Κύκλωμα για πλαστές ταυτότητες και διαβατήρια σε κακοποιούς: Είχε σχέσεις με τη γεωργιανή μαφία
Πελάτες ήταν κακοποιοί με μεγάλο ποινικό παρελθόν.
Κλήση μέλους του κυκλώματος, που παρείχε με αμοιβή πλαστές ταυτότητες και διαβατήρια σε αλλοδαπούς, προς άτομο με «διασυνδέσεις» στο εξωτερικό, ερευνάται, καθώς γεννά υποψίες ότι το κύκλωμα μπορεί να είχε πελάτη που είναι στέλεχος της γεωργιανής μαφίας «Vor V Zakone».
Διαβάστε όλα όσα γράφει στο ρεπορτάζ του σήμερα ο Αλέξανδρος Καλαφάτης για το ieidiseis:
Ο «κοριός» της ΕΛ.ΑΣ. κατέγραψε συνομιλία στην οποία μέλος της εγκληματικής οργάνωσης απευθυνόμενο σε τηλεφωνικό συνομιλητή του αναφέρει ότι έχει δημιουργηθεί πρόβλημα με πρόσωπο που συνδέεται με τους «Vor V Zakone». Πιο αναλυτικά, το άτομο αυτό φέρεται να λέει ότι «πελάτης» ζητάει πίσω τα λεφτά του (15.000 ευρώ), ισχυριζόμενο ότι δεν εξυπηρετήθηκε με τον τρόπο με τον οποίο του είχαν υποσχεθεί. Φέρεται να ζητούσε πλαστά έγγραφα όχι μόνο για τον ίδιο αλλά και για τα μέλη της οικογένειάς του.
Το άτομο με το οποίο συνομιλούσε, το οποίο εκτιμάται από την ΕΛ.ΑΣ. ότι μπορεί να ήταν «σύνδεσμος» του κυκλώματος, φέρεται να απαντά ότι θα διευθετήσει το πρόβλημα. Το Εσωτερικών Υποθέσεων εκτιμά ότι μπορεί να πρόκειται για «σύνδεσμο» του κυκλώματος, επειδή από τις απομαγνητοφωνημένες συνομιλίες αφήνεται να εννοηθεί ότι ενδεχομένως να «έστελνε» πελάτες στην εγκληματική οργάνωση που «ξηλωθηκε» για την έκδοση πλαστών ελληνικών ταυτοτήτων. Μάλιστα, από ένα τηλεφώνημα οι αστυνομικοί συμπεραίνουν ότι το μέλος του κυκλώματος είχε φοβηθεί από τη συμπεριφορά του Γεωργιανού πελάτη, λόγω της σχέσης του τελευταίου με τους «Vor V Zakone».
Στο μεταξύ, ιδιαίτερο ενδιαφέρον προκάλεσε στις Αρχές η αλλαγή τρόπου δράσης που φέρεται να αποφάσισε ο αρχηγός της οργάνωσης όταν αποκαλύφθηκε η δράση του αστυνομικού που τους βοηθούσε στην έκδοση των πλαστών ταυτοτήτων. Όταν ο αστυνομικός «αποσύρθηκε» τον περασμένο Μάρτιο γιατί υποψιάστηκε ότι γίνεται έρευνα στο Αστυνομικό Τμήμα όπου υπηρετούσε για «παράξενα» αιτήματα επανέκδοσης εγγράφων λόγω απώλειας, τότε το κύκλωμα άρχισε να αναζητά στοιχεία Ελλήνων που παρότι είχαν αποκτήσει ελληνική ιθαγένεια, εντούτοις δεν είχε εκδοθεί αντίστοιχο δελτίο ταυτότητας, ώστε να επιτευχθεί η αρχική έκδοση ταυτότητας.
Σε αντίθεση λοιπόν με τον αρχικό τρόπο δράσης, όπου επεδίωκαν – μέσω του αστυνομικού- την επανέκδοση ταυτοτήτων λόγω δηλώσεως απώλειας, ξεκίνησαν να επιδιώκουν την αρχική έκδοση ταυτότητας, με τη χρήση πιστοποιητικού απόκτησης ελληνικής ιθαγένειας που ανήκει σε άλλο πρόσωπο και το οποίο δεν έχει εκδώσει δικό του δελτίο ταυτότητας. Για τον λόγο αυτό, διαπιστώθηκε ότι σε μία περίπτωση γυναίκα αστυνομικός, η οποία πραγματοποίησε πληκτρολογήσεις – αναζητήσεις στην ηλεκτρονική εφαρμογή- βάση δεδομένων της Ελληνικής Αστυνομίας POLICE ON LINE (P.O.L.), ενημέρωσε σχετικά για τυχόν ύπαρξη αρχικής έκδοσης ταυτότητας στα υφαρπαζόμενα στοιχεία Ελλήνων.
Πληροφορίες του iEidiseis αναφέρουν ωστόσο ότι με κάποιο τρόπο -που ακόμα δεν έχει διαλευκανθεί- το κύκλωμα είχε βρει και άλλα τέτοια στοιχεία, ενδεχομένως με τη βοήθεια στελέχους του κρατικού μηχανισμού που δεν ταυτοποιήθηκε αλλά συνδέεται -σύμφωνα με τις αστυνομικές πηγές- με υπηρεσίες που έχουν πρόσβαση σε βάσεις δεδομένων που αφορούν στην ελληνική ιθαγένεια. Στο πλαίσιο αυτό μπήκαν στο μικροσκόπιο ταξίδια που έκανε στην Αθήνα μέλος του κυκλώματος για να διερευνηθεί εάν υπήρχε κάποιος συνεργός τους σε δημόσια υπηρεσία στην πρωτεύουσα.
Πελάτες κακοποιοί
Κακοποιοί με πλούσιο ποινικό παρελθόν συγκαταλέγονται στο «πελατολόγιο» του κυκλώματος που προμήθευε αλλοδαπούς με πλαστές ταυτότητες και διαβατήρια, με τη «συνδρομή» αστυνομικού που υπηρετούσε σε γραφεία έκδοσης ταυτοποιητικών εγγράφων.
Σύμφωνα με πληροφορίες του iΕidiseis, οι «αδιάφθοροι» του Εσωτερικών Υποθέσεων κάνουν ειδική μνεία στο γεγονός αυτό σημειώνοντας στη δικογραφία που σχημάτισαν:
«Πολλοί εκ των επωφελούμενων αλλοδαπών, τυγχάνουν άτομα που διαθέτουν ποινικό παρελθόν στη χώρα τους για σοβαρά αδικήματα και με την έκδοση των ελληνικών ταυτοτήτων στην ουσία «διαγράφεται» το υφιστάμενο ποινικό μητρώο τους. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί αλλοδαπός ο οποίος είχε συλληφθεί και εκτίσει ποινή φυλάκισης στη χώρα του (Γεωργία) -μεταξύ άλλων- για παράνομη κατοχή και πώληση πυρομαχικών, εκρηκτικών υλών ή εκρηκτικών μηχανισμών».
Αστυνομικές πηγές εξηγούν ότι οι κακοποιοί έπαιρναν νέες ταυτότητες με καινούργια ονόματα και έτσι σε τυχόν έλεγχό τους δεν φαινόταν πουθενά το ποινικό τους παρελθόν. Με τον τρόπο αυτό γίνονταν «φαντάσματα» για τις διωκτικές Αρχές.
Εν συνεχεία, με τις καινούργιες τους ταυτότητες εξέδιδαν ελληνικό διαβατήριο, με το οποίο μπορούσαν να ταξιδέψουν σε χώρες όπως ο Καναδάς και σε χώρες της Ευρώπης. Επίσης, από την έρευνα διαπιστώθηκε ότι κάποιοι από τους πελάτες του κυκλώματος (δεν διευκρινίζεται εάν είχαν ποινικό παρελθόν ή όχι) ταξίδεψαν με τα πλαστά έγγραφά τους στις ΗΠΑ, μέσω χωρών της λατινικής Αμερικής (για παράδειγμα μέσω Βραζιλίας).
Ένα «κόλπο» που έκαναν, κατόπιν «συμβουλής» του κυκλώματος, ήταν να κλείνουν εισιτήρια μετάβασης από την Ελλάδα στον Καναδά, με επιστροφή, χωρίς ωστόσο η επιστροφή να πραγματοποιείται, προκειμένου να ελαχιστοποιηθεί η πιθανότητα να κινήσουν υποψίες προς τις Αρχές του Καναδά, καθώς εμφανίζονταν να διαμένουν εκεί για ελάχιστο χρονικό διάστημα.
Η μεγάλη αστυνομική επιχείρηση για το «ξήλωμα» του κυκλώματος έγινε σε Θεσσαλονίκη, Χαλκιδική, Σέρρες και Δράμα. Μεταξύ των κατηγορουμένων είναι 48χρονος υπαστυνόμος και μία γυναίκα ανθυπαστυνόμος (που φέρεται να βοήθησε μία φορά το κύκλωμα).
Τα περισσότερα μέλη της εγκληματικής οργάνωσης ήταν άνεργα και μάλιστα φαινόταν ότι ζουν από τα κοινωνικά επιδόματα του κράτους, ωστόσο από την παρακολούθησή τους προέκυψε ότι είχαν πολυτελή αυτοκίνητα μεγάλης αξίας.
Όπως αναφέρεται στη δικογραφία που σχηματίστηκε για την υπόθεση, η έρευνα ξεκίνησε όταν οι Εσωτερικές Υποθέσεις έλαβαν γνώση για περιστατικό σύμφωνα με το οποίο το Δεκέμβριο του 2022 προσήλθε στο Γραφείο Διαβατηρίων της Διεύθυνσης Αστυνομίας Χαλκιδικής άτομο που κατέθεσε αίτημα έκδοσης διαβατηρίων λόγω απώλειας του προηγούμενου. Στο πλαίσιο της εξέτασης του αιτήματός του διαπιστώθηκε ότι πρόκειται για διαφορετικό άτομο σε σχέση με αυτό που εξέδωσε το διαβατήριο που χάθηκε, καθώς δεν προέκυψε ταύτιση των αποτυπωμάτων με αυτά που είχαν ληφθεί κατά την έκδοση του χαμένου διαβατηρίου.
Επίσης από την αντιπαραβολή του ατόμου που εμφανιζόταν στη φωτογραφία δεν προέκυψε φωτογραφική ταύτιση. Από την έρευνα που ακολούθησε προέκυψε ότι από τον Οκτώβριο του 2022 έως το Δεκέμβριο του ίδιου έτους είχαν γίνει ακόμα έξι παρόμοια αιτήματα από πρόσωπα που μετέβησαν στο τμήμα «παρέα» με το ίδιο άτομο (μέλος του κυκλώματος) ενώ η έκδοση των εγγράφων γινόταν από τον ίδιο αστυνομικό (που κατηγορείται για συμμετοχή στο κύκλωμα).
Το Μάρτιο του 2023 ο αστυνομικός απομακρύνθηκε από το Γραφείο Έκδοσης Ταυτοτήτων όπου υπηρετούσε για 20 συναπτά έτη, ενώ τρεις μήνες αργότερα συνταξιοδοτήθηκε.
Το χρονικό
Συνολικά συνελήφθησαν 12 άτομα, από τα οποία 7 ήταν μέλη της οργάνωσης, μεταξύ τους και απόστρατος αξιωματικός.
Στη δικογραφία περιλαμβάνονται ακόμα 24 άτομα, μεταξύ των οποίων και εν ενεργεία αστυνομικός, ενώ το παράνομο περιουσιακό όφελος που αποκόμισε η οργάνωση ξεπερνά τις 210.000 ευρώ.
Πιο αναλυτικά, από την Υπηρεσία Εσωτερικών Υποθέσεων Σωμάτων Ασφαλείας Βορείου Ελλάδος εξαρθρώθηκε εγκληματική οργάνωση, τα μέλη της οποίας δραστηριοποιούνταν στην παράνομη έκδοση ελληνικών δελτίων ταυτότητας και διαβατηρίων σε ενδιαφερόμενους αλλοδαπούς – πολίτες τρίτων χωρών.
Για την αποδόμηση της εγκληματικής οργάνωσης πραγματοποιήθηκε πρωινές ώρες χθες, 5 Οκτωβρίου 2023,σε Θεσσαλονίκη, Χαλκιδική, Σέρρες και Δράμα, ευρείας κλίμακας αστυνομική επιχείρηση, στο πλαίσιο της οποίας συνελήφθησαν 7 μέλη της οργάνωσης, μεταξύ των οποίων και απόστρατος αξιωματικός της Ελληνικής Αστυνομίας.
Επιπλέον, συνελήφθησαν -5- άτομα, που στερούνταν ταξιδιωτικών εγγράφων και παρέμεναν παράνομα στη χώρα μας και για τα οποία τα μέλη της εγκληματικής οργάνωσης είχαν προχωρήσει ήδη στην έκδοση μίας ταυτότητας και επρόκειτο να εκδώσουν τα υπόλοιπα, ωστόσο η πράξη τους διακόπηκε από την αστυνομική επιχείρηση.
Στη δικογραφία που σχηματίσθηκε περιλαμβάνονται ακόμα -24- άτομα, ανάμεσα στα οποία και εν ενεργεία αστυνομικός.
Για τη διερεύνηση της υπόθεσης προηγήθηκε ενημέρωση από Τμήμα Ασφαλείας στη Βόρεια Ελλάδα, σχετικά με αίτημα επανέκδοσης διαβατηρίου, λόγω απώλειας, πλην όμως από την μακροσκοπική εξέταση και από την αντιπαραβολή βιομετρικών στοιχείων διαπιστώθηκε αναντιστοιχία του αιτούντος με τον πραγματικό κάτοχο. Παράλληλα, εντοπίσθηκαν σε διάστημα περίπου 2,5 μηνών ακόμα -6- παρόμοιες περιπτώσεις έκδοσης ταυτότητας.
Ακολούθησε πολύμηνη και εμπεριστατωμένη έρευνα, όπου κατόπιν συλλογής και συνδυαστικής αξιολόγησης πληροφοριακών στοιχείων και δεδομένων, προέκυψε η συγκρότηση και λειτουργία επιχειρησιακά δομημένης και με διαρκή δράση εγκληματικής οργάνωσης, η οποία τοποθετούνταν χρονικά από τον Οκτώβριο του 2021, με σκοπό την παράνομη έκδοση ελληνικών δελτίων ταυτότητας και διαβατηρίων σε ενδιαφερόμενους αλλοδαπούς – πολίτες τρίτων χωρών.
Η εγκληματική οργάνωση αποτελούνταν από άτομα που τυγχάνουν άνεργα, χωρίς νόμιμη επαγγελματική δραστηριότητα, καθώς και απόστρατο αστυνομικό, ο οποίος κατά το χρόνο τέλεσης των αδικημάτων υπηρετούσε σε αστυνομική υπηρεσία σε περιοχή της Βόρειας Ελλάδας.
Ως προς τον τρόπο δράσης (modus operandi) της εγκληματικής οργάνωσης διαπιστώθηκε ότι τα μέλη της έρχονταν σε επαφή με «πελάτες», οι οποίοι είτε εισέρχονταν νομίμως στην ελληνική επικράτεια από θεσμοθετημένα σημεία ελέγχου της Χώρας κάνοντας χρήση των γνήσια εκδοθέντων διαβατηρίων τους, είτε παράνομα σε άγνωστο χρόνο.
Στη συνέχεια, προχωρούσαν στην εύρεση των κατάλληλων στοιχείων ατόμων, τα χαρακτηριστικά των οποίων προσομοίαζαν με αυτά των ενδιαφερομένων αλλοδαπών και πληρούσαν τουλάχιστον μία από τις παρακάτω προϋποθέσεις:
να κατέχουν ελληνική ιθαγένεια αλλά να μην είχαν εκδώσει ποτέ ελληνικό δελτίο ταυτότητας,να κατέχουν παλαιού τύπου δελτία ταυτότητας, οπότε δε θα γίνονταν ιδιαιτέρως αντιληπτή η διαφορά μεταξύ των χαρακτηριστικών των προσώπων τους, να διαμένουν μόνιμα σε χώρες του εξωτερικού ή να έχουν αποβιώσει στο εξωτερικό, χωρίς να δηλωθεί ο θάνατός τους στην Ελλάδα.
Ακολούθως, μεθόδευαν την έκδοση του δελτίου ταυτότητας μέσω του απόστρατου αστυνομικού, ο οποίος ως αρμόδιος για την παραλαβή των δικαιολογητικών και την έκδοση ταυτοτήτων, προέβαινε σε πράξεις ή παραλείψεις των καθηκόντων του ώστε να διασφαλίζεται η τυπικά ορθή έκδοση της ταυτότητας, παρέχοντας με αυτόν τον τρόπο τα εχέγγυα ασφαλείας που απαιτούνται για την συνέχιση της διαδικασίας.
Μάλιστα, η μετάβαση των ενδιαφερόμενων αλλοδαπών γινόταν παρουσία των μελών της οργάνωσης, οι οποίοι παρουσιάζονταν ως μάρτυρες ταυτοπροσωπίας και διερμηνείς, ενώ σε περίπτωση ύπαρξης προγενέστερου δελτίου ταυτότητας και διαβατηρίου πάντα προέβαιναν σε δήλωση απώλειας αυτών και έπειτα αιτούνταν την έκδοση νέων (ταξιδιωτικών εγγράφων).
Μετά την επίτευξη του σκοπού τους, τα μέλη της οργάνωσης διευκόλυναν τους αλλοδαπούς στη μεταφορά τους και εν τέλει στην έξοδό τους από την ελληνική επικράτεια, μεταφέροντάς τους σε αεροδρόμιο της επιλογής τους.
Μέσα από τη δράση της οργάνωσης, οι επωφελούμενοι αλλοδαποί αποκτούσαν την ελληνική υπηκοότητα με όλα τα δικαιώματα που αυτή συνεπάγεται, πετύχαιναν την επ’ αόριστον διαμονή τους στη Χώρα, τη δυνατότητα μετάβασής τους σε χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης αλλά και σε τρίτες χώρες, καθώς και τη «διαγραφή» του ποινικού τους μητρώου, καθώς στην πλειονότητά τους επρόκειτο για άτομα με πλούσιο ποινικό παρελθόν στις χώρες τους.
Χαρακτηριστικό της ευελιξίας των μελών της οργάνωσης ήταν ότι, όταν για λόγους ανεξάρτητους από τη θέλησή τους ο απόστρατος αστυνομικός απομακρύνθηκε από τη θέση του, επαναπροσδιόρισαν τον τρόπο δράσης τους προχωρώντας στην στρατολόγηση νέων μελών και επιδιώκοντας την αρχική έκδοση δελτίων ταυτότητας με τη χρήση πιστοποιητικού απόκτησης ελληνικής ιθαγένειας που ανήκει σε άλλο πρόσωπο και το οποίο δεν έχει εκδώσει δικό του δελτίο ταυτότητας.
Στο πλαίσιο αυτό διαπιστώθηκε η εμπλοκή στην υπόθεση και εν ενεργεία αστυνομικού, η οποία σε μία περίπτωση προέβη σε πράξη που παρέβαινε τα καθήκοντά της, διευκολύνοντας τη δράση της εγκληματικής οργάνωσης.
Από την προανακριτική έρευνα προέκυψε ότι κάθε επιτυχής έκδοση ελληνικών δελτίων ταυτότητας κοστολογούνταν στα 15.000 ευρώ, ενώ το συνολικό παράνομο περιουσιακό όφελος που αποκόμισε η οργάνωση υπολογίζεται σε τουλάχιστον 210.000 ευρώ.
Πηγή: Αλέξανδρος Καλαφάτης/ ieidiseis