Δημογραφικό: Το τεράστιο οικονομικό βάρος που σηκώνουν γονείς για να μεγαλώσουν τα παιδιά τους

Η οικονομική αβεβαιότητα καθιστά τις συνθήκες για μια οικογένεια δύσκολες και αποθαρρυντικές

Parallaxi
δημογραφικό-το-τεράστιο-οικονομικό-β-1157258
Parallaxi

Η οικονομική αβεβαιότητα, το υψηλό κόστος ανατροφής των παιδιών στη χώρα μας και η έλλειψη ενός αποτελεσματικού συστήματος πρόνοιας, καθιστά τις συνθήκες για μια οικογένεια δύσκολες και αποθαρρυντικές. Δεν είναι τυχαίο ότι το υψηλό κόστος δαπανών συνδέεται άμεσα με το δημογραφικό και άρα τη δραματική μείωση των γεννήσεων στη χώρα.

Το κόστος ανατροφής ενός παιδιού στην Ελλάδα είναι ένα ζήτημα που απασχολεί έντονα καθώς η χώρα κατατάσσεται σταθερά μεταξύ των πιο ακριβών στην Ευρώπη σε σχέση με το κατά κεφαλήν εισόδημα.

Σύμφωνα με πρόσφατες εκτιμήσεις, το συνολικό κόστος από τη γέννηση μέχρι την ενηλικίωση (18 έτη) ενός παιδιού κυμαίνεται μεταξύ 215.000 και 233.000 ευρώ, ανάλογα με τον τρόπο ζωής, τον τόπο διαμονής και τις επιλογές της οικογένειας. Αυτό αντιστοιχεί σε περίπου 11.942-13.000 ευρώ ετησίως ή 995-1.083 ευρώ μηνιαίως για ένα παιδί.

Η Ελλάδα κατατάσσεται ανάμεσα στις πιο ακριβές ευρωπαϊκές χώρες για την ανατροφή παιδιών, με το κόστος του πρώτου παιδιού να αντιπροσωπεύει περίπου το 39% του κόστους διαβίωσης ενός ενήλικα.

Η μέση δαπάνη για ζευγάρι με ένα παιδί έως 16 ετών διαμορφώνεται στα 2.541,56 ευρώ

Τα παραπάνω έρχεται να επιβεβαιώσει η Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛΣΤΑΤ) με τα νεότερα στοιχεία από την «Έρευνα Οικογενειακών Προϋπολογισμών 2024». Σύμφωνα με τα επίσημα δεδομένα, η μέση μηνιαία δαπάνη για ένα ζευγάρι χωρίς παιδιά ανέρχεται σε 1.546,34 ευρώ, ενώ για ζευγάρι με ένα παιδί έως 16 ετών διαμορφώνεται στα 2.541,56 ευρώ. Η πρόσθετη μηνιαία επιβάρυνση που συνεπάγεται η παρουσία ενός παιδιού ανέρχεται, έτσι, σε 995,22 ευρώ ή περίπου 11.942,64 ευρώ τον χρόνο.

Το κόστος αυξάνεται με την ηλικία του παιδιού: τα πρώτα χρόνια είναι υψηλά λόγω εξοπλισμού και φροντίδας, ενώ αργότερα λόγω εκπαίδευσης και δραστηριοτήτων.

Αν ανατρέξουμε στις δαπάνες ενός νοικοκυριού με ένα παιδί τα είδη διατροφής και μη οινοπνευματώδη ποτά αντιστοιχούν κατά μέσο όρο στο 17,3% του προϋπολογισμού, η στέγαση στο 13,0% και οι μεταφορές στο 13,5%. Ακολουθούν τα εστιατόρια, καφενεία, ξενοδοχεία με 11,1%, η υγεία με 7,4%, η ένδυση-υπόδηση με 5,6%, η εκπαίδευση με 6,1% και η αναψυχή-πολιτισμός με 6,3%.

Το υψηλό κόστος ανατροφής αποτελεί, σύμφωνα με τους ειδικούς, έναν από τους βασικούς παράγοντες που συμβάλλουν στην υπογεννητικότητα. Ο Βύρων Κοτζαμάνης, διευθυντής Ερευνών του Ινστιτούτου Δημογραφικών Ερευνών, τονίζει ότι για να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα, χρειάζεται η δημιουργία ενός εξαιρετικά ευνοϊκού περιβάλλοντος για την οικογένεια, με μέτρα που θα επιτρέψουν στα νεαρά ζευγάρια να αποκτήσουν τον αριθμό παιδιών που επιθυμούν. Οι επιδοματικές πολιτικές δεν αρκούν εάν δεν συνοδεύονται από ευρύτερες διαρθρωτικές παρεμβάσεις.

Το δέντρο και το… δάσος

Μέσα σε ένα κλίμα γενικευμένης αμφισβήτησης, «πόντους» σε αυτούς που πιστεύουν ότι δεν αρκούν μόνο τα χρήματα για να μπει ένα «φρένο» στη συρρίκνωση του πληθυσμού δίνει η πρόσφατη ανάλυση της Allianz Trade.

Οι συγγραφείς της ανάλυσης (Michaela Grimm και Arne Holzhausen) αποδομούν τις πολιτικές αντιμετώπισης του δημογραφικού προβλήματος στη Δύση -και φυσικά στην Ελλάδα- υποστηρίζοντας ότι τα οικονομικά κίνητρα δεν επαρκούν και ότι οι δημόσιες δαπάνες, σε σημαντικούς τομείς, αποτελούν κρίσιμο παράγοντα.

Όπως σχολιάζει η Allianz, θα ήταν ίσως πιο σημαντικό οι οικογενειακές πολιτικές να εστιάσουν στο πώς θα διασφαλίζεται η ισότητα ευκαιριών για κάθε παιδί, ανεξαρτήτως του εισοδήματος των γονιών. Ταυτόχρονα, οι κυβερνήσεις θα πρέπει να προωθήσουν εγκαίρως μέτρα για την προσαρμογή των αγορών εργασίας και των συνταξιοδοτικών συστημάτων σε αυτή τη νέα κοινωνική πραγματικότητα.

Η ανάλυση του χρηματοοικονομικού ομίλου τονίζεται ότι πέρα από τους αμιγώς οικονομικούς παράγοντες όπως η εργασιακή ασφάλεια και το κόστος ζωής, το κόστος για την εκπαίδευση των παιδιών είναι μια ακόμη διάσταση που επηρεάζει την απόφαση να αποκτήσει κανείς περισσότερα από ένα παιδιά.

Ένας άλλος κρίσιμος παράγοντας αφορά τη στέγαση. Σύμφωνα με την Allianz, μελέτες δείχνουν ότι η πρόσβαση σε στεγαστικά δάνεια και η προσιτή στέγαση έχουν θετική επίδραση στο μέγεθος της οικογένειας, ενώ η αύξηση του κόστους στέγασης επηρεάζει αρνητικά τους δείκτες γεννητικότητας.

Ανά τύπο νοικοκυριού

Πίσω στα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, η μέση ετήσια δαπάνη των ελληνικών νοικοκυριών για αγορές, κατά το έτος 2024, ανήλθε στα 20.694,48 ευρώ (1.724,54 το μήνα). Το μεγαλύτερο μερίδιο των δαπανών του μέσου προϋπολογισμού των νοικοκυριών, σε τρέχουσες τιμές, αφορά: στα είδη διατροφής και μη οινοπνευματώδη ποτά (20,7%), στη στέγαση (14,4%) και στις μεταφορές (13,3%),  ενώ το μικρότερο μερίδιο των δαπανών (2,2%) αντιστοιχεί στην ασφάλεια και τις οικονομικές υπηρεσίες.

Στις αστικές περιοχές η μέση μηνιαία δαπάνη ξεπέρασε τα 1.820 ευρώ και στις αγροτικές τα 1.295 ευρώ.

Όσον αφορά τον τύπο νοικοκυριού και τη μέση μηνιαία δαπάνη έχουμε: 

  • Άτομο μόνο, ηλικίας κάτω των 65 ετών 1.450,45
  • Άτομο μόνο, ηλικίας 65 ετών και άνω 851,44
  • Ζευγάρι  1.546,34
  • Ζευγάρι με 1 παιδί έως και 16 ετών 2.541,56
  • Ζευγάρι με 2 παιδιά έως και 16 ετών 2.537,53
  • Ζευγάρι με 3 παιδιά και άνω έως και 16 ετών 2.390,57
  • Ένας γονέας με 1 παιδί ή περισσότερα έως και 16 ετών  1.697,44
  • Ζευγάρι ή ένας γονέας με παιδιά άνω των 16 ετών 2.062,58

Πλειονότητα στην Ελλάδα οι οικογένειες με ένα παιδί

Σύμφωνα με πρόσφατα στοιχεία, μόνο ένα στα τέσσερα ελληνικά νοικοκυριά έχουν παιδιά (περίπου 25,7% του συνόλου). Η πλειονότητα των οικογενειών με παιδιά στην Ελλάδα έχει ένα μόνο παιδί. Συγκεκριμένα, περίπου τα μισά νοικοκυριά με παιδιά έχουν ένα παιδί (46%). Ακολουθούν οι οικογένειες με δύο παιδιά (39%) και πολύ μικρότερο ποσοστό (10-15%) οι οικογένειες με τρία ή περισσότερα παιδιά.

Οι οικογένειες με παιδιά τείνουν να συγκεντρώνονται σε αστικές περιοχές, με περίπου το 60% να βρίσκεται σε μεγάλες πόλεις όπως η Αθήνα και η Θεσσαλονίκη.

Το υψηλό κόστος διαβίωσης και η έλλειψη προσιτής στέγασης αποτελούν σημαντικές προκλήσεις για τη δημιουργία και τη συντήρηση οικογένειας.

Οι δημογραφικές τάσεις, σε συνδυασμό με τις οικονομικές προκλήσεις, διαμορφώνουν ένα νέο τοπίο για την ανατροφή παιδιών στην Ελλάδα.

Από το 2011 έως το 2024 καταγράφονται σταθερά αρνητικά φυσικά ισοζύγια (γεννήσεις μείον θάνατοι), τα οποία – μαζί με τα επίσης αρνητικά μεταναστευτικά ισοζύγια της περιόδου – προκάλεσαν τη μείωση του πληθυσμού κατά σχεδόν 500 χιλιάδες ανθρώπους. Η Ελλάδα θεωρείται πλέον μια γερασμένη χώρα.

Πηγη – in.gr / Επιμέλεια: Στράτος Ιωακείμ

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα