Η Handelsblatt αναλύει το θέμα του υπερτουρισμού στην Ελλάδα – Τι φοβούνται οι Έλληνες
«Χωρίς τους ξένους επισκέπτες η Σαντορίνη θα ήταν απελπιστικά φτωχό»
Με μια περιγραφή των εικόνων συνωστισμού που καταγράφονται στη Σαντορίνη, όπου χιλιάδες τουρίστες μαζεύονται για να θαυμάσουν το ηλιοβασίλεμα, η γερμανική εφημερίδα Handelsblatt αναλύει το θέμα του υπερτουρισμού στην Ελλάδα, υπογραμμίζοντας ωστόσο ότι «χωρίς τους ξένους επισκέπτες το ελληνικό νησί θα ήταν απελπιστικά φτωχό».
Το δημοσίευμα τονίζει ότι ο τουρισμός έδωσε ώθηση μετά την οικονομική κρίση της δεκαετίας του 2010. Πέρυσι, το ακαθάριστο εγχώριο προϊόν (ΑΕΠ) της Ελλάδας αυξήθηκε τέσσερις φορές πιο γρήγορα από τον μέσο όρο της ευρωζώνης . «Και όμως πολλοί ντόπιοι είναι πλέον ενοχλημένοι από τους επισκέπτες και γεμάτοι ανησυχία» αναφέρει: «Φοβούνται ότι η φύση της πατρίδας τους θα καταστραφεί. Hotspots όπως η Σαντορίνη ή η Μύκονος είναι απελπιστικά υπερπλήρη και ο υπερτουρισμός γίνεται βάρος για τους Έλληνες. Και φέτος αναμένεται νέο ρεκόρ επισκεπτών. Η συντηρητική κυβέρνηση της Αθήνας θέλει πλέον να παρέμβει με ρυθμιστικό τρόπο και σχεδιάζει αυστηρά μέτρα κατά του μαζικού τουρισμού».
Μέτρα κατά του υπερτουρισμού
Το δημοσίευμα υπογραμμίζει ότι ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης ανακοίνωσε ήδη «περιορισμούς στα κρουαζιερόπλοια σε ιδιαίτερα πολυσύχναστους νησιωτικούς προορισμούς », ενώ η ελληνική κυβέρνηση σχεδιάζει επίσης «να περιορίσει τη βραχυπρόθεσμη ενοικίαση διαμερισμάτων σε τουρίστες», με στόχο να κάνει τη στέγαση και «πάλι οικονομικά προσιτή για τους ντόπιους».
Όπως αναφέρει η HB οι αποφάσεις στηρίζονται σε μελέτη του Συνηγόρου του Πολίτη, η οποία καταλήγει πως «η Ελλάδα δεν πρέπει να εξαντλήσει και να σπαταλήσει το τουριστικό της δυναμικό, διαφορετικά οι προορισμοί μας θα γίνουν λιγότερο ελκυστικοί με τον καιρό».
Ως εκ τούτου, η κυβέρνηση εξετάζει το ενδεχόμενο «να περιορίσει τον αριθμό των κρουαζιερόπλοιων και των βραχυπρόθεσμων ενοικιάσεων στις πόλεις σε 90 διανυκτερεύσεις τον χρόνο, ενώ «σε τουριστικά νησιά με λιγότερους από 10.000 κατοίκους σε 60 διανυκτερεύσεις τον χρόνο».
Πηγη – OT