Αποδίδει η φορολόγηση των εκατομμυριούχων;
Τι δείχνει το παράδειγμα της Νορβηγίας
Ο Μπόρκερ Μπόργκενχαουγκ ζει σε μια βίλα δίπλα στη λίμνη της Λουκέρνης στην Ελβετία, του λείπουν όμως τα εγγόνια του και η μυρωδιά της σκανδιναβικής θάλασσας.
Είναι το τίμημα που έπρεπε να πληρώσει για να αποφύγει τον φόρο που επιβάλλει στους πλούσιους η πατρίδα του η Νορβηγία –ένας φόρος που έχει διώξει εκατοντάδες εκατομμυριούχους από τη χώρα.
«Το πολιτικό κλίμα στη Νορβηγία έχει γίνει πολύ εχθρικό για τους επιχειρηματίες» λέει στο Reuters ο Μπόργκενχαουγκ, ξυλουργός που αναδείχθηκε σε μεγιστάνα της κτηματαγοράς και εγκατέλειψε τη χώρα του το 2022.
Με έναν φόρο μεγάλης περιουσίας που χρονολογείται από το 1892 και μια κουλτούρα διαφάνειας που επιτρέπει στους πολίτες να βλέπουν τις φορολογικές δηλώσεις των άλλων, η Νορβηγία έχει εμπειρία στο να στριμώχνει τους πλούσιους.
«Ο φόρος μεγάλης περιουσίας δεν εμποδίζει άμεσα την απασχόληση ή τις επενδύσεις σε επίπεδο επιχείρησης»
Το μοντέλο που ακολουθεί προσφέρει μαθήματα για τις χώρες που εξετάζουν ανάλογες κινήσεις, όπως η Βρετανία, η Γαλλία και η Ιταλία, ακόμα και η πόλη της Νέας Υόρκης.
Το βασικό συμπέρασμα: η φορολόγηση των πλούσιων οδηγεί στη μετανάστευση κάποιους εκατομμυριούχους σε άλλες χώρες, όταν όμως εφαρμόζεται ευρέως, τα έσοδα είναι σημαντικά.
Έξοδος των πλούσιων
Ο φόρος ήταν βασικό ζήτημα στις νορβηγικές εκλογές του Σεπτεμβρίου, με τις οποίες το Εργατικό Κόμμα εξασφάλισε δεύτερη θητεία. Στην προηγούμενη είχε αυξήσει τον φόρο και αυστηροποίησε τις προϋποθέσεις εξόδου.
Ο φόρος καθορίστηκε στο 1% για καθαρή περιουσία από 1,76 ως 20,7 εκατομμύρια κορώνες (235.000-2,7 εκατ. ευρώ) και στο 1,1% για τις μεγαλύτερες περιουσίες.
Το 2023, φόρο πλήρωσαν 671.69 άτομα.
Για τις κύριες κατοικίες ισχύει έκπτωση 75% επί της εκτιμώμενης αξίας, ενώ για τις μετοχές και τα εμπορικά ακίνητα η έκπτωση είναι 20%. Τα περιουσιακά στοιχεία στο εξωτερικό συνυπολογίζονται αλλά τα χρέη αφαιρούνται.
«Ο φόρος μεγάλης περιουσίας καθιστά το φορολογικό σύστημα πιο προοδευτικό»
Η αποχώρηση από τη Νορβηγία ενεργοποιεί έναν φόρο εξόδου ύψους 37,8% επί των μη πραγματοποιηθέντων κεφαλαιακών κερδών άνω των 3 εκατομμυρίων κορόνων – όπως τα θεωρητικά κέρδη από μετοχές που έχουν αυξηθεί σε αξία αλλά δεν έχουν ακόμη πωληθεί. Τα παραθυράκια που επέτρεπαν στους αποδήμους να αναβάλουν την πληρωμή επ’ αόριστον έκλεισαν το 2024.
Οι αλλαγές που επέβαλε το Εργατικό Κόμμα οδήγησε σε μαζική έξοδο εκατομμυριούχων. Δεδομένα τη συντηρητικής δεξαμενής σκέψης Civita δείχνουν ότι 261 κάτοικοι με περιουσία άνω του ενός εκατ. δολαρίων έφυγαν το 2022 και ακόμα 254 το 2023, αριθμοί υπερδιπλάσιοι σε σχέση με τον τυπικό μέσο όρο πριν την αύξηση του φόρου.
Σύμφωνα με το οικονομικό περιοδικό Kapital, από τους 400 πλουσιότερους Νορβηγούς, οι 105 είτε ζουν στο εξωτερικό είτε έχουν μεταφέρει περιουσιακά στοιχεία σε συγγενείς που ζουν σε άλλες χώρες.
Ισότητα και έσοδα
Οι υποστηρικτές του μέτρου λένε ότι ο φόρος χρησιμεύει ως εργαλείο ανακατανομής του πλούτου σε μια χώρα που κατήργησε τον φόρο κληρονομιάς το 2014 και είναι μια από τις πλουσιότερες του κόσμου, χάρη στο πετρέλαιο, τη ναυτιλία και την αλιεία.
Όλα τα έσοδα από τη βιομηχανία πετρελαίου και αερίου διοχετεύονται σε ένα κρατικό επενδυτικό ταμείο, του οποίου οι κανόνες περιορίζουν τις ετήσιες αναλήψεις στο 3% της συνολικής αξίας του ταμείου.
Αυτό σημαίνει ότι η Νορβηγία χρειάζεται άλλες πηγές εσόδων.
«Ο φόρος μεγάλης περιουσίας καθιστά το συνολικό φορολογικό σύστημα για τα φυσικά πρόσωπα πιο προοδευτικό από ό,τι ο φόρος εισοδήματος μόνος του» δήλωσε στο Reuters η υφυπουργός Οικονομικών Έλεν Ρέιταν.
Παρά την μαζική έξοδο εκατομμυριούχων, τα έσοδα που αποφέρει ο φόρος έχουν εκτιναχθεί στο 0,6% του ΑΕΠ, ένα διόλου ευκαταφρόνητο ποσό. Συγκριτικά, η κυβέρνηση των Εργατικών στη Βρετανία σχεδιάζει περικοπές αντίστοιχου ύψους για να πετύχει τους δημοσιονομικούς στόχους της.
Έρευνες της νορβηγικής στατιστικής υπηρεσίες δείχνουν ότι οι επιχειρηματίες διαθέτουν αρκετή ρευστότητα για να πληρώνουν τον φόρο και ότι το βάρος πέφτει κυρίως στους πλουσιότερους. Μια άλλη μελέτη υποδεικνύει ότι ο φόρος μπορεί να ενθαρρύνει επενδύσεις στο ανθρώπινο κεφάλαιο.
Η Νορβηγία είναι στο μεταξύ μια από τις χώρες με τις μικρότερες οικονομικές ανισότητες και έρχεται ψηλά στις κατατάξεις για τη διευκόλυνση του επιχειρείν.
«Τα ευρήματα αυτά υποδεικνύουν ότι ο φόρος μεγάλης περιουσίας δεν εμποδίζει άμεσα τις επενδύσεις σε επίπεδο επιχείρησης ή την απασχόληση» δηλώνει ο Ρομπέρτο Ιακόνο, καθηγητής του Νορβηγικού Πανεπιστημίου Επιστήμης και Τεχνολογίας (NTNU).
Λίγο πριν από τις εκλογές του Σεπτεμβρίου, δημοσκόπηση της εταιρείας Responde για την καθημερινή εφημερίδα Aftenposten έδειχνε ότι το 39% των Νορβηγών επιθυμεί διατήρηση ή και αύξηση του φόρου, ενώ το 23% θέλει μείωση και το 28% κατάργηση.
Και παρά το γεγονός ότι η κυβέρνηση των Εργατικών καλεί τα κόμματα σε συνομιλίες για ευρεία φορολογική μεταρρύθμιση την επόμενη διετία, ο φόρος της μεγάλης περιουσίας θα διατηρηθεί σε κάποια μορφή.
Απώλεια κεφαλαίων
Οι επικριτές του φόρου λένε ότι το μέτρο τιμωρεί την ιδιοκτησία και απειλεί να αποδυναμώσει τη νορβηγική επιχειρηματική βάση.
«Το σύστημα του φόρου μεγάλης περιουσίας δυσκολεύει τις επιχειρήσεις να ανταγωνιστούν με τον υπόλοιπο κόσμο» λέει ο Νουτ-Έρικ Κάρλσεν, ο οποίος πλούτισε από τα διατροφικά συμπληρώματα και πλέον ζει στην Ελβετία.
Σε αντίθεση με την Ελβετία, η Νορβηγία φορολογεί τα κεφαλαιακά κέρδη και επιβάλλει υψηλότερους φόρους στην εργασία από τον μέσο όρο του ΟΟΣΑ.
Ο φόρος μεγάλης περιουσίας είναι ιδιαίτερα επώδυνος για τους ιδρυτές νεοφυών επιχειρήσεων,
Περίπου το 40% των αποδήμων είναι ιδιοκτήτες επιχειρήσεων, σύμφωνα με την ερευνήτρια του Πρίνστον Κριστίν Μπλάντχολ, η οποία εκτιμά ότι η τελευταία αλλαγή στη φορολόγηση θα περιορίσει την παραγωγή κατά 1,3% σε μακροπρόθεσμο επίπεδο. Άλλες μελέτες εκτιμούν ότι ο φόρος περιορίσει τις επιδόσεις των επιχειρήσεων.
