Ελλάδα

Τέμπη: Προανακριτικός υπάλληλος αρνήθηκε να δώσει έγκριση για το «μπάζωμα» στο σημείο της σύγκρουσης

Η κατάθεση του τότε διοικητή της Τροχαίας Λάρισας αποκαλύπτει πώς κυβερνητικά και υπηρεσιακά στελέχη επιχείρησαν στη σύσκεψη στις 3/3/23 να υφαρπάξουν την έγκριση για αλλοίωση του χώρου, παρακάμπτοντας τις αρμόδιες δικαστικές αρχές

Parallaxi
τέμπη-προανακριτικός-υπάλληλος-αρνή-1005130
Parallaxi

Tι συνέβη στην άτυπη συνάντηση της 3ης Μαρτίου 2023 με παρουσία κυβερνητικών παραγόντων, δύο μέρες μετά την τραγωδία, εκεί όπου αποφασίστηκε η αλλοίωση του χώρου του δυστυχήματος των Τεμπών; Το κυβερνητικό κλιμάκιο που μετέβη στο σημείο με πρόσχημα την αποκατάσταση της κυκλοφορίας των τρένων ζήτησε από άτομα που τελούσαν προανακριτικά καθήκοντα και όφειλαν να προστατέψουν το σημείο του εγκλήματος να εγκρίνουν τις «διαδικασίες αποκατάστασης του πεδίου».

Αυτό τουλάχιστον ανέφεραν τότε ως κίνητρο τα κυβερνητικά στελέχη που είχαν μεταβεί στο σημείο, ανάμεσά τους και ο ίδιος ο τότε υφυπουργός στον πρωθυπουργό, Χρήστος Τριαντόπουλος, σήμερα υφυπουργός Κλιματικής Κρίσης. Ωστόσο, όπως προκύπτει από τις καταθέσεις που έχουν στη διάθεσή τους οι ανακριτικές αρχές, για να προχωρήσουν με συνοπτικές διαδικασίες στο μπάζωμα της περιοχής επιχείρησαν να υφαρπάξουν την έγκριση των αρμόδιων αρχών.

Η κατάθεση

Ενώ χθες ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Παύλος Μαρινάκης διέψευδε σε συνέντευξή του (ρ/σ Παραπολιτικά) άλλα δημοσιεύματα που βλέπουν το φως της δημοσιότητας για τις πιέσεις που δέχτηκαν οι αστυνομικοί οι οποίοι είχαν αναλάβει τη φύλαξη του χώρου από μέλη της κυβέρνησης και υπηρεσιακά στελέχη, η «Εφ.Συν.» φέρνει στο φως την κατάθεση του μοναδικού προανακριτικού υπαλλήλου που αρνήθηκε να δώσει την έγκρισή του για την επέμβαση στον χώρο και τελικά αποχώρησε από τη συνάντηση.

Ηταν ο τότε διοικητής της Τροχαίας Λάρισας -μετατέθηκε λίγο καιρό αργότερα σε άλλη υπηρεσία!-, ο οποίος δήλωσε το αυτονόητο: πως δηλαδή πρέπει να υπάρξει η έγκριση των δικαστικών αρχών προκειμένου να προχωρήσουν σε οποιαδήποτε κίνηση στον τόπο του δυστυχήματος.

Αυτό προκύπτει από την κατάθεση που έδωσε ο ίδιος στην Εισαγγελία Πρωτοδικών Λάρισας στις 16 Μαΐου 2024, περίπου έναν χρόνο μετά το έγκλημα. Εκεί αναφέρεται στην έκτακτη συνάντηση στην οποία καταγράφεται η παρουσία, πέραν του τότε υφυπουργού παρά τω πρωθυπουργώ, Χ. Τριαντόπουλου, και του τότε γ.γ. του υπουργείου Μεταφορών, Γ. Ξιφαρά, και των πολιτικών και επιχειρησιακών παραγόντων που σήμερα βρίσκονται ανάμεσα στους 43 κατηγορούμενους της υπόθεσης των Τεμπών ως υπεύθυνοι για το μπάζωμα του χώρου: του τότε περιφερειάρχη Θεσσαλίας, Κώστα Αγοραστού, του γ.γ. Πολιτικής Προστασίας, Βασίλη Παπαγεωργίου, του τότε διευθυντή της διεύθυνσης Αστυνομίας Λάρισας, Αγάπιου Χαρακόπουλου, όπως και του τότε συντονιστή επιχειρήσεων των πυροσβεστικών δυνάμεων Στερεάς Ελλάδας και Θεσσαλίας, Ευάγγελου Φαλάρα.

Η αποχώρηση

Η κατάθεσή του ξεχωρίζει, αφού ήταν ο μοναδικός που εν τέλει αποχώρησε από τη σύσκεψη όταν ο κ. Αγοραστός τού ζήτησε να εγκρίνει τις διαδικασίες για το μπάζωμα του σημείου. Ηταν η πρώτη φορά που είχε φυσική παρουσία στο σημείο της σύγκρουσης αργά το απόγευμα της 3ης Μαρτίου:

«Μου τηλεφώνησε ο τότε περιφερειάρχης Θεσσαλίας κ. Αγοραστός Κωνσταντίνος, καλώντας με να πάω να τον βρω στα Τέμπη. […] Πράγματι πήγα εκεί και είδα ότι, εκτός από μένα, στη συνάντηση ήταν και άλλοι εκπρόσωποι εμπλεκομένων με το δυστύχημα φορέων. Μόλις έφτασαν όλοι, ο κ. Αγοραστός μάς σύστησε τους συμμετέχοντες στη συνάντηση αυτή.

