Αυξήσεις "φωτιά"- Κοντά στη φτωχοποίηση πολλά νοικοκοιριά
Τα ρεκόρ σε βασικά είδη και άλλα νεότερα.
Αντιμέτωπα με “βομβαρδισμό” ανατιμήσεων είναι τα νοικοκυριά, όπως καταγράφεται και στο νέο ρεκόρ 27ετίας που κατέγραψε η ΕΛΣΤΑΤ για τον Μάρτιο με τα στοιχεία για τον πληθωρισμό.
Σύμφωνα, έτσι, με την ΕΛΣΤΑΤ, αυτός έφτασε στο 8,9% το μήνα Μάρτιο ενώ για τον Φεβρουάριο είχε υπολογιστεί σε 7,2%.
Τα ρεκόρ σε βασικά είδη
“Πρωταθλητές” στις ανατιμήσεις αναδεικνύονται οι τομείς της ενέργειας αλλά και των διατροφικών ειδών όπως είναι γνωστό εδώ και αρκετούς μήνες. Είναι χαρακτηριστικό ότι σε σχέση με τον Μάρτιο του 2021, οι τιμές τον ίδιο μήνα 2022 ανέβηκαν στα έλαια και λίπη κατά 19,9%, στα λαχανικά κατά 13,6%, στον ηλεκτρισμό κατά 79,3%, στο φυσικό αέριο κατά 68,3%, στο πετρέλαιο θέρμανσης κατά 58,5%, στα καύσιμα και λιπαντικά κατά 29,0%, στην μεταφορά επιβατών με πλοίο κατά 16,0% και στα δημητριακά και ψωμί κατά 7,6%.
Και βέβαια το ράλι αυτό των τιμών πλήττει κύρια τα φτωχότερα στρώματα που δαπανούν το μεγαλύτερο μέρος τους εισοδήματός τους σε βασικά αγαθά. Δεν είναι τυχαίο ότι το καμπανάκι κινδύνου λόγω του “ράλι του πληθωρισμού των φτωχών”, που είναι πολλαπλάσιο από αυτό που καταγράφεται επίσημα με το Δείκτη Τιμών Καταναλωτή, έχουν κρούσει αναλυτές και διεθνείς οργανισμοί.
Αναλυτικά, σύμφωνα με όσα ανέφερε πριν λίγες μέρες το ΔΝΤ, “οι έμμεσες επιδράσεις και ο αντίκτυπος του υψηλότερου πληθωρισμού στο διαθέσιμο εισόδημα και στην κατανάλωση είναι πιο σημαντικές”.
Επίσης σύμφωνα με την τελευταία έρευνα της ΓΣΕΕ και του Ινστιτούτου Εργασίας, που υλοποιήθηκε σε συνεργασία με την εταιρεία Alco, το 59% των εργαζομένων δηλώνει ότι η άνοδος των τιμών τούς έχει οδηγήσει σε μείωση της κατανάλωσης βασικών ειδών διατροφής. Επίσης, το 74% των εργαζομένων δηλώνει ότι η άνοδος των τιμών τούς έχει οδηγήσει σε περιορισμό των δαπανών για θέρμανση. Επίσης σύμφωνα με το Ινστιτούτο Μικρών Επιχειρήσεων της ΓΣΕΒΕΕ, για το 50% των νοικοκυριών το εισόδημα τελειώνει στις 20 του μήνα την ώρα που Ελλάδα έχει το δεύτερο χαμηλότερο κατά κεφαλήν ΑΕΠ στα 27 κράτη-μέλη της ΕΕ και άρα είναι κατανοητό ότι το “ψαλίδι” στην αγοραστική δύναμη πλήττει βάναυσα μεγάλες πλειοψηφίες. Κάτι βέβαια που έχει και σημαντικό αντίκτυπο, όπως φαίνεται και σταδιακά σε πολιτικό επίπεδο.
Νέες ανατιμήσεις
Το ζήτημα βέβαια είναι ότι εν όψει Πάσχα αλλά και πιέσεων που καταγράφονται καθημερινά σε βασικά αγαθά εκτιμάται ότι το ράλι ανόδου των τιμών δε θα σταματήσει τόσο εύκολα. Να σημειωθεί ι η αύξηση του Γενικού Δείκτη Τιμών Καταναλωτή ήταν στο 2,7% τον μήνα Μάρτιο 2022, σε σύγκριση με τον αντίστοιχο Δείκτη του Φεβρουαρίου 2022.
Δεν είναι, μάλιστα, τυχαίο ότι παράγοντες της αγοράς, με γνώση των τιμοκαταλόγων χονδρικής, αλλά και με βάση τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ για τις τιμές παραγωγού “φωτογραφίζουν” ακόμη και διπλάσια ποσοστά πληθωρισμού τους επόμενους μήνες. Υπενθυμίζεται ότι τεράστια αύξηση της τάξης του 33,6% σημείωσε ο γενικός δείκτης τιμών παραγωγού στη βιομηχανία (σύνολο εγχώριας και εξωτερικής αγοράς) τον Φεβρουάριο εφέτος σε σύγκριση με τον αντίστοιχο δείκτη του Φεβρουαρίου 2021, έναντι μείωσης 0,03% που σημειώθηκε κατά την αντίστοιχη σύγκριση των δεικτών το 2021 με το 2020.
Πτώση της ζήτησης
Βέβαια η όλη κίνηση των τιμών που “κουρεύει” διαθέσιμο εισόδημα και αγοραστική δύναμη κρατάει μακριά από τα γκισέ΄των μαγαζιών τους καταναλωτές δημιουργώντας ένα γενικότερο αρνητικό σπιράλ στην οικονομία με την αναπόφευκτη πτώση της ζήτησης. Κι έτσι η μείωση της διάθεσης για κατανάλωση αναπόφευκτα “φρενάρει” και η πορεία της ανάπτυξης που καθώς σε ένα ποσοστό σημαντικό βασίζεται στη ζήτηση, οδηγεί τους αναλυτές σε δυσμενή σενάρια. Είναι χαρακτηριστικό ότι το βασικό σενάριο της Τράπεζας της Ελλάδος προβλέψει για φέτος υποχώρηση του ρυθμού της ανάπτυξης στο 3,8% έναντι πρόβλεψης στο προϋπολογισμό για 4,5% και το δυσμενές στο 2,8%. Σε ότι αφορά το μέσο πληθωρισμό αυτός θα διαμορφωθεί στο 5,1% και 7,1% αντίστοιχα.
Συμπληρωματικός προϋπολογισμός και ελπίδες στον τουρισμό
Στο φόντο αυτό που μόνο αγωνία γεμίζει το οικονομικό επιτελείο, συνδυαστικά με τις εξελίξεις στο μέτωπο της Ουκρανίας, κατατέθηκε χθες βράδυ ο συμπληρωματικός προϋπολογισμός. που προβλέπει αύξηση νέα μέτρα 2,6 δις. ευρώ. Στη “φαρέτρα” εντάσσονται δράσεις 600 εκατ. ευρώ από επιπλέον κονδύλια του Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων για χιλιάδες επιχειρήσεις που πλήττονται από την ενεργειακή κρίση αλλά και μια σειρά απο εισοδηματικές ενισχύσεις, όπως η “επιταγή ακρίβειας» που θα λάβουν 670.000 από τα πλέον ευάλωτα νοικοκυριά της χώρας.
Βέβαια ανάλογα με την πορεία, όπως έχει επισημανθεί, αναμένεται να συνεχιστεί το μέτρο της κρατικής επιδότησης στους λογαριασμούς ηλεκτρικού ρεύματος και φυσικού αερίου για οικιακούς καταναλωτές, επαγγελματίες και επιχειρήσεις, η επέκταση της επιδότησης στο πετρέλαιο κίνησης. Βέβαια “κουμπαράς” για τέτοιες κινήσεις στο μέτωπο των λογαριασμών ρεύματος είναι το Ταμείο Ενεργειακής Μετάβασης που τροφοδοτείται από το πλεόνασμα του Ειδικού Λογαριασμού των ΑΠΕ, που εκτιμάται ότι θα φτάσει τα 2,5 δισεκατομμύρια ευρώ φέτος.
Παράλληλα αναμένεται και η αύξηση του κατώτατου μισθού αλλά και στοχευμένες μειώσεις του ΦΠΑ στα τρόφιμα και για ορισμένη χρονική περίοδο να επαναξιολογηθεί στη κατεύθυνση τόσο του εμπλουτισμού τη λίστας των προϊόντων όσο και του εύρους των μειώσεων.
Πάντως όπως αναφέρουν κυβερνητικά στελέχη ελπίδες υπάρχουν για μια ισχυρή “ντόπα” στην οικονομία από τον τουρισμό καθώς μια καλή χρονιά, όπως αναμένεται, παρά τις αβεβαιότητες, μπορεί να δώσει ανάσα σε νοικοκυριά και δημόσιο ταμείο.
Ευρωπαϊκή δράση
Πάντως και μια κοινή δράση της ΕΕ είναι ζητούμενο για το με΄γα θέμα της ακρίβειας με βάση όσα ανέφερε χθες κατά τη συνέντευξη τύπου με τον Αντιπρόεδρο της Κομισιόν Β. Ντομπρόβσκις ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας. Όπως ανέφερε “η νέα, οξεία διεθνής κρίση που πλήττει την Ευρώπη, επισκιάζει αυτά τα αποτελέσματα και υπονομεύει τις θετικές προοπτικές. Από την πλευρά της προσφοράς, διογκώνει τις τιμές, “ροκανίζει” το διαθέσιμο εισόδημα, περιορίζει τζίρους, “φρενάρει” την αναπτυξιακή δυναμική. Κανένα ευρωπαϊκό κράτος-μέλος δεν μπορεί από μόνο του να την αντιμετωπίσει, ούτε να καλύψει το κόστος που αυτή συνεπάγεται.
Γι’ αυτό απαιτείται συντονισμένη, άμεση, τολμηρή ευρωπαϊκή δράση, ώστε να αντιμετωπιστούν, με αποτελεσματικότητα και αλληλεγγύη, οι συνέπειες της κρίσης, αλλά κυρίως η ίδια η κρίση ” ανέφερε και σημείωσε ότι απαιτούνται νέοι δημοσιονομικοί κανόνες “οι οποίοι θα πρέπει να διασφαλίζουν τη μακροπρόθεσμη διατηρησιμότητα των δημόσιων οικονομικών, αλλά και την ομαλή δημοσιονομική προσαρμογή μετά το σοκ της πανδημίας. Κανόνες που θα πρέπει να παρέχουν τη μέγιστη δυνατή ευελιξία στην αντιμετώπιση κρίσεων, την προστασία και ενθάρρυνση των δημόσιων επενδύσεων, τη διαφάνεια στον σχεδιασμό και την εφαρμογή των όποιων αλλαγών.”
Γιώργος Αλεξάκης, news247
Τα βήματα για να μετατραπεί η Ελλάδα σε κόμβο καθαρής ενέργειας για την Ευρώπη
Πώς η Ελλάδα μπορεί να μετατραπεί σε κόμβο καθαρής ενέργειας στην περιοχή και την Ευρώπη και ποιες είναι οι αναγκαίες επενδύσεις σε δίκτυα αποθήκευση ενέργειας και διεθνείς διασυνδέσεις, ήταν από τα κεντρικά ζητήματα συζήτησης στο πλαίσιο του 7ου Οικονομικού Φόρουμ των Δελφών.
Στην ανάγκη της ταχείας και ασφαλούς μετάβασης των ηλεκτρικών δικτύων στην εποχή της πράσινης ενέργειας αναφέρθηκε ο Πρόεδρος και Διευθύνων Σύμβουλος του ΑΔΜΗΕ κ. Μάνος Μανουσάκης, ο οποίος αποκάλυψε ότι το περασμένο Σάββατο, 2 Απριλίου, η συνολική ζήτηση της χώρας για ηλεκτρική ενέργεια καλύφθηκε από Ανανεώσιμες Πηγές σε ποσοστό 68%, καταρρίπτοντας κάθε προηγούμενο ρεκόρ.
Ωστόσο, η επίτευξη του στόχου που είναι η πράσινη μετάβαση με τις ΑΠΕ απαιτεί ανάπτυξη δικτύων και υποδομών αποθήκευσης ενέργειας. Ο ΑΔΜΗΕ, με ένα επενδυτικό πρόγραμμα 5 δισ. ευρώ, συμβάλλει προς αυτή την κατεύθυνση, αυξάνοντας παράλληλα τις διεθνείς διασυνδέσεις, δημιουργώντας ικανό ηλεκτρικό χώρο για ΑΠΕ, ο οποίος αναμένεται να αγγίξει τα 29 GW μέχρι το 2030.
Παράλληλα, όπως προσέθεσε ο ίδιος σε συνεργασία με το ΥΠΕΝ, αναλαμβάνονται πρωτοβουλίες για την επιτάχυνση των διαδικασιών αδειοδότησης. Σε ό,τι αφορά στις προκλήσεις, ο κ. Μανουσάκης αναφέρθηκε στις ανατιμήσεις των υλικών κατασκευής και στην ανάγκη ανακοστολόγησης των συμβάσεων.
Από την πλευρά του, ο κ. Γιάννης Γιαρέντης, πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος του ΔΑΠΕΕΠ (Διαχειριστής ΑΠΕ και Εγγυήσεων Προέλευσης) ανέφερε ότι σήμερα η ισχύς των ΑΠΕ σε λειτουργία ανέρχεται σε 9 GW, ενώ ο ρυθμός εγκρίσεων αιτημάτων κινείται με ταχύτατους ρυθμούς.
Ειδική αναφορά έκανε στον λογαριασμό των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΕΛΑΠΕ), ο οποίος το 2022 αναμένεται να κλείσει με πλεόνασμα 2 δισ. ευρώ, ενισχύοντας την εμπιστοσύνη και την προσέλκυση περισσότερων παραγωγών και επενδύσεων. Αναφερόμενος στις υψηλές αποδόσεις στις ΑΠΕ, οι οποίες, όπως σημείωσε ο κ. Γιαρέντης, καθορίζονται από την αγορά, οι ΑΠΕ είναι αυτές που όταν εισέρχονται στο σύστημα ρίχνουν τη μέση τιμή του ρεύματος. Για τις υποδομές αποθήκευσης, προέβλεψε ότι θα περάσουν από τον δύσκολο δρόμο ωρίμανσης των ΑΠΕ, δηλαδή θα αντιμετωπίσουν υψηλά κόστη και καθυστερήσεις.
Ο κ. Γιάννης Καρύδας, διευθυντής ΑΠΕ και αποθήκευσης του ομίλου Κοπελούζου παρουσίασε το σχέδιο ηλεκτρικής διασύνδεσης Ελλάδας και Αιγύπτου, το οποίο μπορεί να καταστήσει την Ελλάδα ως ενεργειακό κόμβο καθαρής ενέργειας στην περιοχή και στην Ευρώπη.
Παράλληλα, συμβάλει στην απεξάρτηση από το φυσικό αέριο, ενώ ενισχύει και τον γεωπολιτικό ρόλο της Ελλάδας, καθώς το σχέδιο διασύνδεσης έχει λάβει υπόψιν του όλες τις διακρατικές συμφωνίες και συνθήκες.Το έργο προβλέπει χωρητικότητα 3.000 μεγαβάτ, μήκος 920χμ και προϋπολογισμό 3,6 δισ. ευρώ. Οι προκαταρκτικές μελέτες έχουν ολοκληρωθεί και οι οριστικές θα προχωρήσουν σε συνεργασία με την αιγυπτιακή πλευρά και τις αρμόδιες εθνικές αρχές.
Ο διευθύνων σύμβουλος της Cenergy Holdings, κ. Αλέξανδρος Μπένος, υπογράμμισε τη σημασία της τεχνογνωσίας στην ηλεκτρική διασύνδεση, κάτι στο οποίο συμβάλλει ο Όμιλος, με διεθνή παρουσία σε 70 χώρες και με την ανάληψη απαιτητικών έργων διασύνδεσης στην Ελλάδα. Ενδεικτικά αναφέρθηκε στο Το έργο που καταρρίπτει τα ρεκόρ, δηλαδή στη διασύνδεση Κρήτης-Πελοποννήσου, για τον ΑΔΜΗΕ. Πρόκειται για τη μεγαλύτερη καλωδιακή διασύνδεση παγκοσμίως, μήκους 178 χλμ, καθώς και τη βαθύτερη (1000 μέτρα). =
Επίσης, πραγματοποίησε, το πρώτο στο είδος του έργο, τη σύνδεση υποθαλάσσιου δικτύου στα βελγικά ύδατα της Βόρειας Θάλασσας. Συνεπώς, όπως ανέφερε ο κ. Μπένος, απαιτούνται μεγάλες επενδύσεις στην έρευνα και ανάπτυξη. Σε αυτόν τον τομέα η Ελλάδα έχει συγκριτικό πλεονέκτημα καθώς και τεχνογνωσία. Κι όλα αυτά έχουν ιδιαίτερη σημασία όταν προωθούνται νέες διασυνδέσεις όπως, μεταξύ άλλων, αυτής με την Αίγυπτο, ή με την Αλβανία, την Τουρκία, όπως είχε προαναφέρει ο κ. Μανουσάκης.
«Κλειδιά» για την απανθρακοποίηση οι ΑΠΕ και το υδρογόνο Σε άλλο «τραπέζι» στο 7o Οικονομικό Φόρουμ των Δελφών, διακεκριμένοι ομιλητές ανέδειξαν την ανάγκη λήψης ταχύτατων αποφάσεων από τους ηγέτες της Ευρώπης για την ενεργειακή μετάβαση σε εναλλακτικές μορφές ενέργειας.
Απαντες συμφώνησαν ότι η ενεργειακή κρίση που πυροδότησε ο πόλεμος στην Ουκρανία, θα είναι επωφελής για την πράσινη μετάβαση. Χαρακτήρισαν, δε, αναγκαίο, η Ευρώπη να επιταχύνει τον βηματισμό και να λάβει γρήγορα αποφάσεις, όπως έκανε για την αντιμετώπιση της πανδημίας.
Σύμφωνα με τον επικεφαλής Ευρώπης της Enel Green Power και πρόεδρο της SolarPower Europe, Αριστοτέλη Χαντάβα, «ο άνεμος και ο ήλιος πρέπει να είναι αυτά που θα μας καθοδηγούν στην προσπάθεια ενεργειακής μετάβασης, από τη στιγμή μάλιστα που παράγουν ενέργεια με χαμηλότερο κόστος». Σημείωσε ότι «πρέπει να επιταχύνουμε την αξιοποίηση των ΑΠΕ, καθώς υπάρχουν ακόμα πολλά περιθώρια».
Ο επικεφαλής των επενδύσεων για την ενεργειακή μετάβαση στην RWE Supply & Trading, Κώστας Παπαμαντέλλος υπογράμμισε πως «χρειάζεται ένας συνδυασμός όλων των εναλλακτικών μορφών ενέργειας για την πράσινη μετάβαση». Υποστήριξε ότι «πρέπει να δημιουργήσουμε την οικονομία του υδρογόνου και να βοηθήσουμε τη βιομηχανία να απανθρακοποιηθεί, κάτι που μπορεί να γίνει μέσω του υδρογόνου».
Ο ιδρυτής και διευθύνων σύμβουλος της Blue Grid, Σοφοκλής Παπανικολάου υποστήριξε ότι «καμία τεχνολογία μέχρι σήμερα δεν υπήρξε τόσο αποτελεσματική στη μείωση των εκπομπών αερίων όσο η ηλιακή». Έθεσε ως προτεραιότητα την περαιτέρω διείσδυση του υγροποιημένου φυσικού αερίου στην αγορά, προσθέτοντας ότι σημαίνων ρόλο μπορούν επίσης να διαδραματίσουν το βιοαέριο και η αμμωνία.
Από την πλευρά του ο αναπληρωτής καθηγητής Γεωπολιτικής και Ενεργειακής Πολιτικής του Πανεπιστημίου της Λευκωσίας και σύμβουλος του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Θεόδωρος Τσακίρης εξέφρασε την άποψη ότι οι ΑΠΕ δεν μπορούν να σηκώσουν μόνες τους το βάρος της πράσινης μετάβασης, λέγοντας ότι σε πολλές περιπτώσεις υπάρχουν έντονες αντιδράσεις κατά της αδειοδότησης μονάδων ΑΠΕ, ειδικά για τα θαλάσσια αιολικά πάρκα. Στάθηκε κι αυτός στη σημασία να προχωρήσουν επενδύσεις στο υδρογόνο.
Πηγή: Ημερησία
Πληθωρισμός και δημοσιονομικά αδιέξοδα
Τελικά ο πληθωρισμός δεν ήταν παροδικό φαινόμενο, αλλά ήρθε για να μείνει. Οι νέες εκτιμήσεις της Προέδρου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Christin Lagarde, ότι θα σταθεροποιηθεί μεν σταδιακά, αλλά οι τιμές θα παραμείνουν στα σημερινά υψηλά επίπεδα, αποτελεί πλήρη αποδοχή των εκτιμήσεων, ότι και η μείωση της αγοραστικής δύναμης θα έχει μόνιμο χαρακτήρα, αλλά και η επιβράδυνση της οικονομίας είναι πλέον πραγματικότητα. Σε αντίθεση με τους θεσμικούς φορείς, πολλοί ανεξάρτητοι αναλυτές είχαν πολύ νωρίς επισημάνει τον κίνδυνο καθώς και την ανάγκη για λήψη αντικυκλικών μέτρων. Σταδιακά γινόταν όλο και πιο φανερό, ότι η καθυστέρηση και ακόμη χειρότερα η παράλειψη λήψης μέτρων θα μας οδηγούσε με μεγάλη πιθανότητα στην παγίδα του στασιμοπληθωρισμού. (Άρθρα μου στη Ναυτεμπορική: «Το φάντασμα του πληθωρισμού» στις 19 Σεπτ. 2021 και «Φυσικό αέριο, microchips και στο βάθος στασιμοπληθωρισμός» στις 12 Οκτ. 2021).
Πριν συνεπώς ξεσπάσει ο πόλεμος και επιδεινώσει περισσότερο την κατάσταση, οι πληθωριστικές πιέσεις που δέχονταν οι περισσότερες οικονομίες ήταν πολύ ισχυρές, οφείλονταν δε τόσο στην πλευρά της ζήτησης όσο και στην πλευρά της προσφοράς. Η ζήτηση ενισχύθηκε μετά την απελευθέρωση της αγοράς από τα Lockdowns καθώς και από την επεκτατική νομισματική πολιτική των κεντρικών τραπεζών όπως και τη δημοσιονομική πολιτική των κρατών. Η προσφορά υστέρησε κυρίως λόγω των δυσκολιών που προέκυψαν στην παραγωγή από την έλλειψη εξαρτημάτων, ενδιάμεσων προϊόντων, πρώτων υλών και αυξημένου μεταφορικού κόστους, αναδεικνύοντας τις ανισορροπίες στην εφοδιαστική αλυσίδα ως μείζον πρόβλημα της ομαλής λειτουργίας των επιχειρήσεων.
Γιατί αναμένεται επιδείνωση
Μετά την έναρξη του πολέμου το πρόβλημα έχει μετατοπιστεί στην ουσία μόνο στην πλευρά της προσφοράς. Και τούτο, διότι οι δύο εμπλεκόμενες χώρες Ρωσία και Ουκρανία κατέχουν σημαντική θέση στην παραγωγή και διακίνηση σε μια σειρά από προϊόντα και πρώτες ύλες, τα οποία πολλές χώρες δεν είναι δυνατόν να στερηθούν χωρίς να υποστούν μεγάλες αναταράξεις.
