Είμαστε κοντά στην επαναλειτουργία της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης;

Μία σειρά από συνομιλίες μεταξύ Πατριαρχείου και τουρκικού κράτους δημιουργούν προσδοκίες. Το πιθανό νομικό καθεστώς και η σημασία της σχολής για το Πατριαρχείο

Parallaxi
είμαστε-κοντά-στην-επαναλειτουργία-τ-407789
Parallaxi

Τις ελπίδες για την επαναλειτουργία της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης μετά από 50 χρόνια έχουν αναπτερώσει συνομιλίες ανάμεσα στην τουρκική κυβέρνηση και εκπροσώπων της Σχολής. Μηνύματα τόσο από κυβερνητικούς αξιωματούχους όσο και από το Πατριαρχείο δείχνουν διάθεση για την επίλυση του ζητήματος, σύμφωνα με το τουρκικό παράρτημα του BBC.

Η Θεολογική Σχολή της Χάλκης, που βρίσκεται στη νήσο Χάλκη (Χεϊμπελίαντα), έκλεισε το 1971, μετά την ψήφιση νόμου από την Τουρκική Βουλή που απαγόρευε τη λειτουργία ιδιωτικών ανώτερων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων. Παρά τις πολυάριθμες διεθνείς επικρίσεις και τις διαβεβαιώσεις της τουρκικής κυβέρνησης, η σχολή παραμένει κλειστή, δυσχεραίνοντας την ικανότητα της Ελληνορθόδοξης Εκκλησίας να εκπαιδεύει κληρικούς.

Ο εκπρόσωπος της κοινότητας, Λάκης Βίγκας, που μίλησε στο τουρκικό BBC για τη μακροχρόνια διακοπή λειτουργίας της σχολής, εξέφρασε την ελπίδα για την επαναλειτουργία της με αρχή το 2026.

Η ιστορία της σχολής

Η ίδρυση της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης, επτά χρόνια μετά την ίδρυση της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών (1837), συνέπεσε με την περίοδο των μεταρρυθμίσεων του Τανζιμάτ στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Το Οικουμενικό Πατριαρχείο, επιδιώκοντας να εξασφαλίσει επαρκώς καταρτισμένα στελέχη για τις μητροπόλεις του και τον Ελληνισμό της διασποράς, αλλά και ως απάντηση στο κίνημα του Θεοσεβισμού του Θεόφιλου Καΐρη στην Ελλάδα, υποστήριξε την ίδρυση της Σχολής τον Δεκέμβριο του 1839. Αρχικά, η Σχολή εγκαταστάθηκε στο Φανάρι, κοντά στο Πατριαρχείο, αν και οι διαθέσιμες υποδομές ήταν ανεπαρκείς.

Η απόφαση για τη μεταφορά της Σχολής στη Χάλκη ελήφθη στη συνέχεια, λόγω της παρουσίας της ιστορικής βυζαντινής μονής της Αγίας Τριάδας στον Λόφο της Ελπίδας. Η μονή, η οποία είχε ιδρυθεί από τον Πατριάρχη Φώτιο Α’ (858-861 και 878-886), παρείχε έναν απομονωμένο και κατάλληλο χώρο για τη λειτουργία της Σχολής. Η Θεολογική Σχολή της Χάλκης ξεκίνησε τη λειτουργία της την 1η Οκτωβρίου 1844, ενώ τα πρώτα μαθήματα παραδόθηκαν στις 8 Οκτωβρίου του ίδιου έτους.

Η ιστορία της Σχολής χωρίζεται σε τέσσερις κύριες περιόδους:

Πρώτη περίοδος (1844-1919): Κατά την περίοδο αυτή, η φοίτηση είχε διάρκεια επτά ετών, με τέσσερα χρόνια στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση (Γυμνάσιο) και τρία χρόνια στη Θεολογία.

Δεύτερη περίοδος (1919-1923): Η Σχολή λειτούργησε χωρίς δευτεροβάθμια εκπαίδευση, προσφέροντας μόνο πενταετή φοίτηση στη Θεολογία.

Τρίτη περίοδος (1923-1953): Επανήλθε η επταετής φοίτηση, όπως ίσχυε στην πρώτη περίοδο.

Τέταρτη περίοδος (1953-1971): Παρέμεινε η επταετής φοίτηση, αλλά τα τρία πρώτα έτη αφιερώθηκαν στη Λυκειακή εκπαίδευση, ενώ τα τέσσερα επόμενα στη Θεολογία.

Το αρχικό ξύλινο κτίριο της Σχολής αντικαταστάθηκε σταδιακά από το 1891. Ωστόσο, καταστράφηκε σχεδόν ολοσχερώς από τον ισχυρό σεισμό της 28ης Ιουνίου 1894. Με τη χρηματοδότηση του εύπορου Ρωμιού Παύλου Σκυλίτση και τη σχεδίαση του αρχιτέκτονα Περικλή Φωτιάδη, η Σχολή ανοικοδομήθηκε πλήρως το 1896, αποκτώντας τη σημερινή πέτρινη μορφή της. Σημαντική ανακαίνιση πραγματοποιήθηκε και τη δεκαετία του 1950.

Η Θεολογική Σχολή της Χάλκης, υπό τη διαρκή δικαιοδοσία του Οικουμενικού Πατριαρχείου, αποτέλεσε κέντρο εκπαίδευσης των μελλοντικών αρχιερέων του Πατριαρχικού Θρόνου. Διακρίθηκε για τους επιφανείς καθηγητές της, τόσο κληρικούς όσο και λαϊκούς, καθώς και για την εξαιρετική της βιβλιοθήκη, η οποία περιλάμβανε 38.000 τόμους – πολλοί από αυτούς σπάνιοι και μοναδικοί – και εκατοντάδες χειρόγραφα.

Κατά τη διάρκεια των 127 χρόνων λειτουργίας της (1844-1971), η Θεολογική Σχολή της Χάλκης ανέδειξε 930 αποφοίτους. Από αυτούς, 343 έγιναν επίσκοποι, ενώ 12 από αυτούς εξελέγησαν Οικουμενικοί Πατριάρχες, 2 Πατριάρχες Αντιοχείας, 2 Πατριάρχες Αλεξανδρείας, 4 Αρχιεπίσκοποι Αθηνών και ένας Αρχιεπίσκοπος Τιράνων. Μόνο κατά την τελευταία εικοσαετία λειτουργίας της (1951-1971), η Σχολή ανέδειξε 230 αποφοίτους, εκ των οποίων 50 έγιναν επίσκοποι και 6 πανεπιστημιακοί καθηγητές.

Ανάμεσα στις σημαντικές προσωπικότητες που φοίτησαν στη Σχολή, ξεχωρίζουν ο Πατριάρχης Αλεξανδρείας Παρθένιος Γ’, ο Οικουμενικός Πατριάρχης Αθηναγόρας (1886-1971), ο Αρχιεπίσκοπος Αμερικής Ιάκωβος, που καταγόταν από την Ίμβρο, καθώς και ο σημερινός Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος, επίσης από την Ίμβρο, ο οποίος ήταν μέλος της τελευταίας τάξης αποφοίτων της Σχολής.

Ένα διαχρονικό αίτημα

Το Οικουμενικό Πατριαρχείο διατυπώνει διαχρονικά το αίτημα για την επαναλειτουργία της Θεολογικής Σχολής υπό το καθεστώς που ίσχυε πριν το 1971. Το συγκεκριμένο αίτημα έχει τεθεί επίσημα και επανειλημμένα, με στόχο να εξασφαλιστεί η πρόσβαση στη Σχολή για όλους τους Ορθόδοξους, ανεξαρτήτως εθνικότητας. Επιπλέον, το Πατριαρχείο ζητά την επαναφορά της δυνατότητας να διδάσκουν καθηγητές που δεν έχουν τουρκική υπηκοότητα, όπως συνέβαινε στο παρελθόν.

Με αυτή τη ρύθμιση, η Σχολή θα μπορέσει να διατηρήσει την αυτονομία της και να αποφύγει την επιρροή της εκκοσμίκευσης, η οποία έρχεται σε αντίθεση με τον χαρακτήρα της ως «Θρησκευτικού Σεμιναρίου». Ο στόχος της Σχολής παραμένει η προετοιμασία και κατάρτιση υποψήφιων ιερωμένων, σε πλήρη αρμονία με την αυθεντική της αποστολή.

Η διαφαινόμενη σύμπνοια για την επαναλειτουργία της σχολής

Ο Βίγκας, ο οποίος συμμετέχει στις συνομιλίες με κυβερνητικές αρχές για το ζήτημα, ανέφερε ότι οι συζητήσεις προχωρούν σε θετικό κλίμα και ότι, σε σύγκριση με τις ανεπιτυχείς προσπάθειες επαναλειτουργίας μεταξύ 2010 και 2011, η διαδικασία αυτή τη φορά φαίνεται να κινείται «πιο αποφασιστικά». «Ομολογουμένως, είμαστε χαρούμενοι και αισιόδοξοι», πρόσθεσε.

Η επαναλειτουργία της σχολής είναι ένα θέμα που αναδείχθηκε ιδιαίτερα στο πλαίσιο της προσπάθειας για ένταξη της Τουρκίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση τη δεκαετία του 1990. Επανήλθε στο προσκήνιο πέρυσι, όταν ο Πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν δήλωσε σε συνέντευξη που δημοσιεύθηκε στον ελληνικό Τύπο το Μάιο ότι «γίνονται προσπάθειες» πάνω στο ζήτημα.

Ο Υπουργός Παιδείας της Τουρκίας, Γιουσούφ Τεκίν, δήλωσε σε συνέντευξή του μετά την επίσκεψή του στη Θεολογική Σχολή της Χάλκης, στις 28 Μαΐου, ότι «προσωπικά επιθυμεί να ανοίξει ξανά το σχολείο».

Ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος, που είναι και απόφοιτος της σχολής, δήλωσε σε συνέντευξή του στον ελληνικό Τύπο τον Σεπτέμβριο ότι είναι πλέον «σίγουροι» πως η σχολή βρίσκεται κοντά στην επαναλειτουργία της.

Εξάλλου, μετά από επίσκεψη του Βαρθολομαίου στον Ερντογάν στα τέλη Δεκεμβρίου, το Πατριαρχείο ευχαρίστησε με ανακοίνωσή του τον Ερντογάν για τις προσπάθειες επαναλειτουργίας της σχολής και ζήτησε βοήθεια για την επιτάχυνση της διαδικασίας.

«Αν ληφθεί απόφαση για την επαναλειτουργία της σχολής, έχουμε προετοιμάσει ένα σχέδιο για το καθεστώς της. Από εδώ και πέρα, είναι πλέον πολιτική διαδικασία», δήλωσε ο κ. Τεκίν τον περασμένο μήνα.

Το πιθανό πλαίσιο λειτουργίας

Το ζήτημα του καθεστώτος της σχολής, εάν επαναλειτουργήσει, συζητείται εδώ και χρόνια.

Η δικηγόρος Κεζμπάν Χατέμι, σύμβουλος του Βαρθολομαίου, υποστήριξε σε γραπτή δήλωσή της προς το τουρκικό BBC ότι δεν υπάρχουν νομικά εμπόδια για την επαναλειτουργία της σχολής.

Η Χατέμι δήλωσε ότι το κύριο αίτημα του Ελληνορθόδοξου Πατριαρχείου είναι η επαναλειτουργία της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης υπό το ίδιο καθεστώς που είχε προηγουμένως, δηλαδή αυτό «ενός ιδιωτικού σχολείου υπό την εποπτεία του Υπουργείου Παιδείας. Η διοίκηση της σχολής θα παραμείνει στο Πατριαρχείο, ενώ το Υπουργείο Παιδείας θα την εποπτεύει», ανέφερε η δικηγόρος.

«Είναι ζήτημα αποκατάστασης μιας αδικίας»

Ο κ. Βίγκας σχολίασε επίσης το ζήτημα, λέγοντας: «Πιθανότατα, θα είναι ένας θεσμός με καθεστώς πέρα από αυτό ενός απλού γυμνασίου ή λυκείου».

Ανέφερε ότι πέρυσι ξεκίνησαν εργασίες ενίσχυσης του κτιρίου της σχολής, το οποίο ανήκει στο Ίδρυμα της Μονής Αγίας Τριάδας, ώστε να είναι ανθεκτικό στους σεισμούς. Ο Βίγκας πρόσθεσε ότι το κτίριο αναμένεται να είναι έτοιμο έως το 2026 και εξέφρασε την ελπίδα ότι οι διαβουλεύσεις για την επαναλειτουργία της σχολής θα ολοκληρωθούν μέχρι τότε.

«Δεν πρόκειται απλώς για έναν αγώνα να ανοίξει ξανά ένα σχολείο, αλλά για ένα ζήτημα αποκατάστασης μιας αδικίας στο πλαίσιο της δικαιοσύνης», δήλωσε ο Βίγκας.

Η κατάσταση της σχολής έχει αναφερθεί σε διάφορες αναφορές, ιδιαίτερα στις ετήσιες εκθέσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την Τουρκία, ενώ οι ΗΠΑ έχουν πολλές φορές ζητήσει από την Τουρκία να σεβαστεί το δικαίωμα της θρησκευτικής ελευθερίας και να επαναλειτουργήσει τη σχολή.

Τα κέρδη από την επαναλειτουργία

Με πρόφατο άρθρο του στην εφημερίδα «Τα Νέα», ο Ιωάννης Γρηγοριάδης, Κύριος Ερευνητής και Επικεφαλής του Προγράμματος Τουρκίας του Ελληνικού Ιδρύματος Ευρωπαϊκής και Εξωτερικής Πολιτικής (ΕΛΙΑΜΕΠ), υποστηρίζει: «Είναι γεγονός ότι η επαναλειτουργία της σχολής θα ενισχύσει την “ήπια ισχύ” του Οικουμενικού Πατριαρχείου, καθώς θα του επιτρέψει να λειτουργήσει ως εκπαιδευτικός και πνευματικός πόλος εντός και πέραν και του ορθοδόξου κόσμου […] Η λειτουργία της Θεολογικής Σχολής θα εμπεδώσει τη θέση του Οικουμενικού Πατριαρχείου ως θρησκευτικού και πνευματικού κέντρου παγκοσμίου βεληνεκούς, θα συμβάλει στην ανάδειξη μιας ορθόδοξος πνευματικής ηγεσίας που πρεσβεύει τις οικουμενικές ανθρωπιστικές αξίες και οριστικοποιεί την περιθωριοποίησή του υπό τον έλεγχο του καθεστώτος Πούτιν Πατριαρχείου Μόσχας. Θα συμβάλει επίσης και στην αναβίωση των ελληνικών ανθρωπιστικών σπουδών στην Τουρκία και τη δημογραφική αναζωογόνηση της ελληνικής μειονότητας στην Κωνσταντινούπολη».

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα