Βρετανία: Τι απέδειξε ο κοροναϊός για την έλλειψη στέγης

Πώς εφαρμόζονται οι εντολές εγκλεισμού σε όσους δεν έχουν σπίτι;

Parallaxi
βρετανία-τι-απέδειξε-ο-κοροναϊός-για-τ-629914
Parallaxi
Εικόνα: unsplash

Όταν ο κοροναϊός ανάγκασε χώρες να απαγορεύσουν την κυκλοφορία και περιόρισε τους ανθρώπους στα σπίτια τους, οι κυβερνήσεις ήρθαν αντιμέτωπες με ένα επείγον ερώτημα: Πώς εφαρμόζονται οι εντολές εγκλεισμού σε όσους δεν έχουν σπίτι;

Για την Βρετανία, η απάντηση ήταν ξεκάθαρη: «Φέρτε τους όλους μέσα». Εντός των ημερών από την επιβολή της εθνικής απαγόρευσης κυκλοφορίας στις 23 Μαρτίου, η βρετανική κυβέρνηση είπε στις τοπικές αρχές να στεγάσουν κάθε άνθρωπο που χρειαζόταν ένα σπίτι. Ήταν μια δύσκολη αποστολή – εκατομμυρίων λιρών, και μια προσπάθεια πολλών υπεύθυνων και φιλανθρωπιών. Αλλά δούλεψε. Χιλιάδες άστεγοι τοποθετήθηκαν σε άδεια δωμάτια ξενοδοχείων, φοιτητικές εστίες και άλλους χώρους προσωρινής κατοικίας. Ένας στόχος, που η κυβέρνηση έθεσε ένα χρόνο πριν, επετεύχθη πολύ νωρίτερα.

Ανάμεσα σε όλες τις αδυναμίες που προκάλεσε ο κοροναϊός στην εφοδιαστική αλυσίδα, στο σύστημα υγείας και στην παγκόσμια οικονομία, αποκάλυψε το πόσο εύκολα λύνονται φαινομενικά δύσκολα προβλήματα, με αρκετή πολιτική θέληση. Παρότι ο κοροναϊός δεν έλυσε το πρόβλημα των αστέγων στην Βρετανία, απέδειξε ότι με αρκετή χρηματοδότηση και δίνοντας προτεραιότητα, οι κυβερνήσεις μπορούν να βγάλουν τους ανθρώπους από τους δρόμους. Το ερώτημα δεν είναι πλέον αν ή πώς θα λυθεί η κρίση της έλλειψης στέγης στη Βρετανία, αλλά το αν οι ηγέτες της χώρας είναι πρόθυμοι να εξαντλήσουν τις πηγές και το απαιτούμενο πολιτικό κεφάλαιο.

Η Βρετανία δεν είναι η μόνη χώρα που χρησιμοποίησε την αφθονία των άδειων ξενοδοχείων για να στεγάσει τον άστεγο πληθυσμό κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Η Αυστραλία, η Γαλλία και περιοχές των ΗΠΑ έκαναν το ίδιο. Στην Αγγλία, περίπου 15.000 άνθρωποι, συμπεριλαμβανομένου του 90% των ανθρώπων που ζουν στον δρόμο, απομονώθηκαν σε κάποια προσωρινή κατοικία εν μέσω της πανδημίας. Θέματα που αφορούν την στέγαση είναι ευθύνη των περιφερειακών κυβερνήσεων. Παρόμοιες προσπάθειες έγιναν και στην Βόρεια Ιρλανδία, Σκωτία και Ουαλία.

Άστεγοι άνθρωποι σπάνια έχουν την πολυτέλεια να χωριστούν από άλλους ανθρώπους που είναι στο δρόμο. Συμβατικές υπηρεσίες που ήταν διαθέσιμες σε αυτούς πριν την πανδημία, όπως καταφύγια διανυκτερεύσεως, είναι κοινόχρηστα και στριμωγμένα, κάνοντας την απομόνωση πολύ δύσκολη. Δίνοντας τους δικά τους δωμάτια, η Βρετανία κατάφερε να αποφύγει τα μεγάλης κλίμακας ξεσπάσματα που εμφανίστηκαν σε άστεγους πληθυσμούς αλλού. Σύμφωνα με την Εθνική Στατιστική Υπηρεσία της Βρετανίας, τουλάχιστον 16 άστεγοι πέθαναν από κοροναϊό στην Αγγλία και την Ουαλία, ένας αριθμός που θα μπορούσε να είναι «πολύ χειρότερος» αν δεν επενέβαιναν οι αρχές.

Παρόλο που ένας μεγάλος αριθμός άστεγων στην Βρετανία είναι σχετικά νεαρά άτομα, είναι πιο πιθανό να υποφέρουν από υποβόσκουσες ιατρικές καταστάσεις που τους βάζουν σε μεγαλύτερο κίνδυνο. Άνθρωποι που είναι χρόνια άστεγοι έχουν μέσο προσδόκιμο ζωής κάποιες δεκαετίες λιγότερο από τον γενικό πληθυσμό και είναι πιο ευάλωτοι στον κοροναϊό.

Το όλο εγχείρημα δεν έβαλε μόνο μια στέγη πάνω από τα κεφάλια των ανθρώπων. Για πολλούς, έδωσε πρόσβαση σε ζωτικές υπηρεσίες, συμπεριλαμβανομένου συμβούλους μετανάστευσης και φιλανθρωπικούς εργαζομένους. Η Lucy Abraham, η διευθύνων σύμβουλος της φιλανθρωπικής οργάνωσης του Λονδίνου Glass Door, δήλωσε ότι η βοήθεια που απαιτείται είναι τόσο απλή όπως το να ανοίξεις έναν τραπεζικό λογαριασμό ή να αντικαταστήσεις μια χαμένη ταυτότητα – βήματα που θα βοηθούσαν έναν άνθρωπο να εξασφαλίσει μια δουλειά και τελικά βρει ένα σπίτι. «Είναι πολύ πιο δύσκολο να βοηθήσεις ανθρώπους όταν είναι στον δρόμο», λέει η Louise Casey, πρώην υπεύθυνη του Rough Sleepers Unit, που είναι επικεφαλής της βρετανικής προσπάθειας να στεγάσει άστεγους κατά τη διάρκεια της πανδημίας. «Αν είχαν 3 κανονικά γεύματα μέσα στη μέρα και έναν καλό ύπνο…θα λέγαμε “Ας μπει σε μια τάξη η γραφειοκρατία”.

Καθώς η επιτυχία της Βρετανίας στο να προστατέψει τον άστεγο πληθυσμό από την πανδημία επιδοκιμάζεται, επίσης γεννά ερωτήματα: Γιατί έπρεπε να συμβεί μια πανδημία για να γίνει αυτό πραγματικότητα; Την τελευταία δεκαετία, η έλλειψη στέγης στην χώρα αυξήθηκε κατά 141% – μια κρίση που αναζωπυρώθηκε από την εθνική ανεπάρκεια κατοικιών, τα υψηλά ενοίκια και τις περικοπές προϋπολογισμού. Αν μεγαλύτερη επένδυση ήταν η λύση, τι σταμάτησε την κυβέρνηση από το να δράσει νωρίτερα;

Όταν τέθηκε αυτή η ερώτηση στην Suzanne Fitzpatrick, καθηγήτρια για την στέγαση και κοινωνική πολιτική στο Πανεπιστήμιο Heriot-Watt στο Εδιμβούργο και ειδική στην παγκόσμια έλλειψη στέγασης, είπε ότι το πλάνο στέγασης – το οποίο στηρίζεται στην ιδέα πως η καλύτερη και πιο οικονομικά αποδοτική λύση για να αντιμετωπιστεί η έλλειψη στέγης είναι να δώσει πρώτα σπίτι στους ανθρώπους και μετά να τους δώσει στήριγμα – είναι ήδη ευρέως αποδεκτό, όπως στη Φινλανδία που τον περασμένο χρόνο εξάλειψε τους άστεγους στην πρωτεύουσα της, το Ελσίνκι. «Αυτό που θέλει και χρειάζεται η πλειοψηφία του άστεγου πληθυσμού είναι η αυτόνομη διαμονή και την υποστήριξη που χρειάζονται για διατηρήσουν την διαμονή τους», λέει η Fitzpatrick.

Η Lorraine Tabone, ιδρύτρια μιας κοινοτικής ομάδας με το όνομα Lola’s Homeless, το οποίο εξυπηρετεί αστέγους στον δήμο του ανατολικού Λονδίνου του Νιούχαμ, είπε ότι η πανδημία παρουσίασε μια χρυσή ευκαιρία στους άστεγους της κοινότητας της, η οποία έχει το μεγαλύτερο ποσοστό έλλειψης στέγης στην χώρα. Τον Φεβρουάριο, άνθρωποι οι οποίοι δούλεψαν με τους εθελοντές της Lorraine, κοιμόταν σε ένα παλιό εμπορικό κέντρο. Από τότε που επιβλήθηκε το lockdown, το εμπορικό κέντρο έκλεισε και πολλοί από τους πρώην κατοίκους μεταφέρθηκαν σε ξενοδοχείο. Η Tabone είπε ότι παραπάνω από 200 άστεγοι στο Newham μεταφέρθηκαν σε προσωρινά καταλύματα. Κάποιοι βρήκαν δουλειές. «Υπάρχουν κάποιες καλές ιστορίες που βγαίνουν από όλο αυτό», λέει η Tabone. «Δείχνει πως γίνεται να λήξει όλη αυτή η κατάσταση σε μια νύχτα. Με λεφτά γίνονται πράγματα».

Λύσεις όπως αυτή δεν είναι φθηνές, απαιτώντας τύπους επενδύσεων που η βρετανική κυβέρνηση μόνο πρόσφατα έδειξε πρόθυμη να δαπανήσει. Η Φινλανδία, για παράδειγμα, ξόδεψε περίπου 300 εκατομμύρια ευρώ (343 εκατ. δολάρια) μέσα σε μια δεκαετία για να δημιουργήσει 3.500 νέα σπίτια και να προσλάβει 300 εργαζομένους. Μακροπρόθεσμα, έρευνες έδειξαν ότι αυτός ο τύπος δαπανών οδηγεί σε εξοικονόμηση, ειδικά όταν πρόκειται για επείγουσα υγειονομική περίθαλψη, κοινωνικές υπηρεσίες και το σύστημα ποινικής δικαιοσύνης. Καθώς το κόστος της εξάλειψης των αστέγων είναι υψηλό, το κόστος του να το αφήσουμε να συνεχιστεί είναι ακόμα πιο υψηλό.

Παρόλο που η πρόσφατη σπατάλη της Βρετανίας προσφέρει μια σειρά μέτρων που αντιμετωπίζουν το ζήτημα, συμπεριλαμβανομένου μιας προσωρινής απαγόρευσης εξώσεων και επιπλέον 105 εκατ. λίρες στη χρηματοδότηση για να κρατηθούν αυτοί που στεγάστηκαν κατά τη διάρκεια της πανδημίας σε κατοικίες, δεν είναι ξεκάθαρο για πόσο καιρό θα διαρκέσει αυτή η χρηματοδότηση ή ποιος θα έχει πρόσβαση σε αυτή.

Κάτι που ανησυχεί τις τοπικές αρχές και οι φιλανθρωπικές οργανώσεις τώρα είναι αν αυτά τα χρήματα θα είναι προσβάσιμα σε αυτούς που δεν πληρούν τις προϋποθέσεις για το κρατικό επίδομα – μια ομάδα που περιλαμβάνει πιθανώς χιλιάδες μη καταγεγραμμένους μετανάστες, Ευρωπαίους πολίτες που δεν είναι μόνιμοι και ανθρώπους με εκκρεμή υπόθεση μετανάστευσης. Καθώς η προσπάθεια της κυβέρνησης να στεγάσει ανθρώπους αρχικά αγνόησε αν αυτοί που στεγάστηκαν ήταν δικαιούχοι της δημόσιας χρηματοδότησης, φιλανθρωπικές οργανώσεις όπως η Crisis και η Glass Door εξέφρασαν ανησυχίες που οι περιορισμοί θα μπορούσαν να εφαρμοστούν σε μελλοντικές χρηματοδοτήσεις.

Ο Andrew Fraser, που κατέγραψε τα 4 χρόνια που πέρασε στον δρόμο στο βιβλίο του που λέγεται “Invisible”, είπε ότι καθώς οι προσπάθειες της κυβέρνησης έχουν αλλάξει τη ζωή πολλών ανθρώπων, δεν σημαίνει και πολλά αν η απειλή του να ξαναγυρίσουν στον δρόμο παραμένει. «Το πιο σκληρό πράγμα που μπορείς να κάνεις σε έναν άστεγο άνθρωπο είναι να τους πάρεις από τον δρόμο, να τους πεις ότι είναι ασφαλείς και μετά να τους επιστρέψεις πίσω», είπε. «Αυτό θα φέρει πολλούς ανθρώπους στα όρια τους».

Όταν ρωτήθηκε η Casey για το αν μελλοντική υποστήριξη θα εκτεινόταν και σε αυτούς που δεν δικαιούνται την δημόσια χρηματοδότηση, είπε ότι δεν θα αποκλειστεί κάποιος από την προσωρινή διαμονή κατά τη διάρκεια της πανδημίας, ανεξάρτητα από την μεταναστευτική του κατάσταση. «Δεν πιστεύουμε ότι πρέπει να παίζουμε με τις ζωές των ανθρώπων μόνο και μόνο επειδή το δικό μας σύστημα μετανάστευσης δεν είναι ικανοποιητικό», είπε. «Κανείς δεν θέλει να γυρίσει πίσω. Η ευθύνη δεν είναι μόνο της κυβέρνησης, αλλά και των φιλανθρωπικών οργανώσεων και των τοπικών κυβερνήσεων, για να μην επιστρέψουμε πίσω. Δεν έχουμε αρκετά χρήματα».

Για τώρα. Αλλά η επιδημία των αστέγων υπήρχε πολύ πριν, και θα πάρει παραπάνω από μία εισροή μετρητών για να λυθεί το πρόβλημα μακροπρόθεσμα. Οι τοπικές αρχές ανακοίνωσαν ότι ως και μισό εκατομμύριο νοικοκυριά μπορεί να βρεθούν στον κίνδυνο να μείνουν χωρίς σπίτι, μόλις διαπιστωθεί το οικονομικό αντίκτυπο του κοροναϊού. Όταν έρθει αυτή η πρόκληση, κανείς δεν θα μπορεί να πει ότι είναι ένα δισεπίλυτο πρόβλημα. Η λύση είναι ήδη εδώ.

Πηγή: The Atlantic

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα