«Η νέα Ελλάδα μοιάζει ανησυχητικά με την παλιά Ελλάδα» – Άρθρο «καταπέλτης» του Guardian
«Μια χούφτα ισχυρές και πολιτικά διαπλεκόμενες οικογένειες εξακολουθούν να κυριαρχούν στην οικονομία, ενώ η ιδιοκτησία των ΜΜΕ είναι εξαιρετικά συγκεντρωμένη»
«Καταπέλτης» για την κατάσταση που επικρατεί στην Ελλάδα το άρθρο του Paul Taylor, ανώτερου επισκέπτη ερευνητή στο Κέντρο Ευρωπαϊκής Πολιτικής.
Στο άρθρο του, λοιπόν, με τίτλο “Η Ελλάδα βρίσκεται ξανά σε άνθηση. Αυτή τη φορά, θα αντέξει;”, o Paul Taylor εξετάζει την τρέχουσα οικονομική άνθηση της Ελλάδας, εστιάζοντας στο έργο του Ελληνικού ως σύμβολο μιας νέας εποχής ευημερίας αλλά και ως αντικείμενο διχασμού.
Η αφορμή του άρθρου είναι η πρόοδος των κατασκευαστικών εργασιών στον χώρο του πρώην αεροδρομίου του Ελληνικού. Το έργο ανάπλασης στο Ελληνικό, στον πρώην χώρο του αεροδρομίου της Αθήνας, έχει εξελιχθεί σε σύμβολο της σύγχρονης Ελλάδας, καθώς φιλοδοξεί να στεγάσει τον ψηλότερο ουρανοξύστη της χώρας, πολυτελείς κατοικίες, εμπορικό κέντρο, ξενοδοχεία, τουριστικές, πολιτιστικές και ψυχαγωγικές υποδομές.
Για την κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη, το Ελληνικό είναι το εμβληματικό παράδειγμα της νέας Ελλάδας, μιας χώρας ανοιχτής στις επενδύσεις, σταθερής, με φιλοευρωπαϊκό προσανατολισμό. Ακόμη, σύμφωνα με αυτή, το έργο ενσαρκώνει τη δυναμική επιστροφή της ελληνικής οικονομίας και την ελκυστικότητα της χώρας για επενδύσεις. Αντίθετα, για πολλούς επικριτές, αποτελεί ένα ακόμη παράδειγμα ευνοϊκής μεταχείρισης οικονομικών ελίτ και αλλοδαπών επενδυτών σε βάρος του δημόσιου συμφέροντος και της κοινωνικής πλειοψηφίας.
Ο Paul Taylor, με αφορμή την πρόοδο των έργων, θέτει το ερώτημα αν η νέα οικονομική άνθηση είναι περισσότερο ανθεκτική από τις προηγούμενες. Mε ματιά βαθιά ιστορική, υπενθυμίζει την εποχή της ευφορίας λίγο πριν τους Ολυμπιακούς του 2004, όταν η Ελλάδα είχε υιοθετήσει το ευρώ και γνώριζε άνθηση στον τουρισμό και την πολιτιστική της εικόνα. Ακόμα και η εθνική ομάδα ποδοσφαίρου κατέκτησε απροσδόκητα το Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα. Ωστόσο, αυτή η άνθηση κατέληξε σε κατάρρευση.
Δέκα χρόνια αργότερα, η Ελλάδα βρισκόταν στον πάτο, έχοντας καταρρεύσει οικονομικά, καταφεύγοντας σε τρία προγράμματα διάσωσης από ΕΕ και ΔΝΤ, τα οποία συρρίκνωσαν την οικονομία κατά 26% και επέβαλαν σκληρή λιτότητα. Η επακόλουθη καθοδική πορεία προκάλεσε ανεργία, φτωχοποίηση, φυγή ταλέντων αφορούσε περίπου το 10% του πληθυσμού και πολιτική κατάρρευση του μεταπολιτευτικού δικομματισμού. Η κρίση χρέους ξέσπασε το 2009 όταν αποκαλύφθηκε ότι η χώρα είχε υποτιμήσει σημαντικά το έλλειμμα του προϋπολογισμού της. Αναφέρεται επίσης στην πολιτική κατάρρευση της χώρας, η οποία κυριαρχούνταν για καιρό από τα αντίπαλα συστήματα πατρωνίας της συντηρητικής Νέας Δημοκρατίας και των σοσιαλιστικών κομμάτων του ΠΑΣΟΚ και την αμφισβήτησή τους από το εκλογικό σώμα.
Η άνοδος του ριζοσπαστικού αριστερού ΣΥΡΙΖΑ, το 2015, το δημοψήφισμα για την απόρριψη των όρων του προγράμματος διάσωσης, η μετέπειτα άνευ όρων παράδοση στους όρους των πιστωτών όταν η Ελλάδα βρέθηκε αντιμέτωπη με την εναλλακτική λύση της αποβολής από την ευρωζώνη και το ξεπούλημα των κρατικών περιουσιακών στοιχείων είναι οι αναφορές της πικρής εκείνης εποχής που σχολιάζονται στο άρθρο.
Αναφέροντας το παράδειγμα του Riviera Tower, ο Paul Taylor, αμφισβητεί έντονα το αν το Ελληνικό αποτελεί πραγματικά σημάδι αναγέννησης της Ελλάδας. Για πολλούς Έλληνες, λίγα έχουν αλλάξει από τις σκοτεινές μέρες της κρίσης. Η ανεργία έχει μειωθεί, αλλά οι μισθοί και οι συντάξεις παραμένουν στάσιμοι, ο πληθωρισμός – ειδικά στα ενοίκια – έχει διαβρώσει το βιοτικό επίπεδο, και τα σχολεία, τα νοσοκομεία και οι δημόσιες συγκοινωνίες δεν έχουν ανακάμψει. Η χώρα εξακολουθεί να βράζει από την οργή για την πολύνεκρη σύγκρουση τρένων πριν από δύο χρόνια, με 57 νεκρούς, που αποκάλυψε σοβαρές ελλείψεις ασφάλειας και δημιούργησε υποψίες πολιτικής συγκάλυψης.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, αν και βλέπει τη χώρα ως “όχι πια το άρρωστο παιδί της Ευρώπης”, κατηγορείται ότι εφαρμόζει δημοσιονομική πειθαρχία χωρίς να αντιμετωπίζει τις κοινωνικές ανισότητες και τη στασιμότητα μισθών και συντάξεων. Η Ελλάδα παραμένει ευάλωτη σε φυσικές καταστροφές λόγω κλιματικής κρίσης και ελλιπών επενδύσεων σε κρίσιμες υποδομές, ενώ συνεχίζουν να κυριαρχούν πολιτικά συνδεδεμένες οικονομικές ελίτ και ισχυρή συγκέντρωση στα ΜΜΕ.
Ο Paul, αναφέρει, επίσης, ότι η Ελλάδα παρουσιάζει υγιές πρωτογενές πλεόνασμα στον προϋπολογισμό στην αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας, στο πακέτο στήριξης 1 δισεκατομμυρίου ευρώ για συνταξιούχους χαμηλού εισοδήματος, ενοικιαστές και ευάλωτες ομάδες και ότι στήριξη προς την ΕΕ έχει επίσης ανακάμψει: τα δύο τρίτα των Ελλήνων δηλώνουν ότι η συμμετοχή στην ΕΕ είναι θετική. Ωστόσο, δίνει έμφαση και στα λεγόμενα του Νικ Μαλκουτζή, του συντάκτη και συνιδρυτή της ελληνικής οικονομικής ιστοσελίδας MacroPolis που αναφέρει πως: «Μόλις ξύσεις την επιφάνεια των μακροοικονομικών στοιχείων, υπάρχει σκοτάδι.» και τονίζοντας πως «Ο Μητσοτάκης κρατά αυστηρή δημοσιονομική γραμμή, αλλά δεν μπορούμε να βασιζόμαστε για πάντα στον τουρισμό και τα ακίνητα.»
Η χρόνια υποεπένδυση σε δασοπροστασία και υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης καθιστά την Ελλάδα ιδιαίτερα ευάλωτη σε φυσικές καταστροφές, όπως οι πυρκαγιές και οι πλημμύρες που πληθαίνουν λόγω της κλιματικής κρίσης.
Μια χούφτα ισχυρές και πολιτικά διαπλεκόμενες οικογένειες εξακολουθούν να κυριαρχούν στην οικονομία, ενώ η ιδιοκτησία των ΜΜΕ είναι εξαιρετικά συγκεντρωμένη. Η διαφθορά παραμένει διαβρωτική και η Ελλάδα παραμένει χαμηλά στους ευρωπαϊκούς δείκτες για την ελευθερία του Τύπου και το κράτος δικαίου.
Συνοψίζοντας, Με μια πιο προσεκτική ματιά, η νέα Ελλάδα μοιάζει ανησυχητικά με την παλιά Ελλάδα, με ισχυρά δημόσια οικονομικά, αλλά διαχρονικές κοινωνικές και οικονομικές ανισορροπίες. Ανισορροπίες, οι οποίες ίσως μπορούν να επιστρέψουν για να τη στοιχειώσουν, σε μια χώρα όπου η ύβρις δεν απέχει ποτέ πολύ από τη Νέμεσις, τη θεά και προσωποποίηση της τιμωρίας..
Για τον Paul Taylor που εργάστηκε για σχεδόν 40 χρόνια για το Reuters, το διεθνές πρακτορείο ειδήσεων, ως ξένος ανταποκριτής, επικεφαλής γραφείου και συντάκτης στην Ευρώπη και τη Μέση Ανατολή, με μια πιο προσεκτική ματιά, η νέα Ελλάδα μοιάζει παράξενα με την παλιά Ελλάδα, με ισχυρότερα δημόσια οικονομικά αλλά επίμονες κοινωνικές και οικονομικές ανισορροπίες. Ανισορροπίες που μπορούν κάλλιστα να επιστρέψουν για να στοιχειώσουν μια χώρα όπου “το αμάρτημα της ύβρεως, δηλαδή της αλαζονείας δεν είναι ποτέ μακριά από Νέμεσις τη θεά και προσωποποίηση της τιμωρίας”.