυμα, όπως μουσεία, περίπτερα της ΔΕΘ, πανεπιστημιακά κτίρια κι επεκτάσεις τους κ.ά., δείγματα μοντέρνας και μεταμοντέρνας αρχιτεκτονικής, που δυστυχώς στο σύνολό τους είναι κακοσυντηρημένα και βανδαλισμένα. Η ανάδειξή τους θα αποκάλυπτε ένα μοναδικό αρχιτεκτονικό πλούτο οργανωμένο σε μια εκτεταμένη κεντρική ζώνη της πόλης, της οποίας την ενότητα και την ποιότητα δεν αξιοποιούμε.
3. Το ιστορικό κτιριακό απόθεμα της πόλης βρίσκεται σε μια εγκατάλειψη, ειδικά στις παραδοσιακές αγορές, αλλά και σε κτιριακά σύνολα, όπως το Ντεπό. Ποιες είναι οι σκέψεις σας;
Α.Κ. Για την ενεργοποίηση του ιστορικού αποθέματος χρειάζονται συνέργειες. Είτε ιδιωτών είτε μορφής ΣΔΙΤ. Όταν σε αυτό προστεθεί και η κατάλληλη επικαιροποίηση των χρήσεων γης, τότε υπάρχει δυνατότητα αναζωογόνησης για το ιστορικό κτιριακό απόθεμα. Κι εδώ, οι λόγοι είναι οικονομικοί και θεσμικοί με την εξής διαφορά: όταν πρόκειται για κηρυγμένα ιστορικά σύνολα είναι καθήκον της Πολιτείας, τόσο η προστασία όσο και η συντήρησή τους. Το μικρότερο κόστος για τη συντήρηση και φύλαξη ενός ιστορικού συνόλου, ειδικότερα όταν αυτό δε χρησιμοποιείται, θα έπρεπε να εξασφαλίζεται πιο εύκολα ακόμα και για ιδιωτικά ακίνητα. Το σίγουρο είναι πως η επαναχρησιμοποίηση σημαντικών ιστορικών κτιρίων είναι η καλύτερη λύση. Η επαναλειτουργία της Στοάς Μοδιάνο είναι ένα παράδειγμα.
Α.Π. Αν δε λυθεί το ζήτημα της κήρυξης, της χρηματοδότησης και της συντήρησης των διατηρητέων, δυστυχώς, δεν μπορούμε να προσδοκάμε σε κάτι ουσιαστικό.
4.Εκμεταλλευόμαστε κι επανασχεδιάζουμε προς όφελος των δημοτών, τους δημόσιους ανοιχτούς χώρους -ανάμεσα στις πολυκατοικίες- για να δημιουργήσουμε τους μελλοντικούς τόπους συνύπαρξης;
Α.Κ. Αυτή η τάση είναι το μέλλον των πόλεων. Το πρόβλημα είναι το καθεστώς της πολυιδιοκτησίας και η σχέση του Έλληνα με την ιδιοκτησία. Στο παρελθόν, έχουν γίνει πιλοτικά προγράμματα για την αξιοποίηση των ακαλύπτων και των δωμάτων των πολυκατοικιών με μικρό αντίκτυπο. Ο Covid και οι νέες τεχνολογίες ανέδειξαν αυτήν την αναγκαιότητα περισσότερο. Σκοπός της πόλης θα έπρεπε να είναι η στοχοθέτηση της αναβίωσης του δημόσιου χώρου μέσω του σχεδιασμού σε ορισμένο χρονικό ορίζοντα, π.χ. 2030, με άξονα την ανάπτυξη του πρασίνου και της συν-ύπαρξης.
Α.Π. Η ενοποίηση των ακάλυπτων είναι ένα δύσκολο και μάλλον χαμένο στοίχημα του πολεοδομικού σχεδιασμού στη χώρα μας. Χρειάζεται ριζική επανεξέταση του ΝΟΚ για να προκύψουν τέτοιοι δημόσιοι ανοικτοί χώροι, εκτός των ήδη σχεδιασμένων στα νεότερα τμήματα του αστικού ιστού.
