Πέθανε η Σταυρούλα Κουράκου – Δραγώνα, η μεγάλη Ελληνίδα του κρασιού
Τρεις μαρτυρίες και άλλες προσωπικές αφηγήσεις για τη ζωή και το έργο της
«Ξεκίνησα το οδοιπορικό μου στις αμπελουργικές περιοχές της πατρίδας μας, της κατεστραμμένης από την Κατοχή και τον Εμφύλιο. Κοιμήθηκα σε σπίτια παπάδων, δασκάλων και αμπελουργών γιατί δεν υπήρχαν ξενοδοχεία, ταξίδεψα με τζιπ, μουλάρια και γαϊδουράκια, γιατί τότε οι δημόσιοι υπάλληλοι δεν είχαν δικό τους αυτοκίνητο, μίλησα με αμπελουργούς την ώρα της δουλειάς τους και τα βράδια στα καφενεία, δοκίμασα κρασιά από γηγενείς ποικιλίες και κατέγραψα τον τρόπο -πρωτόγονο- παρασκευής τους. Η ζωή μού έχει μάθει ότι εάν βάλεις έναν στόχο, επιδίωξέ τον με επιμονή χωρίς παρεκκλίσεις, αλλά οπλίσου με υπομονή, γιατί, εάν η πραγμάτωσή του δεν εξαρτάται αποκλειστικά από εσένα, ίσως απαιτηθεί πολύς χρόνος για να επιτευχθεί. Ο αμπελοοινικός τομέας μού έδωσε πολλές ικανοποιήσεις και μεγάλες χαρές. Εάν επρόκειτο να ξαναγεννηθώ, θα ευχόμουν να ζήσω και πάλι την ίδια αυτή ζωή, ακόμα και τις δύσκολες στιγμές της· αυτήν τη γεμάτη ζωή που αναλώθηκε στην υπηρεσία αυτού του ιδιαίτερου τομέα της ελληνικής γεωργικής οικονομίας που τον έχουν ευλογήσει όχι μόνο ο κερδώος Ερμής αλλά και ο Διόνυσος και ο Πάνας και οι Μούσες»: το συγκεκριμένο απόσπασμα από συνέντευξη (2021) της γεννηθείσας εν έτει 1928 Σταυρούλας Κουράκου στη «Lifo» δίνει το στίγμα της προσωπικότητας μιας γυναίκας, που άνοιγε νέους δρόμους καθώς τους περπατούσε.
Η Σταυρούλα Κουράκου, που έφυγε χθες από τη ζωή σε ηλικία 96 ετών, είχε στο βιογραφικό της μια πολύ δυνατή πρωτιά: το 1979 εξελέγη παμψηφεί πρόεδρος του Διεθνούς Οργανισμού Αμπέλου και Οίνου (OIV), ούσα η πρώτη γυναίκα που ανέλαβε αυτή τη θέση. Υπερασπίσθηκε και κατοχύρωσε 27 ελληνικές ονομασίες προέλευσης με νεότερη αυτή του Vinsanto, και παρασημοφορήθηκε από την Γαλλία, την Ισπανία και την Ιταλία. Έγραψε πολλά βιβλία για το κρασί, που έχουν μεταφραστεί στα αγγλικά και τα γερμανικά. Ήταν η αδιαμφισβήτητη «Κυρά των αμπελιών», όπως την είχε αποκαλέσει το 1979 ο τότε αρχισυντάκτης της «Καθημερινής», Κυριάκος Κορόβηλας.
