Δ. Καρυπίδης: Σοβαρά κινητικά προβλήματα μπορεί να προκαλεί η περίσσεια λίπους μετά από επέμβαση
Όπως δηλώνει ο πλαστικός και επανορθωτικός χειρουργός.
Μπορεί το όφελος από μία βαριατρική επέμβαση να είναι μεγάλο γιατί ένας άνθρωπος επαναφέρει το δείκτη μάζας του σώματος του σε ένα φυσιολογικό ή κοντά σε αυτό επίπεδο, ωστόσο αυτές οι επεμβάσεις από τη φύση τους παρουσιάζουν κάποια προβλήματα, που δυσκολεύουν την καθημερινότητα του ατόμου.
Όπως δηλώνει ο πλαστικός και επανορθωτικός χειρουργός, Δρ. Δημήτρης Καρυπίδης στο Πρακτορείο Fm και στην εκπομπή της Τάνιας Η. Μαντουβάλου «104,9 ΜΥΣΤΙΚΑ ΥΓΕΙΑΣ», οι βαριατρικές επεμβάσεις μειώνουν δραματικά τη νοσηρότητα από άλλες πολύ σοβαρές καταστάσεις. Την ίδια στιγμή όμως, μπορεί να προκαλέσουν σοβαρά κινητικά και όχι μόνο προβλήματα. «Το γεγονός ότι παραμένει ένα πολύ μεγάλο ποσοστό δέρματος και λίπους το οποίο και δεν πρέπει, αλλά και δεν μπορεί να αφαιρεθεί, εκτός του ότι παρεμβάλλεται λειτουργικά στην κινητικότητα του ανθρώπου και δεν μπορεί να έχει μία σωστή ποιότητα ζωής, παράλληλα αποτελεί έναν ζωντανό ιστό που δημιουργεί κυρίως μικροαγγειακά και λεμφικά προβλήματα.
Έτσι προκαλούνται οιδήματα, κατακρατήσεις υγρών, ουλοποίηση, (παραγωγή ουλής κάτω από το δέρμα), λιποδερματοσκληρώσεις. Δηλαδή αλλοιώσεις στην ποιότητα του δέρματος και των ιστών, μετά την απώλεια κιλών».
Οι συμπληρωματικές επεμβάσεις δεν είναι πάντα μονόδρομος
Θα μπορούσαν άραγε να προληφθούν αυτά τα προβλήματα ή μία ακόμη επέμβαση είναι μονόδρομος; Και τι είδους μπορεί να είναι αυτή; Όπως λέει ο κ. Καρυπίδης «υπάρχουν κάποιες τεχνολογίες που χρησιμοποιούνται παράλληλα με μία επέμβαση, οι οποίες βοηθούν να αντιμετωπιστεί η μεγάλη περίσσεια λίπους, όπως πχ το φαινόμενο της κρεμάμενης κοιλίας, που μπορεί να περιορίζει την ελευθερία στην κίνηση». Ως εκ τούτου η συμπληρωματική επέμβαση δεν είναι πάντα μονόδρομος, αλλά ένας από τους αποτελεσματικούς τρόπους.
«Θα έλεγα ότι πρόκειται για αισθητικολειτουργική επέμβαση, γιατί ναι μεν ο αισθητικός παράγοντας βελτιώνεται πάρα πολύ, αλλά υπάρχει ένα πολύ έντονο λειτουργικό- επανορθωτικό κομμάτι, που κάποιες φορές καθιστούν επιτακτικές αυτές τις επεμβάσεις. Σε τι ποσοστό γίνονται αλήθεια αυτές οι επαναληπτικές επεμβάσεις; «Στη χώρα μας δεν είναι πολύ διαδεδομένες. Σε ένα ποσοστό 2-3% στις πολύ βαριές περιπτώσεις, ο ίδιος ο ασθενής ζητάει βοήθεια. Σε ένα μεγάλο ποσοστό 20-30% που είναι λιγότερο σοβαρές περιπτώσεις, εκεί δυστυχώς έχουμε πολύ μικρότερη πρωτοβουλία από πλευράς ασθενών, να ζητήσουν μία συμπληρωματική επέμβαση».
Ο κ. Καρυπίδης είναι Πανεπιστημιακός υπότροφος και Επιστημονικός Συνεργάτης του Πανεπιστημίου Αθηνών, Επίκουρος Καθηγητής στο Τμήμα Πλαστικής Χειρουργικής του Queen Mary University of London και Επίτιμος Διδάσκων στο Τμήμα Δερματολογίας του Πανεπιστήμιου Cardiff της Ουαλίας.
Πηγή: ΑΠΕ