Τι ισχύει με τα «ισόβια» στην Ελλάδα και γιατί δεν είναι πραγματικά ισόβια;
Δικηγόρος εξηγεί στην Parallaxi τι σημαίνει πραγματικά αυτή η ποινή, κατά πόσο θεωρείται «δίκαιη» για τα ειδεχθή εγκλήματα και τις αλλαγές που έφερε ο νέος ΠΚ
Πολλές υποθέσεις τραγικών εγκλημάτων που έρχονται στο φως της δημοσιότητας, μας αγανανακτούν και μας εξοργίζουν – Τέμπη, Γλυκά Νερά, Κολωνός, Πισπιρίγκου – αναζητώντας ως κοινωνία «πραγματικές τιμωρίες» για τους θύτες. Η ισόβια κάθειρξη είναι μια από τις μεγαλύτερες ποινές για τα αδικήματα στην Ελλάδα, κι’ όμως η πραγματική σημασία του όρου δεν αντιπροσωπεύει την ονομασία του. Τι σημαίνει πραγματικά αυτή η ποινή και κατά πόσο θεωρείται «δίκαιη» για τα ειδεχθή εγκλήματα;
Ετυμολογικά, ο όρος ισόβια, προέρχεται από τις λέξεις “ίσος” και “βίος” και σημαίνει ότι κάτι είναι ίσο με το χρονικό διάστημα ζωής του ανθρώπου. Στο ελληνικό ποινικό δίκαιο είναι πλέον η υψηλότερη μεμονωμένη ποινή που μπορεί να επιβληθεί, μετά την κατάργηση της θανατικής ποινής, τον Δεκέμβριο του 1993. Πρακτικά, η τελευταία θανατική εκτέλεση έγινε στις 25 Αυγούστου 1972.
Σύμφωνα όμως με το άρθρο 105 του ελληνικού Ποινικού Κώδικα, η έννοια είναι πλασματική, δηλαδή όσοι καταδικάζονται σε ισόβια κάθειρξη μπορούν να αποφυλακιστούν αν έχουν εκτίσει τουλάχιστον είκοσι (20) έτη της ποινής τους, ή δεκαοκτώ (18) έτη, σύμφωνα με νόμο που ψηφίστηκε το 2021 ή αν έχουν υπερβεί το 70ό έτος της ηλικίας τους.
Σύμφωνα με στοιχεία που δημοσιεύθηκαν τον Σεπτέμβριο του 2018, η χώρα μας κάθε χρόνο φιγουράρει την πρώτη θέση με τους περισσότερους ισοβίτες στον σχετικό πίνακα του Συμβουλίου της Ευρώπης. Από τους 9.000 κρατούμενους το 2018, οι χίλιοι ήταν καταδικασμένοι σε ισόβια, αριθμός που αποτελεί ρεκόρ. Ο αριθμός βέβαια είναι μεγάλος και η αντιστοίχιση με τους δείκτες βαριάς εγκληματικότητας δεν δείχνει πως λειτουργεί πτωτικά. Συγκριτικά με άλλες ευρωπαϊκές χώρες στην επιβολή ισοβίων εκείνη τη χρονιά, η απόσταση με την Ελλάδα ήταν μεγάλη, ειδικά αν λάβουμε υπόψη πως η Σουηδία, η Πορτογαλία, η Τσεχία και η Αυστρία δεν έχουν παραπάνω από 40 ισοβίτες, ενώ ολόκληρη η Γερμανία έχει μονάχα 140.
Ο δικηγόρος Κωνσταντίνος Παυλίδης εξηγεί στην Parallaxi τι ισχύει με την ισόβια κάθειρξη στην Ελλάδα και τις αλλαγές που έχει φέρει ο νέος Ποινικός Κώδικας.
«Αρχικά πρέπει να τονίσουμε πως ισόβια παραμονή κάποιου σε σωφρονιστικό κατάστημα δεν υφίσταται. Με τον νέο Ποινικό Κώδικα επανήλθε η ισόβια κάθειρξη ως μόνη (ανελαστικά απειλούμενη) ποινή για ορισμένα αδικήματα, όπως η ανθρωποκτονία με δόλο σε ήρεμη ψυχική κατάσταση, οι διακεκριμένες παραλλαγές βιασμού, καθώς και οι διακεκριμένες παραλλαγές ληστείας. Θα μπορούσε όμως υποθετικά τα ισόβια να είναι ισόβια; Δηλαδή κάποιος που καταδικάστηκε στην ποινή αυτή να περάσει την υπόλοιπη ζωή του στη φυλακή; Η απάντηση είναι κατηγορηματικά όχι όπως επιβεβαιώνει και η νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, το οποίο προσφάτως σε μια προσφυγή κατά της Ουγγαρίας απεφάνθη πως οι φυλακισμένοι θα πρέπει να έχουν την ελπίδα πως κάποια στιγμή θα αποκτήσουν ξανά την ελευθερία τους έστω και μετά από αρκετά χρόνια. Χωρίς την ελπίδα αυτή ο καταδικασθείς σε ισόβια δεν έχει το κίνητρο του σωφρονισμού, δηλαδή της μεταμέλειας απέναντι στην εγκληματική του δράση, στοιχείο που αποτελεί το κυρίαρχο χαρακτηριστικό κάθε φιλελεύθερου σωφρονιστικού συστήματος.
Μάλιστα το Δικαστήριο του Στρασβούργου προχωρώντας ένα βήμα παραπάνω τόνισε πως σε περίπτωση που τα κράτη μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης δεν διαθέτουν νομοθετική πρόβλεψη για να αφεθεί ελεύθερος ο καταδικασθείς κάποια στιγμή στη ζωή του είτε μέσω του θεσμού της υφ όρου απόλυσης είτε της χάριτος τότε αυτό αποτελεί απάνθρωπη και εξευτελιστική μεταχείριση αυτού, η οποία απαγορεύεται βάσει του άρθρου 3 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.
Πηγαίνοντας ένα βήμα παρακάτω μάλιστα, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρώπινων Δικαιωμάτων, υποστήριξε πως απαιτείται η θεσμοθέτηση ενός ειδικού μηχανισμού, που να εγγυάται την επανεξέταση το αργότερο 25 χρόνια μετά την επιβολή της ισόβιας κάθειρξης, με περαιτέρω αναθεωρήσεις.
Σε εθνικό επίπεδο πέρα από την αναγνώριση ελαφρυντικών από το Δικαστήριο για το «σπάσιμο» των ισοβίων υπάρχει και ο θεσμός της υφ’ όρου απόλυσης, ο οποίος είναι κυρίαρχος στην έκτιση της ποινής. Βάσει του θεσμού αυτού, ο καταδικασθείς σε ισόβια κάθειρξη δεν μπορεί να παραμείνει στο σωφρονιστικό κατάστημα για περισσότερο από 20 έτη, ενώ αν έχει καταδικαστεί σωρευτικά σε περισσότερες ποινές (πχ δύο φορές ισόβια) σε κάθε περίπτωση μπορεί να απολυθεί αν έχει εκτίσει 25 έτη. Τα όρια αυτά μειώνονται σε περίπτωση που ο καταδικασθείς επιδείξει καλή διαγωγή κατά τον χρόνο παραμονής του στο σωφρονιστικό κατάστημα οπότε για τα ισόβια μπορεί και μετά από 18 έτη να αποφυλακιστεί».