Eτοιμαστείτε για ένα κύμα μη διαγνωσμένων μολύνσεων

Τα αίτια ενός ενδεχόμενου νέου κύματος και πώς θα πρέπει να δράσουμε εκ των προτέρων. 

Parallaxi
eτοιμαστείτε-για-ένα-κύμα-μη-διαγνωσμέ-902405
Parallaxi

Εικόνες: Unsplash 

Τα τεστ ταχείας ανίχνευσης αντιγόνου (rapid test) μπορούν πλέον να θεωρηθούν μετά βεβαιότητος ανεπαρκή. 

Και αυτό αποδεικνύεται λαμβάνοντας υπόψη ότι κατά τη διάρκεια εξάπλωσης της Omicron τον χειμώνα οι περισσότερες μολύνσεις– που επηρέασαν έως και τρεις στους τέσσερις Αμερικανούς- δεν εντοπίζονταν. 

Αυτή τη στιγμή, με τη διενέργεια πάμπολλων τέτοιων εξετάσεων, βρισκόμαστε αντιμέτωποι με ένα μεγάλο ζήτημα: Ένας σημαντικός αριθμός μολύνσεων μπορεί να “χαθούν”, δηλαδή να μην ανιχνευτούν εντός των επόμενων μηνών.

Ας δούμε αναλυτικότερα τι συμβαίνει τελευταία στην Αμερική: 

Χάρη στην είσοδο νέων κατασκευαστών που παρέχουν στους πολίτες διαγνωστικά τεστ δίχως ιατρική συνταγή, αλλά και μια κυβέρνηση που υπόσχεται την αποστολή έως και οκτώ τεστ σε κάθε σπίτι, η διάγνωση της COVID-19 είναι πιο πιθανό να πραγματοποιηθεί από τους ίδιους τους πολίτες παρά με τη λήψη δείγματος από ένα εξιδεικευμένο εργαστήριο (π.χ. με τη διενέργεια ενός PCR τεστ). 

Μία εκ των δώδεκα εταιρειών, η iHealth, παράγει 300 εκατομμύρια μίνι συσκευές ταχείας ανίχνευσης αντιγόνου το μήνα, ενώ όλα τα εργαστήρια της χώρας μαζί έχουν καταφέρει να διενεργούν μόλις 2,5 εκατομμύρια τεστ την ημέρα. 

Κάτι τέτοιο, όμως, θα μπορούσε να μας φέρει μπροστά σε ένα κύμα ψευδώς αρνητικών αποτελεσμάτων παράλληλα με ένα επόμενο κύμα μολύνσεων- και άρα μπροστά σε ένα κύμα χαμένων ευκαιριών για θεραπεία.

Η αίσθηση ότι τα τεστ ταχείας ανίχνευσης αντιγόνου μπορεί να μην είναι πλήρως αξιόπιστα προέκυψε για την ακρίβεια όταν οι Αμερικανοί συνήθισαν να διενεργούν τεστ στους εαυτούς τους. 

rapid-test-2.jpg

Το να ζητείται όμως από εκατομμύρια πολίτες να αυτοελέγχονται για πρώτη φορά εν μέσω ενός ξαφνικού, άνευ προηγουμένου κύματος, αποδείχτηκε λανθασμένη τακτική.

Οι καταναλωτές αναζήτησαν βοήθεια και πληροφορίες από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, όπου η παραπληροφόρηση φάνηκε ανεξέλεγκτη. Πολλοί άνθρωποι ένιωσαν σύγχυση και λύπη όταν από τις σχετικές συσκευές στο σπίτι τους έχασαν θήκες, θέτοντας ουσιαστικά σε κίνδυνο φίλους και οικογένεια. 

Η ανάγκη για εξήγηση των ψευδώς αρνητικών αποτελεσμάτων έγινε επιτακτική. Ο κόσμος άρχισε να αναρωτιέται εάν τα rapid test δεν ήταν πια αξιόπιστα έναντι της παραλλαγής Omicron. 

Ακολούθησαν διάφορες εικασίες τύπου ότι χρειαζόταν πρόσθετη δειγματοληψία πέρα ​​από την τυπική με τα μέσα μαζικής ενημέρωσης να δίνουν τις σχετικές οδηγίες βάσει του FDA.

Τα πράγματα πλέον είναι απλά και οι απαντήσεις υπάρχουν: Πολλοί άνθρωποι έλαβαν ψευδώς αρνητικά αποτελέσματα από τα τεστ ταχείας ανίχνευσης αντιγόνου, γιατί η τεχνολογία αυτή ήταν πάντοτε πιθανό να παράγει ψευδώς αρνητικά αποτελέσματα. Από τα τεστ αυτά είναι άλλωστε γνωστό ότι χάνεται περίπου το 30- 40 τοις εκατό των λοιμώξεων σε σχέση με τη μέθοδο του PCR τεστ.

Οι υποστηρικτές των rapid test πάντως έχουν τονίσει εδώ και καιρό τις δυνατότητες της τεχνολογίας αυτής για τη δημόσια υγεία: 

Παρά το γεγονός ότι αυτές οι προσιτές συσκευές δεν ανιχνεύουν πολλές περιπτώσεις εν γένει, εξακολουθούν να διαγιγνώσκουν την πλειοψηφία των ενεργά μολυσματικών ατόμων (ιδίως με επαναλαμβανόμενες δοκιμές). 

Αλλά τα πράγματα είναι πολύ διαφορετικά το 2022: Η κυβέρνηση Μπάιντεν βρίσκεται στη μέση της ανάπτυξης ενός προγράμματος μέσω του οποίου τα τοπικά φαρμακεία και τα κέντρα υγείας θα παρέχουν επιτόπιες δοκιμές και άμεσες συνταγές σε όποιον βρεθεί θετικός. Στις επιλογές για πρώιμη θεραπεία της COVID περιλαμβάνονται αντιικά χάπια όπως το Paxlovid και το Molnupiravir, εγχύσεις όπως το Remdesivir και τα μονοκλωνικά αντισώματα. Στο μεταξύ, ελπίζουμε ότι σύντομα άλλες επιλογές θα είναι διαθέσιμες. Εφόσον οι θεραπείες μπορεί να ξεκινήσουν εντός πέντε με επτά ημερών από την έναρξη των συμπτωμάτων (με βάση τη θεραπεία), απαιτείται έγκαιρη διάγνωση. 

Τι θα συμβεί λοιπόν όταν- όπως βρήκε μια μελέτη στην εποχή της Όμικρον- τα τεστ αντιγόνου αρχίσουν να “χάνουν” έναν στους τέσσερις ασθενείς των οποίων τα συμπτώματα άρχισαν να εκδηλώνονται την περασμένη εβδομάδα; Αυτό κι αν πρέπει να μας προβληματίσει…

Συνιστάται επισήμως πια επαναλαμβανόμενος αυτοέλεγχος έπειτα από κάθε αρνητικό αποτέλεσμα. Ωστόσο, ορισμένοι χρήστες μπορεί να παραπλανηθούν ακούγοντας τριγύρω και επί μήνες πως τα rapid τεστ ανιχνεύουν σχεδόν το 100 τοις εκατό των «μολυσματικών» περιπτώσεων. Kαι τούτο διότι δεν γνωρίζουν τη διάκριση μεταξύ «μολυσμένου» και «μολυσματικού» —δηλαδή μεταξύ αυτών που φέρουν τον ιό και εκείνων που φέρουν αρκετό από αυτόν ώστε να μεταδώσουν τη μόλυνση σε άλλους.

Παρόλο που το rapid test έχει προτεραιότητα, τo PCR θα πρέπει επίσης να διενεργείται προκειμένου να αποκλειστεί η ανάγκη θεραπείας. Η επανάληψη διενέργειας των τεστ αντιγόνου για αρκετές ημέρες θα βοηθούσε επίσης. 

Από την άλλη, ανησυχία προκαλεί και το γεγονός ότι πολλοί άνθρωποι που λαμβάνουν αρνητικές διαγνώσεις στο σπίτι αισθάνονται καθησυχασμένοι και χωρίς μια πιο εμπεριστατωμένη επιστημονική άποψη. 

rapid-test-1.jpg

Και εδώ είναι σημαντικό να ειπωθεί ότι η καλύτερη εκπαίδευση αναφορικά με τη χρήση των rapid test θα μπορούσε να αυξηθεί ενόσω καταγράφονται νέα κρούσματα.

Η αυξανόμενη διαθεσιμότητα κατ’ οίκον ελέγχων είναι σίγουρα ένα όφελος για τους καταναλωτές, όμως δεν πρέπει να ξεχνάμε πως ενδέχεται να βρεθούμε αντιμέτωποι με ένα ψευδώς αρνητικό κύμα – είτε τις επόμενες εβδομάδες, από την υπο-παραλλαγή BA.2, είτε αργότερα, από κάτι αντίστοιχο. 

Η επίσημη γραμμή του Λευκού Οίκου είναι ότι οι Αμερικανοί έχουν πλέον «όλα τα εργαλεία που χρειάζονται για να προστατεύσουν ο ένας τον άλλον και να θεραπεύσουν την COVID-19». Αλλά για να σωθεί κάθε ανθρώπινη ζωή, oι πολίτες θα πρέπει πρώτα να γνωρίζουν το εξής: Πώς να χρησιμοποιούν αυτά τα εργαλεία σωστά. Και γι’ αυτό να είστε απολύτως βέβαιοι. 

Πηγή: Benjamin Mazer/ The Atlantic

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα