Παρέμβαση Ευ. Βενιζέλου για τις εξελίξεις στο θέμα της ονομασίας της πΓΔΜ
Παρέμβαση στο συνέδριο του Κύκλου Ιδεών.
«Είναι προφανές ότι η Βουλή των Ελλήνων θα επιληφθεί εκ των υστέρων και αφού θα έχουν συντελεστεί όλα τα καθοριστικά γεγονότα. Άρα, πρέπει να είμαστε απολύτως κατοχυρωμένοι και ασφαλείς και να έχουμε λάβει υπόψη μας και τα τρία πιθανά σενάρια: το θετικό σενάριο της πλήρους ανταπόκρισης των Σκοπίων στις προβλέψεις μίας ορθής και ολοκληρωμένης συμφωνίας, το σενάριο της άρνησης συμμόρφωσης είτε επειδή υπάρχουν εσωτερικά προβλήματα είτε επειδή υπάρχει βούληση υπαναχώρησης, και το ακόμη πιο δύσκολο σενάριο της μερικής εφαρμογής, του ατελούς σεβασμού που θα φέρει σε εξαιρετικά δύσκολη θέση τη Βουλή των Ελλήνων, η οποία θα πρέπει να κάνει σταθμίσεις χωρίς να μπορεί να παρέμβει σε ένα κείμενο, γιατί πια θα έχουν διαμορφωθεί καταστάσεις οι οποίες μπορεί, τυπικά, νομικά, να μπορούν να ανακοπούν, αλλά στις εντυπώσεις, στη διεθνή κοινή γνώμη θα έχει διαμορφωθεί ένα νέο momentum, το οποίο δεν είναι καθόλου βέβαιο πως θα είναι φιλικό για την Ελλάδα» τόνισε ο Ευάγγελος Βενιζέλος παρεμβαίνοντας στο συνέδριο του Κύκλου Ιδεών για την Εθνική Ανασυγκρότηση περί των εξελίξεων σχετικά με την επικείμενη συμφωνία στο ζήτημα του ονόματος της πΓΔΜ.
«Δεν χρειαζόμαστε μία ακόμη ενδιάμεση συμφωνία, γιατί έχουμε ενδιάμεση συμφωνία από το 1995. Χρειαζόμαστε μία ολοκληρωμένη τελική συμφωνία, η οποία να περιέχει όλα τα στοιχεία που ζητούμε και που συγκροτούν την εθνική μας γραμμή. Ένα σύνθετο όνομα με γεωγραφικό προσδιορισμό, που θα ισχύει ενιαίο αυτό, erga omnes, για εσωτερική χρήση και εξωτερική χρήση, χωρίς παρεκκλίσεις. Επίσης, μία συμφωνία που θα προβλέπει την εξάλειψη, στο επίπεδο του Συντάγματος, της νομοθεσίας και της πρακτικής όλων των αλυτρωτικών στοιχείων» σχολίασε.
Ο κ. Βενιζέλος συμπλήρωσε ότι «η πιθανή συμφωνία θα πρέπει να είναι διεθνώς δεσμευτική και θα υιοθετηθεί και θα ενθαρρυνθεί από το Συμβούλιο Ασφαλείας, αλλά θα μετουσιωθεί εσωτερικά στην αναγκαία αναθεώρηση του Συντάγματος της γειτονικής χώρας. Και μία συμφωνία, βεβαίως, η οποία θα σέβεται την ιστορία και θα αποτρέπει την ιδεολογική χρήση της ιστορίας».
Πρόσθεσε: «Εν αναμονή των εξελίξεων και κρατώντας όλες τις επιφυλάξεις, θέλω να επισημάνω αυτά και προς τους κυβερνητικούς εταίρους, αλλά και προς τους Έλληνες πολίτες, οι οποίοι αντιλαμβάνονται το εθνικό συμφέρον μακροπρόθεσμα και γνωρίζουν ότι όσες φορές υποτάσσουμε την ιστορία στη συγκυρία, τη μικροκομματική και την εκλογική, βγαίνουμε χαμένοι». Προηγουμένως, ο κ. Βενιζέλος είχε παρατηρήσει: «Έχουμε μία περίεργη, άξια σχολιασμού, διασταύρωση εξωτερικής και οικονομικής πολιτικής, μία διασταύρωση που μέχρι το 2015 δεν επιτρέψαμε ποτέ. Δεν επιτρέψαμε ποτέ η κρίση, οι δύσκολες διαπραγματεύσεις για τα μνημόνια, να επηρεάσουν στο παραμικρό τα δόγματα και τις επιλογές της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής και της πολιτικής ασφάλειας και άμυνας. Ζητώ από την κυβέρνηση να διατηρήσει σταθερή και αλώβητη αυτήν την αρχή».
Επίσης, σχολίασε τις δηλώσεις του υπ. Άμυνας, Πάνου Καμμένου, επισημαίνοντας: «Ο πρωθυπουργός και η κυβέρνηση, συλλογικά, έχουν τη συνταγματική αρμοδιότητα να διαπραγματεύονται και να συνομολογούν συμβάσεις, όπως αυτή που κυοφορείται σε σχέση με το όνομα της γειτονικής μας χώρας, επειδή αυτό τους το διασφαλίζει, με τους βουλευτές του και με την ψήφο του, ο κ. Καμμένος και το κόμμα του. Άρα, ο,τιδήποτε προκύψει ως αποτέλεσμα από αυτήν τη διαπραγμάτευση τον αφορά, έχει πλήρη συμμετοχή και ευθύνη εις ολόκληρον για ο,τιδήποτε εμφανισθεί ως αποτέλεσμα, που ελπίζουμε να είναι ένα εθνικά επωφελές αποτέλεσμα».
Σύμφωνα με τον κ. Βενιζέλο, «ο κ. Καμμένος δεν είναι άμοιρος αυτού που συμβαίνει και δεν έχει καμία δυνατότητα να εμφανίζεται ως αδιάφορος, δήθεν υπερπατριώτης, καλλιεργώντας αυτή την τεχνική της διπλής γλώσσας, όπου ο ενιαίος κυβερνητικός συνασπισμός μιλά με μία γλώσσα προοδευτική προς ένα ακροατήριο και με μία γλώσσα εθνικολαϊκιστική προς ένα άλλο ακροατήριο, γιατί αυτό δεν συνιστά ένδειξη σοβαρότητας για μία χώρα, μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που πρέπει να παίρνει πολύ σημαντικές πρωτοβουλίες σε όλα τα πεδία της εθνικής πολιτικής».
Σχετικά με την ουσία του θέματος δήλωσε ότι αναμένει τις ανακοινώσεις του πρωθυπουργού, επιφυλασσόμενος να δει το περιεχόμενο της συμφωνίας, γιατί, όπως είπε: «Ακόμη και τώρα, ενώ υποτίθεται ότι αναμένονται επίσημες ανακοινώσεις μέσα στην ημέρα, δεν έχουμε μία καθαρή εικόνα επάνω στην οποία να μπορούμε να τοποθετηθούμε με σοβαρότητα, εμείς που υποστηρίζουμε την ανάγκη μίας λύσης από το 1993 και μετά με σταθερότητα, γιατί αυτή είναι η ενιαία εθνική γραμμή που διαμορφώθηκε με τη συμμετοχή όλων των κυβερνήσεων και διακηρύχθηκε από τις ελληνικές κυβερνήσεις από τον Απρίλιο του 1993 μέχρι σήμερα». Κάλεσε, δε, τους συμβούλους της κυβέρνησης να μελετήσουν για μία ακόμη φορά πολύ προσεχτικά τη Σύμβαση της Βιέννης για το Δίκαιο των Συνθηκών.
Πηγή: ΑΠΕ