«Όχι μόνο με δέχτηκαν στον ανδροκρατούμενο κόσμο τους, αλλά και με αποδέχτηκαν»
Ενεργή και δραστήρια, κυριολεκτικά μέχρι την τελευταία στιγμή, με καθαρό μυαλό και διάθεση για πράξεις και δημιουργία. «Έως το τέλος την απασχολούσαν πρακτικά ζητήματα. Το βράδυ πριν από τον θάνατό της, συζητούσαμε για δύο βιβλία που προορίζονταν για μια οινική βιβλιοθήκη στη Νεμέα, η οποία θα φέρει το όνομά της. Ενώ το τελευταίο διάστημα το σώμα της την είχε εγκαταλείψει λόγω των προβλημάτων υγείας που αντιμετώπιζε, το μυαλό της παρέμενε όπως όταν ήταν νέα. Εξακολουθούσε να γράφει, αν και όχι βιβλία πια μετά το 2020. Στις αρχές Μαρτίου ολοκλήρωσε ένα κείμενο με τίτλο “Το κύπελλο του Νέστορα, του σοφού βασιλιά της Πύλου”. Το τελευταίο διάστημα είχε αρχίσει να οργανώνει το προσωπικό της αρχείο, με επιστολές ανθρώπων από όλον τον κόσμο, για το οποίο έλεγε πως τα τελευταία 10 χρόνια δεν της έμενε ποτέ αρκετός χρόνος για το βάλει σε τάξη. Το αρχείο με τα κείμενά της, άλλα χειρόγραφα και κάποια δημοσιευμένα σε εφημερίδες, κυρίως στην “Καθημερινή”, ήταν απόλυτα οργανωμένο σε φακέλους, βάσει θέματος και κατηγορίας» λέει στο Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων/Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων (ΑΠΕ-ΜΠΕ) ο εκδότης Μπάμπης Λέγγας, που -με οδηγίες της ίδιας της Κουράκου- «ανέσκαψε» αυτό το αρχείο για να εντοπίσει τα περίπου 50 κείμενα, που περιλαμβάνονται στη συλλογή «Οινάνθη» των «Εκδόσεων του Φοίνικα» (από τις οποίες έχει επίσης κυκλοφορήσει το αυτοβιογραφικό «Εκ βαθέων»).
«Η Σταυρούλα Κουράκου ήταν ένας άνθρωπος που μπορούσε να διηγείται ιστορίες επί ατελείωτες ώρες. Ιστορίες από τη ζωή της. Ήταν αυτοδημιούργητη. Ξεκίνησε από την Καλλιθέα και έφτασε στα πέρατα του κόσμου. Μεταξύ άλλων έγινε η πρώτη γυναίκα πρόεδρος του OIV, ο οποίος μάλιστα ετοίμασε ένα διθυραμβικό κείμενο για εκείνη, όταν έγινε γνωστός ο θάνατός της» προσθέτει ο κ.Λέγγας.
Αντιμετώπισε δυσκολίες λόγω του φύλου της; Η ίδια γράφει στο «Εκ βαθέων», αποσπάσματα του οποίου μοιράστηκε με το ΑΠΕ-ΜΠΕ ο κ.Λέγγας: «Όχι, δεν βρήκα δυσκολίες επειδή είμαι γυναίκα. Παρά το νεαρό της ηλικίας μου, όχι μόνο με δέχτηκαν στον ανδροκρατούμενο τότε κόσμο τους, αλλά και με αποδέχτηκαν. Ακόμη και στην ελληνική ύπαιθρο, σε χωριά που οι γυναίκες εξακολουθούσαν να φορούν τσεμπέρι, ήμουν με σεβασμό δεκτή, ίσως επειδή η συμπεριφορά μου ήταν ανά περίπτωση η πρεπούμενη. Ως παράδειγμα αναφέρω ότι στην ύπαιθρο δεν φορούσα ανδρικό παντελόνι, δεν έβαζα το ένα πόδι πάνω στο άλλο, δεν βαφόμουν και δεν κάπνιζα· σεβόμουν τις ευαισθησίες και τις αρχές τους» (σελ. 28-20).
«Δεν αισθανόμουν να με πληγώνουν οι ελληνικές μικρότητες. Και πάντα γύριζα στην Πατρίδα»
Και μια ακόμη διήγησή της, αποτυπωμένη στο «Εκ βαθέων», που δίνει με ενάργεια το στίγμα της προσωπικότητάς της: «Βρισκόμουν στο Ινστιτούτο Οίνου όχι πια ως προϊσταμένη, αλλά ως απλός μελετητής, όταν χτύπησε το τηλέφωνο. Ήταν από τις Βρυξέλλες (σ.σ. την Ευρωπαϊκή Επιτροπή), ο A. Tilgenkamp: “Σας παρακαλώ, να είσαστε αύριο, ώρα 3 μ.μ., στο γραφείο μου”. Δεν είναι δυνατόν, απάντησα, χρειάζομαι άδεια και εξουσιοδότηση εκπροσώπησης της χώρας μου. “Δεν σας καλώ ως εκπρόσωπο της Ελλάδος. Έχουμε διαπραγματεύσεις για την προσχώρηση της Ισπανίας και κανείς από εμάς δεν γνωρίζει τους τύπους των ιδιαίτερων οίνων αυτής της χώρας”. Υπέβαλα αίτημα τριήμερης απουσίας από την κανονική μου άδεια και την καθορισμένη ώρα έμπαινα στο γραφείο του. (…)Όταν βρεθήκαμε στην αίθουσα διαπραγματεύσεων, η αμηχανία της ισπανικής αντιπροσωπείας ήταν έκδηλη. Γνωρίζοντας ότι στην Ελλάδα παράγουμε γλυκούς οίνους, φοβήθηκαν ότι μπορεί να έχουν εμπλοκή. Τους καθησύχασε: “Η κ.Κουράκου δεν παρευρίσκεται ως εκπρόσωπος της Ελλάδος. Κλήθηκε από την Κομισιόν ως διεθνής εμπειρογνώμονας προς διευκόλυνση των διαπραγματεύσεων”. Όταν ολοκληρώθηκαν οι διαπραγματεύσεις και οι δικές μου επεμβάσεις διευκόλυναν την κατανόηση των ισπανικών αιτημάτων, ο επικεφαλής της αντιπροσωπείας τους ήρθε να με ευχαριστήσει: “Δεν σας εξέλεξαν άδικα πρόεδρο του OIV” (…) Τι κι αν δεν ήμουν πια προϊσταμένη του Ινστιτούτου Οίνου του ελληνικού Υπουργείου Γεωργίας; Έπαιζα σε διεθνές γήπεδο: Μέλος της Ακαδημίας Αμπέλου και Οίνου της Ιταλίας, μέλος της Ακαδημίας Αμπέλου και Οίνου της Γιουγκοσλαυίας, Αντεπιστέλλον μέλος της Γεωργικής Ακαδημίας της Γαλλίας, δεν αισθανόμουν να με πληγώνουν οι ελληνικές μικρότητες, για να παραλλάξω τον γνωστό στίχο του Σεφέρη. Και πάντα γύριζα στην Πατρίδα, όσες ευκαιρίες και εάν μου δόθηκαν να εργαστώ σε ερευνητικά εργαστήρια ξένων χωρών. Ήταν οι άνθρωποι που με χρειάζονταν· δεν θα τους γύριζα την πλάτη» (σελ.49-51).
«Έχουμε πρόβλημα μ’ εσάς. Όλες οι συντρόφισσες-οινολόγοι ονειρεύονται να ακολουθήσουν την καριέρα σας»
Αλλά και: «Επικρατεί η άποψη ότι ήμουν η πρώτη γυναίκα με δίπλωμα οινολόγου στην Ευρώπη. Δεν είναι αλήθεια· υπήρχαν στα εργαστήρια στα οποία εργάστηκα ως υπότροφος, αξιόλογες ερευνήτριες σε θέματα οινολογίας. Ήμουν, όμως, για πολλά χρόνια η μόνη εκπρόσωπος χώρας στα ανδροκρατούμενα κέντρα λήψης αποφάσεων επί αμπελοοινικών θεμάτων. Εκείνο που μου έκανε από τότε εντύπωση, ήταν πως ακόμη και στις αντιπροσωπείες της Σοβιετικής Ένωσης στον OIV, δεν μετείχαν ποτέ γυναίκες. Όταν ως πρόεδρος του Οργανισμού βρέθηκα προσκεκλημένη στη Σοβιετική Ένωση μαζί με 39 εμπειρογνώμονες του OIV, για συμμετοχή μας σε τοπικό Συμπόσιο, ο Υπουργός Γεωργίας μού είπε: “Έχουμε πρόβλημα μ’ εσάς. Όλες οι συντρόφισσες- οινολόγοι ονειρεύονται να ακολουθήσουν την καριέρα σας”. Το επιζητούσαν, αλλά πώς να πραγματοποιηθεί το όνειρό τους, αφού δεν έβγαιναν ποτέ στον ξένο κόσμο ως μέλη της αντιπροσωπείας τους; (…)» (σελ. 51).
