Η Ελλάδα γερνάει, αλλά δε γεννάει
To 2023 η χρονιά με τις λιγότερες γεννήσεις τα τελευταία 91 χρόνια - Η δυσοίωνη πρόβλεψη σε βάθος 25ετίας και το προφίλ του πληθυσμού το 2080
Ελαφρώς αυξημένο το επίδομα γέννησης που θα χορηγείται πλέον στα ζευγάρια που θα φέρνουν στον κόσμο ένα παιδί, αλλά σε καμία περίπτωση ικανό να καλύψει τις τεράστιες ανάγκες που έχει μια οικογένεια, όταν οι τιμές σε βασικά προϊόντα χτυπάνε «κόκκινο», όπως το βρεφικό γάλα που πωλείται στη χώρα μας έως και 213% ακριβότερα σε σχέση με άλλες χώρες της Ευρώπης.
Οικογένειες με ένα παιδί που πλέον «ζυγίζουν» τις επιλογές τους για το αν θα μεγαλώσουν την οικογένεια τους, καθώς πλέον το ζήτημα είναι και οικονομικό.
Όλο αυτό το κλίμα αποτυπώνεται πλήρως και στους αριθμούς που δείχνουν μια εικόνα για την Ελλάδα, όχι μόνο του σήμερα, αλλά κυρίως του αύριο.
Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι το 2023 θα καταγραφεί, όπως όλα δείχνουν, ως η χρονιά με τις λιγότερες γεννήσεις τα τελευταία 91 χρόνια, καθώς τη χρονιά που μας πέρασε, ο αριθμός των παιδιών που ήρθαν στη ζωή στη χώρα μας, δεν ξεπέρασε τα 72.244, ένας αριθμός που αναμένεται να επιβεβαιωθεί το προσεχές διάστημα από την ΕΛΣΤΑΤ και τα ληξιαρχεία της χώρας.
Αναλυτικά, η ΕΛΣΤΑΤ κατέγραψε:
92.898 γεννήσεις το 2016 88.533 γεννήσεις το 2017 86.440 γεννήσεις το 2018 83.756 γεννήσεις το 2019 84.764 γεννήσεις το 2020 85.346 γεννήσεις το 2021 76.095 γεννήσεις το 2022
Ακόμη πιο ανησυχητικό είναι το γεγονός ότι ο δείκτης γονιμότητας στη χώρα έχει υποχωρήσει κατά 1,5% από το 1987 και μετά, κάτι που σημαίνει ότι έχουμε κατά μ.ο ενάμιση παιδί ανά μια γυναίκα που βρίσκεται σε παραγωγική ηλικία.
Στο διεθνές συνέδριο του Economist, που διοργανώθηκε πριν από λίγες ημέρες στο Καβούρι, αποτυπώθηκαν με ζοφερά στοιχεία τα δεδομένα όσον αφορά τη μείωση του πληθυσμού στη χώρα έως το 2050.
Η Ελλάδα μπορεί να δει τον πληθυσμό της να συρρικνώνεται κατά 1,5 εκατ. σε βάθος 25ετίας ή στην… καλύτερη περίπτωση, να μειωθεί κατά 1,15 εκατ.
Αυτό σημαίνει, ότι η μείωση του πληθυσμού κάτω των 65 ετών μπορεί να φτάσει έως και τα 1,8 εκατ.
Η Ελλάδα… συρρικνώνεται από το 2011
Ο μόνιμος πληθυσμός της χώρας την 1η Ιανουαρίου 2023 εκτιμάται σε 10.413.982 άτομα, με 5.090.591 άνδρες και 5.323.391 γυναίκες. Συγκριτικά με την 1η Ιανουαρίου 2022, ο πληθυσμός μειώθηκε κατά 0,5%. Από 10.461.627 άτομα μειώθηκε σε 10.413.982 μόλις σε ένα έτος.
Από το 2011 και έπειτα, από τα χρόνια της κρίσης επί της ουσίας, ο πληθυσμός της Ελλάδας διαρκώς συρρικνώνεται.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat από το 2011 έως το 2021 καταγράφεται μείωση κατά 4% που μεταφράζεται σε -441.000 άτομα.
Όσον αφορά το 2023, ο πληθυσμός ηλικίας 0-14 ετών ανήλθε σε 13,4% του συνολικού πληθυσμού, έναντι 63,7% του πληθυσμού 15-64 ετών και 22,9% 65 ετών και άνω. Ο δείκτης γήρανσης ανήλθε σε 171,8.
Κατά το ίδιο διάστημα η καθαρή μετανάστευση εκτιμάται σε 16.355 άτομα, που αντιστοιχεί στη διαφορά μεταξύ 92.662 εισερχομένων και 80.307 εξερχομένων μεταναστών.
Σταθερή μείωση γεννήσεων
Από το 1951 έως και το 1960 καταγράφηκαν 1,542 εκατ. γεννήσεις και 579.000 θάνατοι, ενώ από το 1961 έως και το 1970 οι αριθμοί ανήλθαν σε 1.532 εκατ. και 693.000 αντίστοιχα.
Από το 1971 – 1980 καταγράφηκαν 1,439 εκατ. γεννήσεις και 801.000 θάνατοι και από το 1981 έως και το 1990 1,183 εκατ. γεννήσεις και 907.000 θάνατοι.
Και η αρνητική αυτή πορεία ακολουθείται και τις επόμενες δεκαετίες. Η τάση αυτή επιδεινώνεται με την πάροδο του χρόνου.
Μετά το 2010 οι γεννήσεις στη χώρα μας υπολείπονται όλο και περισσότερο των θανάτων.
Όπου φύγει – φύγει
Συνολικά, 457.000 άτομα έφυγαν από τη χώρα την περίοδο 2012-2015, δείγμα του κύματος εξόδου που προκάλεσε στη χώρα η οικονομική κρίση.
Την επόμενη τριετία, καταγράφεται και σημαντική αύξηση των μεταναστευτικών ροών, στον απόηχο της προσφυγικής κρίσης.
Όσον αφορά το 2023, η καθαρή μετανάστευση εκτιμάται σε 16.355 άτομα, που αντιστοιχεί στη διαφορά μεταξύ 92.662 εισερχομένων και 80.307 εξερχομένων μεταναστών.
Ανεβαίνει το προσδόκιμο ζωής, αλλά εις βάρος μας
Έως το 2100 η Ελλάδα μπορεί να βρεθεί αντιμέτωπη με μείωση πληθυσμού κατά 24% σε σύγκριση με την Ευρωζώνη που θα κινηθεί στο 5%.
Αυτό θα μας κατατάξει στην τρίτη χειρότερη θέση μεταξύ των χωρών μελών της Ευρωζώνης.
Και μπορεί έως το 2100 οι δείκτες να δείχνουν αύξηση του προσδόκιμου ζωής κατά 9 χρόνια, όμως σε συνδυασμό με τη χαμηλή γονιμότητα, όλο αυτό θα δημιουργήσει μια τεράστια πρόκληση ως προς το εργασιακό, το συνταξιοδοτικό, αλλά και για το υγειονομικό σύστημα.
Η έρευνα του ΙΟΒΕ «Δημογραφικό πρόβλημα στην Ελλάδα: Προκλήσεις και προτάσεις πολιτικής» μας δίνει μια εικόνα για τον πληθυσμό της χώρας το 2080.
16,8% έως 20 ετών
51,1% από 20 έως 65 ετών
32% άνω των 65 ετών
62,7% το ποσοστό εξάρτησης γήρατος (% άνω των 65) / (% 20-65 ετών)
Κάθε άτομο άνω των 65 ετών, το 2080 θα αντιστοιχεί σε μόλις ενάμιση άτομα παραγωγικής ηλικίας 20-65 ετών.
Αδειάζουν τα σχολεία
Ο αριθμός των παιδιών που πήγαν Α’ Δημοτικού το 2019-2020 (95,7 χιλ.) ήταν χαμηλότερος κατά 16,5% σε σύγκριση με το σχολικό έτος 2014-2015 (114,6 χιλ.), σημειώνει επίσης ο ΙΟΒΕ.
Μέχρι το 2100 ο αριθμός των μαθητών στη χώρα αναμένεται να είναι μειωμένος κατά 32,1%, με το μεγαλύτερο μέρος της μείωσης (77,3% της μείωσης ή 320 χιλ. μαθητές) να προβλέπεται ότι θα πραγματοποιηθεί έως το 2040.
Το δημογραφικό ζήτημα επηρεάζει σημαντικά την οικονομική ανάπτυξη της χώρας
Σύμφωνα με την έρευνα του ΙΟΒΕ, στο βασικό σενάριο, το 2100 αναμένεται το ΑΕΠ να έχει μειωθεί κατά €58 δισεκ. (ή 31%) σε σχέση με το 2019, η απασχόληση κατά 2,1 εκατομμύρια άτομα (ή 48%), τα δημοσιονομικά έσοδα κατά €14 δισεκ. (ή 19%) και το κατά κεφαλήν ΑΕΠ κατά περίπου €1.740 (ή 10%), σε σταθερές τιμές του 2019.
Κρίσιμη σημασία έχουν οι πολιτικές τόνωσης της γονιμότητας και οι παρεμβάσεις μεταναστευτικής πολιτικής, οι οποίες δύνανται να περιορίσουν τις απώλειες στο ΑΕΠ το 2100, κατά έως και 10 ή 7 ποσοστιαίες μονάδες, αντίστοιχα.