Επανέρχεται στο σκάνδαλο των υποκλοπών το BBC – «Ο Μητσοτάκης προσπαθεί να αποκρύψει την αλήθεια»
Σε εκτενές ρεπορτάζ του, το βρετανικό μέσο υπενθυμίζει ότι το σκάνδαλο των υποκλοπών έχει γίνει γνωστό ως το «Watergate» της Ελλάδας
Η δίκη για τις υποκλοπές οδηγήθηκε σε διακοπή και θα συνεχιστεί στις 22 Οκτωβρίου, ωστόσο με το «καυτό» αυτό ζήτημα συνεχίζουν να ασχολούνται διεθνή ΜΜΕ, όπως το BBC.
Το καλοκαίρι του 2019, ο Κυριάκος Μητσοτάκης έθεσε την ΕΥΠ υπό την άμεση εποπτεία του, υπενθυμίζει το BBC
Σε εκτενές ρεπορτάζ του, το βρετανικό μέσο υπενθυμίζει ότι το σκάνδαλο των υποκλοπών έχει γίνει γνωστό ως το «Watergate» της Ελλάδας.
Λογισμικό υποκλοπών και οι ελληνικές μυστικές υπηρεσίες είχαν στο στόχαστρό τους τα κινητά τηλέφωνα υπουργών, υψηλόβαθμων στρατιωτικών αξιωματούχων, δικαστών και δημοσιογράφων, τονίζεται στο ρεπορτάζ.
«Προσπαθεί να αποκρύψει την αλήθεια» Το BBC υπογραμμίζει ότι ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης χαρακτήρισε την υπόθεση σκάνδαλο, αλλά κανένας κυβερνητικός αξιωματούχος δεν έχει κατηγορηθεί δικαστικά και οι επικριτές κατηγορούν την κυβέρνηση ότι προσπαθεί να αποκρύψει την αλήθεια.
Αντ’ αυτού, ένας χαμηλόβαθμος δικαστής θα εκδικάσει την Τετάρτη (σ.σ. που όπως προαναφέρθηκε, διακόπηκε) την υπόθεση εναντίον δύο Ισραηλινών και δύο Ελλήνων, οι οποίοι φέρονται να εμπλέκονται στην εμπορία λογισμικού κατασκοπείας γνωστού ως Predator, αναφέρει το ρεπορτάζ του βρετανικού μέσου.
Το BBC αναφέρεται στους Ταλ Ντίλιαν, Σάρα Χάμου και Γιάννη Λαβράνο, Φέλιξ Μπίτζιο, αντίστοιχα.
Τι έχει γίνει γνωστό για τις υποκλοπές Στη συνέχεια το BBC αναφέρεται στο χρονικό του σκανδάλου.
Το καλοκαίρι του 2022, ο σημερινός αρχηγός του ΠΑΣΟΚ, Νίκος Ανδρουλάκης – τότε ευρωβουλευτής – ενημερώθηκε από τους ειδικούς πληροφορικής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ότι είχε λάβει ένα κακόβουλο μήνυμα από άγνωστο αποστολέα, το οποίο περιείχε λογισμικό κατασκοπείας, υπενθυμίζει το γνωστό μέσο.
Αυτό το λογισμικό υποκλοπής Predator, το οποίο διατίθεται στην αγορά από την ισραηλινή εταιρεία Intellexa με έδρα την Αθήνα, μπορεί να αποκτήσει πρόσβαση στα μηνύματα, την κάμερα και το μικρόφωνο μιας συσκευής, μετατρέποντας το τηλέφωνο ενός ατόμου σε όπλο εναντίον του.
Η υπόθεση πήρε μεγαλύτερες διαστάσεις όταν ο Νίκος Ανδρούλακης ανακάλυψε επίσης ότι είχε παρακολουθηθεί για «λόγους εθνικής ασφάλειας» από την Ελληνική Υπηρεσία Πληροφοριών (ΕΥΠ).
Μόλις έναν μήνα μετά την ανάληψη των καθηκόντων του το καλοκαίρι του 2019, ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης έθεσε την ΕΥΠ υπό την άμεση εποπτεία του, υπενθυμίζει το BBC.
Οι παραιτήσεις Κοντολέων και Δημητριάδη Η κυβέρνηση Μητσοτάκη βρέθηκε ξαφνικά στο επίκεντρο της κρίσης. Ο επικεφαλής της ΕΥΠ, Παναγιώτης Κοντολέων, παραιτήθηκε, όπως και ο κορυφαίος σύμβουλος και ανιψιός του πρωθυπουργού, Γρηγόρης Δημητριάδης, ο οποίος ήταν ο σύνδεσμος μεταξύ της ΕΥΠ και του γραφείου του πρωθυπουργού.
Σύμφωνα με την Ελληνική Αρχή Προστασίας Δεδομένων, το Predator είχε χρησιμοποιηθεί σε απόπειρες παγίδευσης τουλάχιστον 87 ατόμων. Είκοσι επτά από τα άτομα που τέθηκαν υπό παρακολούθηση παρακολουθούνταν ταυτόχρονα από την ΕΥΠ, μεταξύ των οποίων υπουργοί και υψηλόβαθμοι στρατιωτικοί, υπογραμμίζεται στο ρεπορτάζ.
Παρά τις επικρίσεις ότι οι κοινοί στόχοι της ΕΥΠ και του Predator έδειχναν μια κοινή στρατηγική παρακολούθησης, η κυβέρνηση επέμεινε ότι αυτό ήταν σύμπτωση και ότι καμία υπηρεσία επιβολής του νόμου δεν είχε χρησιμοποιήσει ποτέ το Predator, η χρήση του οποίου ήταν παράνομη στην Ελλάδα εκείνη την εποχή.
Ένας νέος νόμος που ψηφίστηκε το 2022 έχει από τότε νομιμοποιήσει τη χρήση λογισμικού παρακολούθησης από την κρατική ασφάλεια υπό αυστηρές προϋποθέσεις, τονίζεται στο ρεπορτάζ του BBC.
Σύμφωνα με την Ελληνική Αρχή Προστασίας Δεδομένων, το Predator είχε χρησιμοποιηθεί σε απόπειρες παγίδευσης τουλάχιστον 87 ατόμων.
Απουσία απαντήσεων από τη μεριά της κυβέρνησης Ωστόσο, γράφει το BBC, η κυβέρνηση δεν απάντησε στο ερώτημα γιατί οι μυστικές υπηρεσίες είχαν κατασκοπεύσει τον αρχηγό του Γενικού Επιτελείου Εθνικής Άμυνας, υποστράτηγο Κωνσταντίνο Φλώρο, και τον Κωστή Χατζηδάκη, τότε μέλος του υπουργικού συμβουλίου και σήμερα αντιπρόεδρο της κυβέρνησης.
Τον Ιούλιο του 2024, μια έκθεση του Ανώτατου Δικαστηρίου της Ελλάδας, την οποία είδε το BBC, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι «δεν υπήρχε σαφώς καμία σχέση» μεταξύ του Predator και κυβερνητικών αξιωματούχων.
«Υπάρχει η έκθεση του εισαγγελέα και οι απαντήσεις είναι σαφείς. Η δικαιοσύνη έχει αποφανθεί. Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία για το περιεχόμενό της», δήλωσε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Παύλος Μαρινάκης στους δημοσιογράφους.
Το BBC σημειώνει ότι επικοινώνησε με τον κυβερνητικό εκπρόσωπο για να σχολιάσει τη συγκεκριμένη δήλωσε, ωστόσο μέχρι τη στιγμή της δημοσίευσης του ρεπορτάζ δεν το είχε κάνει.
Οι τέσσερις ιδιώτες που δικάζονται αντιμετωπίζουν όλοι κατηγορίες για πλημμελήματα που φέρεται να συνδέονται με την εμπορία του Predator.
Δύο από τους κατηγορούμενους φέρεται να έχουν δεσμούς με κρατικούς αξιωματούχους, αλλά αυτό δεν διερευνήθηκε ποτέ σοβαρά, σύμφωνα με την αντιπολίτευση και τους φορείς εποπτείας, υπογραμμίζει το BBC.
«Από πολιτικό σε θεσμικό σκάνδαλο» «Αυτό που ξεκίνησε ως πολιτικό σκάνδαλο έχει πλέον εξελιχθεί σε θεσμικό σκάνδαλο, που αμαυρώνει τόσο τη δικαιοσύνη όσο και τις ανεξάρτητες αρχές», λέει ο Θανάσης Κουκάκης, δημοσιογράφος οικονομικών θεμάτων που ερευνά υποθέσεις διαφθοράς και βρέθηκε στο στόχαστρο διπλής παρακολούθησης – τόσο από το Predator όσο και από τις μυστικές υπηρεσίες «για λόγους εθνικής ασφάλειας».
Η Ελίζα Τριανταφύλλου, δημοσιογράφος του Inside Story, η οποία έχει καλύψει το σκάνδαλο από την αρχή, δήλωσε στο BBC: «Αν κάποιος δεν έχει παρακολουθήσει το σκάνδαλο των τηλεφωνικών υποκλοπών, θα σκεφτόταν ότι τέσσερα άτομα, με δική τους πρωτοβουλία και για προσωπικούς λόγους, υποκλέψαν τις τηλεφωνικές συνομιλίες 87 ατόμων στην Ελλάδα, χρησιμοποιώντας προηγμένο λογισμικό υποκλοπής που διατίθεται αποκλειστικά στις κρατικές υπηρεσίες πληροφοριών και τις αρχές επιβολής του νόμου σε ολόκληρο τον κόσμο».
«Κανένας εν ενεργεία υπουργός, δικαστής ή στρατιωτικός αξιωματικός δεν έχει υποβάλει μέχρι στιγμής καταγγελία ότι έχει στοχοποιηθεί από το Predator. Ούτε κανένας από αυτούς κλήθηκε να καταθέσει ως μάρτυρας», πρόσθεσε.
Μετά την αποκάλυψη του σκανδάλου, η ελληνική κυβέρνηση θέσπισε νέο νόμο για το απόρρητο των επικοινωνιών, υπενθυμίζει το BBC.
Υπάρχουν πλέον περισσότερες εγγυήσεις για το πώς κινούνται οι αρχές επιβολής του νόμου, αλλά ταυτόχρονα η νέα νομοθεσία έχει επικριθεί επειδή στερεί ουσιαστικά από τους πολίτες το δικαίωμα να μάθουν εάν είχαν τεθεί υπό παρακολούθηση στο παρελθόν.
Επιπλέον, η ελληνική κυβέρνηση δέχτηκε κριτική για την απροθυμία της να ανακαλύψει ποιος κατασκόπευε τους υπουργούς και τα μέλη του στρατού – κριτική που μόνο εντάθηκε μετά την έφοδο των αρχών στα γραφεία της Intellexa στην Αθήνα, μήνες μετά την αποκάλυψη του σκανδάλου των υποκλοπών. Έφυγαν με άδεια χέρια, σημειώνει το βρετανικό μέσο.
Ράμμος: «Τραυματική εμπειρία για τη δημοκρατία μας» Ο Χρήστος Ράμμος, πρώην δικαστής και πρόεδρος της Αρχής Προστασίας Δεδομένων και Ελευθεριών (ΑΔΑΕ), την εποχή που ξέσπασε το σκάνδαλο ήταν βασικό πρόσωπο στην αποκάλυψη των γεγονότων πίσω από τις τηλεφωνικές υποκλοπές, τονίζει το BBC. Δεν είχε εύκολο έργο και αντιμετώπισε πολλά εμπόδια στην πορεία, σημειώνει.
«Στην Ελλάδα, το πολιτικό σύστημα δεν μπορεί να ανεχθεί ανεξάρτητες αρχές, τους λεγόμενους ελέγχους και ισορροπίες της εξουσίας. Η υπόθεση των τηλεφωνικών υποκλοπών ήταν μια τραυματική εμπειρία για τη δημοκρατία μας», δήλωσε ο Ράμμος στο BBC. «Υπέστηκα προσωπικές επιθέσεις. Ήταν ένας ανοιχτός πόλεμος», πρόσθεσε.
Το σκάνδαλο των τηλεφωνικών υποκλοπών έτυχε διεθνούς προσοχής και ελέγχου, καθώς ένα από τα πρώτα θύματα, ο Νίκος Ανδρουλάκης, ήταν ευρωβουλευτής, γράφει το BBC.
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο συνέστησε ειδική επιτροπή έρευνας για να διερευνήσει τη χρήση του Pegasus και αντίστοιχου λογισμικού παρακολούθησης (PEGA).
Η εισηγήτρια της, η πρώην ευρωβουλευτής Σόφι ιν ‘τ Βελντ, δήλωσε στο BBC ότι η ελληνική κυβέρνηση είχε καταβάλει «κάθε δυνατή προσπάθεια για να αποκρύψει την αλήθεια. Σε κάθε περίπτωση, αρνήθηκαν να συνεργαστούν».
«Το όλο θέμα με τα λογισμικά υποκλοπής δεν είναι κάτι που μπορείς να δεις μεμονωμένα. Δεν συμβαίνει στο κενό. Χρησιμοποιείται για να σιγήσει τις κριτικές φωνές. Χρησιμοποιείται για να καταπνίξει τον έλεγχο. Αλλά η ζημιά έχει γίνει. Έχει προκαλέσει ένα αποθαρρυντικό αποτέλεσμα.
Μόλις επέστρεφα από έναν καφέ με μια φίλη μου που επίσης ερευνούσε το κατασκοπευτικό λογισμικό και μου είπε: ‘Δεν μπορώ να είμαι σίγουρη ότι το τηλέφωνό μου είναι ασφαλές από την ελληνική κυβέρνηση’ – κυριολεκτικά», σημείωσε.
Πηγή – Ιn