Νότια Σικελία: Νερό με δελτίο και μπιτόνια οι κάτοικοι για να μην επηρεαστούν οι τουρίστες
Στο Αγκριτζέντο διαχειρίζονται τη λειψυδρία εν μέσω τουριστικής περιόδου, αλλά οι ειδικοί «βλέπουν» φέτος την τρίτη χειρότερη κρίση νερού που έχει καταγραφεί ποτέ
Η λειψυδρία θέτει σε κατάσταση συναγερμού τη Μεσόγειο, αλλά και όλη την Ευρώπη. Τις επόμενες δεκαετίες, ειδικά η λεκάνη της Μεσογείου πρόκειται να αντιμετωπίσει ακόμα υψηλότερες θερμοκρασίες, λιγότερες βροχοπτώσεις και συνεχή άνοδο της στάθμης της θάλασσας, σύμφωνα με τη Διακυβερνητική Επιτροπή για την Κλιματική Αλλαγή του ΟΗΕ.
Τα οικοσυστήματα και οι ανθρώπινες κοινωνίες είναι τόσο ευάλωτα που η ομάδα ονόμασε την περιοχή «hot spot της κλιματικής αλλαγής».
Μία από τις πλέον σοκαριστικές προβλέψεις των ειδικών αφορά στη Σικελία, το ένα τρίτο της οποίας αναμένεται να έχει μετατραπεί σε έρημο έως το 2030. Το δεύτερο εξάμηνο του 2023 έπεσαν μόλις 150 χιλιοστά βροχής, με τις βροχοπτώσεις να έχουν μειωθεί κατά 40% τα τελευταία 20 χρόνια.
Παρ’ όλα αυτά οι κάτοικοι της Σικελίας είναι συνηθισμένοι σε μεγάλα διαστήματα ξηρασίας και έχουν μάθει να διαχειρίζονται πολύ καλά το πρόβλημα της λειψυδρίας ώστε να περνά απαρατήρητο από τους τουρίστες που επισκέπτονται το νησί. Τουλάχιστον αυτό ίσχυε μέχρι τώρα. Διότι ο καιρός γίνεται ολοένα πιο ασταθής και οι ξηρασίες μπορεί να είναι μεγαλύτερες στο κοντινό μέλλον και πιο συχνές.
Στο Αγκριτζέντο, πάντως, στη Νότια Σικελία, οι πισίνες στα ξενοδοχεία είναι γεμάτες και τα συντριβάνια μέσα στο φημισμένο αρχαιολογικό πάρκο της πόλης λειτουργούν αδιάκοπα. Σύμφωνα με το δημοσίευμα του Associated Press, οι κάτοικοι επιβιώνουν εδώ και δεκαετίες αποθηκεύοντας όσο περισσότερο νερό μπορούν σε δεξαμενές, ενώ χρησιμοποιούν υδροφόρες για την παροχή του.
Νερό με δελτίο και μπιτόνια
Η εικόνα που βλέπει ο τουρίστας δεν συνάδει με την κατάσταση που βιώνει ο τοπικός πληθυσμός. Οι τοπικές αρχές έχουν περιορίσει αυστηρά το νερό για σχεδόν ένα εκατομμύριο κατοίκους, επιτρέποντάς τους την πρόσβαση μόλις δύο έως τέσσερις ώρες την εβδομάδα για την καλοκαιρινή περίοδο. Την Παρασκευή έφτασε στον νησί το πρώτο δεξαμενόπλοιο του ιταλικού ναυτικού για να προμηθεύσει 12 εκατομμύρια λίτρα νερού στους κατοίκους που έχουν πληγεί περισσότερο.
Σύμφωνα με την Εθνική Ένωση του Συμβουλίου Γεωργικών Υδάτων, τον Μάρτιο, ορισμένες δεξαμενές που προορίζονταν για πόσιμο νερό λειτουργούσαν μόλις στο 10% της χωρητικότητάς τους. Οι ειδικοί προειδοποιούν ότι η φετινή μπορεί να είναι η τρίτη χειρότερη κρίση νερού που έχει καταγραφεί ποτέ στα χρονικά της Σικελίας.
Ακόμα και με δελτία, οι κάτοικοι του Αγκριτζέντο εξακολουθούν να λειτουργούν τις επιχειρήσεις, τα ξενοδοχεία και τα νοικοκυριά τους χωρίς να χάνουν ένα ντους, να παραμελούν τον κήπο τους ή να κλείνουν τις πισίνες.
«Κανείς δεν μπορεί να αντιμετωπίσει τη λειψυδρία καλύτερα από τους κατοίκους της νότιας Σικελίας», λέει ο Σαλβατόρε Κοκίνα, επικεφαλής της τοπικής υπηρεσίας πολιτικής προστασίας, ο οποίος έχει επωμιστεί το δύσκολο έργο να συντονίσει τη διαχείριση του λιγοστού νερού που έχει απομείνει στο νησί. Οι περισσότεροι κάτοικοι διαθέτουν στέρνες χωρητικότητας τουλάχιστον χιλίων λίτρων νερού, ενώ μεγάλες πλαστικές δεξαμενές βρίσκονται στις στέγες της πόλης, σε κήπους και υπόγεια.
Υπάρχει και η μοναδική δημόσια βρύση που έχει μείνει ανοιχτή στην πόλη, απ’ όπου πολλοί κάτοικοι του Αγκριτζέντο περνούν καθ’ οδόν για το σπίτι για να γεμίσουν νερό τα μπιτόνια τους. Ο Νούτσιο Ναβάρα γεμίζει τα δοχεία από τη βρύση Bonamorone δύο ή τρεις φορές την ημέρα. «Στο σπίτι μου έρχεται το νερό κάθε 15 ημέρες. Η πίεση είναι τόσο χαμηλή που όσοι μένουν στους επάνω ορόφους δεν μπορούν καν να γεμίσουν δοχεία», λέει ο ίδιος.
Λίστα αναμονής για τις υδροφόρες
Το τηλέφωνο του Σαλβατόρε Ντι Μαρία σπάνια σταματά να χτυπάει. Είναι οδηγός και ιδιοκτήτης ενός από τους κύριους στόλους βυτιοφόρων νερού στην περιοχή. Μία από αυτές τις μέρες, τον πήρε πελάτης από ένα τουριστικό θέρετρο λέγοντάς του «χρειάζομαι 12.000 λίτρα νερό». «Υπάρχει λίστα αναμονής 10 έως 15 ημερών», του απάντησε ο Ντι Μαρία. Όλοι του ζητούν νερό. Όλοι θέλουν να βεβαιωθούν ότι δεν θα ξεμείνουν. Και οι υδροφόρες είναι ο καλύτερος τρόπος για να παραδοθεί το πολύτιμο νερό απευθείας στους κατοίκους χωρίς τις διαρροές του κακοσυντηρημένου δικτύου.
Δεκάδες οδηγοί βυτιοφόρων τρέχουν με ταχύτητα στους δαιδαλώδεις δρόμους και παραδίδουν νερό σε περιοχές προτεραιότητας, όπως αυτές έχουν καθοριστεί από την τοπική εταιρεία ύδρευσης, την AICA. Προτεραιότητα έχουν οι άρρωστοι, οι ηλικιωμένοι, τα νοσοκομεία και αρκετές βασικές επιχειρήσεις, όπως τα ξενοδοχεία.
«Η έκτακτη κατάσταση ξηρασίας ήταν ένα κάλεσμα αφύπνισης», εξηγεί ο Σετίμιο Καντόνε, πρόεδρος της AICA. «Το υδραγωγείο μας έχει διαρροή 50% έως 60% του νερού. Τώρα σκάβουμε νέα πηγάδια, διορθώνουμε ολόκληρο το δίκτυο ύδρευσης και επαναλειτουργούμε μια μονάδα αφαλάτωσης με τα έκτακτα κονδύλια. Αυτό θα κάνει την επαρχία μας πιο ανεξάρτητη».
«Δεν έχουμε πρόβλημα με το νερό» λένε οι τουρίστες
Παρά την κατάσταση έκτακτης ανάγκης για το νερό, οι τουρίστες συνεχίζουν να συρρέουν στις όμορφες παραλίες της νότιας Σικελίας και να σχηματίζουν ουρές για να θαυμάσουν τα απομεινάρια των αρχαίων ελληνικών αποικιών. Αν και δηλώνουν ότι «δεν έχουν κανένα πρόβλημα με το νερό», κάποιοι σημειώνουν ότι τους ενημέρωσαν να κάνουν οικονομία γιατί μπορεί να υπάρχει έλλειψη.
Ο αρχαιολογικός χώρος της Κοιλάδας των Ναών, ο οποίος κατέγραψε πέρυσι πάνω από ένα εκατομμύριο επισκέπτες, έχει τεθεί σε προτεραιότητα. «Έχουμε νερό 24 ώρες το 24ωρο», εξηγεί ο διευθυντής Ρομπέρτο Σιαράτα. «Οι αρχαιολόγοι μας εργάζονται, η κοιλάδα είναι ανοιχτή και τη νύχτα με θεατρικές παραστάσεις. Δεν έχουμε κανένα πρόβλημα με την παροχή νερού».
Αρνητικό ρεκόρ βροχοπτώσεων το 2024
Το 2024 ήταν η χειρότερη χρονιά από πλευράς βροχοπτώσεων, μέσα σε διάστημα 20 και πλέον ετών, σύμφωνα με την περιφερειακή υπηρεσία πολιτικής προστασίας.
Η τεχνητή λίμνη Fanaco, η οποία τροφοδοτεί με νερό την επαρχία του Αγκριτζέντο συνήθιζε να συγκεντρώνει έως και 18 εκατομμύρια κυβικά μέτρα νερού κατά τη διάρκεια μιας μέσης περιόδου βροχών, η οποία συνήθως διαρκεί από τον Σεπτέμβριο έως τον Απρίλιο. Αλλά τον Απρίλιο το νερό της λίμνης ήταν ήδη κάτω από 2 εκατομμύρια κυβικά μέτρα και τώρα έχει σχεδόν στερέψει.
Τον Μάιο, η κυβέρνηση κήρυξε κατάσταση έκτακτης ανάγκης λόγω ξηρασίας και διέθεσε 20 εκατομμύρια ευρώ για την αγορά βυτιοφόρων και το άνοιγμα νέων πηγαδιών. Χθες, οι θερμοκρασίες στη νότια Σικελία ήταν δύο βαθμούς Κελσίου θερμότερες από τον μέσο όρο της περιόδου 1991-2020, σύμφωνα με τον Δείκτη Κλιματικής Μετατόπισης, πράγμα που σημαίνει ότι το νερό εξατμίζεται γρήγορα.
«Αν δεν βρέξει τον Σεπτέμβριο, θα πρέπει να αρχίσουμε να αξιοποιούμε κρίσιμα αποθέματα, και τα πηγάδια και οι υδροφόροι ορίζοντες θα πέσουν επίσης κάτω από τα κρίσιμα επίπεδα, όχι μόνο οι λίμνες μας», τονίζει ο Σαλβατόρε Κοκίνα.
Good afternoon everyone,
When pictures are worth a thousand words. Look what’s left of Fanaco lake in Sicily from last summer, to now!. And in the next few days or even a week, the temperatures will continue to be above average, and no rain on the cards for a while.
Source… pic.twitter.com/WH3Got9Nl9
— Kernow Weather Team (@KWTWeather) July 25, 2024
«Δεν φταίει μόνο το κλίμα»
Το φαινόμενο της ξηρασίας και της λειψυδρίας δεν είναι καινούργιο στη νότια Σικελία, καθώς το έδαφος δεν συγκρατεί πολύ νερό, τα υδραγωγεία έχουν διαρροές λόγω παλαιότητας και κακής συντήρησης, ενώ τα 29 φράγματα που διαθέτει δεν είναι όλα λειτουργικά.
«Η Σικελία είναι τόσο ευάλωτη λόγω των σωληνώσεων που έχουν διαρροές και των απαρχαιωμένων υποδομών. Δεν είναι μόνο το κλίμα», υπογραμμίζει ο Τζούλιο Μποκαλέτι, επιστημονικός διευθυντής του ευρωμεσογειακού κέντρου για την κλιματική αλλαγή.
Αν και δεν είναι αισιόδοξος για το μέλλον, πιστεύει ότι η επιδιόρθωση των υποδομών ύδρευσης και οι επενδύσεις για την προσαρμογή της γεωργίας και της μηχανικής θα μπορούσαν να αντισταθμίσουν κάποιες ανησυχίες.
Κατά τον Τζουζέπε Μαρία Αμάτο, περιφερειακό διευθυντή της ιταλικής περιβαλλοντικής ΜΚΟ Legambiente, για να αντιμετωπιστεί το φαινόμενο θα πρέπει να δοθεί και πάλι ο πρώτος λόγος στη φύση. Να αποκατασταθούν λίμνες, έλη, ποτάμια και να αλλάξουν οι τρόποι καλλιέργειας και η αντίληψη για τη διαχείριση του νερού.
Πηγή: in.gr / Ιωάννα Κουμπαρέλη