Ενδοοικογενειακή βία στη Βέροια: Η δικαιοσύνη δεν βλέπει, δεν ακούει…

Κακοποιημένη γυναίκα έχασε την επιμέλεια του παιδιού της, ώστε το αγόρι να μη χάσει το ανδρικό πρότυπο, του θύτη πατέρα του…

Φίλιππος Δεργιαδές
ενδοοικογενειακή-βία-στη-βέροια-η-δικ-688849
Φίλιππος Δεργιαδές

 

Πηγή: pixabay.com

Αποτροπιασμό και αγανάκτηση προκαλούν τα στοιχεία της υπόθεσης της κακοποιημένης γυναίκας, που αναγκάστηκε να καταφύγει στο εξωτερικό για να γλιτώσει από την κακοποιητική συμπεριφορά του συντρόφου της, ενώ η δικαιοσύνη και οι αρμόδιες αρχές, για ακόμη μία φορά σε περίπτωση ενδοοικογενειακής βίας, αποδεικνύονται πιο “φιλικές” και ευνοϊκές προς τον θύτη παρά προς το θύμα.

Η περίπτωση της γιατρού αναισθησιολόγου, που έχει υποστεί κακοποίηση και ξυλοδαρμούς από τον σύντροφο της, με τον οποίο έχει αποκτήσει δύο παιδιά, έχει ήδη παρουσιαστεί από την Parallaxi, μετά την κοινοποίηση της επιστολής της, από τη βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ Δώρας Αυγέρη.

Αυτό όμως που αποδεικνύεται και από τη συγκεκριμένη περίπτωση, και κάνει μεγάλη εντύπωση και σοκάρει, είναι το γεγονός, ότι η κακοποίηση και η ενδοοικογενειακή βία στη χώρα μας, με θύματα συνήθως γυναίκες, είναι ένα θέμα που ακόμα αντιμετωπίζεται περίπου ως ταμπού και με όρους «πατριαρχικής και θρησκευτικής ηθικής», όπου «η γυνή πρέπει να φοβείται τον άνδρα».

Η δικαιοσύνη, η αστυνομία, ο κοινωνικός και επαγγελματικός περίγυρος, τις περισσότερες φορές, αν όχι όλες, κάνουν πως δεν βλέπουν και δεν ακούν, ενώ οι προσφυγές και οι δικαστικές – νομικές διαδικασίες, είναι τόσο δύσκαμπτες, οδυνηρές και απρόσφορες, ώστε τα θύματα συνήθως, μη έχοντας υποστήριξη και κατανόηση, τις αποφεύγουν γιατί δεν θέλουν να εγκλωβιστούν και να υποστούν το μαρτύριο ενός λαβύρινθου αναξιοπρέπειας και αδιέξοδων, ψυχοφθόρων καταστάσεων.

Αυτό συνέβη και στην Μ.Μ., η οποία «ξενιτεύτηκε» στην Κύπρο, όπου σήμερα ζει μαζί με τα παιδιά της, καθώς δεν άντεχε άλλο τους εξευτελισμούς, την κακοποίηση, τους ξυλοδαρμούς και τη βία.

«Θέλω δικαιοσύνη, πρέπει να αλλάξει η κατάσταση»

Η ίδια, μιλώντας στην Parallaxi, εξιστορεί καταστάσεις «εξωπραγματικές», αλλά τελικά τόσο καθημερινές και «συμβατές» στην ελληνική πατριαρχική κοινωνία.

«Όταν αποφάσισα να αντιδράσω και προσπάθησα να βρω κάποιο δικηγόρο στη Βέροια, σε όσους απευθύνθηκα δεν βρήκα ανταπόκριση. Κανείς δεν ήθελε να αναλάβει την υπόθεση. Τελικά βρήκα δικηγόρο στη Θεσσαλονίκη», αναφέρει και περιγράφει και την αντιμετώπιση της αστυνομίας. «Μετά από ένα άγριο ξυλοδαρμό, όταν χτυπούσε το κεφάλι μου στα ντουλάπια της κουζίνας, αποφάσισα να καλέσω την αστυνομία. Ήρθαν οι αστυνομικοί και αφού άφησα τα παιδιά στην γειτόνισσα, πήγαμε στο τμήμα. Τα είχα κυριολεκτικά χαμένα. Ήρθε κάποιος δικηγόρος και μου είπαν να κάνω μήνυση, και θα έπρεπε να περάσω και εγώ αυτόφωρο. Δεν το έκανα και το περιστατικό έχει καταγραφεί ως απλή ενδοοικογενειακή διαφορά. Τώρα δεν μπορώ να τα εξηγήσω όλα αυτά», τονίζει και συντετριμμένη παραδέχεται ότι δεν είναι εύκολο να κάνεις το επόμενο βήμα.

«Όλο λες ότι θα φύγεις, και πιστεύεις ότι τελικά θα φύγεις, αλλά δεν φεύγεις, δεν μπορείς να φύγεις, λες και είσαι δεμένη και περιορισμένη, και το μετανιώνεις, και μετά ξανά λες ότι θα φύγεις, αλλά τελικά δεν φεύγεις», λέει και μιλάει για τον φόβο που σε κυριεύει όταν βιώνεις τέτοιες καταστάσεις. «Αυτός ο φόβος δεν σε αφήνει ποτέ, ακόμα και σήμερα στη Κύπρο φοβάμαι, κλείνω πόρτες και παράθυρα», αναφέρει και καταγγέλλει πως ο πρώην σύντροφο της ακόμα και τώρα την απειλεί και την εκφοβίζει. «Ξαναζώ τον φόβο, μόλις προχθές πήρα μήνυμα «πρόσεχε». Απειλούσε την κόρη μας με μηνύματα», τονίζει και αναφέρει πως «οι απειλές του ήταν συνεχείς καθώς μου έλεγε …έχω φωτογραφίες και θα τις βάλω παντού, σε παρακολουθώ, θα δεις τι θα σε κάνω…». «Για όλα αυτά έχω αποδείξεις», τονίζει και σημειώνει πως δεν κινείται νομικά εναντίον του καθώς ακόμα δεν έχει τελειώσει η υπόθεση με την επιμέλεια των παιδιών, για την οποία όπως καταγγέλλει ο δικαστής που ανέλαβε την υπόθεση, από την αρχή στράφηκε εναντίον της και υπέρ του πρώην συντρόφου της.

Πιέσεις στα παιδιά από τον δικαστή; 

Όπως αναφέρει, το δικαστήριο με μία πρωτοφανή απόφαση, βγαλμένη από άλλο αιώνα, ενώ παρέδωσε την επιμέλεια της 14χρονης κόρης της στην ίδια, την επιμέλεια του 9χρονου αγοριού την παραχώρησε στον πατέρα, με το σκεπτικό πως με αυτό τον τρόπο, το μικρό αγόρι, μεγαλώνοντας, θα έχει το πατρικό – ανδρικό πρότυπο.

«Φυσικά και υπάρχουν καλοί μπαμπάδες, αλλά οι δικαστές, πρέπει πρώτα να σκέφτονται το ίδιο το παιδί και να λαμβάνουν υπόψη τα στοιχεία, όπως τη κακοποίηση, την οποία στο δικαστήριο απέδειξε με μαρτυρία της και η πρώην σύζυγος του πρώην συντρόφου μου, που επίσης μίλησε για κακοποίηση. Αυτό όμως δεν στάθηκε ικανό να πείσει τον δικαστή», τονίζει και αναφέρει ότι ο δικαστής πήρε “καταθέσεις” από τα ανήλικα παιδιά της, μόνος του, χωρίς την παρουσία δικηγόρου, κοινωνικού λειτουργού ή παιδοψυχολόγου. Άφησε μάλιστα να εννοηθεί, ότι μέσα από μία ψυχρή και σχεδόν ανακριτική διαδικασία, ασκήθηκαν πιέσεις στα ανήλικα παιδιά της παιδιά, ώστε να στραφούν προς τη πλευρά του πατέρα.

«Η δικαστική διαδικασία ήταν μία παρωδία», τονίζει και αναφέρει πως για το θέμα της επιμέλειας έχει καταθέσει αίτηση μεταρρύθμισης στην αρχική απόφαση. Υποστηρίζει δε πως αρχικά, ο πρώην σύντροφος της είχε συμφωνήσει να της δοθεί η επιμέλεια και των δύο παιδιών, κάτι που αναίρεσε στη συνέχεια.

«Νόμιζα ότι αν πηγαίναμε στη δικαιοσύνη θα βρίσκαμε το δίκιο μας αλλά δεν το βρήκαμε», τονίζει και υποστηρίζει ότι «η ελληνική πολιτεία και το κράτος πρέπει να αλλάξουν τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζουν την κακοποίηση των γυναικών».

Σχετικά με τα επαγγελματικά της ζητήματα, η εξιστόρηση των γεγονότων δείχνει πως το ελληνικό δημόσιο έναντι της γυναίκας, δεν είναι άμοιρο έμφυλων και συντηρητικών προκαταλήψεων, αλλά και διαπλοκής και στείρας γραφειοκρατίας.

Όταν υπέστη βίαιη κακοποίηση από τον πρώην σύντροφο της και στον εργασιακό της χώρο, στο δημόσιο νοσοκομείο όπου εργαζόταν, κατήγγειλε το γεγονός αρμοδίως και έκανε επίσημη αναφορά. Το θέμα όμως κατέληξε σε εκκρεμότητα καθώς η σχετική ΕΔΕ που διατάχθηκε, μετά από τη σχετική έρευνα που προηγήθηκε, δεν διενεργήθηκε ποτέ από τη διοίκηση του νοσοκομείου. Η ΕΔΕ ακόμα εκκρεμεί κι αναζητείται.

«Σήμερα εργάζομαι στην Κύπρο. Έφυγα γιατί δεν άντεχα. Προσπάθησα να πάρω απόσπαση εντός του ΕΣΥ, αλλά δεν έγινε τίποτα, μου είχε μπλοκάρει τα πάντα, προσπάθησα να πάω να εργαστώ στην Σαντορίνη, αλλά έκλεισε και αυτή πόρτα, δεν μπορούσα να μετακινηθώ πουθενά εντός του ΕΣΥ. Μέσω διασυνδέσεων και σχέσεων που έχει, με διοικητικούς και πολιτικούς παράγοντες, φρόντισε να μου κλείσει εκδικητικά όλες τις πόρτες», αναφέρει και τονίζει πως «αναγκάστηκα να φύγω από την Ελλάδα και από μία εργασία με εξαιρετικούς συνεργάτες. Αγαπάω το ΕΣΥ, αλλά δεν μπορώ να γυρίσω στην Ελλάδα, παραιτήθηκα με πολύ πόνο».

Δηλαδή η κακοποίηση και η βία που έχει υποστεί η Μ.Μ. δεν είναι μόνο φυσική και ψυχολογική, αλλά σχεδόν ολοκληρωτική και εξοντωτική καθώς είναι και οικονομική, επαγγελματική και κοινωνική.

Πηγή: Unsplash

«Η απόφαση του δικαστηρίου είναι σκέτο σκάνδαλο»

Αυτό επισημαίνει και η Κική Πετρουλάκη, διδάκτορας Ψυχολογίας και πρόεδρος του «Ευρωπαϊκού Δικτύου κατά της Βίας», που ασχολείται με την πρόληψη και αντιμετώπιση της έμφυλης βίας κατά των γυναικών και έχει ασχοληθεί υποστηρικτικά με την περίπτωση της Μ.Μ.

Όπως τονίζει, «δυστυχώς και στην περίπτωση της Μ.Μ. έχουμε μία ανεπάρκεια της ελληνικής πολιτείας και της δικαιοσύνης, που δεν λειτουργούν προστατευτικά και υποστηρικτικά υπέρ των γυναικών που έχουν υποστεί ενδοοικογενειακή βία». Χαρακτηρίζει δε την απόφαση του δικαστηρίου να δοθεί η επιμέλεια του αγοριού στον πρώην σύντροφο της ΜΜ με το επιχείρημα της ύπαρξης ανδρικού προτύπου, ως σκάνδαλο, καθώς το δικαστήριο δεν έλαβε υπόψη του και προσπέρασε τις αποδείξεις για την κακοποίηση και την ενδοοικογενειακή βία.

«Φαίνεται στις αποφάσεις αυτού του δικαστηρίου υπάρχει ένα πατριαρχικό στερεότυπο. Υπάρχει ακόμη μία περίπτωση στη Βέροια, στην οποία η γυναίκα έκανε και μήνυση και ενώ ο θύτης – σύζυγος της είχε παρελθόν με καταδίκες και ψυχικά νοσήματα, τελικά η γυναίκα έχασε την επιμέλεια των τριών παιδιών της. Και αυτό το φαινόμενο το βλέπουμε συχνά στην Ελλάδα, δηλαδή υπάρχουν γυναίκες που έχουν κάνει δυο και τρεις μηνύσεις για ενδοοικογενειακή βία και αυτό που κέρδισαν τελικά, είναι, ο δράστης, με απόφαση δικαστηρίων, να επιστρέφει πίσω στο σπίτι για να τις εκδικηθεί για τις μηνύσεις. Αυτό πρέπει να αλλάξει», τονίζει και υπογραμμίζει ότι σε περιόδους κρίσεις, όπως τώρα στην πανδημία, οι διέξοδοι για τα θύματα – γυναίκες ενδοοικογενειακής βίας, μειώνονται ή εξαφανίζονται. «Δεν είναι τυχαίο ότι και το 2011, μέσα στην οικονομική κρίση, είχαμε στην Ελλάδα 17 γυναικοκτονίες», αναφέρει και τονίζει ότι στην Ελλάδα πολλοί άνδρες νομίζουν ότι μπορούν να κάνουν ό,τι θέλουν σε βάρος των γυναικών, οι οποίες, επειδή σε πολλές περιπτώσεις δεν έχουν καμία υποστήριξη, ούτε υπάρχει κοινωνικό κράτος προστασίας, τελικά υπομένουν την κακοποίηση.

Επιστρέφοντας στην περίπτωση της Μ.Μ., επισημαίνει ότι η προσπάθεια του πρώην συντρόφου της, να αναλάβει την επιμέλεια των παιδιών, είναι μία κλασσική περίπτωση επιμονής να συνεχιστεί η κακοποίηση, μέσω της δικαστικής οδού. «Επειδή μόνο από εκεί πλέον μπορεί να την κρατήσει και να συνεχίσει να την ελέγχει, προσέφυγε στην δικαιοσύνη και είχαμε αυτό το αποτέλεσμα. Όμως στην Ελλάδα, η οποία έχει κυρώσει την συνθήκη της Κωνσταντινούπολης* για την έμφυλη βία, δεν μπορούμε να έχουμε αποφάσεις που αγνοούν τη βία κατά των γυναικών. Η δικαιοσύνη δεν μπορεί να είναι ανεξέλεγκτη», σχολιάζει.

«Δεν υπάρχουν διατάξεις που διαχωρίζουν τα παιδιά…»

Στην απόφαση του δικαστηρίου, που παραχωρεί την επιμέλεια του αγοριού στον πατέρα, αναφέρεται και ο δικηγόρος της ΜΜ, ο οποίος τονίζει πως η δικαστική απόφαση, που κάνει λόγο για ανδρικό και πατρικό πρότυπο, είναι σχεδόν πρωτοφανής.

«Έχουμε μία απόφαση για το ένα παιδί, σχετικά με το ανδρικό πατρικό πρότυπο, που ως επιχείρημα καταγράφεται στην απόφαση. Αυτό μας διεγείρει νομικά, διότι δεν το έχουμε ξαναδεί. Το συγκεκριμένο επιχείρημα προσωπικά δεν περίμενα να το δω εγγράφως. Υπάρχει ίσως σε ακόμη μία περίπτωση, αλλά δεν υπάρχουν διατάξεις που διαχωρίζουν τα παιδιά βάσει φύλου ή κάποιας ιδιαιτερότητας», τονίζει και αναφέρει πως αρχικά ο πρώην σύντροφος της ΜΜ είχε συμφωνήσει, εγγράφως, να παραδώσει την επιμέλεια των παιδιών, κάτι που τελικά όπως αποδείχθηκε, αγνοήθηκε από το δικαστήριο.

Όσο για το αν το δικαστήριο έλαβε γνώση για τα περιστατικά βίας και κακοποίησης σε βάρος της Μ.Μ., ήταν απόλυτα σαφής: στο δικαστήριο εξετέθησαν λεπτομερώς όλα τα στοιχεία της υπόθεσης…

Πηγή: Unsplash

Σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης για την Πρόληψη και την Καταπολέμηση της βίας κατά των γυναικών και της ενδοοικογενειακής βίας (Council of Europe Convention on preventing and combating violence against women and domestic violence) υπογράφτηκε το 2011, στην Κωνσταντινούπολη, γι’ αυτό και είναι γνωστή και ως Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης. Σκοπός της είναι η παρεμπόδιση και η καταπολέμηση της βίας κατά των γυναικών και η προστασία των θυμάτων θέτοντας παράλληλα τέλος στην ατιμωρησία των δραστών.

Η Σύμβαση τέθηκε σε ισχύ την 1η Αυγούστου 2014. Μέχρι τον Μάρτιο του 2019 είχε υπογραφεί από 46 χώρες (μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα) και από την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Δείτε επίσης:

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα