Στη Σολωμού μια μικρή “βιοτεχνία” ρούχων επιβιώνει με vintage κομμάτια
Η κ. Παρασκευή σχεδιάζει ό,τι μπορείς να φανταστείς στο πατάρι του Vestiario.
Σε ένα μικρό στενό στο κέντρο της πόλης, εκεί που η γειτονία πίσω από το Μπεζεστένι, έσφυζε από ζωή, υφάσματα, ρούχα και εσώρουχα, το Vestiario, είναι από τα μαγαζιά που κρατά την αίγλη της παλιάς κοσμοπολίτισσας Θεσσαλονίκης, ζει και αναπνέει γύρω από όσα υφάσματα έμειναν ανεκμετάλευτα μετά το κλείσιμο της βιομηχανίας του.
Η βιτρίνα του απλή, σε τραβά μονάχα η λέξη “handmade” και μπάινεις σε αυτόν τον μικρό παράδεισσο όσων αγαπούν της βιντατζιές, να χαζέψεις όλα εκείνα που αναζητάς σε στοκαρίες. Αφού επιλέξεις το σύνολο σου, η κ. Παρασκευή μπροστά σου, αρπάζει απομεινάρια από ύφασμα και με τα δύο της ψαλίδια σου φτιάχνει πάνινες σακούλες.
Η βιομηχανία της οικογένειας πρωτοάνοιξε στην Ηλιούπολη και μετέπειτα μεταφέρθηκε στην Ερμού, όπου εκείνη την εποχή ο ανταγωνισμός ήταν μεγάλος καθώς άνοιγαν διαρκώς τέτοιου είδους καταστήματα. Η κ. Παρασκευή, ξεκίνησε να ράβει πλάι στην γιαγιά της στα 8 της χρόνια, όποτε και έφτιαχνε ρούχα για τις κούκλες της.
“Μεγάλωσα στην Γερμανία με τους γονείς μου, οι οποίοι ήταν εργάτες και μετά μπλεχτήκανε με τα υφάσματα, έγιναν έμποροι. Εγώ τους ακολούθησα, πήγα στο Dusseldorf και σπούδασα σχέδιο μόδας. Μόλις τελείωσα τις σπουδές μου, μετακομίσαμε οικογενειακώς στην Ελλάδα, όπου και κάναμε εισαγωγές υφασμάτων από την Γερμανία. Τα πρώτα χρόνια, θυμάμαι πως δεν προλαβαίναμε από την δουλειά Η επιχείρηση μας, στάθηκε αντάξια αρκετά χρόνια, μέχρι που έγινε της μόδας το εξαγώμενο, φθηνό, κακής ποιότητας, ύφασμα από διάφορες χώρες της Ανατολής. Κάπου εκεί σκεφτήκαμε κι εμείς το ρούχο και ξεκινήσαμε να σχεδιάζουμε με τα δικά μας υφάσματα. Στην αρχή είχαμε μία σημαντική άνοδος, υπήρχε κόσμος που έψαχνε την ποιότητα, την άνεση και την καλαισθισία, τότε όλη η πόλη ήταν γεμάτη με τέτοια καταστήματα. Λίγα χρόνια αργότερα όμως, χτύπησε τις πόρτες των βιομηχανιών, το ασιάτικο και το Fast Fashion και η δουλειά έπεσε, δεν μπορούσαμε να τα ανταγωνιστούμε ήταν όλα πολύ φθηνά. Κάπως έτσι δυστυχώς ξεκίνησαν και τα χρωστούμενα, οι πελάτες μας δεν μας πλήρωναν και οι λογαριασμοί μας έτρεχαν, ζοριστήκαμε πολύ και αναγκαστήκαμε να κλείσουμε την βιομηχανία. Όμως έμειναν τα υφάσματα και τα ρούχα, ό,τι δείτε στο μαγαζί μας είναι από τα υφάσματα που μας περίσσεψαν, από φυσικές ύλες, βαμβακερά και λινά. Επίσης, κρεμασμένα και προς πώληση, υπάρχουν ρούχα stock τα οποία τα είχε σχεδιάσει η μητέρα μου το ’90. Μέσα στο βεστιάριο μας, έχω τις δικές μου συλλογές από ρούχα, προτιμώ τα ρούχα μου να εκπέμπουν την θηλυκότητα και τον αέρα, με καλά και ποιοτικά υφάσματα.”
Τα χρόνια που είχαν το κατάστημα στην Ερμού όπως περιγράφει, η αγορά ήταν διαφορετική, το κάθε σπίτι είχε την δική του μοδίστρα. Όλη η πόλη ήταν γεμάτη με υφασματάδικα και ρουχάδικα. Οι πελάτες ήταν πραγματικά απαιτητικοί με όσα ζητούσαν.
“Εγώ όταν έκλεισε η βιομηχανία μας έκανα μία μεγάλη παύση και αφοσιώθηκα στα παιδιά μου. Ύστερα από την προσωπική μου παύση, ήρθε η πρόταση συνεργασίας με την όπερα και τα θέατρα της πόλης. Συνεργαστήκαμε περίπου έναν χρόνο. Ήταν η αφορμή για να ξαναγεννηθεί μέσα μου η δημιουργικότητα και η φαντασία. Μου θύμισε τα χρόνια που η μητέρα μου έραβε στολές για τα καρναβάλια της Κολωνίας. Κάπως έτσι ήθελα να επιστρέψω στο σχέδιο, άνοιξα ένα κατάστημα στην Σβώλου και ξεκίνησα και πάλι από το 0 μέχρι που στα χρόνια της κρίσης, τα πράγματα δυσκόλεψαν και αναγκάστηκα να το κλείσω. Τότε μετακόμισα στην Σολωμού, στο μαγαζί που ήταν αποθήκη των υφασμάτων μας και το εργαστήριο της μητέρας μου. Στο ισόγειο του καταστήματος, βρίσκεις όλα μας τα ρούχα ενώ στον πάνω όροφο έχω εγκαταστήσει την μικρή μου βιοτεχνία, το εργαστήριο μου, εκεί δημιουργώ, κόβω και ράβω το κάθε κομμάτι μας. Σε καθημερινή βάση κάθομαι και δημιουργώ ρούχα, ανάλογα με την διάθεση μου δημιουργώ και τα ανάλογα κομμάτια.
Ήμουν και είμαι πάντα ερωτευμένη με τα υφάσματα, τα λατρεύω, η υφή τους, ο τρόπος που τυλίγουν το σώμα, για εμένα είναι μοναδικά όλα τους τα στοιχεία. Χαίρομαι όταν βλέπω νεαρά κορίτσια να δοκιμάζουν τα ρούχα μου, δίνουν στα κλασικά vintage κομμάτια, μία αδιανόητη φρεσκάδα. Τα ρούχα μου θέλω να είναι ανάλαφρα, να μην στενεύουν τα σώματα, να το χαϊδεύουν. Έχουν στοιχεία από τα 80’s γιατί αυτές είναι οι γενιές μας, να φαίνεται η θηλυκότητα και να μην είναι προκλητική. Παλιότερα, έκανα αρχαιοελληνικές στολές, αυτό με βοήθησε πολύ για να δημιουργήσω σύνολα τώρα, θέλω να υπάρχουν κομμάτια πολυμορφικά. Έχω κιμονό γιατί ειναι της μόδας, αλλά παρατήρησα τις πελάτισσες μου που προτιμούν αυτά τα χαλαρά μανίκια και έβγαλα δικά μου σχέδια πάνω σε αυτά τα πατρόν, τα οποία και αγαπήθηκαν πολύ. Θέλω τα ρούχα μου να στρώσουν σε όλα τα σωματότυπα. Να είναι ιδανικά για όλα τα άτομα να τους κάνουν να νοιώθουν όμορφα! Οι περισσότερες Ελληνίδες έχουν αδύνατη μέση, εγώ πάντοτε τις στενεύω ανάλογα με το σώμα. Οι σακούλες μας είναι πάνινες από τα κομμάτια των υφασμάτων που περισσεύουν, δεν έχω ούτε χάρτινες ούτε πλαστικές. Σέβομαι και αγαπώ το περιβάλλον δεν θέλω να το εξαντλώ. Προσπαθώ να δημιουργώ zero waste κασταστάσεις. Το αγαπημένο μου ρούχο είναι η παντελόνα, μου αρέσει να παίζω με τα σχέδια και τα πατρόν της.”
Η κ. Παρασκευή, αγαπά πολύ το βεστιάριο είναι ο χώρος που μπορεί όπως λέει να εκφράζεται και να σχεδιάζω ελεύθερα.
“Παίζω με τα υφάσματα, με τις ιδέες μου μεγάλη μας επιτυχία είναι η πολυμορφική μαντίλα που έχω φτιάξει, ευτυχώς, έχω μεγάλη βοήθεια από σύζυγό μου στις ελεύθερες ώρες του! Παρόλο που η βασική του εργασία του είναι εντελώς διαφορετική κόλλησε και αυτός το μικρόβιο των υφασμάτων και μου προτείνει σχέδια διαρκώς. Κάθε πελάτης είναι διαφορετικός κάθε πελάτης για μένα είναι ιδιαίτερος, χαίρομαι πάρα πολύ που θα φορέσει κάποιος μια από τις δημιουργίες μας επίσης αγαπώ πάρα πολύ το VESTIARIO γιατί μπορώ να εκφραστώ ελεύθερα δεν με πιέζει κανείς στο τι θα κάνω και δοκιμάζω διάφορα σχέδια.”