Ελλάδα

Παράσταση του ΕΚΒΜΜ στο ΚΑΣ για το “βυζαντινό σταυροδρόμι” της Θεσσαλονίκης

Η επιστολή του στο ΚΑΣ.

Parallaxi
παράσταση-του-εκβμμ-στο-κασ-για-το-βυζ-488575
Parallaxi

Σήμερα, Τετάρτη 18 Δεκεμβρίου 2019, το Ευρωπαίκό Κεντρο Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Μνημείων (EKBMM) θα παρίσταται στην υπ’ αριθμ. 45 συνεδρίαση του Κεντρικου Αρχαιολογικου Συμβουλίου, εκπροσωπούμενο από την Πρόεδρο του Διοικητικού του Συμβουλίου, Ομότιμη Καθηγήτρια του Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, κ. Σοφία Καλοπίση – Βέρτη, έχοντας εύλογο ενδιαφέρον για το θέμα: “Έγκριση ή μη του αιτήματος της “Αττικό Μετρό Α.Ε.” σχετικά με την έγκριση μελέτης κατασκευής του Σταθμού “Βενιζέλου” με προσωρινή απόσπαση και επανατοποθέτηση των αρχαιοτήτων, στο πλαίσιο κατασκευής του Μητροπολιτικού Σιδηροδρόμου Θεσσαλονίκης”.

To EKBMM απέστειλε την ακόλουθη επιστολή στο ΚΑΣ, την οποία η Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου κ. Καλοπίση θα αναγνώσει ενώπιον των μελών του:

Κυρία Υπουργέ,

Κύριε Γενικέ Γραμματέα,

Κυρίες και κύριοι, μέλη του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου,

Το Ευρωπαϊκό Κέντρο Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Μνημείων (ΕΚΒΜΜ) εκφράζει την απογοήτευσή του για το γεγονός ότι στη σημερινή συνεδρίασή σας επανακύπτει το ενδεχόμενο, το μνημειακό σύνολο του σταθμού Βενιζέλου του μετρό Θεσσαλονίκης να αποσπασθεί από τη θέση που βρέθηκε, να τεμαχιστεί και να αποθηκευτεί κατακερματισμένο, ακόμη και αν το ενδεχόμενο αυτό συνοδεύεται από την προοπτική στο μέλλον να γίνει προσπάθεια ώστε τα θραύσματα αυτά να επανασυσταθούν, στο βαθμό που αυτό θα ήταν δυνατό.

Μια τέτοια προσπάθεια ανασύστασης, ακόμη και αν υλοποιηθεί, όσο άρτια και αν είναι από τεχνικής πλευράς, πιστεύουμε ότι θα ήταν αδύνατο να επαναφέρει πλήρως την  αυθεντική εικόνα και δομή του σημαντικότατου αυτού αρχαιολογικού χώρου. Από τη στιγμή που το μνημειακό σύνολο θα αποσπασθεί, ένα κομμάτι του παρελθόντος μας θα έχει χαθεί για πάντα και η γενιά μας θα έχει αναλάβει την ευθύνη να στερήσει από τις επόμενες ένα κομμάτι της ιστορίας και της κληρονομιάς τους.

Το 2018, η Θεσσαλονίκη, με πρωτοβουλία του ΕΚΒΜΜ, φιλοξένησε τους εκπροσώπους 21 κρατών της Ανατολικής Μεσογείου και της Ευρώπης, οι οποίοι συμφώνησαν πάνω σε κοινές αρχές για τη διατήρηση και αποκατάσταση των βυζαντινών μνημείων, σε όποια χώρα και αν βρίσκονται. Η Δ΄ Διεθνής Συνδιάσκεψη κατά την οποία εγκρίθηκε η “Χάρτα της Θεσσαλονίκης”, όπως ονομάστηκε, τελούσε υπό την αιγίδα της Ελληνικής Εθνικής Επιτροπής για την UNESCO, με τη συμμετοχή εκπροσώπων του Κέντρου Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO, του ICOMOS και της Europa Nostra. Η “Χάρτα της Θεσσαλονίκης” για τις κοινές αρχές επέμβασης σε βυζαντινά και μεταβυζαντινά μνημεία, θα τεθεί προς επικύρωση στην προσεχή Γενική Συνέλευση του ICOMOS το 2020, με την προοπτική να αποσταλεί στη συνέχεια  στην UNESCO για επικύρωση.

Όλες οι χώρες που επικύρωσαν τη Χάρτα, της Ελλάδας συμπεριλαμβανομένης, συμφώνησαν πως ένα εθνικό νομοθετικό πλαίσιο θα πρέπει να εξασφαλίζει την προστασία τόσο της υλικής υπόστασης των μνημείων, όσο και του άυλου χαρακτήρα τους, με έμφαση στην in situ διατήρηση. Συμφώνησαν πως κάθε εθνικό νομοθετικό πλαίσιο θα πρέπει να αποτρέπει κάθε καταστροφή, βλάβη ή αλλοίωση των μνημείων, των ιστορικών συνόλων και του περιβάλλοντός τους. Πως θα πρέπει επίσης να ενθαρρύνει την ένταξη της ακίνητης πολιτιστικής κληρονομιάς στη ζωή της σύγχρονης κοινωνίας.

Συναποδέχθηκαν πως κάθε μνημείο είναι αδιάρρηκτα συνδεδεμένο με το ιστορικό πλαίσιο που αντιπροσωπεύει και με το χώρο στον οποίο έχει κατασκευασθεί και πως οι αρμόδιοι φορείς κάθε κράτους οφείλουν να αποτρέπουν κάθε έκνομη και αναιτιολόγητη μετακίνηση στοιχείων της βυζαντινής αρχαιολογικής κληρονομιάς.

Στους εκπροσώπους των κρατών αυτών, και των διεθνών οργανισμών και φορέων που παρίσταντο, θα φαινόταν αδιανόητο τότε, αν τους λέγαμε πως, ένα χρόνο αργότερα, σ’ αυτή την ίδια πόλη, αυτή η ίδια χώρα με την πρωτοβουλία της οποίας διαβουλεύτηκαν για τη θέσπιση κοινών αρχών προστασίας των βυζαντινών μνημείων, θα ετίθεντο σε συζήτηση η απόσπαση, ο τεμαχισμός και η αποθήκευση σε μορφή θραυσμάτων ενός μνημειακού συνόλου, όπως  το «βυζαντινό σταυροδρόμι» της Θεσσαλονίκης, του οποίου η αρχαιολογική αλλά και ιστορική σημασία ξεπερνά κατά πολύ τα όρια της Θεσσαλονίκης και της Ελλάδας.

Πιστεύουμε ότι η διαχείριση των μνημείων της πόλης όπου οι εκπρόσωποι των κρατών αυτών συναντήθηκαν και συνυπέγραψαν τη Χάρτα, μιας πόλης όπου 15 παλαιοχριστιανικά και βυζαντινά μνημεία της είναι εγγεγραμμένα στον Κατάλογο Μνημείων Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO, και της χώρας με πρωτοβουλία της οποίας επιτεύχθηκε αυτή η σημαντική συμφωνία, οφείλει ν’ αποτελεί πρότυπο σε παγκόσμιο επίπεδο, εφαρμόζοντας με προσήλωση την ελληνική νομοθεσία και τις διεθνείς συμβάσεις.

Η Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου

Σοφία Καλοπίση – Βέρτη

Ομότιμη Καθηγήτρια Πανεπιστημίου Αθηνών

Στις 3 Οκτωβρίου, το Διοικητικό Συμβούλιο του ΕΚΒΜΜ εξέδωσε το ακόλουθο ψήφισμα:

ΨΗΦΙΣΜΑ ΓΙΑ ΤΟ «ΒΥΖΑΝΤΙΝΟ ΣΤΑΥΡΟΔΡΟΜΙ» ΤΗΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

Με αφορμή τη συζήτηση που διεξάγεται στο δημόσιο χώρο αναφορικά με την τύχη του ιδιαίτερης ιστορικής και αρχαιολογικής αξίας μνημειακού συνόλου, το οποίο αποκαλύφθηκε κατά τις εργασίες κατασκευής του Μετρό της πόλης και έχει γίνει ευρύτερα γνωστό ως «το βυζαντινό σταυροδρόμι της Θεσσαλονίκης», το Διοικητικό Συμβούλιο του Ευρωπαϊκού Κέντρου Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Μνημείων κάνει έκκληση στις αρμόδιες πολιτικές αρχές για την κατά χώραν και άνευ αποσπάσεως διατήρησή του.

Τα αρχαιολογικά κατάλοιπα της διασταύρωσης της Μέσης (Decumanus Maximus) και της κάθετης (cardo) οδού, καθώς και των κτισμάτων που την περιβάλλουν στο κέντρο της παλαιοχριστιανικής και μεσαιωνικής Θεσσαλονίκης, προσφέρουν πολύτιμη τεκμηρίωση για την πολεοδομική μορφή και την κοσμική ζωή της δεύτερης σημαντικότερης πόλης της βυζαντινής αυτοκρατορίας, συμπληρώνοντας τις γνώσεις μας και για την ίδια την Κωνσταντινούπολη. Η μαρτυρία αυτή είναι σημαντική όχι μόνο για τους ειδικούς επιστήμονες, αλλά και για κάθε κάτοικο και επισκέπτη μιας πόλης που βιώνει μια ιστορία 23 αιώνων ζωής μέσα από τα επάλληλα στρώματα κατοίκησής της.

Η αναζήτηση της πλέον πρόσφορης λύσης για τη διαχείριση του μνημειακού αυτού συνόλου με τρόπο ώστε το παρελθόν της πόλης να συνυπάρχει αρμονικά με το παρόν της είχε αποτελέσει παλαιότερα αντικείμενο επιστημονικού διαλόγου, ο οποίος κατέληξε το 2017 στην ισχύουσα Υπουργική Απόφαση για κατά χώραν διατήρηση, κατόπιν ομόφωνης γνωμοδότησης του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου. Σήμερα, δυο χρόνια αργότερα, κάθε ανακίνηση του ζητήματος προς άλλες ενδεχόμενες λύσεις οι οποίες έχουν ήδη εξεταστεί και απορριφθεί, καθυστερεί την υλοποίηση ενός έργου σημαντικού για τη διευκόλυνση της καθημερινής μετακίνησης των κατοίκων της και θέτει τις αρχαιότητες στο στόχαστρο μιας στρεβλής αντίληψης ότι δήθεν παρακωλύουν την ανάπτυξη. Σε μια πόλη όπου τα μνημεία του λαμπρού της παρελθόντος έχουν κάθε δυνατότητα ν’ αποτελέσουν δυναμικό μοχλό βιώσιμης ανάπτυξης σε δημόσιο επίπεδο και παράγοντα ενίσχυσης της παιδείας και της αυτογνωσίας σε ατομικό, η εξέλιξη αυτή είναι δυσοίωνη και θα ήταν σκόπιμο με κάθε τρόπο ν’ αποφευχθεί.

Πρόκειται, άλλωστε, για την πόλη όπου πριν ένα χρόνο υπογράφηκε η «Χάρτα της Θεσσαλονίκης» για την προστασία και ανάδειξη των βυζαντινών μνημείων όπου και αν βρίσκονται, από 21 κράτη στα εδάφη των οποίων υπάρχουν μνημεία βυζαντινά ή βυζαντινής επιρροής, στο πλαίσιο των δράσεων του Ευρωπαϊκού Ετους Πολιτιστικής Κληρονομιάς 2018. Στην πρωτοβουλία αυτή του Ευρωπαϊκού Κέντρου Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Μνημείων, που τέθηκε υπό την αιγίδα τηςΕλληνικής Εθνικής Επιτροπής για τηνUNESCO και είχετην υποστήριξη του Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού, συμμετείχαν το Κέντρο Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO, το ICOMOSκαι ηEuropaNostra – φορείς διεθνούς εμβέλειας στον τομέα της διαχείρισης των μνημείων. Με τη Χάρτα αυτή, οι εκπρόσωποι 21 κρατών της Μεσογείου συμφώνησαν σε κοινές αρχές για τη διατήρηση, αποκατάσταση και διαχείριση των βυζαντινών τους μνημείων.

Συνεπώς, η διαχείριση των μνημείων της πόλης όπου οι εκπρόσωποι των κρατών αυτών συναντήθηκαν και συνυπέγραψαν τη Χάρτα, μιας πόλης όπου 15 παλαιοχριστιανικά και βυζαντινά μνημεία της είναι εγγεγραμμένα στον Κατάλογο Μνημείων Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO, καιτης χώρας με πρωτοβουλία της οποίας επιτεύχθηκε αυτή η σημαντική συμφωνία, οφείλει ν’ αποτελεί πρότυπο σε παγκόσμιο επίπεδο, εφαρμόζοντας με προσήλωση την ελληνική νομοθεσία και τις διεθνείς συμβάσεις.

Η λειτουργική συνύπαρξη ενός παρελθόντος που συνεχώς ανακαλύπτουμε μ’ ένα παρόν το οποίο δε σταματά να εξελίσσεται ας είναι ο στόχος όλων όσων είναι επιφορτισμένοι με την προστασία και  τη διαχείριση του πολιτιστικού πλούτου της χώρας.

Το Διοικητικό Συμβούλιο

του Ευρωπαϊκού Κέντρου Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Μνημείων

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα