22 Ιουλίου 2011: Η μέρα που ένας τρελός σχιζοφρενής ακροδεξιός «σκότωσε» τη δημοκρατία

77 χαμένες ζωές σε 72 λεπτά φρίκης - Η κινηματογραφική μεταφορά της τραγωδίας

Parallaxi
22-ιουλίου-2011-η-μέρα-που-ένας-τρελός-σχιζο-1351984
Parallaxi

22 Ιουλίου 2011. Το Όσλο κινείται σε ρυθμούς καλοκαιριού: πολλοί κάτοικοι ετοιμάζονται για διακοπές, οι δημόσιες υπηρεσίες υπολειτουργούν και η πόλη μοιάζει να αδειάζει. Κανείς δεν μπορεί να φανταστεί ότι σε λίγες ώρες η Νορβηγία θα βιώσει τη φονικότερη τρομοκρατική επίθεση στην ιστορία της και μία από τις πιο σοκαριστικές πράξεις ακροδεξιάς βίας στη σύγχρονη Ευρώπη.

Είναι 15:25. Ο  Άντερς Μπέρινγκ Μπρέιβικ, καταφθάνει στο Regjeringskvartalet, την κυβερνητική συνοικία του Όσλο, και πραγματοποιεί εκεί την πρώτη επίθεση. Ενεργοποιεί τη βόμβα λιπασμάτων που έχει τοποθετήσει σ’ ένα φορτηγό, δίπλα από το γραφείο του πρωθυπουργού Γενς Στόλτενμπεργκ. Από εκείνο το δευτερόλεπτο και μετά, η όψη της πόλης αλλάζει. Ολόκληρο το οικοδομικό τετράγωνο κατακλύζεται από χιλιάδες κομμάτια σπασμένων γυαλιών, απομεινάρια τοίχων που κατέρρευσαν και, κυρίως, νεκρά κορμιά πεσμένα στο έδαφος. 8 άνθρωποι χάνουν τη ζωή τους και περισσότεροι από 200 τραυματίζονται, αρκετοί εκ των οποίων σοβαρά.

Ενώ η αστυνομία, οι διασώστες και τα μέσα ενημέρωσης συγκεντρώνονται στο κέντρο της πόλης, ο δράστης έχει ήδη ξεκινήσει για τον δεύτερο σταθμό του διαστροφικού σχεδίου του.

Λίγες ώρες αργότερα, ο Μπρέιβικ μεταμφιεσμένος σε αστυνομικό επιβιβάζεται σε φέρι με προορισμό το νησάκι Ουτόγια, περίπου 40 χιλιόμετρα βορειοδυτικά της πρωτεύουσας. Εκεί φιλοξενούνται από το ’50 οι εγκαταστάσεις της κατασκήνωσης της νεολαίας του Εργατικού Κόμματος.

Στις 17:22 φτάνει στο νησί. Δηλώνει πως είναι αστυνομικός και βρίσκεται εκεί για να διασφαλίσει την ασφάλεια των κατασκηνωτών μετά την έκρηξη στο Όσλο. Κανείς δεν υποψιάζεται το παραμικρό. Λίγα λεπτά αργότερα, βγάζει τα όπλα του —ένα τουφέκι Ruger Mini-14 και ένα πιστόλι Glock 34— και αρχίζει να πυροβολεί εν ψυχρώ. Μέσα σε 72 λεπτά σκοτώνει 69 ανθρώπους, στην πλειοψηφία τους εφήβους ηλικίας 14 έως 19 ετών. Άλλοι 110 τραυματίζονται, ενώ δεκάδες παλεύουν να σωθούν βουτώντας στη λίμνη ή κρυμμένοι στα δέντρα και τους βράχους.

Η αστυνομία φτάνει στο νησί σχεδόν 90 λεπτά αργότερα. Ο Μπρέιβικ παραδίδεται χωρίς αντίσταση. Το σχέδιό του έχει ολοκληρωθεί.

