Οι τουρίστες ήρθαν αλλά δεν ξοδεύουν – Το νέο μοντέλο διακοπών που ανατρέπει όσα ξέραμε
Γιατί αυτή τη χρονιά οι τουρίστες αντιδρούν στις "τσιμπημένες" τιμές των ελληνικών νησιών - Μήπως το παρακάναμε;
Μπορεί σύμφωνα με τα στοιχεία να είναι μία καλή χρονιά για τον τουρισμό στη χώρα, παρά τις μεγάλες φωτιές και το πρόβλημα του υπερτουρισμού, που μόνο να λειτουργήσει αρνητικά για τον τόπο μπορεί, ωστόσο ένα σοβαρό πρόβλημα που παρατηρείται αυτό το καλοκαίρι είναι τα… «καβούρια στη τσέπη» των τουριστών, δικαίως ή αδίκως – κάτι που θα αναλύσουμε παρακάτω.
Πρακτικά, αυτό σημαίνει πως τουριστικά, έρχονται περισσότεροι στη χώρα μας, αλλά ξοδεύουν λιγότερα από άλλες χρονιές και αν η τάση αυτή συνεχιστεί και τα επόμενα χρόνια, θα πρέπει να χτιστούν νέες μονάδες προκειμένου να καλύψουν τις συνεχώς αυξανόμενες ανάγκες των τουριστών αλλά και των ελληνικών υπηρεσιών.
Η κατά κεφαλήν δαπάνη παρουσιάζει σε σχέση με πέρυσι μείωση της τάξεως του 10% περίπου, που στην πράξη είναι μεγαλύτερη αφού έχει μεσολαβήσει μία μακρά περίοδος υψηλού πληθωρισμού που αναπόφευκτα έχει επηρεάσει τις τιμές.
Βλέποντας λοιπόν το πρόβλημα να μεγαλώνει και να είναι πλέον υπαρκτό και έντονα συζητήσιμο στον κλάδο του τουρισμού, θα πρέπει σύντομα η Πολιτεία να συζητήσει το είδος του τουρισμού που θέλει αλλά, κυρίως, το είδος του τουρισμού που αντέχει και μπορεί να φιλοξενεί.
Η στροφή σε φθηνότερες επιλογές
Το φετινό παράδειγμα με δεκάδες τουρίστες που παραπονέθηκαν πως βρήκαν πανάκριβες υπηρεσίες στα ελληνικά νησιά αλλά και σε άλλες παραθαλάσσιες περιοχές όπως η Χαλκιδική, υποδεικνύει το πρόβλημα και εν μέρει και τη λύση του, προτού γυρίσουν την πλάτη οι τουρίστες στη χώρα και σε όσα έχουμε χτίσει τα προηγούμενα χρόνια πάνω σε αυτόν τον τομέα.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα, η «πτώση» της κίνησης νησιών που παλιότερα ήταν ο απόλυτος προορισμός για ξένους αλλά και έλληνες επισκέπτες, όπως είναι η Μύκονο ς και η Σαντορίνη που είδαμε φέτος να χάνουν «έδαφος» ενώ από την άλλη, μικρά νησάκια που παλιότερα είχαν ένα δικό τους, συγκεκριμένο κοινό, παραητηρήσαμε φέτος να αποκτούν δυναμική και ζήτηση, ίσως επειδή προσφέρουν ακόμα τις υπηρεσίες τους σε πολύ πιο λογικές τιμές από αλλού.
Βέβαια, σε όλα αυτά, παίζει ρόλο και η επιθυμία πλέον των ανθρώπων σε έναν πιο ανθρώπινο τρόπο τουρισμού, χωρίς να νιώθει πως ό, τι κάνει πρέπει να χρεώνεται για να κερδίσουν κάποιοι άλλοι, συνήθως επιτήδειοι.
Γι’ αυτόν τον λόγο, αυτό το καλοκαίρι, βλέπουμε και κατοίκους ή λουόμενους να επαναστατούν στις εξωφρενικά οργανωμένες παραλίες που δεν αφήνουν πλέον σημείο για άλλους, με αποτέλεσμα να αναζητείται ελεύθερη παραλία για ώρα από πολλούς, μάταια.
Δεν είναι λοιπόν αυτός ο τουρισμός που πρέπει η Ελλάδα να έχει. Δεν έχουμε αν θέλετε και τις υποδομές για να έχουμε και τέτοιες τιμές, σε μία στιγμή του πλανήτη που όλοι αναζητούν φθηνές και εύκολες διακοπές.
Οι εξελίξεις τρέχουν και εμείς, ή θα μείνουμε πίσω προσφέροντας μία χωριάτικη σαλάτα στους τουρίστες στα 20 ευρώ με τον κίνδυνο να την τρώμε τα επόμενα χρόνια μόνοι μας ή θα προσαρμοστούμε και θα θυμηθούμε την παλιά, πιο αθώα εποχή του ελληνικού τουρισμού, με μέτρο και όριο. Για να γίνει κάτι όμως, απαιτούνται επενδύσεις, όχι μόνο σε ξενοδοχειακές μονάδες, αλλά και σε έργα υποδομής. Χρειάζεται με λίγα λόγια να ξαναδούμε το έργο από την αρχή και, αν μας παίρνει, να γράψουμε εμείς οι ίδιοι το τέλος του ξανά. Καινούριο τέλος και στα μέτρα μας.
Αυξημένη κατά 30% η έλευση ξένων αυτοκινούμενων τροχόσπιτων στη Β. Ελλάδα
Αυξημένη συνολικά κατά 30% -σε σχέση με πέρυσι- είναι φέτος η έλευση ξένων αυτοκινούμενων τροχόσπιτων στη Βόρεια Ελλάδα σύμφωνα με στοιχεία που δημοσίευσε χθεσινό ρεπορτάζ του ΑΠΕ – ΜΠΕ, κάτι που από τη μία έχει ενδιαφέρον καθώς μιλάμε για ένα είδος τουρισμού που δείχνει να αναπτύσσεται, από την άλλη όμως δημιουργεί “χασούρα” στα καταλύματα που ποντάρουν κάθε χρόνο στις κρατήσεις των τουριστών.
«Μιλάμε πραγματικά για επιδρομή», δήλωσε ο Αντώνης Ζαμπέτας, από εταιρεία στη Θεσσαλονίκη, που εισάγει αυτοκινούμενα τροχόσπιτα και δραστηριοποιείται και στην αγορά του κάμπινγκ, χαρακτηρίζοντας την φετινή αύξηση από τούρκους τουρίστες πρωτοφανή για τη χώρα μας. Οι αφίξεις των βορειοευρωπαίων ωστόσο, είναι μειωμένες κατά τουλάχιστον 15% σε σχέση με πέρυσι, εξαιτίας των πληθωριστικών πιέσεων στις χώρες τους και της σημαντικής ανατίμησης των ακτοπλοϊκών εισιτηρίων. Υψηλά στις προτιμήσεις των ξένων επισκεπτών αυτοκινούμενου τροχόσπιτου στη Βόρεια Ελλάδα, βρίσκεται σύμφωνα με τον ίδιο η Χαλκιδική, στην οποία κατευθύνεται το 50% του συνόλου, ενώ ποσοστό 30% «ψηφίζει» Πιερία και ένα 20% «παίρνει τα βουνά» κυρίως προς την Πίνδο.
Μάλιστα, σύμφωνα με τον ίδιο, χρόνο με τον χρόνο ολοένα και αυξάνουν αυτοί που αναζητούν τη δροσιά στη φύση εν μέσω θέρους, γεγονός που υπό προϋποθέσεις μπορεί να συνεισφέρει σημαντικά στην «πολυπόθητη επιμήκυνση της τουριστικής περιόδου στη χώρα μας», όπως τόνισε. Συνολικά στην ΕΕ και με βάση τα επίσημα στοιχεία του European Caravan Federation (ECF), υπάρχουν 2,8 εκατ. αυτοκινούμενα τροχόσπιτα και 3,8 εκατ. τροχόσπιτα και ο τζίρος της συγκεκριμένης αγοράς, συμπεριλαμβανομένων των διανυκτερεύσεων κάμπινγκ και του εξοπλισμού και των ανταλλακτικών της, ανήλθε το 2022 στα 120 δισ. ευρώ, ποσό που ισοδυναμεί με το εθνικό ακαθάριστο προϊόν της Ελλάδας.
Στο 3,4% ο πληθωρισμός στην Ελλάδα τον Ιούλιο
Ο πληθωρισμός στην Ελλάδα τον περασμένο Ιούλιο σε ετήσια βάση, αυξήθηκε στο 3,4% από 2,8% τον Ιούνιο, σύμφωνα με τον εναρμονισμένο δείκτη της Eurostat. Ταυτόχρονα, στην Ευρωζώνη ο πληθωρισμός μειώθηκε στο 5,3% από 5,5% έναν μήνα πριν. Αυτές οι τιμές προμηνύουν καινούριες ανατιμήσεις και σίγουρες αυξήσεις σε είδη πρώτης ανάγκης. Αυτό μοιραία, δείχνει την ανιούσα στις τιμές και στις τουριστικές υπηρεσίες.
Ωστόσο, να αναφέρουμε πως η χώρα μας παρά το γεγονός ότι οι τιμές έχουν ήδη ανέβει δεν είναι η πιο ακριβή, σε σχέση με άλλους μεσογειακούς δημοφιλείς προορισμούς, που θα πρέπει να συγκρινόμαστε καθώς ο τουρισμός είναι μια διεθνής δραστηριότητα. Ωστόσο, το κρίσιμο μέγεθος για φέτος είναι η μέση ταξιδιωτική δαπάνη η οποία προς το παρόν βαίνει μειούμενη σε σύγκριση με πέρυσι.
Ο μέσος τουρίστας μένει πλέον λιγότερα βράδια σε ένα προορισμό και ξοδεύει λιγότερα χρήματα. Από τις πληθωριστικές πιέσεις έχει επηρεασθεί κυρίως η μέση κατηγορία τουριστών και τα ξενοδοχεία τεσσάρων και τριών αστεριών.
Αυτό ως αποτέλεσμα πρέπει να έχει το «μέτρημα» από την αρχή. Να τα βάλουν κάτω τα νησιά και οι υπόλοιποι τουριστικοί μας προορισμοί και να υπολογίσουν πόσους τουρίστες μπορούν να εξυπηρετήσουν και πόσους θα αποχαιρετήσουν στο τέλος των διακοπών τους, ευχαριστημένους και ικανοποιημένους.