Ορόσημο του Βελιγραδίου που βομβαρδίστηκε από το ΝΑΤΟ ίσως αποκτήσει την «υπογραφή» Τραμπ
Δεδομένου του ιστορικού, αιφνιδιάζει η συμφωνία για την αναμόρφωση του χώρου, με σκοπό την κατασκευή ενός πολυτελούς συγκροτήματος ξενοδοχείου και κατοικιών
Ένα από τα πρώτα «αξιοθέατα» που αντικρίζουν όσοι φτάνουν στο κέντρο της πρωτεύουσας της Σερβίας, του Βελιγραδίου, είναι κυβερνητικά κτήρια σε προχωρημένη κατάσταση κατάρρευσης.
Βομβαρδίστηκαν από αεροσκάφη του ΝΑΤΟ το 1999 και παραμένουν σχεδόν στην ίδια κατάσταση μέχρι σήμερα.
Το μήνυμα που μεταδίδεται στους επισκέπτες είναι: «Καλώς ήρθατε στη Σερβία, η πρόσφατη ιστορία μας υπήρξε ταραχώδης και περίπλοκη και ακόμα δεν την έχουμε ξεπεράσει πλήρως».
Σαν χαμόγελο με σπασμένα δόντια, τα κτίρια του Υπουργείου Άμυνας στέκουν ακόμη όρθια. Όμως είναι εμφανές πως δέχθηκαν σοβαρό πλήγμα όταν το ΝΑΤΟ επενέβη για να σταματήσει τη στρατιωτική εκστρατεία της Σερβίας στο Κοσσυφοπέδιο.
Ως μέλος της Δυτικής στρατιωτικής συμμαχίας, οι Ηνωμένες Πολιτείες είχαν και αυτές εμπλοκή στους βομβαρδισμούς.
Δεδομένου αυτού του ιστορικού, πέρυσι οι Σέρβοι αιφνιδιάστηκαν όταν η κυβέρνηση συνήψε συμφωνία με μια εταιρεία ονόματι Affinity Global για την αναμόρφωση του χώρου, με σκοπό την κατασκευή ενός πολυτελούς συγκροτήματος ξενοδοχείου και κατοικιών αξίας 500 εκατομμυρίων δολαρίων.
Η έκπληξη δεν οφείλεται μόνο στο γεγονός ότι η εν λόγω εταιρεία είναι αμερικανική, αλλά και γιατί ιδρυτής της είναι ο Τζάρεντ Κούσνερ, γνωστός κυρίως ως γαμπρός του Ντόναλντ Τραμπ. Κι επιπλέον, γιατί το σχεδιαζόμενο συγκρότημα προορίζεται να ονομαστεί «Trump Tower Belgrade».
Αν και έχει προκύψει πλέον μια σημαντική ανατροπή που θέτει το σχέδιο σε αμφιβολία, η απόφαση της σερβικής κυβέρνησης να συνάψει αυτή τη συμφωνία δεν θεωρείται εντελώς απρόσμενη.
Πριν ακόμη γίνει πρόεδρος των ΗΠΑ το 2016, ο Ντόναλντ Τραμπ είχε εκφράσει ενδιαφέρον για την ανέγερση ξενοδοχείου στο συγκεκριμένο σημείο.
Η κίνηση επίσης εντάσσεται, σύμφωνα με την αντιπολίτευση της Σερβίας, σε μια γενικότερη κυβερνητική τάση που επιτρέπει σε ξένους επενδυτές να αποκομίζουν κέρδος από δημόσια περιουσία.
Επικαλούνται ως χαρακτηριστικό παράδειγμα το έργο «Belgrade Waterfront», ένα συγκρότημα κατοικιών και καταστημάτων που κατασκευάστηκε από επενδυτές από τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα σε έκταση που ανήκε στους σιδηροδρόμους της Σερβίας.
Εκεί που παλιά υπήρχαν σκουριασμένα βαγόνια και εγκαταλελειμμένες ράγες, τώρα υπάρχει ένα πολυτελές εμπορικό κέντρο, κομψά εστιατόρια και ο ασυνήθιστα διογκωμένος, 42όροφος «Πύργος του Βελιγραδίου». Δεν είναι, βέβαια, του γούστου όλων.