»Ο κ. Αγοραστός μάς ενημέρωσε ότι έπρεπε να εξετάσουμε άμεσα, στο σημείο του σιδηροδρομικού δυστυχήματος, το ενδεχόμενο της αποκατάστασης της κυκλοφορίας των τρένων, να φτιαχτούν δηλαδή οι γραμμές και οποιαδήποτε άλλη ζημιά είχε υποστεί το σιδηροδρομικό δίκτυο στο σημείο.

»Ρώτησε την ΕΜΑΚ εάν έχουν ολοκληρώσει το έργο τους στο σημείο και έλαβε θετική απάντηση. Ρώτησε την Πυροσβεστική το ίδιο και επίσης έλαβε θετική απάντηση. Ρώτησε και μένα και του απάντησα ότι κακώς ζητά από εμένα απάντηση θετική ώστε να προχωρήσει και κατηγορηματικά του τόνισα ότι είμαι αναρμόδιος για το θέμα και θα πρέπει να απευθυνθεί και να ζητήσει την έγκριση των ανακριτικών Αρχών».

Ο διοικητής, όπως κατέθεσε στην Εισαγγελία, ενημέρωσε πως μία μέρα νωρίτερα, στις 2 Μαρτίου, η δικογραφία είχε επίσημα φύγει από τα χέρια της Τροχαίας και είχε ανατεθεί στις ανακριτικές αρχές.

«Είπα επίσης ότι, σύμφωνα με το Ειδικό Σχέδιο Ανθρώπινων Απωλειών, μόνος αρμόδιος στην περίπτωσή μας να αποφασίσει την αποκλιμάκωση-ελευθέρωση του σημείου είναι η ανακριτική Αρχή. Θεωρώντας τον εαυτό μου αναρμόδιο, αποχώρησα από τη συζήτηση, αφήνοντας στο σημείο μαζί με όλους τους άλλους τον διευθυντή μου, κ. Χαρακόπουλο».

Το όνομα του τότε αστυνομικού διευθυντή -σήμερα ταξίαρχος και αδερφός του «γαλάζιου» βουλευτή Λάρισας, Μάξιμου Χαρακόπουλου- επαναλαμβάνεται όταν ερωτάται ο διοικητής της Τροχαίας για τη μεταφορά των χωμάτων σε ιδιόκτητο οικόπεδο: «Οι ενισχυτικές δυνάμεις διατάσσονταν να βρίσκονται έγκαιρα στο σημείο του δυστυχήματος και να εκτελέσουν υπηρεσία σύμφωνα με τις εντολές του διευθυντή της Δ.Α. Λάρισας, Αστυνομικού Διευθυντή κ. Χαρακόπουλου Αγάπιου».

Αλλοίωση του χώρου

Η συνέχεια είναι γνωστή: προχώρησε κανονικά η ολοκληρωτική αλλοίωση του χώρου, χωρίς να ενημερώσει κάποιος τις δικαστικές αρχές, και στη συνέχεια ακολούθησαν δεκάδες καταγγελίες και μηνυτήριες αναφορές των οικογενειών των θυμάτων με το επιχείρημα πως εξαιτίας των ενεργειών αυτών χάθηκαν κρίσιμα στοιχεία ως προς τα αίτια της σιδηροδρομικής σύγκρουσης και το μέγεθος του εγκλήματος.

Ερωτηθείς για το ποιος εν τέλει έδωσε την εντολή, ο τότε διοικητής αποκρίθηκε πως αποχώρησε πριν από τη λήξη της συνάντησης, χωρίς να μπορεί να πει με απόλυτη βεβαιότητα ποιος ήταν αυτός που έδωσε την έγκρισή του. «Δεν γνωρίζω εάν υπήρξε οποιαδήποτε άλλη ανάλογη συνάντηση, καθώς και να έγινε, δεν κλήθηκα. Στο σημείο του δυστυχήματος δεν μετέβην ξανά, μετά από αυτή την ημέρα» σημείωσε.

Ενδεικτικό της ταχύτητας που προχώρησαν οι εργασίες με πρόσχημα την επαναλειτουργία του σιδηρόδρομου -κάτι που αποδείχθηκε ανέφικτο, αφού τελικά τα τρένα τέθηκαν σε επανεκκίνηση έναν ολόκληρο μήνα αργότερα, στις 29 Μαρτίου-, είναι το γεγονός πως ήδη την επόμενη μέρα, στις 4 Μαρτίου, όπως προκύπτει από άλλες καταθέσεις που περιλαμβάνονται στη δικογραφία, ο χώρος είχε σχεδόν ολοκληρωτικά αλλοιωθεί.

Και στις 6 Μαρτίου ο Χ. Τριαντόπουλος ανακοίνωνε σε σχετικό δελτίο Τύπου πως τα «έργα αποκατάστασης» ολοκληρώθηκαν «με απόλυτο σεβασμό στα θύματα του τραγικού δυστυχήματος που συγκλόνισε την πατρίδα μας και τις οικογένειές τους».

Πηγή: Εύα Παπαδοπούλου / Εφημερίδα των Συντακτών

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα