Εγώ κυνήγησα τα κυκλώματα στο λιμάνι λέει ο κατηγορούμενος λιμενάρχης
Πώς δικαιολογεί την αγορά γαρσονιέρας στην Καλαμαριά και τι δηλώνει ο δικηγόρος του, κ. Κούγιας
Ο λιμενάρχης Θεσσαλονίκης που συνελήφθη και κατηγορείται ως μέλος εγκληματικής οργάνωσης που μαζί με τέσσερις πλοιοκτήτες και όλους τους πλοηγούς του λιμανιού, παρουσίασε τη δική του εκδοχή των πραγμάτων μέσω απολογητικού υπομνήματος στο protothema.gr. Εκεί υποστηρίζει ότι δεν έχει καμία σχέση με τα κυκλώματα του λιμανιού, μάλιστα προσπάθησε να τα πατάξει. Ζούσε σε χώρο που του είχε παραχωρηθεί μέσα στο λιμεναρχείο, ενώ πρόσφατα αγόρασε μία γκαρσονιέρα με τη μητέρα του με χρήματα που είχε αποταμιεύσει και 17.000€ που έκρυβε σε ένα σεντούκι επειδή είχε χάσει την εμπιστοσύνη του στις τράπεζες.
“Διέταξα ΕΔΕ στους διεφθαρμένους”
Ξεκινώντας την απολογία του ο λιμενάρχης αναφέρει πως “Η πραγματικότητα είναι ότι προ διετίας διέταξα ΕΔΕ μετά απο καταγγελία του πληρώματος της πλοηγίδος (του σκάφους που μεταφέρει τους πλοηγούς στα πλοία) περί χρηματισμού των πλοηγών από τους ναυτικούς πράκτορες, πλην όμως το πόρισμα της εν λόγω εξέτασης απέβη απαλλακτικό για τους πλοηγούς, δεδομένου ότι άπαντες οι ναυτικοί πράκτορες αρνήθηκαν ότι απαιτήθηκαν από αυτούς και ότι έδωσαν στους πλοηγούς χρήματα για οιαδήποτε αιτία. Ταυτόχρονα με την ΕΔΕ διαβίβασα την καταγγελία και τον φάκελο που σχηματίστηκε στον εισαγγελέα Θεσσαλονίκης, ο οποίος τον διαβίβασε περαιτέρω στην εισαγγελέα Διαφθοράς όπου και εκκρεμεί ακόμα”.
“Το γεγονός ότι η υπηρεσία Εσωτερικών Υποθέσεων, αντί να με καλέσει ως μάρτυρα και να συνεργαστεί μαζί μου, στη διερεύνηση της καταγγελίας που εγώ πρώτος επώνυμα της διαβίβασα στις 5 Δεκεμβρίου 2018, καθώς μέχρι τότε υπήρχε μόνο μια ανώνυμη καταγγελία και άρα η δική μου πρωτοβουλία είχε σαφώς μεγαλύτερη βαρύτητα, με έθεσε υπο παρακολούθηση αμέσως μετά τη διαβίβαση της καταγγελίας, ζητώντας μάλιστα από τον Φεβρουάριο του 2009, από το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών Θεσσαλονίκης την άρση του απορρήτου του τηλεφωνικού μου αριθμού, είναι οπωσδήποτε ύποπτο και δυστυχώς για μένα επιβεβαιώνει ότι η ως άνω υπηρεσία κινήθηκε με σκοπιμότητα συνιστάμενη στο να διογκώσει την υπόθεση μέσω της εμπλοκής ενός υψηλόβαθμού δημοσίου υπαλλήλου”. Στη συνέχεια του απολογητικού του υπομνήματος ο λιμενάρχης, παρουσιάζει συνομιλίες όπου αποδεικνύουν σύμφωνα με τα όσα υποστηρίζει ότι δεν έπαιζε κανένα ρόλο στην υπόθεση καθως όπως επισημαίνει δεν είχε καμία αρμοδιότητα σε αυτό το κομμάτι.
Τα 17.000€ που ήταν κρυμένα στο σεντούκι
Αναφορικά με το ξέπλυμα χρήματος δηλώνειει ότι “Φέρομαι ότι νομιμοποίησα τα χρηματικά δώρα που δήθεν εισέπραξα με την αγορά ακινήτων έναντι τιμήματος 37.000 ευρώ πλην όμως η αλήθεια είναι ότι στις 9.8.2019 αγόρασα μια γκαρσονιέρα 28 τ.μ στην Καλαμαριά έναντι τιμήματος 37.000 ευρώ το οποίο δικαιολογείται απολύτως από τις αποδοχές μου ως ανώτερου αξιωματικού του Λιμενικού οι οποίες ανέρχονται τουλάχιστον στο ποσό των 1.800 ευρώ το μήνα και συγκεκριμένα το ποσό κατεβλήθη ως εξής: 2000 ευρώ με μεταφορά από λογαριασμό που διατηρώ σε τράπεζα το οποίο προήλθε από προθεσμιακή κατάθεση 18.500 ευρώ και 6.000 ευρώ που είχε κατατεθεί στον κοινό λογαριασμό με τη μητέρα μοτ λόγω επιστροφής αναδρομικών που είχαν παρακρατηθεί από τον μισθό μου. Τα υπόλοιπα 17.000 ευρώ είναι χρήματα που τόσο εγώ όσο και η μητέρα μοτυ αποταμιεύσαμε και τα τηρούσαμε εκτός τραπέζης λόγω φόβου για κατάρρευση τραπεζικού συστήματος και περικοπής των τραπεζικών καταθέσεων. Επίσης είναι ιδιαίτερα σημαντικό να διευκρινιστεί ότι διάγω ιδιαίτερα λιτή ζωή χωρίς σπατάλες και καταχρήσεις με ελάχιστα προσωπικά έξοδα αφού δεν έχω Ι.Χ αυτοκίνητο, ούτε σκάφος και μέχρι τη σύλληψη μου διέμενα εντός του λιμεναρχείου σε χώρο που μου είχε παραχωρηθεί”.
Ο δικηγόρος του κ. Αλέξης Κούγιας μιλώντας στο protothema.gr τονίζει πως “Είναι μια τραγική ιστορία. Του απεδόθησαν κατηγορίες για συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση με ανθρώπους που δεν γνωρίζει, του απεδόθησαν εκβιασμοί με πρόσωπα τα οποία ούτε καν γνωρίζει, δεν έχει συναντήσει, δεν έχει μιλήσει ποτέ μαζί τους και δεν έχει υποβάλλει καμία εκβιαστική πρόταση. Και όπως είναι γνωστό το αδίκημα της εκβίασης θέλει προσωπική συμπεριφορά. Κάποιος δηλαδή να κάνει κάτι. Και του απέδωσαν και το αδίκημα της δωροδοκίας σε βαθμό κακουργήματος που σημαίνει ότι δωροδοκούμαι για κάτι που είναι στην αρμοδιότητα μου και του απέδωσαν αυτή την πράξη η οποία δεν πρόκειται να γίνει ποτέ γιατί ουδέποτε αυτός έχει δικαίωμα βάσει των όσων προβλέπονται από τις αρμοδιότητες του να παρεμβαίνει μεταξύ του πλοιάρχου και των πλοηγών για τα πόσα ρυμουλκά κάθε φορά χρειάζονται. Και αυτή η υπόθεση προβλέπω να έχει την τύχη της υποθέσεως Ριχάρδου. Και προς τιμήν τους η κυρία εισαγγελέας και η κυρία ανακριτής άφησαν τον άνθρωπο ελεύθερο, χωρίς περιοριστικούς ουσιαστικά όρους”.