Το τελευταίο ταξίδι του Διονύση Σαββόπουλου προς τη «Συννεφούλα»
Η Ελλάδα αποχαιρετά τον σπουδαίο Νιόνιο
Σε κλίμα οδύνης τελέστηκε στη Μητρόπολη Αθηνών η κηδεία του Διονύση Σαββόπουλου, που έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 81 ετών, αφήνοντας πίσω του τεράστια παρακαταθήκη, αλλά κι ένα δυσαναπλήρωτο κενό.
Η σορός του βρισκόταν από τις 8:30 έως τις 11:30 στο παρεκκλήσι της Μητρόπολης Αθηνών, όπου πλήθος κόσμου, πολιτικοί, καλλιτέχνες, συγγενείς και φίλοι, απεύθυναν το τελευταίο «αντίο» στον ανεπανάληπτο δημιουργό που σφράγισε την ελληνική μουσική.
Επικήδειους εκφώνησαν μεταξύ άλλων ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, η τέως πρόεδρος της Δημοκρατίας Κατερίνα Σακελλαροπούλου, η Δήμητρα Γαλάνη, ο Αλκίνοος Ιωαννίδης, ο Γιώργος Σκαμπαρδώνης, ο γιος του, ο εγγονός του, ο Σταμάτης Φασουλής, η γιατρός Α. Κοτανίδου και ο Αλέξης Κυριτσόπουλος.
Στον επικήδειό του ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης μίλησε με συγκίνηση για τον Δ. Σαββόπουλο, χαρακτηρίζοντάς τον «Χρονογράφο του νεοελληνικού ταξιδιού επί μισό αιώνα».
Ο κ. Μητσοτάκης είπε ότι «η κληρονομιά του Σαββόπουλου δεν αποτελεί μόνο τεράστιο κεφάλαιο της καλλιτεχνικής μας ιστορίας αλλά και κομμάτι της συλλογικής μας μνήμης. Προσέθεσε ότι ο Διονύσης Σαββόπουλος συμβάδισε με τη ζωή της χώρας στις χαρές ενώ προειδοποιούσε στις “ανηφόρες” έχοντας πάντα τη δική του άποψη για τα πράγματα “ανοιχτή αλλά ποτέ αιχμάλωτη δογμάτων”. Έφερε το ροκ κοντά στο λαϊκό και το δημώδες έτσι και στο κοινωνικό πεδίο, από τις οραματικές ιδέες της Αριστεράς συναντήθηκε με τον ρεαλισμό της φιλελεύθερης σκέψης» είπε και ανέφερε στίχους από τον «Άγγελο Εξάγγελο» που -όπως συμπλήρωσε- τους ξεχώρισε επειδή αποτελούν ευθύ και δημόσιο λόγο που γεφυρώνουν τον κόσμο της Τέχνης με τον πραγματισμό της πολιτικής.
«Μια απόδειξη όπου η καλλιτεχνική ευαισθησία γίνεται πολύ πιο περιγραφική και πολύ πιο ισχυρή από κάθε πολιτικό επιχείρημα» προσέθεσε ο κ. Μητσοτάκης χαρακτηρίζοντας τον εκλιπόντα «αιρετικό στα σχόλια του» που δεν αρνήθηκε «ποτέ την πρόκληση της αμφισβήτησης», και «πατριώτη που αγαπούσε τον τόπο του ειλικρινά μιλώντας με τη βραχνή φωνή πότε του αφηγητή και πότε του επικριτή κάθε λάθους, του κράτους ή του πολίτη, ώστε η στάση του να μετατρέπεται σε έναν αόρατο συντελεστή στην εξίσωση της Δημοκρατίας».
«Δεν ήταν μόνο η δημόσια συμπεριφορά του Διονύση» -είπε ο πρωθυπουργός- «που ένωνε στο πρόσωπο του την Τέχνη με την πολιτική», επισημαίνοντας ότι δεν δέχθηκε ποτέ δημόσιες θέσεις και αξιώματα, αλλά ήταν «και το μήνυμα της ενότητας και της κοινότητας των Ελλήνων που διέτρεχε το έργο και τη δράση του».
Ο κ. Μητσοτάκης αποχαιρέτησε τον Διονύση Σαββόπουλο με ένα «μεγάλο ευχαριστώ στο όνομα τόσων γενεών» που σφράγισε η διαδρομή του.
Από την πλευρά της η Κατερίνα Σακελλαροπούλου αναφέρθηκε στην κοινή τους καταγωγή από την πόλη της Θεσσαλονίκης λέγοντας: «Βαπτίστηκες στην ποιητικότητα και την πνευματικότητά της. Στις πολυπολιτισμικές της παραστάσεις, τα βιώματα και τα τραύματά της, σε αυτή την πόλη της βαριάς και γλυκιάς συνάμα έμπνευσης. Της δικής μας πόλης, της γενέθλιας γης και της αναφοράς μας της κοινής. Ίσως αυτή η μνήμη, οι αφηγήσεις των πρώτων και των νεανικών χρόνων, που προλάβαμε να μοιραστούμε, να σε έκαναν να με αποκαλείς “η καινούργια παιδική μου φίλη».
Όπως είπε η κ. Σακελλαροπούλου «Το φορτηγό πέρασε από την εθνική και σε πήγε μακριά, στα πέρα μέρη, και έτσι ξεκίνησε το δικό σου και μαζί το δικό μας ταξίδι. Τραγούδησες για μας, για τον λαό, το έθνος και την ιστορία, την παράδοση και το μοντέρνο, την ταυτότητά μας, τη σύνθεση ανατολής και δύσης. Αλλά και για τη μικρή μας τη ζωή, για τον καθένα μας προσωπικά. Τόσες μουσικές, τόσοι στίχοι, πάντα τα σκεφτόσουν ενιαία, έλεγες, σαν σύνολο και μετά άνθιζε ο καρπός της δημιουργίας, της ιδιοφυίας. Με τα τραγούδια σου ερωτευθήκαμε, πονέσαμε, χαρήκαμε, λυτρωθήκαμε. Συνδεθήκαμε με τον εαυτό μας και με τους άλλους. Άγγιξες τις ψυχές μας με τρόπο ανεξίτηλο, η φωνή σου θα αντηχεί για πάντα μέσα μας και η μνήμη σου θα ζει σε κάθε νότα και σε κάθε λέξη που μας άφησες. Το έργο σου δεν είναι μόνο μια μουσικά αποτυπωμένη, πολιτική και πολιτισμική ιστορία του τόπου μας. Είναι μια σπουδή ποιητική, μια γλώσσα σαββοπουλική, τολμηρή και τρυφερή, ανατρεπτική και θεραπευτική, που μιλά της καθεμιάς γενιάς, καινούργιας και παλιάς».
Προσέθεσε ακόμα ότι «έγινες, ήσουν και παρέμεινες μέχρι το τέλος αληθινός, όπως υποσχέθηκες όταν άφηνες πίσω σου τη Θεσσαλονίκη. Δεν λύγισε ποτέ ο λόγος σου, ούτε επί χούντας, στη φυλακή, απέναντι στα σκοτάδια και τη λογοκρισία. Δεν σύρθηκες από το κοινό σου, ήσουν πάντα μπροστά, ακόμη και απέναντί του. Πέρασες από τον θρίαμβο στην αποδοκιμασία, όταν ενόχλησες με την κριτική σου ματιά. Στάθηκες όμως όρθιος με αξιοπρέπεια, με το κεφάλι ψηλά, και επέστρεψες, μας ξανακέρδισες. Με την Άσπα πάντα δίπλα σου να λάμπει και να σε στηρίζει».
«Και ήρθαν τα χρόνια τα τελευταία, με τη δοκιμασία της υγείας, αλλά και τον δικό σου τρόπο του αποχαιρετισμού, τις γεμάτες κόσμο και ρυθμό συναυλίες, το βιβλίο του απολογισμού και της συμφιλίωσης. Με τις φιλόξενες βραδιές, τους φίλους και τις αναμνήσεις. Με την πληρότητα της ζωής, την παρουσία σου να μας γεμίζει και να μας φωτίζει. Και την πίστη σου ότι “όλα είναι εδώ, τίποτα δεν χάνεται. Κι αυτοί που έφυγαν, εδώ είναι. Καταγόμαστε από τόπους φωτός”.
Θα στην προσέχουμε την Άσπα, να είσαι ήσυχος.
Καλό ταξίδι, Διονύση αγαπημένε» κατέληξε στον επικήδειό της η τέως Πρόεδρος της Δημοκρατίας.
Δήμητρα Γαλάνη: «Ο λόγος σου ήταν το πιο φωτεινό μονοπάτι της ζωής μου»
«Έχουν γράψει κι έχουν πει για σένα αυτές τις μέρες πανέμορφα πράγματα. Λόγια ψυχής. Τελικά κατάφερες και μας έκανες όλους ποιητές και ενωμένους. Πραγματικά ο κόσμος τα έχει πει όλα, τα νιώθει όλα. Και πως αλλιώς θα ήταν άλλωστε αφού μας έχεις δώσει τέτοια δώρα; Θέλουμε με κάποιο τρόπο να σου ανταποδώσουμε με αυτό το μεγάλο ευχαριστώ;» δήλωσε στον επικήδειο λόγο του για τον Διονύση Σαββόπουλο η Δήμητρα Γαλάνη.
Και συνέχισε τονίζοντας: «Σε ένα από αυτά που γράφηκαν διάβασα “ο Σαββόπουλος είναι ο ρυθμός μέσα μας”. Από κει πιάστηκα, γιατί αυτόν τον ρυθμό, αλλά της καρδιάς μου θα ακολουθήσω, για να με οδηγήσει τώρα να σε αποχαιρετήσω. Το έργο σου είναι και θα είναι πάντα ολοζώντανο, νέο, αιώνια κληρονομιά μας. Εσύ όμως θα λείπεις. Θα μου λείπεις. Γιατί είσαι τόσο βαθιά ριζωμένος μέσα μου; Γιατί ο λόγος σου ήταν το πιο φωτεινό μονοπάτι της ζωής μου. Είναι πραγματικά δύσκολο όταν έχεις να θυμάσαι στιγμές. Γιατί ήμουν εκεί στα γλέντια μας με τις κιθάρες και τα τραγούδια. Πρίμο σεκόντο. Γιατί κρεμόμουν από το στόμα σου κάθε φορά που θα μιλούσες; Γιατί έφηβη στεκόμουν στην ουρά για να πάρω τον καινούργιο σου δίσκο; Για τον κόμπο που είχα στο λαιμό από τη συγκίνηση κάθε φορά που σε έβλεπα στις παραστάσεις σου. Γιατί πρώτα έπαιξα με την κιθάρα μου στη λατρεμένη μου Άσπα, την παιδική μου φίλη, τα τραγούδια σου, λίγο πριν σε συναντήσει στο δρόμο της ζωής σου. Και τελικά για την τελευταία αυτή Καθαρή Δευτέρα που περάσαμε μαζί με την οικογένειά σου. Ξεκουράσου, ξεκουράσου τώρα, Διονύση.
«Ήξερες ακριβώς τι θα παίξεις για τα παιδιά που θα έρθουν και που θα κατανοούν όλο και καλύτερα την κάθε πολύτιμη λέξη σου. Για να μαθαίνουν που πατούν και που πηγαίνουν, ποια είναι η ταυτότητά τους και για ποιο λόγο πρέπει να συνεχίσουν να αγαπούν και να είναι περήφανοι για αυτή τη γλώσσα, για ό, τι ελληνικό υπάρχει ακόμα μέσα μας και γύρω μας. Για αυτόν τον πολιτισμό που τόσο αγάπησες και τραγούδησες για αυτή την ταλαίπωρη πατρίδα τελικά. Άσπα, αγαπημένη μου, εφηβική μου φίλη. Έχεις την οικογένειά σου, τα υπέροχα παιδιά και τα εγγόνια σου που σε κρατάνε στην αγκαλιά σου, στην αγκαλιά τους, για να σου απαλύνουν όσο γίνεται αυτό το τεράστιο κενό. Πενήντα οκτώ χρόνια. Θεέ μου, είναι μια ολόκληρη ζωή. Όλα. Θέλω να ξέρεις ότι είμαι και θα είμαι πάντα κοντά σου. Στο καλό! Πολύ αγαπημένο μας Διονύση! Σε ευχαριστούμε για όλα» είπε η Δήμητρα Γαλάνη.
Κορνήλιος Σαββόπουλος: «Κατάλαβα τελικά το μήνυμα που πήγε να μας περάσει»
Ο Κορνήλιος Σαββόπουλος, γιος του αείμνηστου Διονύση Σαββόπουλου, ευχαρίστησε συγκινημένος όλους όσοι παρευρέθηκαν στην κηδεία του πατέρα του, εκφράζοντας δημόσια την ευγνωμοσύνη της οικογένειας για τη στήριξη και την αγάπη που έδειξε ο κόσμος.
Μιλώντας για τον πατέρα του, στάθηκε στην πολυδιάστατη προσωπικότητά του, λέγοντας χαρακτηριστικά: «Εμένα ξηλώθηκε να μου πληρώσει την εκπαίδευσή μου όταν σπούδασα στην Αμερική κι από την άλλη είχε μια πνευματικότητα και αναχωρούσε και πήγαινε στο Πήλιο για εννιά μήνες». Με αυτά τα λόγια περιέγραψε τον άνθρωπο που συνδύαζε τον ρεαλισμό της καθημερινότητας με μια έντονη ανάγκη για εσωτερική αναζήτηση.
Στη συνέχεια, αναφέρθηκε στο βαθύτερο μήνυμα που, όπως είπε, προσπαθούσε να περάσει ο πατέρας του: «Κατάλαβα το μήνυμα που πήγε να μας περάσει είναι ότι είμαστε αυτό που είμαστε με το σπίτι μας, το αυτοκίνητό μας, τα ρούχα μας, και ταυτόχρονα είμαστε κάτι έξω από αυτό το υλικό, παραδίπλα. Η πνευματική μεριά και η υλική μεριά τρέχουν ταυτόχρονα. Εμείς έχουμε την τάση να τα ξεχνάμε. Αλλά προσπαθούσε να μας πει ότι το άυλο και το υλικό ήταν ταυτόχρονα».
Εγγονός Σαββόπουλου: «Ένιωθα από μικρός έναν κόμπο στο λαιμό όταν βρισκόμασταν»
«Μέσα από όλα, η μελαγχολία μας κάνει να αγαπάμε και να νιώθουμε ενωμένοι. Η ψυχή σου μένει μαζί μας. Σ’ αγαπώ πολύ».
Ο συγκλονιστικός επικήδειος λόγος του Αλκίνοου Ιωαννίδη
Για τον «παιδικό του ήρωα» τον Διονύση Σαββόπουλο μίλησε στον επικήδειο λόγο του ο συνθέτης και τραγουδιστής Αλκίνοος Ιωαννίδης που με δάκρυα στα μάτια εξιστόρησε την πρώτη του εμπειρία με τον αείμνηστο τραγουδοποιό.
«Η πρώτη μεγάλη συναυλία που παρακολούθησα ήταν δική σου όταν με πήγε ο πατέρας μου στο κεντρικό στάδιο της Λευκωσίας να σε δω την εποχή που η Κύπρος έκειτο μακράν και δεν πάταγε καλλιτέχνης στο νησί. Έτσι ήρθες κι έστησες γιορτή. Σου άρεσαν οι γιορτές, τα μπουλούκια, τα συμπόσια, τα πανηγύρια, οι φιέστες, οι επέτειοι… Προετοιμαζόμουν και τα περίμενες σαν παιδάκι που ανυπομονεί για τα Χριστούγεννα. Σε αποχαιρετούμε σήμερα σαν έναν άνθρωπο σημαντικό για το τραγούδι και τον πολιτισμό, σημαντικό για τη σκέψη, το αίσθημα και την αισθητική μας, δηλαδή για ολόκληρη τη ζωή μας. Χωρίς εσένα άλλο θα ήταν το τραγούδι μας, άλλοι θα ήμασταν κι εμείς».
Με εμφανή τη συγκίνηση στη φωνή, ο καλλιτέχνης αναφέρθηκε στον Διονύση Σαββόπουλο που αποχαιρετά σήμερα η Ελλάδα λέγοντας χαρακτηριστικά: «Σε αποχαιρετώ και εκ μέρους των παιδιών και μαθητών σου, των τραγουδοποιών της χώρας. Υπάρχουμε γιατί προϋπήρξες. Μας πήρες παιδάκια μέσα από το πικάπ του σπιτιού μας και μας άνοιξες την πόρτα σε ένα περιβόλι του τρελού, γεμάτο τραγούδια. Τρισυπόστατος, ένωσες τον συνθέτη, τον ποιητή και τον ερμηνευτή, ανεβάζοντας την ένωση αυτή σε θεόρατο ύψος. Μας έμαθες την αλφαβήτα της ιερής μας τέχνης. Παραμέρισες θαρραλέα εμπόδια και οδοφράγματα, δείχνοντας μας δρόμο στο άπειρο. Μας είπες “γράψτε τα τραγούδια σας και τραγουδήστε τα.
Μας ανέθρεψες, μας στήριξες, μας ελευθερώσες. Μαζί με τους αγαπημένους σου δασκάλους, τον Μάνο Χατζιδάκι και τον Βασίλη Τσιτσάνη φωταγώγησες τις πλατείες, τα θέατρα, τα σπίτια και τις καρδιές μας».
Και όπως είπε, μεταξύ άλλων, «ανέδειξες το πολύτιμο, ανέβασες το επίπεδο της χώρας συνολικά και το επίπεδο του καθενός και της καθεμιάς προσωπικά».
Από την κατάμεστη Μητρόπολη Αθηνών όπου πλήθος κόσμου είπε το τελευταίο αντίο στον αγαπημένο τραγουδοποιό ο Αλκίνοος Ιωαννίδης σε έναν ιδιαίτερα συναισθηματικό επικήδειο δήλωσε: «Είπες κάποτε ο συνθέτης αυτό κάνει: Ενώνει τα κομμάτια της ψυχής μας σε ένα. Ε, λοιπόν το έκανες πολύ καλά. Ένωσες τα κομμάτια μας. Κάποιους μας ένωσες συχνά και εναντίον σου. Ήσουν γεμάτος αντιφάσεις. Ένας συντηρητικός με καρδιά επαναστάτη. Ένας αυστηρός δάσκαλος με ρούχα παλιάτσου, ένας λόγιος καραγκιοζοπαίχτης, ένας δύστροπος γέροντας με ψυχή ζαβολιάρικου παιδιού, ένας βλοσυρός που του άρεσαν τα ανέκδοτα, ένας ασκητής με ακριβά γούστα, ένας αμήχανος σοφός, ο γραμματέας μαζί με τον αλήτη… Δεν ξέραμε πότε ήσουν ρόλος και πότε ο εαυτός σου. Ίσως ούτε και εσύ. Δυσκολεύτηκες. Σε ένιωθα. Μας δυσκολεύεις και εμάς μας τσαντίζεσαι. Ψάχναμε πού να σε κατατάξουμε, πώς να σε καταλάβουμε. Μα τι θέλαμε επιτέλους; Να είσαι προβλέψιμος; Και ποιος τα έγραφε αυτά τα απρόβλεπτα τραγούδια; Σου ζητούσαμε να πειθαρχήσεις στην εικόνα που σου δίναμε. Όμως μόνο ένας απείθαρχος μπορούσε να φτάσει εκεί που έφτασες. Θέλαμε να σε εξηγήσουμε. Ήσουν ανεξήγητος. Στην τελευταία σου συναυλία πιο ευάλωτος και πιο σίγουρος από ποτέ».
Κλείνοντας την ομιλία του πρόσθεσε: «Ακριβέ μου δάσκαλε, τον τελευταίο καιρό έγινες τρυφερός. Ζήτησες τις συγγνώμες σου, είπες τα σ’ αγαπώ σου. Αξιώθηκα κι εγώ να σου το πω ξανά, μετά απο χρόνια, πως σ’αγαπώ πριν από λίγες μέρες. Σου το επαναλαμβάνω ολόψυχα και τώρα εδώ, στο ξόδι σου, εκ μέρους των γνωστών και αγνώστων ποιητών μιας αντι ποιητικής εποχής, των σημερινών καλλιτεχνών, μιας Ελλάδας που παραμένει οικόπεδο και αποικία, αλλά που την αγάπησες, την τίμησες και την πλουτίσες, εκ μέρους του κάθε ακροατή που χώρεσε στα τραγούδια σου και του κάθε παιδιού που σε περιέχει, χωρίς να το ξέρει, σε ευχαριστώ. Φεύγεις, γιορτινός και αιώνιος, αφήνοντάς μας τα ανεκτίμητα δώρα του περάσματος σου από την γη».
Σταμάτης Φασουλής: «Δεν ξέρω αν χωρίς εσένα θα ήταν τόσο πλούσιο το ελληνικό τραγούδι»
«Διονύση μου τι πράγματα είναι αυτά αγόρι μου; Έτσι είπαμε ξαφνικά ένα unpluged. Αν και εδώ ήρθα μιλώντας σου για τελευταία φορά, τουλάχιστον παρόντος σου, ήρθα για να λυθεί μια παρεξήγηση των τελευταίων ημερών. Ακούω παντού, ακούμε όλοι δηλαδή ότι το τραγούδι φεύγοντας ο Διονύσης έγινε πιο φτωχό. Λάθος. Ο Διονύσης αφήνει, μάλλον εσύ αφήνεις ένα ελληνικό τραγούδι, όχι πλούσιο, πάμπλουτο. Δεν ξέρω αν χωρίς εσένα θα ήταν τόσο πλούσιο. Εκεί θα ήταν λίγο πιο φτωχό, για να μην πω περισσότερο» δήλωσε στον επικήδειο λόγο του για τον Διονύση Σαββόπουλο ο Σταμάτης Φασουλής.
Παράλληλα, ο Σταμάτης Φασουλής από την Μητρόπολη Αθηνών όπου τελείται η εξόδιος ακολουθία ανέφερε: «Το αγάπησες πολύ το ελληνικό τραγούδι. Πάρα πολύ. Θυμάμαι όταν κάναμε το «Ζήτω το ελληνικό τραγούδι», “ποτέ μη βάλετε ποτέ τον τόνο”, έλεγε να είναι και ζητώ και ζήτω το ελληνικό τραγούδι. Γιατί εσύ ήσουνα Διονύση, ότι αποθεώνεις το αποζητούσες, συγχρόνως και παιδί και δάσκαλος. Θυμάμαι όταν το κάναμε λοιπόν, θυμάμαι αυτό το σπίτι που κάθε εβδομάδα έπρεπε να γράψουμε ένα κείμενο, το editorial ας πούμε της εκπομπής και τη σκαλέτα, ποτέ δεν την τήρησε, αλλά εμείς την κάναμε και γράφαμε το κείμενο. Καθόμαστε τρεις ώρες για να γράψουμε αυτό το κείμενο των τριών σελίδων που θα καθόριζε τη στάση απέναντι στο θέμα της εβδομάδας και από τις τρεις ώρες στις τρεις παρά δέκα μιλάγαμε για τις ζωές μας. Τα τελευταία δέκα λεπτά έλεγε “έλα, έλα τώρα να γράψουμε, έλα να γράψουμε, έλα να γράψουμε”. Και δεν καταλάβαινα τότε ότι συζητάγαμε για τις ζωές μας ή μάλλον συζητάγαμε για τη ζωή. Γιατί αυτό που θέλαμε και που ήθελε περισσότερο αυτός να ακουμπήσει στην τέχνη ήταν η ζωή. Δεν ήταν η τέχνη, δεν ήταν το τραγούδι. Ήθελε τη ζωή να τη μεταφέρει στο τραγούδι. Και τη μετέφερε. Αυτό έκανε. Έπαιρνε ένα ελάχιστο, μια φωτογραφία, μια κίνηση, “με τις φλούδες στης κουζίνας το μαχαίρι. Τώρα τι λέει αυτό; Μια φλούδα της κουζίνας, το μαχαίρι. Και ξαφνικά γινόταν ένας μεγάλος, ένας λαμπρός πάμφωτος στίχος στο τραγούδι του. Το καλοκαίρι έπαιρνε το τίποτα και το έκανε άπαν. Ήταν πολύ σημαντικός μάλιστα εκεί. Τότε έμενα σε ένα σπίτι σκαρφαλωμένο στο Λυκαβηττό, στην Κοσμά Μελωδού και περνώντας από τη μια μεριά στην άλλη, από την πίσω μεριά, έβλεπε την οδό του Νικηφόρου Ουρανού και μου έλεγε να δεις που θα αποδειχθεί πάντα νικηφόρος ο ουρανός. Ναι, απεδείχθη».
Δηλώνοντας συγκινημένος, ο Σταμάτης Φασουλής ανέφερε ότι δεν θέλει να κλάψει: «Διονύση είμαι λίγο συγκινημένος. Φυσικό είναι. Δεν θα το ήθελα. Δεν θα ήθελα να κλάψω, όπως δεν έκλαψα και για τη μητέρα μου. Θα είναι σαν να παραδέχομαι ότι έφυγες. Δεν με συμφέρει. Δεν με συμφέρει καθόλου. Θα το κρατήσω έτσι και δεν θα σου πω αντίο. Θα σου πω Καλή αντάμωση. Καλή αντάμωση στο περιβόλι του Ουρανού σου. Καλή αντάμωση».
Γιώργος Σκαμπαρδώνης: «Σου μεταφέρω την οδύνη και τον σεβασμό της Θεσσαλονίκης»
«Αγαπητέ Διονύση, έρχομαι από τη Θεσσαλονίκη και σου μεταφέρω την οδύνη και τον σεβασμό της. Η μητέρα πόλη σε αποχαιρετά. Με τα ανεμισμένα της κάστρα που έψαλες, τα καΐκια, τα βεγγαλικά, τις χορωδίες, το πλήθος που βλέπει οπτασίες. Η γειτονιά σου η Ανάληψη σου γνέφει. Εκεί κοντά που είδες για πρώτη φορά τον Τσιτσάνη να κρατάει ένα μικρό βιολί και να πετάει δέκα πόντους πάνω από το έδαφος. Οι παλιοί σου φίλοι, ο Μπάμπης ο Καλλιπολίτης, ο Τάκης ο Σιμώτας, οι παιδικοί σου φίλοι σε πικροχαιρετούν», ανέφερε ο συγγραφέας Γιώργος Σκαμπαρδώνης.
Όταν βγήκε η σορός από την εκκλησιά η μπάντα του ΠΝ παιάνισε τη «Συννεφούλα» και το «Μη μιλάς άλλο για αγάπη» με τον κόσμο να χειροκροτά και να τραγουδά τα λόγια των αγαπημένων του τραγουδιών. Υπό τους αγαπημένους αυτούς ήχους και σε κλίμα βαθιά συγκίνησης ξεκίνησε η αυτοκινητοπομπή για το Α’ Νεκροταφείο όπου θα γίνει η ταφή του μοναδικού Διονύση Σαββόπουλου.
Ο επικήδειος λόγος του Αλέξη Κυριτσόπουλου
«Διονύση μου, τα λόγια από τα τραγούδια σου μπλέκονται ανάμεσα στα σκίτσα μου μέσα σε καπνούς και πυροτεχνήματα. Ψάχνω δικά μου λόγια και σιγομουρμουρίζω τραγούδια σου. Μέρα που είναι σήμερα, ημέρα αποφράς αλλά και ημέρα αγάπης, αγάπης όλων μας για σένα, αγάπη απέραντη, σήμερα θέλω να σου πω λόγια τεράστια, σαν τον Λευκό Πύργο, σαν τον Πύργο του ‘Αιφελ, σαν τον Όλυμπο», είπε ο εικαστικός Αλέξης Κυριτσόπουλος.
Ο επικήδειος λόγος της Α. Κοτανίδου
«Δυστυχώς για εμένα σε γνώρισα πολύ αργά και σε μια πολύ δύσκολη στιγμή. Όσοι όμως σε γνωρίσαμε νιώθουμε τυχεροί που περπατήσαμε μαζί σου έστω για λίγο στο δρόμο της ζωής», δήλωσε η πνευμονολόγος Αναστασία Κοτανίδου.
Η στιγμή που η πομπή αναχωρεί υπό τους ήχους της «Συννεφούλας» για το Α Νεκροταφείο:
«Ας κρατήσουν οι χοροί» – Το τελευταίο τραγούδι προς τιμήν του Διονύση Σαββόπουλου
Στην τελευταία του κατοικία στο Α’ Νεκροταφείο Αθηνών οδηγήθηκε ο Διονύσης Σαββόπουλος. Η νεκρώσιμη πομπή έφθασε λίγο μετά τις 15:15 στο Α’ Νεκροταφείο, συνοδευόμενη με τα τραγούδια του αγαπημένου Νιόνιου. «Συννεφούλα» «Ας κρατήσουν οι χοροί» «Μη μιλάς άλλο αγάπη» μερικά από τα τραγούδια που ακούγονταν στον αέρα σε όλη τη διάρκεια της ταφής.
Δείτε εικόνες:













Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ, ΕΡΤ