5.Γιατί το πράσινο απουσιάζει από την αρχιτεκτονική της πόλης, τη στιγμή που στην Ευρώπη η βιοκλιματική αρχιτεκτονική και οι δυναμικές παρεμβάσεις πρασίνου είναι δημοφιλείς;
Α.Κ. Η έλλειψη πρασίνου έχει τις ρίζες της στη στρεβλότητα του όρου της ανάπτυξης των δεκαετιών ‘60 κι ‘70. Το φαινόμενο συνεχίστηκε με αποτέλεσμα να μη διαθέτουμε πλέον τον χώρο ανάπτυξης πρασίνου στον οικοδομικό ιστό. Το δεύτερο είναι η σημασία που δίνεται στο πράσινο από τις δημόσιες αρχές. Όταν δε φροντίζεται κατάλληλα είναι λογικό να μην έχει και την κατάλληλη απήχηση. Στο σήμερα, είναι απαραίτητο να υπάρξει μια σειρά δεσμεύσεων από την Πολιτεία, που θα αφορούν σε όλους τους εμπλεκόμενους ενός δημόσιου έργου -νομοθεσία, μελέτη έργου, υλικά, τρόπος εφαρμογής, τρόπος παραλαβής, λειτουργία και συντήρηση έργου-, για να επαναποκτηθεί μία σειρά κι ένας σεβασμός προς το αντικείμενο.
Α.Π. Δυστυχώς, δεν προβλέφθηκε από τον πολεοδομικό σχεδιασμό, που δημιούργησε έναν πυκνό και «στεγνό» αστικό ιστό. Ελπιδοφόρο για τη Θεσσαλονίκη είναι το γεγονός της ύπαρξης πολλών δενδροστοιχιών επί των πεζοδρομίων, οι οποίες θα πρέπει να συμπληρωθούν, να ενισχυθούν και να αναδειχθούν, όπως και η ύπαρξη αρκετών αναξιοποίητων ρεμάτων, αλλά και μεγάλων ανεκμετάλλευτων δημόσιων εκτάσεων μέσα στον αστικό ιστό, όπως τα πρώην στρατόπεδα.
6. Οι νέες γειτονιές δημιουργούνται βάση πολεοδομικού σχεδιασμού; Υπάρχει μια στοιχειώδης χωροταξία που εξασφαλίζει υποδομές, ποιότητα ζωής, καλύπτοντας βασικές ανάγκες των κατοίκων μελλοντικά;
Α.Κ. Αυτή είναι η οδός για την ανάπτυξη στο αστικό περιβάλλον. Υπάρχουν παραδείγματα στην Ελλάδα, όπως τα Τρίκαλα και η Έδεσσα. Η μελλοντική ματιά είναι δύσκολο να προβλεφθεί, καθώς δεν υπάρχει εξέλιξη σε μαζικά μέσα συγκοινωνίας σταθερής τροχιάς -Μετρό Θεσσαλονίκης, προαστιακός, σύνδεση αστικών κέντρων, αεροδρομίων, λιμανιών. Επιπλέον, κάθε νέα μελέτη πολεοδομικού σχεδιασμού πρέπει να προσαρμόζεται στη σύγχρονη πραγματικότητα με την εφαρμογή νέων τεχνολογιών κι έξυπνων δικτύων (smart cities) για τη διασύνδεση πολιτών, υποδομών κι εξυπηρετήσεων, για τη διαχείριση της κυκλοφορίας και τις εναλλακτικές μορφές μετακίνησης, τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, τη διαχείριση των απορριμμάτων και την ανακύκλωση, και τέλος, την εναλλακτική διαχείριση των ομβρίων, την αύξηση του πρασίνου και τη μείωση των σκληρών επιφανειών.
Α.Π. Οι νέες περιοχές επεκτάσεων δημιουργούνται βάσει στοιχειώδους σχεδιασμού, που συνήθως δε λαμβάνει υπόψη του σημεία ενδιαφέροντος, υψομετρικές διαφορές κ.ο.κ. και φυσικά, δεν περιλαμβάνει χώρους πρασίνου στον επιθυμητό βαθμό.
7.Τι άποψη έχετε για την τυπολογία των νέων οικοδομών, που παρουσιάζουν μια χαρακτηριστική ομοιογένεια; Οδηγούμαστε σε μια μορφή πολυκατοικίας, όπως συνέβαινε στα 60’s και 70’s; Εντοπίζετε διαφοροποιήσεις;
Α.Κ. Κατά κάποιο τρόπο, ναι. Υπάρχει η καθαρότητα στις μορφές, που έχει προέλθει κυρίως από τον νέο τρόπο που μονώνονται τα κτίρια εξωτερικά και από την τάση του μινιμαλισμού, που επικράτησε προ 15ετίας. Αυτό για την πόλη είναι και απόρροια του κόστους κατασκευής και αγοράς των ακινήτων. Βλέπουμε μεμονωμένα παραδείγματα με υψηλότερα σχεδιαστικά κριτήρια, αλλά κι επιλογή υλικών (μάρμαρο, πέτρα, ξύλο, φυτεύσεις). Το ίδιο δεν ισχύει πανελλαδικά, όπου βλέπουμε κατασκευές με υψηλότερο αισθητικό αποτύπωμα.
Α.Π. Θεωρώ ιδιαίτερο πρόβλημα τη μορφολογική τυποποίηση στην Αρχιτεκτονική, καθώς περιορίζει τη δημιουργικότητα, αδιαφορεί για την εντοπιότητα και συχνά, ισοπεδώνει οποιαδήποτε αξιόλογα σχεδιαστικά χαρακτηριστικά. Στις ημέρες μας, πάντως, αναδεικνύεται σταδιακά και μια νέα τυπολογία πολυκατοικίας, περισσότερο εμφανής προς το παρόν στο Αττικό Λεκανοπέδιο, που αφορά κυρίως στη διαχείριση των όψεων με αποκλειστική σχεδόν πρόθεση, τολμώ να πω, τη διαφοροποίηση.
8.Τι είδους κτίρια και αρχιτεκτονική θα μεταμόρφωναν την αισθητική της πόλης αυτήν τη στιγμή; Τι λείπει από τη Θεσσαλονίκη, κατά τη γνώμη σας;
Α.Κ. Από την πόλη λείπουν κτίρια ιδιαίτερου αρχιτεκτονικού-μορφολογικού ενδιαφέροντος, με τάση στο πράσινο και την τεχνολογία. Υπάρχουν τρόποι να μετουσιώσεις ένα κτίριο ως προς το ενεργειακό του αποτύπωμα και την εμπειρία του επισκέπτη, αλλά και του χρήστη. Αυτό, στη συνέχεια, θα προωθήσει τη μετάβαση της κουλτούρας προς αυτήν την κατεύθυνση, με αποτέλεσμα την αντίστοιχη ζήτηση και ικανοποίηση της ανάγκης που θα δημιουργηθεί. Οι παράγοντες για τη στροφή αυτή είναι πολλοί, αλλά χρειάζεται να γίνει η αρχή. Κι αυτήν την στιγμή, με τα έργα που ανακινούνται στην πόλη, είναι ευκαιρία.
Α.Π. Πρωτίστως, λείπουν τα κτίρια που χρησιμοποιούν τη σύγχρονη state of the art δομική τεχνολογία: κτίρια με προηγμένα ενεργειακά συστήματα, έξυπνα συστήματα σκιασμού, βιώσιμα υλικά κλ.π., όπως αυτά που εφαρμόσαμε στον ανασχεδιασμό του κτιρίου Διοίκησης της ΕΥΑΘ στην πλατεία Συντριβανίου. Επίσης, λείπει η χειρονομία του ύψους, τουλάχιστον από συγκεκριμένες περιοχές του πολεοδομικού συγκροτήματος, οι οποίες αυτόματα θα αποκτούσαν νέο χαρακτήρα και τέλος, φοβάμαι ότι απουσιάζει το οικονομικό ενδιαφέρον για επενδύσεις, ειδικά από τους ίδιους τους Θεσσαλονικείς, με ελάχιστες φωτεινές εξαιρέσεις.
9.Το πρόβλημα στέγασης γιγαντώνεται, όπως στις περισσότερες πόλεις του κόσμου. Τι προτείνετε;
Α.Κ. Αυτό που έχουμε να κάνουμε είναι να μελετήσουμε αντίστοιχα μοντέλα πόλεων με κοινά χαρακτηριστικά και να αποκτήσουμε βούληση να τα υλοποιήσουμε -superblocks Βαρκελώνης, επέκταση Μιλάνο. Η πόλη μας επεκτείνεται ανατολικά και δυτικά. Η υπάρχουσα σύζευξη λειτουργεί προβληματικά με μελλοντικά πεπερασμένες βελτιώσεις (flyover), που, όμως, δε δημιουργούν νέες χωρικές ενότητες και αντίστοιχα κίνητρα. Η πίεση στον πολεοδομικό ιστό θα αυξηθεί όσο δεν παίρνονται αποφάσεις επέκτασης κυκλοφοριακών δικτύων, όπως εξωτερική περιφερειακή και υποθαλάσσια αρτηρία, με δυνατότητα δημιουργίας νέων περιοχών με γρήγορη πρόσβαση και χαμηλή αξία γης. Ένα δεύτερο πρόβλημα, ως απόρροια της βραχυχρόνιας μίσθωσης, είναι η αλλοίωση του χαρακτήρα του ιστορικού πυρήνα της πόλης και η μετατροπή του σε τόπο εξυπηρέτησης τουριστών, απομακρύνοντας του μόνιμους κατοίκους. Τα μέτρα που ισχύουν από 1.1.2024 ίσως να μην είναι αρκετά για τον περιορισμό του φαινομένου. Η λύση ίσως να είναι η ποσόστωση -σε συγκεκριμένες τουλάχιστον γειτονιές, π.χ. στην Άνω Πόλη. Η προσφυγή των κατοίκων της Πλάκας στο ΣτΕ για τη νομιμότητα της βραχυχρόνιας μίσθωσης σε περιοχές αμιγούς κατοικίας είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα.
Α.Π. Το πρόβλημα της στέγασης είναι πρόβλημα κοινωνικό, οικονομικό, πολιτικό, γενικώς πολυπαραγοντικό κι εκφεύγει κατά πολύ του πεδίου μιας αρχιτεκτονικής ερμηνείας. Πάντως, σίγουρα δε λύνεται με μέτρα περιοριστικού τύπου, απαιτεί «ανοιχτά» μυαλά και μάτια που μπορούν να δουν το μέλλον.
9+1 Υπάρχουν πράγματα που θαυμάσατε τελευταία στο εξωτερικό και θα θέλατε να υλοποιηθούν -στον βαθμό του εφικτού- στην πόλη μας;
Α.Κ. Το πράσινο του Βελιγραδίου -περισσότερο πράσινο. Οι πολλαπλές επιλογές συγκοινωνίας στη Λισσαβόνα -τουκ τουκ, ποδήλατο, τροχοφόρα, τραμ. Η συντήρηση του δημόσιου χώρου στη Βιέννη -σχέση δημοτικών τελών-αποτελέσματος. Η ηλεκτρονική συνδεσιμότητα του Μονάχου -μ’ ένα κλικ όλη η διαδρομή και οι επιλογές της. Οι λύσεις στο αστικό περιβάλλον της Βαρκελώνης.
Α.Π. Αυτό που πάντα ζηλεύω στα ταξίδια μου στο εξωτερικό είναι το επίπεδο αισθητικής παιδείας του μέσου πολίτη και κατ’ επέκταση, ο σεβασμός που δείχνει προς τον δημόσιο χώρο και τον εξοπλισμό του. Θέλω να πιστεύω ότι ο Έλληνας πολίτης έχει αρχίσει να εκπαιδεύεται, μέσω της σχέσης του με τους -στην κυριολεξία- νέους δημόσιους χώρους που σχεδιάζονται τα τελευταία χρόνια στη χώρα μας, ωστόσο η πραγματική δουλειά θα γίνει μόνο μέσω μιας αναβαθμισμένης δημόσιας παιδείας.
Who is who
Αλέξανδρος Κουλουκούρης
Σπούδασε Aρχιτεκτονική στο University of Westminster του Λονδίνου και στο Oxford Brookes University, όπου ολοκλήρωσε το μεταπτυχιακό στον Ενεργειακό Σχεδιασμό Κτιρίων. Κατά τη διάρκεια των σπουδών του, δούλεψε για τους BDGMcColl στο Μπρίστολ και το 2003, επέστρεψε στη Θεσσαλονίκη, για να ενταχθεί στο γραφείο Κουλουκούρης & Συνεργάτες. Ασχολείται με τον σχεδιασμό και την υλοποίηση μελετών σε όλο το φάσμα ενός έργου, ενώ το ενδιαφέρον του για τις φιλικότερες προς το περιβάλλον πρακτικές και η επιμονή στη λεπτομέρεια διατηρούν αμείωτη την αγάπη του για την Αρχιτεκτονική.
Αλίνα Πάνου
Ως φοιτήτρια της Αρχιτεκτονικής του Α.Π.Θ. (1989-1995), παρακολούθησε, στο πλαίσιο του προγράμματος Erasmus, ένα εξάμηνο στο R.W.T.H. Πολυτεχνείο στο Άαχεν της Γερμανίας, ενώ συνέχισε τις σπουδές της στο Bartlett School of Architecture, University College του Λονδίνου, αποφοιτώντας το 1996 με το πτυχίο Master of Science in Architecture. Συνεργάστηκε με τους Kasparian & Seraidari Architects για έναν χρόνο και στη συνέχεια, εντάχθηκε στην A.M. Kotsiopoulos and Partners Architects το 1997. Είναι senior partener της K-Architects από το 2008, διευθύνοντας την ομάδα, προσηλωμένη σε υψηλής ποιότητας σχεδιαστικών υπηρεσιών.