Έτσι, με κύριο χαρακτηριστικό του πολέμου την αβεβαιότητα ως προς τον τερματισμό του, αλλά και τα αποτελέσματά του, αυξάνονται οι ανησυχίες, ο φόβος και ο προβληματισμός για την επόμενη μέρα. Αυτό το περιβάλλον οδηγεί συνήθως σε μείωση της κατανάλωσης και σε αναστολή των επενδύσεων.
Με βάση τα προσωρινά στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, ο πληθωρισμός στη χώρα μας το Μάρτιο εκτινάχθηκε στο 8,9%. Η κατάσταση μάλιστα αναμένεται να επιδεινωθεί και να καταλήξουμε σε διψήφιο ποσοστό, κυρίως επειδή οι βασικές αιτίες που τον εκτρέφουν δεν έχουν εξαφανιστεί, αντίθετα μάλιστα.
-Στην ενεργειακή αγορά οι τιμές παραμένουν σε υψηλά επίπεδα καταγράφοντας στη χώρα μας από την αρχή του έτους πρωτοφανείς αυξήσεις της τάξεως του 79,3% για το ηλεκτρικό ρεύμα, 68,3% για το φυσικό αέριο και 58,5% για το πετρέλαιο θέρμανσης (στοιχεία ΕΛΣΤΑΤ Μαρτίου). Οι προοπτικές δε για αποκλιμάκωση έχουν προς τον παρόν δώσει τη θέση τους στα σενάρια για εμπάργκο των εισαγωγών από τη Ρωσία, με ότι αυτό συνεπάγεται για την πορεία των τιμών.
-Στην αγορά τροφίμων οι αυξήσεις κινούνται κοντά στο μέσο όρο του γενικού επιπέδου των τιμών στο 8,1%, με τάση ανόδου αφού η διαδικασία μετακύλησης του ενεργειακού κόστους στα τελικά προϊόντα δεν έχει ακόμη ολοκληρωθεί. Είναι δε άγνωστη ακόμη η επιβάρυνση που θα προκύψει από την αλλαγή των πηγών προμήθειας πολλών δημητριακών προϊόντων, λιπασμάτων, φυτοφαρμάκων κλπ. μετά την εξάντληση των ουκρανικών και ρωσικών αποθεμάτων στη χώρα. Με αυτά τα δεδομένα αναμένονται περεταίρω πληθωριστικές πιέσεις τουλάχιστον για το δίμηνο Απριλίου και Μαΐου.
– Στο βιομηχανικό τομέα, τα προβλήματα προέκυψαν με το ξεκίνημα της πανδημίας και την αδυναμία των εφοδιαστικών αλυσίδων να συνεχίσουν την ομαλή τροφοδότηση με πρώτες ύλες, εξαρτήματα και ενδιάμεσα προϊόντα. Με τον πόλεμο οξύνθηκε η κατάσταση, αφού οι δύο χώρες παράγουν και διαθέτουν στη διεθνή αγορά πολύ σημαντικές πρώτες ύλες, πχ. η Ουκρανία κατέχει το 70% των αποθεμάτων σε «νέον» που χρησιμοποιείται για την παραγωγή ημιαγωγών (microchips), ενώ η Ρωσία είναι ο σπουδαιότερος παραγωγός και εξαγωγέας παλλαδίου, το οποίο χρησιμοποιείται για την παραγωγή των καταλυτών. Είναι φανερό δε ότι οι όποιες κινήσεις απεξάρτησης απαιτούν επενδύσεις και χρόνο κι συνεπώς θα συνεχίσουν να ταλανίζουν τις επιχειρήσεις.
Με αυτά τα δεδομένα το ερώτημα που προκύπτει είναι, πως μπορούμε να αντιδράσουμε στη λαίλαπα του πληθωρισμού που κατατρώγει το εισόδημα και πλήττει βάναυσα τα πιο ευάλωτα στρώματα της κοινωνίας μας, τους χαμηλόμισθους, τους χαμηλοσυνταξιούχους και βέβαια τους ανέργους αλλά ακόμη και ένα μεγάλο μέρος της μέχρι πρότινος μεσαίας τάξης.
Η Ευρώπη ούτε μπορεί (ΕΚΤ) ούτε και θέλει (ΕΕ)
Θα περίμενε κανείς, ότι για ένα εισαγόμενο πρόβλημα που αφορά στο σύνολο των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, θα υπάρξει κινητοποίηση για κοινή αντιμετώπιση στο πρότυπο της πανδημίας. Μέχρι τώρα κανένα ουσιαστικό μέτρο αντιμετώπισης του φαινομένου, κυρίως της ενεργειακής κρίσης δεν έχει αποφασιστεί. Ούτε η κοινή προμήθεια φυσικού αερίου, ούτε το πλαφόν στις τιμές χονδρικής, αλλά ούτε και κοινός τρόπος υπολογισμού της τιμής του ρεύματος. Διστακτικότητα, αναβλητικότητα, προστασία εθνικών συμφερόντων στο βαθμό που στην τελευταία Σύνοδο Κορυφής ο Ισπανός πρωθυπουργός βγήκε από την αίθουσα για «να πάρει φρέσκο αέρα», πιθανόν επειδή στην αίθουσα ήταν μολυσμένος από τις προσπάθειες προστασίας των συμφερόντων. Συνεπώς η ΕΕ δεν θέλει να παρέμβει ουσιαστικά με στόχο την άμβλυνση του προβλήματος.
Η καταπολέμηση του πληθωρισμού όμως είναι αρμοδιότητα της νομισματικής πολιτικής, δηλαδή της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Παρά την αρχική διστακτικότητα η ΕΚΤ αποφάσισε τελικά να προχωρήσει σε συσταλτική νομισματική πολιτική, μειώνοντας τη ρευστότητα και προαναγγέλλοντας επίσης τη σταδιακή αύξηση του επιτοκίου αναφοράς, στέλνοντας ένα μήνυμα σε τράπεζες και επιχειρήσεις, ότι γυρίζουμε σελίδα και ότι πλέον ο τραπεζικός δανεισμός θα είναι ακριβότερος. Σε αντίθεση όμως με χώρες όπως οι ΗΠΑ ή το Μεγάλο Βασίλειο, όπου νομισματική και δημοσιονομική πολιτική ασκούνται από ενιαίους κεντρικούς θεσμούς με συμπληρωματικό τρόπο, στην Ευρώπη η κάθε χώρα έχει τα δικά της προβλήματα. Έτσι, για μια σειρά από χώρες με υψηλό δημόσιο δανεισμό, η αύξηση των επιτοκίων θα δημιουργήσει προβλήματα, αφού θα επιβαρύνει το κόστος και θα δυσχεράνει την εξυπηρέτησή του. Άλλωστε, αφού οι βασικές αιτίες βρίσκονται στην πλευρά της προσφοράς, η νομισματική πολιτική είναι ανίσχυρη να επιφέρει αποτελέσματα. Τη στιγμή όμως που καταγράφηκε πληθωρισμός τριπλάσιος του στόχου, η ΕΚΤ ήταν υποχρεωμένη καταστατικά να δράσει συσταλτικά, παρά τις μεγάλες αμφιβολίες για την αποτελεσματικότητα της πολιτικής της. Συνεπώς, η ΕΚΤ ελάχιστα μπορεί να επηρεάσει τις πληθωριστικές πιέσεις. Ευτυχώς τουλάχιστον, λόγω της φύσης του φαινομένου, θεωρώ ότι οι όποιες αυξήσεις των επιτοκίων προς το τέλος του έτους θα είναι πολύ μικρές.
Εθνική πολιτική με επίκεντρο τον προϋπολογισμό
Η μοναδικός φορέας τελικά που απομένει, όχι για να καταπολεμήσει τον πληθωρισμό, αλλά για να αμβλύνει τις αρνητικές του επιδράσεις στον ευάλωτο πληθυσμό, είναι το κράτος με τη χρησιμοποίηση δημόσιων πόρων. Στην περίπτωση όμως αυτή, όχι με μια εφάπαξ ενίσχυση, αλλά με μόνιμες παροχές, αφού δεχόμαστε ότι και το γενικό επίπεδο των τιμών θα σταθεροποιηθεί κάποια στιγμή σε ένα υψηλότερο όμως σημείο. Οι ενισχύσεις θα πρέπει να αφορούν κατά κύριο λόγο τις χαμηλές συντάξεις καθώς και τους μισθωτούς. Να σημειωθεί, ότι οι αμοιβές στη χώρα μας από τις αρχές του 2012 στο πλαίσιο του Μνημονίου έχουν καταρρεύσει, στο βαθμό που το 63% των μισθωτών αμείβονται πλέον με μηνιαίους μισθούς κάτω των 1.000 Ευρώ μεικτά. Επίσης οι συντάξεις είναι παγωμένες εδώ και 12 χρόνια, από το 2010 στο πλαίσιο του Α΄ Μνημονίου, ενώ μετά από αλλεπάλληλες μειώσεις που έχουν υποστεί αναμένεται να γίνει η πρώτη αναπροσαρμογή τους την 1.1.2023 σύμφωνα με το νόμο 4670/2020. Το θέμα όμως δεν είναι μόνο, αν το κράτος θέλει, αλλά αν έχει και τη δυνατότητα να παρέμβει ουσιαστικά και αν ναι από ποιες πηγές.
α) Περιθώρια προϋπολογισμού: Είναι πασιφανές ότι, όταν η χώρα μας αντιμετωπίζει τα τελευταία 13 χρόνια μια σειρά από αλλεπάλληλες κρίσεις, ότι τα δημοσιονομικά της όρια θα έχουν εξαντληθεί. Η μεγάλη πτώση του ΑΕΠ κατά 70 δις Ευρώ περίπου κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης συνοδεύτηκε και από μια αντίστοιχη μείωση των εσόδων του κράτους. Στη συνέχεια ακολούθησαν δαπάνες ύψους 43 δις Ευρώ για την αντιμετώπιση της πανδημίας, οι οποίες μοιράσθηκαν σχεδόν ισομερώς σε ενισχύσεις των εργαζομένων και των επιχειρήσεων. Το αποτέλεσμα όμως δεν ήταν ανάλογο αυτής της απλόχερης ενίσχυσης, καθότι και η κατανάλωση κυμάνθηκε σε χαμηλά επίπεδα, αλλά και οι επιχειρήσεις δε βελτίωσαν τους ρυθμούς παραγωγής. Αυτό φαίνεται άλλωστε από τη μεγάλη αύξηση των καταθέσεων στα 36,8 δις Ευρώ, η οποία επίσης επιμερίζεται στις δύο ομάδες αποδεκτών σχεδόν ισομερώς ( 19,9 δις τα νοικοκυριά και 16,9 δις οι επιχειρήσεις). Σε ότι αφορά τις επιχειρήσεις οι ενισχύσεις δόθηκαν οριζόντια, χωρίς αναπτυξιακά κριτήρια, χωρίς έλεγχο αναγκών ή βιωσιμότητας. Στη συσσώρευση των καταθέσεων συνέβαλαν άλλωστε και μέτρα αναστολής πληρωμών σε τράπεζες και εφορία καθώς και οι τελικά στο μεγαλύτερο μέρος τους μη επιστρεπτέες προκαταβολές ύψους 8 δις Ευρώ. Είναι συνεπώς φανερό, ότι το κράτος μετά από αυτόν τον όγκο παροχών την προηγούμενη διετία, αδυνατεί να παρέμβει αποτελεσματικά στη στήριξη των ευάλωτων ομάδων, αφού το μέγεθος του νέου φαινομένου της ακρίβειας ξεπερνά και εκείνο της πανδημίας.
β) Δανεισμός: Η χώρα μας, παρά την αναστολή ισχύος του Δημοσιονομικού Συμφώνου, δεν είναι σε θέση να αυξήσει περαιτέρω το δανεισμό της (την περίοδο της πανδημίας προσθέσαμε άλλα 32,2 δις Ευρώ), αφενός λόγω του υπέρογκου δημοσίου χρέους, αλλά ακόμη και επειδή θα πρέπει να προχωρήσει σε μείωση του πρωτογενούς δημοσιονομικού ελλείμματος, ενόψει μιας σειράς αξιολογήσεων με σημαντικότερη εκείνη που έχει στόχο την αναβάθμιση της πιστοληπτικής της ικανότητας κατακτώντας την πολυπόθητη επενδυτική βαθμίδα, απαραίτητη προϋπόθεση για την επιστροφή μας σε μια σχετική κανονικότητα. Άλλωστε η εξέλιξη των αποδόσεων των δεκαετών ομολόγων μας, που κινείται πλέον γύρω στο 2,7%, λειτουργεί ανασταλτικά σε όποια σκέψη πρόσθετου δανεισμού.
γ) Αναδιανομή βαρών
Από τα παραπάνω προκύπτει, ότι το κράτος έχει πολύ περιορισμένες δυνατότητες να στηρίξει και να καλύψει έστω ένα μέρος από την επιβάρυνση των νοικοκυριών από την ακρίβεια. Εκείνο που σε τέτοιες ακραίες περιπτώσεις είναι δυνατό να γίνει, είναι η αναδιανομή των βαρών, αφού από την πληθωρισμό δεν πλήττονται όλοι ισομερώς. Υπάρχουν και ομάδες που αυξάνουν τα εισοδήματά τους και άλλες που πλήττονται λιγότερο. Αυτοί θα πρέπει να επιβαρυνθούν με δημόσιες παρεμβάσεις προς όφελος των πραγματικά αδυνάμων. Σε αντίθετη κατεύθυνση κινούνται βέβαια μέτρα όπως η μείωση του ΕΝΦΙΑ όσο και η μείωση της εισφοράς αλληλεγγύης. Ενέργειες κατά τα άλλα θετικές αλλά έξω από τις ανάγκες των ημερών.
Πηγή: Χαράλαμπος Γκότσης, Καθηγητής Οικονομικών, τ. Πρόεδρος της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς/ Η Ναυτεμπορική