Ο φόρος μεγάλης περιουσίας είναι ιδιαίτερα επώδυνος για τους ιδρυτές νεοφυών επιχειρήσεων, οι οποίοι φορολογούνται επί του κεφαλαίου πολύ πριν δουν έσοδα.
«Δεν υπάρχει περίπτωση να μπορούσα να δημιουργήσω στη Νορβηγία αυτό που έχτισα στις ΗΠΑ» λλεεθ ο Άρε Τράασνταλ, ο οποίος έφυγε από τη Νορβηγία το 2000 για να προωθήσει την ευρωπαϊκή τεχνολογία κινητής τηλεφωνίας στις ΗΠΑ. Έκτοτε έχει ιδρύσει αρκετές εταιρείες και δημιούργησε την εφαρμογή iHeartRadio.
Η Νορβηγία παρουσιάζει ένα από τα χαμηλότερα επίπεδα επιχειρηματικού κεφαλαίου στην Ευρώπη ως ποσοστό του ΑΕΠ –το μισό σχεδόν με τη Σουηδία, πολύ κάτω από τις ΗΠΑ, δείχνουν στοιχεία του ΟΟΣΑ.
Οι κληρονόμοι συχνά φεύγουν πριν αναλάβουν τον έλεγχο των μετοχώβν. Ο Λόρενς Όντφιελ, ο οποίος ζει πλέον στη Σιγκαπούρη, λέει πως αν έμενε θα είχε χάσει τον έλεγχο της ναυτιλιακής εταιρείας του μετά την οικονομική κρίση του 2008.
«Δεν θα άφηνα την εταιρεία να βυθιστεί επειδή δεν είχαμε το κεφάλαιο» λέει ο ίδιος.
Νορβηγικό μοντέλο
Μέχρι στιγμής, καμία άλλη χώρα δεν ακολουθεί τα βήματα της Νορβηγίας.
Στη Γαλλία, το κοινοβούλιο απέρριψε τον περίφημο φόρο του 2% σε περιουσίες άνω των 100 εκατ. ευρώ και περιορίστηκε σε ένα χαμηλότερο φόρο για προσωπικά περιουσιακά στοιχεία που έχουν καταχωρηθεί σε εταιρείες συμμετοχών –ένα μέτρο που αναμένεται να αποφέρει μόλις 1 δισ. ευρώ.
Στη Βρετανία, η κυβέρνηση των Εργατικών έχει αποκλείσει το ενδεχόμενο φόρου στους πλούσιους, επιμένει όμως ότι θα συνεχίσει να στηρίζεται σε αυτούς «με τα μεγαλύτερα πορτοφόλια».
Η Ιταλία, στο μεταξύ, παραμένει αλλεργική στην αύξηση του φόρου κληρονομιάς, αν και αυξάνει αθόρυβα τη φορολόγηση των πλούσιων ξένων.
Στο μεταξύ, η έξοδος των εκατομμυριούχων συνεχίζεται στη Νορβηγία, η οποία αναμένεται να πει αντίο σε ακόμα 150 υπερπλούσιους το 2025 –ένα σημαντικό νούμερο για μια χώρα 5,6 εκατομμυρίων κατοίκων.
Στην κορυφή της παγκόσμιας κατάταξης βρίσκεται ωστόσο η Βρετανία, με 16.500 φορολογουμένους να εκτιμάται ότι θα εγκαταλείψουν τη χώρα μετά την κατάργηση των φοροαπαλλαγών για τους ξένους κατοίκους.
Η κοινωνική συνοχή και ο πλούτος του πετρελαίου ίσως καθιστά δύσκολη την αντιγραφή του νορβηγικού μοντέλου σε άλλες χώρες. Οι οικονομολόγοι λένε ότι ένας τέτοιος φόρος απαιτρεί συμβιβασμούς με οικονομικές και πολιτικές διαστάσεις.
«Η απουσία φόρου μεγάλης περιουσίας οδηγεί σε μεγαλύτερη ανισότητα, ενώ η ύπαρξή του σημαίνει λιγότερα κεφάλαια για τις startup» λέει ο Ιακόνο, ο καθηγητής του Νορβηγικού Πανεπιστημίου Επιστήμης και Τεχνολογίας.
«Η πολιτική πρέπει να πετύχει μια ισορροπία».
Πηγή: in.gr
