Έρευνες στα «τάγματα εφόδου» των χούλιγκανς: Aπό τους ηγέτες μέχρι τα social media
Τι ακριβώς ψάχνει η ΕΛΑΣ.
Τα πάντα για το πώς δρουν οι χούλιγκαν εξετάζουν οι αστυνομικοί της Υποδιεύθυνσης Αντιμετώπισης Βίας στους Αθλητικούς Χώρους στο πλαίσιο έρευνας για τη διάλυση σκληρής και επικίνδυνης οργάνωσης που προχωρούσε σε οργανωμένες επιθέσεις με θύματα οπαδούς αντίπαλης ομάδας.
Αυτό αναφέρει σε σημερινό λεπτομερές ρεπορτάζ του ο Αλέξανδρος Καλαφάτης για το ieidiseis. Διαβάστε τι ακριβώς ερευνά η ΕΛΑΣ με βάση το ίδιο ρεπορτάζ:
Στη αναφορά που είχαν εκπονήσει οι αναλυτές της ειδικής υπηρεσίας της ΕΛ.ΑΣ. περιγράφονται όροι εξαιρετικά σημαντικοί για να καταλάβει κάποιος πως λειτουργεί ο χουλιγκανισμός: «Οπαδική υπεροχή», «παράσημο τιμής», «κατήχηση», «στρατολόγηση», «crew» (πλήρωμα), «ταπείνωση αντιπάλου», «επίδειξη».
Οι παραπάνω όροι αναλύονται προκειμένου να «αποκαλυφθεί» ο τρόπος με τον οποίο λειτουργούν και «σκέφτονται» σκληροί χούλιγκαν, οι οποίοι επιδιώκουν μέσα από τη βία την «ανέλιξή» τους, όπως και ο τρόπος «στρατολόγησης» νεότερης ηλικίας οπαδών -ακόμα και ανήλικων- που αποκτούν ρόλο στα σχέδια των «ανωτέρων» τους. Επίσης, αναλύεται πως επικοινωνούν μεταξύ τους με κωδικές ονομασίες («ναύτες», «τσουριά»), μέσω διαδικτυακών εφαρμογών που παρέχουν κρυπτογράφηση, ενώ ειδική μνεία γίνεται στη βιντεοσκόπηση των επιθέσεών τους και στο βασικό «στόχο» της ταπείνωσης και εξευτελισμού του αντιπάλου τους.
Για συμμετοχή στην οργάνωση, που έγινε αιτία για να εκπονηθεί -πριν από δύο χρόνια- η ανάλυση της ΕΛ.ΑΣ. για το χουλιγκανισμό, κατηγορήθηκε και ένας Έλληνας, ο οποίος βρίσκεται μεταξύ των συλληφθέντων για τα επεισόδια της 7ης Αυγούστου 2023 στη Νέα Φιλαδέλφεια.
Μπορεί ωστόσο η αναφορά της ΕΛ.ΑΣ. να συντάχθηκε για συγκεκριμένη ομάδα ατόμων που είχαν συλληφθεί τον Αύγουστο του 2021, εντούτοις, όπως εξηγούν αστυνομικές πηγές, τα χαρακτηριστικά της είναι κοινά με όλες τις ομάδες χούλιγκαν που δρουν μέχρι σήμερα στη χώρα μας. Αυτούσια τα επίμαχα αποσπάσματα που «φωτίζουν» άγνωστες πτυχές της «τυφλής» βίας των χούλιγκαν.
«Οπαδική κατήχηση»
Η «οπαδική υπεροχή» έγκειτο στην επίτευξη σειράς εγκληματικών ενεργειών με θύματα αντίπαλους οργανωμένους οπαδούς, είτε ως αντεκδίκηση σε αντίστοιχες ενέργειες σε βάρος τους, είτε προκειμένου να βρίσκονται απλώς «ένα βήμα μπροστά από αυτούς», σε έναν ιδιότυπο «διαγωνισμό σημείων».
Η «οπαδική υπεροχή» αποτελούσε τον απόλυτο σκοπό, όπως και η επίτευξη προσωπικών φιλοδοξιών με την ανέλιξη σε ηγετικές θέσεις των συνδέσμων οπαδών, συλλέγοντας εν είδη «παρασήμου τιμής» κάθε συμμετοχή σε εγκληματική δραστηριότητα της οργάνωσης.
Οι ενέργειές τους είχαν προσανατολισμό στον εκμηδενισμό και εξευτελισμό του αντιπάλου.
Από τις καταγεγραμμένες συνομιλίες που αποτελούν πρωτογενές και ιδιαίτερα αξιόπιστο μέσο άντλησης στοιχείων, προκύπτουν ευκρινώς τα αντικοινωνικά χαρακτηριστικά της υπό έρευνα μορφής εγκληματικότητας, που αποκαλείται χουλιγκανισμός
Έξι στάδια δράσης
Από την έρευνα προέκυψε ότι οι εγκληματικές τους ενέργειες αποτελούσαν προϊόν λεπτομερούς «επιχειρησιακού σχεδιασμού» που αναγόταν σε έξι βασικούς πυλώνες: Πληροφόρηση, κατόπτευση, έρευνα, σχεδιασμός, εκτέλεση, επίδειξη.
Ως προς την πληροφόρηση χρησιμοποιούσαν όλες της ανοιχτές πηγές (πχ επίσημες ανακοινώσεις, καλέσματα, socialmedia) προκειμένου να λαμβάνουν γνώση περί εκδηλώσεων των αντίπαλων οπαδών, συναντήσεών τους σε συνδέσμους φιλάθλων, καθώς επίσης και για την ιδιωτική τους παρουσία τους για λόγους αναψυχής, σε τουριστικά θέρετρα, παραλίες, καφέ, εστιατόρια. Μάλιστα για την επιτυχία του σκοπού τους δημιουργούσαν ακόμα και ψεύτικα προφίλ στα socialmedia προκειμένου να λαμβάνουν άμεσα γνώση για τα τεκταινόμενα, ακόμα και από «κλειστές ομάδες». Μάλιστα στην αναζήτηση νέων «στόχων» χρησιμοποιούσαν ακόμα και πρόσωπα άσχετα με οπαδικές συμπεριφορές για να εντοπίσουν αντιπάλους τους.
Στρατολόγηση
Σημαντικότατο ρόλο διαδραμάτιζε η «στρατολόγηση» ατόμων που βρίσκονταν «κοντά» στους οργανωμένους οπαδούς των αντιπάλων, αν όχι και οι ίδιοι οργανωμένοι, με συνέπεια την άμεση, απρόσκοπτη και έγκυρη πληροφόρηση της εγκληματικής ομάδας, σχετικά με τις μετακινήσεις, εκδηλώσεις και παρουσία των «στόχων» τους, γεγονός που προσέδιδε ιδιαίτερα πλεονεκτήματα στο σχεδιασμό των επιθέσεων.
Βασική στρατηγική που χαρακτήριζε τις εγκληματικές ενέργειες τύγχανε ο απόλυτος αιφνιδιασμός των αντιπάλων τους, η επίτευξη του οποίου απαιτούσε προγενέστερη άριστη γνώση των ιδιαίτερων συνθηκών που επικρατούσαν ανά περίπτωση.
Έτσι μετά την επιλογή των εν δυνάμει στόχου, ακολουθούσε η κατόπτευση του χώρου που θα λάμβανε χώρα η επίθεση, προκειμένου αυτή να ολοκληρωθεί με τη μεγαλύτερη δυνατή επιτυχία και τους λιγότερο δυνατόν κινδύνους για τους φυσικούς της αυτουργούς.
Η τάση που χαρακτήριζε την εγκληματική τους δραστηριοποίηση ήταν η αντιπαράθεση τους με οπαδούς αντίπαλων ομάδων υπό καθεστώς συντριπτικής αριθμητικής υπεροπλίας, γεγονός που θα εξασφάλιζε την άνετη επικράτησή τους και τους λιγότερο δυνατούς κινδύνους για τους ίδιους. Για το σκοπό αυτό παρακολουθούσαν διακριτικά τα γραφεία συνδέσμων ή τα σπίτια των στόχων τους, προκειμένου να διαπιστώσουν τον αριθμό των ατόμων που βρίσκονταν στο εσωτερικό αυτών, την ύπαρξη παρατηρητών πέριξ ή ακόμα και την παρουσία αστυνομικών δυνάμεων που θα αποτελούσε τροχοπέδη στο έργο τους.
Άλλες προπαρασκευαστικές ενέργειες των μελών της οργάνωσης προς επίτευξη του εγκληματικού τους έργου, τύγχαναν οι εντατικές «έρευνες» που διενεργούσαν προς εντοπισμό οικιών και οχημάτων οργανωμένων οπαδών. Για το σκοπό αυτό έθεταν σε παρακολούθηση τα εν λόγω άτομα, ενώ «όργωναν» ολόκληρες περιοχές στις οποίες υπέθεταν ότι κατοικούν.
«Σαρώνουν social media»
Είχαν φτιάξει ομαδικές συνομιλίες σε διαδικτυακές εφαρμογές επικοινωνίας (viber, messenger κλπ) όπου σε ενεστώτα χρόνο τροφοδοτούσαν με πληροφορίες ή λάμβαναν γνώση για όλα τα τεκταινόμενα είτε με γραπτά μηνύματα και ηχητικά μηνύματα είτε με εικόνες και βίντεο.
«Σάρωναν» τα προφίλ που διατηρούσαν στα socialmediaοι «στόχοι» τους.
Ανάλογα με την επικινδυνότητα και τη βαρύτητα της σχεδιαζόμενης επίθεσης αποφάσιζαν για τον αριθμό των συμμετεχόντων, επιλέγοντας μεταξύ ευρείας συμμετοχής ατόμων και κλειστής ομάδας εμπίστων.
Συνήθως έκαναν την πρώτη επιλογή για επιθέσεις σε γραφεία συνδέσμων φιλάθλων ή σε σημεία με ομαδική παρουσία αντιπάλων, ενώ έκαναν τη δεύτερη επιλογή για επιθέσεις σε μεμονωμένους οπαδούς-«στόχους».
Το «γλωσσάρι» Μάλιστα είχαν το δικό τους «γλωσσάρι» για τα πολεμοφόδια: Τις ναυτικές φωτοβολίδες τις έλεγαν «ναύτες», τις φωτοβολίδες χειρός «γόνα», τα μαχαίρια τα έλεγαν «τσουριά» ή «ριτσού», ενώ στον «εξοπλισμό» τους περιλαμβάνονταν σπρέι, πτυσσόμενα κλομπ, κοκάλινα γάντια, κουκούλες και εύφλεκτες ύλες.
Όσον αφορά στα μέσα μετακίνησής τους, χρησιμοποιούσαν μηχανάκια και αυτοκίνητα τόσο ιδιοκτησίας τους όσο και συγγενικών τους προσώπων. Παραποιούσαν τις πινακίδες κυκλοφορίας, επικολλούσαν στις πινακίδες αυτοκόλλητα. Τα ηγετικά μέλη έψαχναν «νεόκοπους», στους οποίους έδιναν εντολές με κριτήριο αρχαιότητας.
Επίσης απενεργοποιούσαν τα κινητά τους τηλέφωνα για όσο χρονικό διάστημα διαρκούσε η διαδικασία προσέγγισης και πλήξης του στόχους τους και η διαφυγή.
Τα «λάφυρα»
Μετά τις επιθέσεις αναρτούσαν βίντεο και φωτογραφίες στα προφίλ που διατηρούσαν στα socialmedia όπου παρουσίαζαν την εγκληματική τους δράση. Ιδιαίτερης προβολής τύγχαναν τα «λάφυρα» των επιθέσεων αυτών. Η ιδιαιτερότητα είναι ότι δεν αποσκοπούσαν σε οικονομικό όφελος, παρά στην αύξηση του γοήτρου τους και στον εξευτελισμό και την ταπείνωση των αντιπάλων τους.
Έχοντας επενδύσει στη δύναμη της εικόνας κατά τις «καταδρομικές» επιθέσεις, ο ηγετικός πυρήνας της οργάνωσης ανέθετε το ρόλο του «εικονολήπτη» σε κάποιο εκ των μελών της, προκειμένου να καταγράφει με κάθε λεπτομέρεια την έκνομη δράση των συνεργών του, ήτοι τους ξυλοδαρμούς, τους εμπρησμούς και τις φθορές. Ως μέσο κινηματογράφησης χρησιμοποιούσαν τις κάμερες των κινητών τηλεφώνων.
Οι ηγήτορες
Την ισχύ εκάστου μέλους της ηγετικής ομάδας αντιπροσώπευε ο αριθμός των ατόμων που είχε υπό την άμεση επιρροή του, τους «δικούς του», τα «δικά του άτομα» ή το «crew» (πλήρωμα).
Τα εν λόγω άτομα, νεαρής ηλικίας οπαδοί κατά πλειοψηφία, ακολουθούσαν τυφλά τους ηγήτορές τους, συμμετέχοντας σε όλες τους τις εγκληματικές πράξεις, στοχεύοντας κυρίως στην καταξίωση μέσω αυτών και την ανέλιξή τους στην ιεραρχία της οργάνωσης.
Μάλιστα ο πυρήνας της ηγετικής ομάδας φρόντιζε για την «επόμενη ημέρα» της οργάνωσης, επιδεικνύοντας ιδιαίτερη σπουδή για την «κατήχηση» και την «εξέλιξη» νεότερων μελών ούτως ώστε να αναλάβουν τα ηνία σε περίπτωση απόσυρσής τους.
Τέλος τα ηγετικά μέλη επέβαλλαν «πειθαρχικές» ποινές σε μέλη της οργάνωσης που δεν λειτουργούσαν κατά τα πρότυπα αυτής.
Πηγή: Αλέξανδρος Καλαφάτης/ ieidiseis