Το ιδεολογικό υπόβαθρο του μακελειού

Ο Άντερς Μπέρινγκ Μπρέιβικ δεν ήταν απλώς ένας δράστης. Είχε ετοιμάσει ένα μανιφέστο 1.500 σελίδων, το οποίο ανήρτησε στο διαδίκτυο λίγες ώρες πριν τις επιθέσεις, στο οποίο ανέλυε τις ακροδεξιές, αντιισλαμικές και φασιστικές του απόψεις. Θεωρούσε τη Νορβηγία και συνολικά τη Δυτική Ευρώπη «υπό κατοχή» λόγω της μετανάστευσης και θεωρούσε υπεύθυνο για αυτό το Εργατικό Κόμμα και τις φιλελεύθερες απόψεις του. Στρεφόταν κατά των θεωριών του φεμινισμού, προέτρεπε σε ξεκαθάρισμα από τους εισβολείς και γενικώς προωθούσε θεωρίες που έρχονταν σε κάθετη ρήξη με τα ανθρώπινα δικαιώματα. Οι πράξεις του συνδέονται με τη λεγόμενη θεωρία της αντικατάστασης, μια ευρέως διαδεδομένη ακροδεξιά ιδεολογία που κερδίζει έδαφος σε διάφορες ευρωπαϊκές χώρες μέχρι σήμερα.

Απολογία και καταδίκη

Στη δίκη του, που ξεκίνησε τον Απρίλιο του 2012, ο Μπρέιβικ δεν εξέφρασε καμία μεταμέλεια. Αντίθετα, επέμεινε στις απόψεις του και χαρακτήρισε τα θύματά του «προδότες». Τελικά, καταδικάστηκε σε 21 χρόνια κάθειρξη — τη μέγιστη ποινή στη νορβηγική νομοθεσία — με δυνατότητα παράτασης εφόσον εξακολουθεί να θεωρείται επικίνδυνος. Τόσο το 2022 όσο και το 2024, τα αιτήματα αποφυλάκισής του απορρίφθηκαν.

Οι τραγικές μνήμες στον κινηματογράφο

Η 22α Ιουλίου άφησε πίσω της 77 νεκρούς και εκατοντάδες σωματικά και ψυχικά τραυματίες. Ολόκληρη η Νορβηγία βυθίστηκε στο πένθος. Για μήνες, η κοινωνία έμεινε σιωπηλή, μουδιασμένη. Η ισχυρή δημοκρατία της χώρας δοκιμάστηκε αλλά άντεξε. Κάθε χρόνο, την ίδια μέρα, τελούνται τελετές μνήμης, τόσο στο Όσλο όσο και στην Ουτόγια.

Το μακελειό δεν άφησε ανεπηρέαστη ούτε τη σύγχρονη αφήγηση. Τα απομεινάρια αυτής της τραυματικής ιστορίας, λειτούργησαν ως έμπνευση για τη δημιουργία δύο ξεχωριστών κινηματογραφικών ταινιών. Αν και αμφότερες φέρουν τον τίτλο «22 Ιουλίου», ανασκευάζουν το χρονικό της τραγωδίας μέσα από διαφορετικές σκοπιές, παρουσιάζοντας δύο αντικρουόμενες σε ύφος προσεγγίσεις.

Η πρώτη, σε σκηνοθεσία Πολ Γκρίνγκρας, ακολουθεί την αμερικανική κινηματογραφική φόρμα ενός δικαστικού-πολιτικού δράματος, εστιάζοντας στις συνέπειες της επίθεσης και τη δίκη.

Η δεύτερη, του Έρικ Πόπε, είναι νορβηγικής παραγωγής και υιοθετεί ρεαλιστικό, σχεδόν ντοκιμαντερίστικο ύφος. Με ένα συνεχόμενο μονοπλάνο, βάζει τον θεατή μέσα στην κατασκήνωση, μέσα στη φρίκη, μέσα στον φόβο, κόβοντάς του την ανάσα.

Οι δύο προσεγγίσεις μπορεί να διαφέρουν, αλλά και οι δύο υπογραμμίζουν τη σημασία της μνήμης και την ανάγκη να κατανοήσουμε τις ρίζες της βίας. Η 22α Ιουλίου δεν είναι μόνο η ημέρα της διπλής επίθεσης τους Νορβηγού μακελάρη. Είναι η απόδειξη ότι η δημοκρατία δεν είναι αυτονόητη και ότι ο εξτρεμισμός μπορεί να γεννηθεί ακόμα και σε φαινομενικά ήρεμες, προοδευτικές κοινωνίες.

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα