New York Times: Πώς Ελλάδα, Ισπανία και Πορτογαλία ξεπέρασαν την κρίση
Έπειτα από χρόνια σκληρής λιτότητας, Ελλάδα, Πορτογαλία και Ισπανία αναπτύσσονται ταχύτερα από παραδοσιακές δυνάμεις της Ευρώπης, όπως η Γερμανία
Συμβαίνει κάτι αξιοσημείωτο στην ευρωπαϊκή οικονομία: Τα νότια έθνη, που παραλίγο να διαλύσουν το μπλοκ του ευρώ κατά τη χρηματοπιστωτική κρίση του 2012, αναπτύσσονται ταχύτερα από τη Γερμανία και άλλες μεγάλες χώρες.
Στις χώρες που αναπτύχθηκαν ταχύτατα παρά τις οικονομικές δυσκολίες που αντιμετώπισαν τα προηγούμενα χρόνια αναφέρονται σε κείμενό τους οι New York Times υποστηρίζοντας πως η Ελλάδα, η Ισπανία και η Πορτογαλία αναπτύχθηκαν το 2023 με υπεδιπλάσιο ρυθμό από τον μέσο όρο της ευρωζώνης. Η Ιταλία δεν βρίσκεται πολύ πίσω.
Λίγο παραπάνω από μια δεκαετία πριν, η Νότια Ευρώπη ήταν το επίκεντρο μιας κρίσης χρέους της ευρωζώνης. Χρειάστηκαν χρόνια για τις χώρες να ανακάμψουν από τις βαθιές εθνικές υφέσεις. Από τότε, οι ίδιες χώρες έχουν εργαστεί για να αποκαταστήσουν τα οικονομικά τους, να προσελκύσουν επενδύσεις, να αναζωογονήσουν την ανάπτυξη και τις εξαγωγές και να αντιστρέψουν τα υψηλά ποσοστά ανεργίας.
Σύμφωνα με το δημοσίευμα των New York Times, η Γερμανία, η μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης, επιβαρύνει πλέον την τύχη της ΕΕ καθώς δυσκολεύεται να ξεφύγει από την ύφεση που προκλήθηκε από την εκτόξευση των τιμών της ενέργειας μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία. Η Γερμανία, που αντιπροσωπεύει το ένα τέταρτο της οικονομίας του μπλοκ, απέφυγε οριακά την ύφεση στο πρώτο τρίμηνο του 2024, με ανάπτυξη 0,2%. Η Ισπανία και η Πορτογαλία επεκτάθηκαν με πολύ γρήγορο ρυθμό, δείχνοντας ότι η ευρωπαϊκή οικονομία συνεχίζει να αναπτύσσεται με δύο ταχύτητες.
Πώς η Ελλάδα, η Ισπανία και η Πορτογαλία ξεπέρασαν τις δυσκολίες;
Μετά από χρόνια σκληρών προγραμμάτων λιτότητας, οι χώρες της νότιας Ευρώπης προχώρησαν σε σημαντικές αλλαγές που προσέλκυσαν επενδυτές, ευνόησαν την ανάπτυξη και τις εξαγωγές και ανέτρεψαν την ανεργία.
Οι κυβερνήσεις μείωσαν τη γραφειοκρατία και τους εταιρικούς φόρους για να τονώσουν τις επιχειρήσεις και προώθησαν αλλαγές στις κάποτε άκαμπτες αγορές εργασίας τους.
Σύμφωνα με τον Holger Schmieding, επικεφαλής οικονομολόγο της Berenberg Bank στο Λονδίνο, “Αυτές οι χώρες τα κατάφεραν πολύ καλά μετά την ευρωπαϊκή κρίση και είναι δομικά πιο υγιείς και πιο δυναμικές από ό,τι ήταν πριν”.
Οι νότιες χώρες επίσης ενίσχυσαν σημαντικά τον τουρισμό, ο οποίος έχει αποφέρει έσοδα-ρεκόρ μετά την άρση των περιοριστικών μέτρων που ελήφθησαν για την αντιμετώπιση της πανδημίας του κορονοϊού. Επιπλέον, ωφελήθηκαν από μέρος ενός πακέτου στήριξης 800 δισεκατομμυρίων ευρώ που διατέθηκε από την Ευρωπαϊκή Ένωση για να βοηθήσει τις οικονομίες να ανακάμψουν από την πανδημία.
“Διορθώνουν τις υπερβολές τους και έσφιξαν τα ζωνάρια τους”
Η ελληνική οικονομία αναπτύχθηκε περίπου διπλάσια από τον μέσο όρο της ευρωζώνης πέρυσι, χάρη στις επενδύσεις από πολυεθνικές εταιρείες όπως η Microsoft και η Pfizer, τον τουρισμό-ρεκόρ και τις επενδύσεις στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.
Στην Πορτογαλία, όπου η ανάπτυξη έχει κινηθεί από τις κατασκευές και τη φιλοξενία, η οικονομία επεκτάθηκε κατά 1,4% το πρώτο τρίμηνο σε σύγκριση με το αντίστοιχο τρίμηνο του περασμένου έτους. Ο ρυθμός για την ισπανική οικονομία κατά την ίδια περίοδο ήταν ακόμη πιο ισχυρός, στο 2,4%.
Στην Ιταλία, η συντηρητική κυβέρνηση συγκρατεί τις δαπάνες και η χώρα εξάγει περισσότερα προϊόντα τεχνολογίας και αυτοκινήτων, ενώ προσελκύει νέες ξένες επενδύσεις στον βιομηχανικό τομέα. Η οικονομία εκεί έχει αντιστοιχηθεί κατά προσέγγιση στον συνολικό ρυθμό ανάπτυξης της ευρωζώνης, μια σημαντική βελτίωση για μια χώρα που θεωρούνταν εδώ και καιρό τροχοπέδη για την οικονομία.
“Διορθώνουν τις υπερβολές τους και έσφιξαν τα ζωνάρια τους”, είπε, μεταξύ άλλων, ο κ. Schmieding για τις οικονομίες της νότιας Ευρώπης.
Τι συνέβη στη Γερμανία;
Για δεκαετίες, η Γερμανία αναπτυσσόταν σταθερά, αλλά αντί να επενδύσει στην εκπαίδευση, τον ψηφιακό μετασχηματισμό και τις δημόσιες υποδομές κατά τη διάρκεια εκείνων των ετών άνθησης, οι Γερμανοί εφησυχάστηκαν και εξαρτήθηκαν επικίνδυνα από τη ρωσική ενέργεια και τις εξαγωγές προς την Κίνα.
Αποτέλεσμα ήταν η οριακά μηδενική ανάπτυξη επί δύο χρόνια, με τη χώρα να τοποθετείται στην τελευταία θέση μεταξύ των ομολόγων της στην Ομάδα των 7 και τις χώρες της ευρωζώνης. Σε σύγκριση με την προηγούμενη χρονιά, η οικονομία της χώρας συρρικνώθηκε κατά 0,2% το πρώτο τρίμηνο του 2024.
Η Γερμανία αντιπροσωπεύει το ένα τέταρτο του συνόλου της ευρωπαϊκής οικονομίας και η γερμανική κυβέρνηση την περασμένη εβδομάδα προέβλεψε ότι η οικονομία θα αναπτυχθεί μόλις 0,3% για το έτος.
Οι οικονομολόγοι επισημαίνουν διαρθρωτικά προβλήματα, όπως το γερασμένο εργατικό δυναμικό, τις υψηλές τιμές ενέργειας και τους φόροι, καθώς και την υπερβολική γραφειοκρατία που πρέπει να αντιμετωπιστούν.
«Βασικά, η Γερμανία δεν έκανε τα καθήκοντα της όταν τα πήγαινε καλά», δήλωσε η Jasmin Gröschl, ανώτερη οικονομολόγος της Allianz, με έδρα το Μόναχο. «Και τώρα βιώνουμε τις συνέπειες.»
Επιπλέον, η Γερμανία έχτισε την οικονομία της στηριζόμενη σε ένα εξαγωγικό μοντέλο που βασίστηκε στο διεθνές εμπόριο και στις παγκόσμιες αλυσίδες εφοδιασμού που έχουν διαταραχθεί από τις γεωπολιτικές συγκρούσεις και τις αυξανόμενες εντάσεις μεταξύ της Κίνας και των Ηνωμένων Πολιτειών – των δύο κορυφαίων εμπορικών της εταίρων.
Τι γίνεται με τις άλλες μεγάλες οικονομίες της Ευρώπης;
Η οικονομία της Γαλλίας, η δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία της ευρωζώνης, επεκτάθηκε το πρώτο τρίμηνο κατά 1,1% σε σύγκριση με την ίδια περίοδο πέρυσι.
Τα οικονομικά της Γαλλίας επιδεινώνονται: Το έλλειμμα είναι σε ιστορικό υψηλό του 5,5% του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος και το χρέος έχει φτάσει το 110% της οικονομίας.
Οι Κάτω Χώρες βγήκαν πρόσφατα από μια ήπια ύφεση που χτύπησε πέρυσι, όταν η οικονομία συρρικνώθηκε κατά 1,1%. Η ολλανδική αγορά κατοικίας επλήγη ιδιαίτερα από τη στενότερη νομισματική πολιτική στην Ευρώπη.
Μαζί, οι οικονομίες της Γερμανίας, της Γαλλίας και των Κάτω Χωρών αντιπροσωπεύουν περίπου το 45% του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος της ευρωζώνης. Όσο αυτές οι οικονομίες υστερούν, η συνολική ανάπτυξη θα είναι περιορισμένη.