O δρ Γιάννης Βογιατζής, πρόεδρος σήμερα του Συνδέσμου Ελληνικού Οίνου (ΣΕΟ), γνώρισε την Σταυρούλα Κουράκου στις αρχές της δεκαετίας του 1980, όταν ο ίδιος έκανε τις σπουδές του στην οινολογία (σπούδασε Χημεία στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και Οινολογία στο Ινστιτούτο Οινολογίας του Πανεπιστήμιου του Μπορντό). Περνώντας τότε την πόρτα του Ινστιτούτου Οίνου, για να διερευνήσει και να ζητήσει καθοδήγηση γύρω από το τι θα μπορούσε να κάνει ως οινολόγος στην Ελλάδα και ποια θα ήταν η προοπτική αν εργαζόταν στο εξωτερικό, βρίσκεται για πρώτη φορά μπροστά σε μια γυναίκα, που αποπνέει κύρος. Όπως διηγείται στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, σε εκείνη την πρώτη συνάντηση ήταν πολύ αυστηρή και οργανωμένη. Τόσο οργανωμένη, ώστε στον ίδιο φάνηκε πρωτόγνωρο ότι κρατούσε με το ρολόι την ώρα για το πόσο θα διαρκέσει η συνάντηση. Περισσότερο τού μίλησε για τις δυσκολίες που μπορεί να συναντήσει στη συγκεκριμένη δουλειά, αλλά και για τις δυνατότητες. Όταν ο Γιάννης Βογιατζής επέστρεψε στην Ελλάδα το 1984, πλέον με τίτλο διδάκτορα στην Οινολογία – Αμπελουργία, είχε εκ νέου επαφή με την Κουράκου και σταδιακά αναπτύχθηκε μεταξύ τους μια σχέση συναδελφική, όπως την περιέγραφε η ίδια, αποδίδοντας ουσιαστικά έναν τίτλο τιμής στον νεότερο συνάδελφό της. Τι έχει κρατήσει περισσότερο από τη μεγάλη αυτή Ελληνίδα ο Γιάννης Βογιατζής; «Ξεχωρίζω τη στάση της απέναντι στη ζωή και τη δουλειά. Ήταν τόσο ακέραιος και ανιδιοτελής άνθρωπος, που όμοιό του δεν έχω συναντήσει. Επίσης ήταν με έναν τρόπο ακραία τελειομανής, κάτι που φαινόταν στη δουλειά της» λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ.
Η διευθύντρια της ένωσης «Οινοποιοί Βορείου Ελλάδος», Αλεξάνδρα Ανθίδου, αισθάνεται πως ήταν τιμή και τύχη που γνώρισε την Κουράκου: «Σπάνια συναντάμε ανθρώπους οραματιστές, που ανοίγουν δρόμους και προχωρούν μπροστά. Η Σταυρούλα Κουράκου είχε τον τρόπο να μιλήσει στην καρδιά σου και ένα μυαλό ξυράφι, που ο χρόνος δεν το άγγιξε. Όχι μόνο η οινική αλλά όλη η Ελλάδα πρέπει να υποκλίνεται στη Σταυρούλα Κουράκου Δραγώνα, τη μούσα του Ελληνικού Οίνου, μία γυναίκα που μεταξύ πολλών και εντυπωσιακών άλλων -όπως το να γράφει βιβλία για ελληνικές ποικιλίες επί δεκαετίες- υπήρξε και πρόεδρος του Διεθνούς Γραφείου Αμπέλου και Οίνου, αν μπορούμε να καταλάβουμε τι σημαίνει αυτό!» επισημαίνει μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ και προσθέτει πως άνθρωποι σαν τη Κουράκου δεν αρκεί να μνημονεύονται με λόγια διθυραμβικά για το έργο τους, αλλά πρέπει να μας εμπνέουν στην πράξη, για να προχωράμε μπροστά και να ανοίγουμε καινούργιους δρόμους.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ / Αλεξάνδρα Γούτα
*Τη φωτογραφία παραχώρησε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο Μπάμπης Λέγγας (εκδόσεις «Φοίνικας»). ΛΕΖΑΝΤΑ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑΣ: Μια προφητική φωτογραφία: Η Σταυρούλα Κουράκου, διευθύντρια του Ινστιτούτου Οίνου από το 1964, στο μικρό θέατρο του Διονύσου, του θεού της αμπέλου και του οίνου, στους πρόποδες της Ακρόπολης, καθισμένη σ’ έναν από τους θρόνους της Προεδρίας (φωτ. γερμανικής Αντιπροσωπείας το 1965).