Αυτή είναι ξένη γλώσσα του μέλλοντος στη Θεσσαλονίκη
Γιατί η ζήτηση των Γερμανικών και των Γαλλικών έπεσε και πώς οι προτιμήσεις αλλάξανε βάσει πολιτιστικών συγκυριών.
Κατά τη διάρκεια της καραντίνας αναζητήσαμε εναλλακτικές για να παραμείνουμε ενεργοί, να πιέσουμε το μυαλό μας να βρίσκεται σε εγρήγορση και να λαμβάνουμε γνώσεις κάνοντας καινούρια πράγματα. Πολλοί ήταν εκείνοι που ξεκίνησαν την μαγειρική, άλλοι την γυμναστική σε δημόσιο χώρο και ακόμη περισσότεροι επέλεξαν να μάθουν μία νέα ξένη γλώσσα, επηρεασμένοι από τις σειρές και τις ταινίες που παρακολουθούσαν πιστά σε γνωστές πλατφόρμες.
Η κ. Ρούλα Κυριακίδου, ιδιοκτήτρια των Κέντρων Ξένων Γλωσσών, Kyriakidou Down Town και Kyriakidou Language School, σχολιάζει πως τα Αγγλικά, αναμφισβήτητα θα είναι πάντα η πρώτη ξένη γλώσσα εκμάθησης για όλες της ηλικίες, ωστόσο τα τελευταία χρόνια πολλοί είναι εκείνοι που επιλέγουν κάποια άλλη γλώσσα.
Είναι χαρακτηριστικό ότι τα τελευταία χρόνια υπάρχει μεγάλη ζήτηση για μαθήματα Ισπανικών, με την κυρία Κυριακίδου να παρατηρεί πως εκείνοι που τα επιλέγουν είναι κυρίως φοιτητές και τον τελευταίο χρόνο υπάρχουν παιδιά ηλικίας 15-18 ετών που τα ζητούν:
”Η ζήτηση των Γαλλικών και των Γερμανικών έχει πέσει πολύ, ενώ για τα Ισπανικά έχει διπλασιαστεί το ενδιαφέρον την τελευταία 10ετία. Οι λόγοι που τα επιλέγουν είναι πολλοί. Ο κύριος λόγος είναι η ευκολία τους, έπειτα, τα ζητούν για erasmus προγράμματα, και ο άλλος μπορεί να ακουστεί “χαζός” αλλά είναι ο επηρεασμός που υπάρχει από τις σειρές, τις ταινίες και την ευρύτερη κουλτούρα της Ισπανίας. Υπάρχει όντως ένα έντονο ενδιαφέρον για την ισπανόφωνη κουλτούρα, μετά την επιτυχία του ”La Casa De Pappel”, διότι από την συγκεκριμένη σειρά ήρθε το ευρύ κοινό σε επαφή με τη συγκεκριμένη γλώσσα κι έτσι την γνωρίσαμε καλύτερα.”
Τα μαθήματα των Ισπανικών στα συγκεκριμένα φροντιστήρια ξεκίνησαν πριν 9 χρόνια, στο κτίριο του Language School που βρίσκεται στην Τούμπα, όπως λέει η κ. Κυριακίδου, στα περιφερειακά φροντιστήρια δεν υπάρχει μεγάλο ενδιαφέρον για άλλες ξένες γλώσσες πέραν των Αγγλικών, διότι δεν μένουν πολλοί φοιτητές στις περιοχές εκτός κέντρου:
“Όταν ανοίξαμε το φροντιστήριο στην Αριστοτέλους, κάναμε νέο τμήμα για τα Ισπανικά και ενώ περιμέναμε πως με τα lockdowns τα προηγούμενα δυο χρόνια δεν θα υπάρχει αύξηση, έγινε το ακριβώς αντίθετο ξεκινήσαμε μαθήματα online και η απήχηση ήταν μεγάλη. Άνθρωποι που μένανε σε μέρη και δεν είχαν πρόσβαση, επέλεξαν το συγκεκριμένο πρόγραμμα. Τα Ισπανικά δυστυχώς δεν είναι μία γλώσσα που μπορείς να τα βρεις σε κάθε γωνιά της χώρας, γιατί δεν υπάρχουν πολλοί καθηγητές. Με τα online μαθήματα δόθηκε η ευκαιρία σε πολλούς ανθρώπους να τα γνωρίσουν κι αυτό είναι ένα από τα καλά που μας άφησε η πανδημία.”
Η κ. Κυριακίδου, πιστεύει πως τα Ισπανικά σαν τρίτη γλώσσα θα επικρατήσουν την επόμενη δεκαετία, τα συγκρίνει συγκεκριμένα με την άνοδο των Ιταλικών πριν από 20 χρόνια όμως δεν θεωρεί ότι είναι μία μόδα και θα περάσει:
”Σε ότι αφορά τις γλώσσες, οι συγκυρίες είναι αυτές που προκαλούν την επιτυχία τους. Λόγου χάριν τα Ισπανικά ήταν μία γλώσσα αδικημένη αν σκεφτούμε πόσα εκατομμύρια άνθρωποι την μιλούν στον κόσμο. Μεγάλο κομμάτι της Ευρώπης και ακόμη μεγαλύτερο της Αμερικής μιλούν πια Ισπανικά. Αν σκεφτείς σε ποιες χώρες του κόσμου μπορείς να ταξιδέψεις και να μιλήσεις μόνο Ισπανικά είναι πολλές και δεν εννοώ αποκλειστικά τις Ισπανόφωνες. Πλέον τα Αγγλικά και τα Ισπανικά είναι σχεδόν ισοδύναμα, γι αυτό δεν θεωρώ πως είναι μόδα και θα περάσει, θα συνεχιστεί η ανοδική πορεία της εκμάθησης της συγκεκριμένης γλώσσας, μπορεί όχι με τον ίδιο αλματώδη ρυθμό που παρατηρήθηκε τα τελευταία δυο χρόνια, αλλά θα συνεχίσουν τα μαθήματα και θα αυξάνονται εκείνοι που θα γνωρίζουν να μιλούν πια.”
Μετά τα Ισπανικά η κ. Κυριακίδου πιστεύει πως η επόμενη γλώσσα του μέλλοντος μπορεί να είναι τα Κινέζικα και όπως εξηγεί, η οικονομική παγκόσμια συγκυρία έχει εξελιχθεί έτσι που οι δοσοληψίες με την Κίνα είναι τέτοιες. Μπορεί όμως η γνώση της γλώσσας να εξελιχθεί σε κάποιον ως μεγάλο προσόν;
”Κάθε τρίτη γλώσσα είναι χρήσιμη κυρίως για τις σπουδές και τον επαγγελματικό τομέα. Η κάθε γλώσσα έχει από πίσω της μία κουλτούρα που είναι τεράστια, και ότι ξέρουμε εμείς το γνωρίζουμε μονάχα από μεταφράσεις. Δεν είναι τυχαίο που έρχονται μικρά παιδιά για να μάθουν Αγγλικά πια από τα 5 τους έτη. Ποτέ δεν είναι αργά να μάθεις ξένες γλώσσες, έχω μαθητές που το πήραν απόφαση στα 22 τους και τα κατάφεραν. Ένα μικρότερο ποσοστό ενηλίκων εργαζόμενων αποφασίζει να κάνει κάποιο μεταπτυχιακό ή χρειάζεται κάποιο πτυχίο για ΑΣΕΠ, οπότε επιλέγουν να μάθουν ξένη γλώσσα. Αλλά αυτό δεν είναι αποτελεσματικό, το να πάρεις ένα εύκολο πτυχίο δεν σημαίνει πως ξέρεις να μιλάς.”
Στο σχολείο μέχρι σήμερα η επιλογή της δεύτερης ξένης γλώσσας είναι τα Γαλλικά και τα Γερμανικά, όπως δήλωσε η κ. Κυριακίδου ωστόσο η ζήτηση αυτών των δυο γλωσσών έπεσε τα τελευταία χρόνια πολύ, αφού παρατηρείται μια έλλειψη ενδιαφέροντος που μπορεί να είναι αποτέλεσμα της οικονομικής κρίσης.
‘Τα Γερμανικά τα επιλέγουν κυρίως παιδιά, είναι η δεύτερη ξένη γλώσσα για τα ελληνόπουλα κι αυτό βοηθά και τους φοιτητές να κατανοήσουν πως και αυτά τα χρειάζονται. Έχει περάσει στην νοοτροπία των Ελλήνων πως χρειάζεσαι παραπάνω από μία ξένη γλώσσα, σίγουρα η πρώτη επιλογή πρέπει να είναι τα Αγγλικά αλλά η επόμενη είναι στο χέρι του καθενός. Οι φοιτητές του Πολυτεχνείου τα προτιμούν, διότι πιστεύουν πως είναι πιθανότερο να βρουν θέση εργασίας σε μία Γερμανόφωνη χώρα. Η αγορά των Γερμανικών για παιδιά πριν από την κρίση ήταν μεγάλη, τα χρόνια της κρίσης οι ξένες γλώσσες ήταν αυτές που χτυπήθηκαν ακραία. Όταν ο κόσμος βρέθηκε σε οικονομική δυσχέρεια, έκοψε ότι θεωρούσε περιττό, χόμπι, δεύτερες ξένες γλώσσες κλπ. Σταμάτησε λοιπόν το ενδιαφέρον τότε για τα Γερμανικά και τα Γαλλικά και δεν επανήλθε ποτέ.”
Σχετικά με το ενδεχόμενο νέου lockdown η κ. Κυριακίδου σχολίασε πως είναι παντελώς έτοιμοι να συνεχίσουν τα μαθήματα τους διαδικτυακά την επόμενη μέρα μετά την έναρξη του κλεισίματος, αφού όπως λέει και η ίδια, η καραντίνα που προηγήθηκε αποτέλεσε ένα γερό μάθημα για όλους.
‘Τώρα πια αν μιλήσεις στους γονείς και στα παιδιά θα καταλάβουν κατευθείαν, χωρίς να πιεστούν και ταυτόχρονα θα προσαρμοστούν. Η πρώτη καραντίνα ήταν ένα μεγάλο σοκ, κανένας δεν πίστευε πως θα μείνουμε μέσα για 2 μήνες και φυσικά βρεθήκαμε απροετοίμαστοι και μας πήρε χρόνο να συνηθίσουμε.
Πέρσι όμως δεν είχαμε πρόβλημα προσαρμογής 8 Νοεμβρίου κλείσαμε, 9 δουλέψαν όλα κανονικά online, αλλά αυτό δεν σημαίνει πως ήταν ξεκούραστος χρόνος επειδή μείναμε σπίτι αντιθέτως ήταν εξαντλητικός. Ο δάσκαλος χρειάζεται πολλαπλάσια ενέργεια για να καταφέρει να κρατήσει σε εγρήγορση την τάξη του και όταν συνέχεια αντιμετωπίζεις προβλήματα με το internet εξοντώνεσαι. Έπρεπε να σκεφτούμε από την αρχή καινούριους τρόπους εκμάθησης για τα παιδιά που βρισκόταν ώρες μπροστά σε μία οθόνη. Το πετύχαμε και η χρονιά μας πήγε πάρα πολύ καλά. Γι’ αυτό είμαστε έτοιμοι για την επόμενη.”