Ωστόσο, εκείνος ήταν ένας εγκαταλελειμμένος χώρος, όχι κάποιο ιστορικό ορόσημο στο κέντρο της πόλης. Το συγκρότημα του Υπουργείου Άμυνας είναι μια εντελώς διαφορετική υπόθεση, όχι μόνο επειδή λειτουργεί ως μνημείο για τα θύματα των βομβαρδισμών του 1999.
Αποτελεί επίσης έντονη υπενθύμιση για το γιατί η μεγάλη πλειοψηφία των Σέρβων παραμένει αντίθετη στο ΝΑΤΟ και διατηρεί φιλορωσικά αισθήματα.
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, η παραχώρηση 99ετούς μίσθωσης του χώρου σε Αμερικανό επενδυτή, φέρεται μάλιστα χωρίς κάποιο αρχικό αντάλλαγμα, αποτελεί μια τολμηρή κίνηση.
Αλλά ο πρόεδρος της Σερβίας, Αλεξάνταρ Βούτσιτς, δεν ζητά συγγνώμη. «Είναι σημαντικό να ξεπεράσουμε το βάρος του 1999», δήλωσε στο BBC.
«Είμαστε έτοιμοι να χτίσουμε καλύτερες σχέσεις με τις ΗΠΑ, θεωρώ ότι αυτό είναι εξαιρετικά σημαντικό για τη χώρα μας».
Αυτή η άποψη συγκεντρώνει έναν βαθμό κατανόησης από τη διεθνή επιχειρηματική κοινότητα του Βελιγραδίου.
Οι άμεσες ξένες επενδύσεις έχουν υπερτριπλασιαστεί την τελευταία δεκαετία. Όμως, το κατά κεφαλήν ΑΕΠ παραμένει χαμηλό σε σύγκριση με τα κράτη-μέλη της ΕΕ, φτάνει μόλις στο ένα τρίτο του μέσου όρου της Ένωσης.
Για να συνεχιστεί αυτή η ανοδική πορεία, η προσέλκυση νέων επενδυτών είναι ζωτικής σημασίας. Και ενώ οι οικονομικές λεπτομέρειες του σχεδίου αξιοποίησης του πρώην Υπουργείου Άμυνας δεν έχουν αποκαλυφθεί, οι New York Times ανέφεραν ότι η σερβική κυβέρνηση θα λάβει το 22% των μελλοντικών κερδών.
«Για μια μικρή και συγκεκριμένη αγορά, πρώην Γιουγκοσλαβία, εκτός ΕΕ, κάθε δημοσιότητα είναι καλή δημοσιότητα», λέει ο Τζέιμς Θόρνλεϊ, πρώην ανώτερος συνέταιρος της KPMG στη Σερβία και νυν εταίρος στη χρηματοοικονομική συμβουλευτική εταιρεία KP Advisory στο Βελιγράδι.
«Όταν έρχονται μεγάλοι διεθνείς παίκτες, είναι ελκυστικό, είναι πόλος έλξης. Βγάζεις το όνομα της χώρας και τις ευκαιρίες στο προσκήνιο».
Ο κ. Θόρνλεϊ ζει στη Σερβία τα τελευταία 25 χρόνια και γνωρίζει καλά την ευαισθησία που περιβάλλει το συγκρότημα του Υπουργείου Άμυνας. Όμως πιστεύει ότι η κοινή γνώμη θα αλλάξει μόλις δει τα οφέλη από την ανάπτυξη.
«Ο χώρος είναι μια πληγή για τα μάτια και πρέπει να αντιμετωπιστεί», λέει. «Δεν έχει γίνει τίποτα εδώ και 26 χρόνια, ας το τακτοποιήσουμε επιτέλους».
Ωστόσο, δεν συμμερίζονται όλοι στον χώρο των διεθνών επενδύσεων στη Σερβία την ίδια αισιοδοξία.
Ο Άντριου Πίρσον, ήταν πρώην διευθύνων σύμβουλος του παγκόσμιου κολοσσού ακινήτων CBRE για τη Νοτιοανατολική Ευρώπη και νυν επικεφαλής της iO Partners που δραστηριοποιείται αποκλειστικά στην περιοχή.
Αναγνωρίζει ότι η ερειπωμένη κατάσταση του πρώην Υπουργείου Άμυνας είναι «κακή για την εικόνα της πόλης» και πως η συμφωνία για την αξιοποίησή του «μάλλον αποτελεί θετική είδηση, καθώς δείχνει ότι η χώρα μπορεί να προσελκύσει μεγάλες επενδύσεις».
Όμως διατηρεί σοβαρές επιφυλάξεις σχετικά με τον τρόπο που η κυβέρνηση προχώρησε σε συμφωνία με την Affinity Global. Ο κ. Πίρσον αναφέρει ότι δεν υπήρξε ανοιχτή διαδικασία προσφορών που θα επέτρεπε και σε άλλες εταιρείες να υποβάλουν πρόταση για την αξιοποίηση του χώρου.
«Όταν πρόκειται για κρατική γη, πρέπει να αποδείξεις ότι εξασφαλίζεις την αξία της στην αγορά. Ο συνήθης τρόπος να το κάνεις αυτό είναι με μια σωστή διαγωνιστική διαδικασία», λέει ο κ. Πίρσον.
«Αν αυτό συνέβαινε στο Ηνωμένο Βασίλειο, τη Γερμανία, την Ουγγαρία ή ακόμα και τη Ρουμανία ή τη Βουλγαρία, θα υπήρχε διαδικασία, θα περνούσε από την ανοιχτή αγορά. Όσοι προγραμματίζουν είσοδο στη Σερβία ή ήδη δραστηριοποιούνται, θα είχαν την ευκαιρία να κάνουν δική τους προσφορά».
Το 2023, ο πρόεδρος Βούτσιτς είχε δηλώσει ότι συναντήθηκε με τον Κούσνερ και είχαν μια «εξαιρετική συζήτηση» σχετικά με τις «δυνατότητες μεγάλων και μακροπρόθεσμων επενδύσεων».
Ο Ντόναλντ Τραμπ Τζούνιορ έχει από τότε πραγματοποιήσει επισκέψεις στο Βελιγράδι, μετά την ανακοίνωση της Affinity Global ότι ένα ξενοδοχείο Trump International θα αποτελέσει μέρος της ανάπτυξης. Ο ρόλος του Τραμπ Τζούνιορ και της οικογενειακής επιχείρησης φέρεται να περιορίζεται μόνο στο ξενοδοχείο.
Έχουν εγερθεί ερωτήματα σχετικά με το αν οι Τραμπ συνάπτουν εμπορικές συμφωνίες ενώ ο Ντόναλντ Τραμπ βρίσκεται στον Λευκό Οίκο, αλλά η γραμματέας Τύπου του έχει απορρίψει οποιονδήποτε υπαινιγμό ότι αποκομίζει κέρδος από την προεδρία.
Ο κ. Πίρσον εκφράζει την ανησυχία ότι η φύση της συμφωνίας για το πρώην Υπουργείο Άμυνας μπορεί να ενοχλήσει επιχειρήσεις που έχουν ήδη επενδύσει στη Σερβία.
«Αν ήμουν επενδυτής που έχει ήδη ρίξει δεκάδες ή εκατοντάδες εκατομμύρια στη χώρα, θα ένιωθα άσχημα που δεν μου δόθηκε η ευκαιρία», λέει.
Η Affinity Global και η σερβική κυβέρνηση δεν απάντησαν σε αιτήματα για σχόλια σχετικά με το πώς επιτεύχθηκε η συμφωνία για τον χώρο και το αν υπήρξε ή όχι ανοιχτή διαγωνιστική διαδικασία.
Έπειτα υπάρχει και το ερώτημα για το αν θα έπρεπε να πραγματοποιείται οποιαδήποτε εμπορική ανάπτυξη στον συγκεκριμένο χώρο. Ακόμα και στην τωρινή του κατάσταση, το σημείο παραμένει αρχιτεκτονικά και ιστορικά σημαντικό.
Τα κτήρια κατασκευάστηκαν αρχικά για να υποδέχονται επισκέπτες στην πρωτεύουσα της Σοσιαλιστικής Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γιουγκοσλαβίας του Τίτο.
Ο αρχιτέκτονας Νίκολα Ντόμπροβιτς σχεδίασε δύο δομές εκατέρωθεν της οδού Νεμάνινα, οι οποίες, όταν τις παρατηρεί κανείς μαζί, σχηματίζουν μια πύλη.
Το σχέδιο παραπέμπει και στα ανάγλυφα της χαράδρας Σούτιεσκα, όπου οι Γιουγκοσλάβοι Παρτιζάνοι πέτυχαν καθοριστική νίκη επί των ναζιστικών δυνάμεων το 1943. Το 2005, ο χώρος απέκτησε καθεστώς προστατευόμενου μνημείου βάσει της σερβικής νομοθεσίας περί πολιτιστικής κληρονομιάς.
«Καμία σοβαρή πόλη δεν χτίζει το σύγχρονο μέλλον της κατεδαφίζοντας τα ιστορικά της κέντρα και τα πολιτιστικά της μνημεία», λέει η Εστέλα Ράντονιτς Ζίβκοβ, πρώην αναπληρώτρια διευθύντρια του Ρεπουμπλικανικού Ινστιτούτου Προστασίας Μνημείων της Σερβίας.
«Για να προοδεύσει η Σερβία, πρέπει πρώτα να σεβαστεί τους δικούς της νόμους και την πολιτιστική της κληρονομιά», τονίζει. «Σύμφωνα με τη σερβική νομοθεσία, δεν είναι δυνατή η ανάκληση της προστασίας αυτού του χώρου».
Όμως, ακριβώς όταν φαινόταν πως η μοίρα του χώρου είχε οριστικά κριθεί, οι Σέρβοι εισαγγελείς για το οργανωμένο έγκλημα πρόσθεσαν μια ανατροπή αντάξια χολιγουντιανού θρίλερ.
Στις 14 Μαΐου, η αστυνομία συνέλαβε τον αξιωματούχο που είχε δώσει το πράσινο φως για την άρση της προστατευόμενης κατάστασης του συγκροτήματος του Υπουργείου Άμυνας.
Οι εισαγγελείς δήλωσαν ότι ο Γκόραν Βάσιτς, προσωρινός διευθυντής του Ρεπουμπλικανικού Ινστιτούτου Προστασίας Πολιτιστικών Μνημείων, παραδέχθηκε πως κατασκεύασε ψευδή εμπειρογνωμοσύνη, η οποία χρησιμοποιήθηκε για να δικαιολογηθεί η αλλαγή καθεστώτος. Αντιμετωπίζει κατηγορίες για κατάχρηση εξουσίας και πλαστογράφηση επίσημων εγγράφων.
Αυτή η παραδοχή αξιοποιήθηκε από όσους αντιτίθενται στο έργο ως απόδειξη ότι ο Κούσνερ έτυχε ευνοϊκής μεταχείρισης — κάτι που η σερβική κυβέρνηση αρνείται κατηγορηματικά.
Το που αφήνει αυτή η εξέλιξη το σχέδιο της Affinity Global – μαζί με το ξενοδοχείο Trump International, παραμένει ασαφές. Οι επανειλημμένες προσπάθειες για να κλειστεί συνέντευξη με την εταιρεία απέβησαν άκαρπες, αν και εξέδωσε δήλωση υποστηρίζοντας ότι ο κ. Βάσιτς «δεν έχει καμία σχέση με την εταιρεία μας», προσθέτοντας ότι θα «εξετάσει το ζήτημα και θα αποφασίσει τα επόμενα βήματα».
Ο πρόεδρος Βούτσιτς, από την πλευρά του, αρνείται ότι υπάρχει οποιοδήποτε πρόβλημα με την ανάπτυξη. Κατά τη διάρκεια συνάντησης Ευρωπαίων ηγετών στα Τίρανα, δήλωσε: «Δεν υπήρξε κανενός είδους πλαστογραφία».
Ωστόσο, φαίνεται πως το ρημαγμένο πρόσωπο του παλιού Υπουργείου Άμυνας θα παραμείνει αναλλοίωτο, τουλάχιστον προς το παρόν. Και χάρη στη σύνδεση με τον Τραμπ, θα αποτελεί ακόμη περισσότερο θέμα συζήτησης για τους επισκέπτες που φτάνουν πρώτη φορά στο Βελιγράδι.
πηγή: bbc