Βanksy: Σε καταφύγιο τέχνης μεταμορφώνει τη φυλακή του Ρέντινγκ
Ανάμεσα στους κρατούμενος βρισκόταν κάποτε και ο Όσκαρ Ουάιλντ.
Μια γενναία απόπειρα εκ μέρους του street artist, Banksy να συγκεντρώσει το ποσό των 10 εκατομμυρίων λιρών, προκειμένου να αγοράσει τη φυλακή του Ρέντινγκ, όπου κάποτε ανάμεσα στους κρατούμενος βρισκόταν και ο Όσκαρ Ουάιλντ και να τη μετατρέψει σε πολιτιστικό κέντρο.
Ο καλλιτέχνης δεσμεύτηκε να συλλέξει τα χρήματα, πουλώντας το στένσιλ που χρησιμοποίησε για το έργο του – αναφορά στον ποιητή και συγγραφέα – στον τοίχο της φυλακής.
Υπενθυμίζεται ότι τον Μάρτιο, η εικόνα ενός κρατούμενου που δραπετεύει έκανε την εμφάνισή της στον εξωτερικό τοίχο των φυλακών Ρέντινγκ στο Μπέρκσαϊρ της Αγγλίας. Στην άκρη του σχοινιού μια παλιά γραφομηχανή που κρέμεται προδίδει την αναφορά στον Ιρλανδό ποιητή Όσκαρ Ουάιλντ, ο οποίος εξέτισε εκεί την ποινή του. Την κυριότητα του έργου είχε επιβεβαιώσει και ο ίδιος ο καλλιτέχνης μέσω του λογαριασμού του στο Instagram.
“Μετατρέποντας το μέρος που τον κατέστρεψε σε καταφύγιο τέχνης, δημιουργούμε μια υπέροχη αίσθηση, που αποδεικνύει ότι πρέπει να το κάνουμε”
Οι ηθοποιοί Dame Judi Dench, Sir Kenneth Branagh, Kate Winslet και Natalie Dormer είναι μερικοί από αυτούς που έχουν υποστηρίξει ανοιχτά τη μετατροπή των φυλακών σε πολιτιστικό κέντρο.
Η μπαλάντα της φυλακής του Ρέντινγκ, του Όσκαρ Ουάιλντ
Η Μπαλάντα της φυλακής του Ρέντινγκ είναι ποίημα του Όσκαρ Ουάιλντ, που γράφηκε κατά την αυτοεξορία του, αμέσως μετά την αποφυλάκισή του από την φυλακή του Ρέντινγκ, στις 19 Μαρτίου του 1897. Ο Ουάιλντ είχε φυλακιστεί για διαφθορά των νέων σε δύο χρόνια καταναγκαστικά έργα.
Κατά τον εγκλεισμό του στις 7 Ιουλίου 1896, πραγματοποιήθηκε η εκτέλεση δι’ απαγχονισμού του στρατιώτη της Αγγλικής Βασιλικής Ιππικής Φρουράς Charles Thomas Woolridge που είχε καταδικαστεί σε θάνατο για τον φόνο της συζύγου του, κόβοντας με ξυράφι τον λαιμό της. Το ποίημα ξεκινά από αυτή την πραγματική ιστορία και καταλήγει στη συμβολική ταυτοποίηση του συνόλου των φυλακισμένων.
Δεν γίνεται προσπάθεια να εκτιμηθούν η δικαιοσύνη και οι νόμοι που τους καταδίκασαν, αλλά τονίζεται η αποκτήνωση της τιμωρίας που οι καταδικασμένοι μοιράζονται μεταξύ τους. Ταυτόχρονα ο ποιητής ταυτίζει τον εαυτό του με τον μελλοθάνατο, αφού κι αυτός είχε χωρίσει από τη γυναίκα του και τα παιδιά του, στον στίχο “Μα ο καθένας από μας σκοτώνει ό, τι αγαπάει”.
Απόσπασμα από το ποίημα
Μα κι ο καθείς σκοτώνει ό,τι αγαπάει, και πρέπει αυτό απ’ όλους ν’ ακουστεί. Άλλοι με κολακεία σε σκοτώνουν Κι άλλοι με ματιά φαρμακερή Μ’ ένα φιλί σκοτώνουν οι δειλοί, Κι οι γενναίοι άνδρες με σπαθί.
Νέοι σκοτώνουν άλλοι την αγάπη τους Κι άλλοι σαν γενούνε γέροι. Με χέρι Λαγνείας άλλοι τήνε πνίγουνε Κι άλλοι με Πλούτου χέρι Κι επειδή πιο γρήγορα παγώνει έτσι το κορμί, Οι πονόψυχοι σκοτώνουν με μαχαίρι.
Άλλοι για λίγο ερωτεύονται κι άλλοι για πολύ. Άλλοι τον Έρωτα πουλάνε κι άλλοι τον αγοράζουν. Άλλοι με βουρκωμένα μάτια τον σκοτώνουνε Κι άλλοι βουβοί τον αφανίζουν Κι ενώ ο καθείς σκοτώνει ό,τι αγαπάει, Όλοι ωστόσο δεν πεθαίνουν.
Μαύρα μεσάνυχτα πάντα είχαμε μες στην καρδιά μας, Και στο κελί μας μέσα αυγή, Και τον τροχό γυρίζαμε και ξεφτίζαμε το σχοινί, Ο καθείς στην Κόλασή του μέσα την ατομική. Μα είναι πολύ πιο τρομερή η σιωπή Από καμπάνας μπρούτζινης αντήχηση βροντερή.
Ποτέ δεν είδα άνθρωπο ν’αγναντεύει, Με λαχτάρα τόση στη ματιά, Αυτό που οι κατάδικοι ονομάζουν ουρανό, Την οθόνη εκεί ψηλά τη θαλασσιά, Και κάθε συννεφάκι που αρμενίζει Όμοιο με πλεούμενο με ασημί πανιά.
Δεν ξέρω αν οι νόμοι είναι άδικοι Ούτε και δίκαιοι αν είναι ή σωστοί, Μα κείνο που όλοι οι καταδικασμένοι το γνωρίζουνε, Είναι πως δεν μπορούν τα τείχη να περάσουν ζωντανοί, Και πως κάθε μέρα σαν χρόνος μοιάζει, Χρόνος δίχως τέλος και αρχή.
Πηγή: News247.gr